Εικοσιπέντε χρόνια πριν, την Πρωτοχρονιά του 1994, οι τουρίστες στο Σαν Κριστομπάλ του Μεξικού ήταν αναστατωμένοι. Κάποιοι ρωτούσαν αν έχουν αποκλειστεί κι αν μπορούν να πάνε με αυτοκίνητο στο Κανκούν. Ένας ξεναγός φώναζε ότι πρέπει να πάει ένα γκρουπ στα ερείπια του Παλένκε. Ένας πολύ ευγενικός ένοπλος μασκοφόρος τους διακόπτει: «Ο δρόμος για το Παλένκε είναι κλειστός… Μας συγχωρείτε για την ενόχληση, αλλά πρόκειται για επανάσταση».
Εκείνη την Πρωτοχρονιά, ιθαγενείς αντάρτες, συγκροτημένοι στον Εθνικοαπελευθερωτικό Ζαπατιστικό Στρατό (EZLN) είχαν εμφανιστεί αιφνιδιαστικά μέσα από τη ζούγκλα της Λακαντόνα, είχαν καταλάβει σημαντικές περιοχές της επαρχίας Τσιάπας, ανάμεσά τους την πρωτεύουσα Σαν Κριστομπάλ. Ο μεξικανικός στρατός απάντησε με συντριπτική και βάρβαρη βία στις περιοχές που ήλεγχαν οι αντάρτες. Στις μάχες που ακολούθησαν τις επόμενες μέρες το τίμημα ήταν βαρύ, αλλά ο EZLN κρατούσε τις θέσεις του. Στην Πόλη του Μεξικού διαδήλωσαν πάνω από 100.000 άνθρωποι, απαιτώντας να τερματιστεί η επίθεση του μεξικανικού στρατού και να γίνουν δεκτά τα αιτήματα των ιθαγενών. Υποχρέωσαν τον πρόεδρο σε μονομερή κατάπαυση του πυρός στις 12 Γενάρη, η οποία έγινε σεβαστή από τον EZLN. Μέσα από μια μακρά διαδρομή φτάσαμε στις συμφωνίες του Σαν Αντρές το 1996. Συμφωνίες που δεν σταμάτησαν το βρώμικο πόλεμο του μεξικανικού κράτους ενάντια στους Ζαπατίστας. Τα επόμενα χρόνια, οι Ζαπατίστας αποφάσισαν να οικοδομήσουν μόνοι τους στην Τσιάπας τον κόσμο τον οποίο διεκδικούσαν, μέσα από μια «καλή διακυβέρνηση», που θα «προχωρά ακούγοντας» και θα επιχειρεί αυτό-οργανωμένα να ικανοποιήσει τις λαϊκές ανάγκες και τα δικαιώματα των ιθαγενών τις οποίες το μεξικανικό κράτος αρνούνταν να ικανοποιήσει.
Όλα τα επόμενα χρόνια, η Τσιάπας είναι «ελεύθερη πολιορκημένη», ενώ οι Ζαπατίστας επιχείρησαν με πολλούς τρόπους (και με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία) να σπάσουν την απομόνωση που είχε επιβάλει το μεξικανικό κράτος, να συνδεθούν με τα άλλα κοινωνικά κινήματα, να παρέμβουν στην συνολική πολιτική και κοινωνική πάλη για αλλαγή στο Μεξικό, να επικοινωνήσουν με άλλες αντιστάσεις στη χώρα και διεθνώς.
Αλλά αυτό το άρθρο δεν αφορά αυτή τη διαδρομή που διένυσαν από την Πρωτοχρονιά του 1994 ως σήμερα. Αφορά εκείνη την Πρωτοχρονιά, που αποδείχθηκε τελικά κάτι λιγότερο από «επανάσταση», αλλά διεθνώς ήταν κάτι πολύ περισσότερο από απλή εξέγερση ιθαγενών σε μια μακρινή επαρχία του Μεξικού.
Η κάθοδος των Ζαπατίστας στις πόλεις είχε πολλαπλούς πανίσχυρους συμβολισμούς. Ο EZLN ήταν μέχρι πρότινος αόρατος. Όλοι αγνοούσαν ότι στη ζούγκλα Λακαντόνα, επί χρόνια οργανωνόταν ένας αντάρτικος στρατός κι ένα κοινωνικό κίνημα. Αυτή η ορμητική εμφάνιση στο προσκήνιο «από το πουθενά» μιας δύναμης κοινωνικής αντίστασης, έστελνε μηνύματα στους κυρίαρχους αλλά και στους κυριαρχούμενους, σε μια εποχή που η κοινωνική αντίσταση έδειχνε παντού «αόρατη». Έφερνε στο φως τη «δουλειά του τυφλοπόντικα».
Τα μέλη του EZLN ήταν τα ίδια «αόρατα» με μια άλλη έννοια. Οι ιθαγενείς της Τσιάπας ήταν οι φτωχότεροι των φτωχών, ξεχασμένοι κι εγκαταλειμμένοι από το κράτος. «Φορέσαμε τις κουκούλες για να μπορέσετε να μας δείτε» έλεγε ο Υποδιοικητής Μάρκος και αυτή η εξέγερση άγγιζε ευαίσθητες χορδές των «αόρατων» διεθνώς, των ηττημένων της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Η εξέγερση ξέσπασε σε εξαιρετικά συμβολική μέρα. Την Πρωτοχρονιά του 1994, οι ελίτ γιόρταζαν την έναρξη της NAFTA, της Συμφωνίας Ελευθέρου Εμπορίου στη Βόρεια Αμερική. Η κάθοδος του EZLN στις πόλεις χάλασε τη φιέστα. Το μήνυμα έγινε επίσης διεθνές, γιατί έδειχνε τον αντίπαλο. Όπως θα τιτλοφορούταν μια από τις πρώτες διακηρύξεις του EZLN, το Γενάρη του 1996, ξεκινούσε ένας αγώνας «Για την Ανθρωπότητα, Ενάντια στο Νεοφιλελευθερισμό».
Βρισκόμασταν στο 1994, εν τω μέσω του «νεοφιλελεύθερου χειμώνα». Το ανατολικό μπλοκ είχε καταρρεύσει. Ο θατσερισμός-ριγκανισμός αφού θριάμβευσε σε Αγγλία-ΗΠΑ επεκτεινόταν στην Ευρώπη. Στην ίδια τη Λατινική Αμερική, τα ένοπλα κινήματα και οι απόπειρες κοινωνικού μετασχηματισμού (Σαντινίστας, FMLN) είχαν ηττηθεί. Ο νεοφιλελεύθερος διανοητής Φουκουγιάμα έβλεπε «το Τέλος της Ιστορίας». Η ένοπλη εξέγερση του EZLN ήταν μια εικόνα που έμοιαζε να ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Κι όμως συνέβαινε, στο έτος 1994. Και ανακήρυσσε το τέλος του «Τέλους της Ιστορίας».
Με πολλούς τρόπους, οι Ζαπατίστας ήταν μια απόδειξη ότι οι «ανοιχτοί λογαριασμοί» της ταξικής πάλης στο Μεξικό δεν ξεχάστηκαν.
Καταρχήν το ίδιο τους το όνομα: Η αναφορά στον Εμιλιάνο Ζαπάτα, τον μεγάλο επαναστάτη ηγέτη από το Μορέλος που αγωνίστηκε για «Γη και Ελευθερία» στη μεξικανική επανάσταση το 1910-1919. Τη «νικηφόρα» επανάσταση σύμφωνα με τους αστούς και το μεξικανικό κράτος, την «ανεκπλήρωτη» επανάσταση για τους αγρότες και τους εργάτες που αγωνίστηκαν σε αυτήν.
Δεύτερον η ιστορική διαδρομή του EZLN, που αποτελεί μια εμβληματική συμπύκνωση «ανοιχτών λογαριασμών» του παρελθόντος. Πριν 3 μήνες, γράφαμε σε αυτήν την εφημερίδα για μια άλλη μεξικανική επέτειο. Το 1968 στο Μεξικό που κατέληξε στη Σφαγή της Πλατείας των Τριών Πολιτισμών. Τα χρόνια που ακολούθησαν, στον απόηχο των αιματηρών γεγονότων οι ακροαριστερές οργανώσεις ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια στο Μεξικό. Δρούσαν στην επικράτειά του από 30 ως 40 διαφορετικές ομάδες. Αλλά στον απόηχο των αιματηρών γεγονότων, και στο κλίμα της εποχής στη Λατινική Αμερική, οι περισσότερες -αν όχι όλες- υποχρεώθηκαν να στραφούν στην ένοπλη πάλη. Ακολούθησε αυτό που έμεινε γνωστό στην μεξικανική ιστορία ως «Βρώμικος Πόλεμος». Μια αδίστακτη, πολυπλόκαμη και «σκοτεινή» ενεργοποίηση του μεξικανικού (παρα)κράτους της οποίας ο πραγματικός απολογισμός σε θύματα και πεπραγμένα δεν έγινε ποτέ πλήρως γνωστός. Η εξολόθρευση μιας ολόκληρης γενιάς αγωνιστών. Μια μικρή μαοϊκή ομάδα, από τις λιγότερο σημαντικές της εποχής, καθώς απέφευγε τις πιο εντυπωσιακές δράσεις και εμπλοκές με τον μεξικανικό στρατό, μπόρεσε να επιβιώσει. Κυνηγημένη βρήκε καταφύγιο στη ζούγκλα της Λακαντόνα. Όπου συναντήθηκε με ιθαγενικές κοινότητες με τη δική τους πλούσια προϊστορία και κουλτούρα αντίστασης, όπως και με ιερείς-αγωνιστές της Θεολογίας της Απελευθέρωσης. Στη ζούγκλα της Λακαντόνα, αυτή η όσμωση κι αλληλεπίδραση γέννησε τον Εθνικοαπελευθερωτικό Ζαπατιστικό Στρατό. Κι έτσι, 26 χρόνια μετά την αιματηρή καταστολή του μεξικανικού 1968, οι τελευταίοι των «ηττημένων» εκείνης της γενιάς επέστρεφαν με μια νέα κοινωνική δύναμη στο πλευρό τους να ξανανοίξουν τους λογαριασμούς με το μεξικανικό κράτος.
Είναι μια διαδρομή που αντικατοπτρίζει μια «διεργασία» που από πολύ διαφορετικούς δρόμους και με πολύ διαφορετικούς τρόπους, όχι τόσο «χειροπιαστά» ενδεχομένως, συνέβαινε παγκόσμια.
Η εξέγερση δεν άγγιξε ευαίσθητες χορδές μόνο «βετεράνων» της κοινωνικής αντίστασης. Άγγιξε ίσως πολύ περισσότερο μια νεότερη γενιά ακτιβιστών. Για όσους από εμάς μεγαλώσαμε (βιολογικά ή πολιτικά) μέσα στο νεοφιλελεύθερο χειμώνα, χωρίς ζωντανή ανάμνηση των εποχών πριν «το Τέλος της Ιστορίας», ο ισχυρισμός ότι οι μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις, οι επαναστάσεις κι οι εξεγέρσεις ανήκαν στο παρελθόν, ήταν πολύ πιο πειστικός. Διαβάζαμε για το ηρωικό παρελθόν και το νοσταλγούσαμε χωρίς να το έχουμε ζήσει. Η έμπνευση που μας προκαλούσε περιοριζόταν σε μια «ηθική δέσμευση» στην αμφισβήτηση της κοινωνικής αδικίας, χωρίς προσδοκίες να την ανατρέψουμε, χωρίς προσμονή να ζήσουμε κι εμείς μεγάλα γεγονότα. Η επιλογή μας ήταν να «γυρίζουμε τις πλάτες μας στο μέλλον».
Το πρόσωπο του Τσε στα φοιτητικά μας δωμάτια ήταν φόρος τιμής σε ένα ηρωικό παρελθόν -σήμαινε πολύ λιγότερα πράγματα από όσα σήμαινε σε ένα φοιτητικό δωμάτιο το 1967. Για όλους εμάς, ο EZLN ήταν μια νέα, τελείως διαφορετική έμπνευση. Ο Υποδιοικητής Μάρκος ήταν ο δικός μας «Τσε». Ένα σύμβολο ολοζώντανο. Να αγωνίζεται σε μια γωνιά του πλανήτη την ώρα που μιλάμε, και να καλεί στα κείμενά του να αγωνιστούμε κι εμείς, όπου κι αν βρισκόμαστε.
«Φτάνει πια!». Το «Ya Basta!», η πολεμική κραυγή των Ζαπατίστας, έγινε γρήγορα διεθνής κραυγή. Στη Λατινική Αμερική, ξεκινούσε η εξέγερση ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό. Στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, έπαιρνε μπρος το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα, που επανέφερε την αντίσταση και την προοπτική «ενός άλλου κόσμου» που «είναι εφικτός» στο προσκήνιο μαζικά. «Δρόμοι της Ευρώπης, βουνά του Μεξικού…». Η θεωρητική διαμάχη που συνόδευσε αυτό το κίνημα, γύρω και από τις ιδέες και τις πρακτικές των Ζαπατίστας και αν αυτές αποτελούν νέο στρατηγικό μοντέλο για την αλλαγή του κόσμου, υπήρξε πλούσια αλλά δεν αφορά αυτό το άρθρο. Αυτό που κρατούσαμε όλοι μας, σε όποια «πλευρά» της θεωρητικής διαμάχης βρισκόμασταν, ήταν η εμπλοκή μας στην προσπάθεια να χαράξουμε δρόμους αντίστασης, με οδηγό το διάσημο «από τα κάτω και από τα αριστερά».
Μια επόμενη γενιά από αυτήν του αντιπαγκοσμιοποιητικού, αυτή που εξεγέρθηκε ως μαθητές-τριες το Δεκέμβρη του 2008, άκουσε μια μέρα τον ευγενικό ένοπλο μασκοφόρο της αρχής της ιστορίας μας, να στέλνει ένα ηχητικό μήνυμα σε σπαστά ελληνικά: «Συντρόφισσα, σύντροφε. Εξεγερμένη Ελλάδα. Εμείς, οι πιο μικροί, από αυτή τη γωνιά του κόσμου, σε χαιρετάμε. Δέξου το σεβασμό μας και το θαυμασμό μας γι' αυτό που σκέφτεσαι και κάνεις. Από μακριά μαθαίνουμε από σένα. Ευχαριστούμε». Για όσους-ες είχαμε εμπνευστεί από τους Ζαπατίστας, αυτή η «ανταπόδοση» είχε ξεχωριστή αξία.
Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια. Στη διεθνή συζήτηση, οι Ζαπατίστας έπαψαν να απασχολούν ως υπόδειγμα, τουλάχιστον με την ίδια ένταση που απασχόλησαν την εποχή του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Μεσολάβησαν πολλοί αγώνες διεθνώς, που ίσως εξάπτουν λιγότερο την «επαναστατική φαντασία» αλλά είναι εξίσου ή και περισσότερο σημαντικοί. Ο ίδιος ο Μάρκος δεν έχει υπάρχει πια: Πριν μερικά χρόνια, ο άνθρωπος πίσω από τη μάσκα αποφάσισε να μετονομαστεί σε «εξεγερμένο Γκαλεάνο», να βάλει τέλος στην «περσόνα» Μάρκος και να αποσυρθεί από την πρώτη γραμμή της εκπροσώπησης του EZLN. Για μια νέα γενιά αγωνιστών ο EZLN ίσως ανήκει ήδη στην «κινηματική προϊστορία». Ο Μάρκος ίσως είναι πλέον ό,τι υπήρξε για μια προηγούμενη γενιά ο Τσε –μια μακρινή «ιστορική» φιγούρα.
Αλλά είναι πολύ περισσότερα. Τον καιρό που η διεθνής προσοχή ήταν στην Τσιάπας, τα διεθνή ΜΜΕ αναρωτιούνταν «Ποιος είναι ο Μάρκος;». Ποιος είναι ο άνθρωπος πίσω από την μάσκα; «Η μάσκα μου είναι καθρέφτης» έλεγε ο ίδιος, για να εξηγήσει ότι «όλοι είμαστε ο Μάρκος».
Όταν κάποτε απάντησε στη διάδοση της φήμης ότι είναι γκέι, έδειξε και στις νεότερες γενιές πού να κοιτάνε όταν ψάχνουν για «ήρωες» και «σύμβολα»:
«Για όσους αναρωτιούνται αν ο Μάρκος είναι ομοφυλόφιλος… Ναι. Ο Μάρκος είναι γκέι στο Σαν Φρανσίσκο, μαύρος στη Νότια Αφρική, ασιάτης στην Ευρώπη, μεξικάνικης καταγωγής στο συνοριακό πέρασμα του Σαν Ισίδρο, αναρχικός στην Ισπανία, Παλαιστίνιος στο Ισραήλ, ιθαγενής στους δρόμους του Σαν Κριστομπάλ, αλητοπαρέα στη Νέζα, ροκάς στην πανεπιστημιούπολη, εβραίος στη ναζιστική Γερμανία, τσιγγάνος στην Πολωνία, Μοϊκανός στο Κεμπέκ, συνήγορος του πολίτη στο Υπουργείο Άμυνας, φεμινιστής σε πολιτικό κόμμα, κομμουνιστής στη μεταψυχροπολεμική εποχή, κρατούμενος στη Σινταλάπα, ειρηνιστής στη Βοσνία, ιθαγενής Μαπούτσε στις Άνδεις, δάσκαλος του συνδικάτου CNTE, καλλιτέχνης χωρίς γκαλερί ή πορτοφόλι, νοικοκυρά ένα Σάββατο βράδυ σε κάθε γειτονιά κάθε πόλης κάθε Μεξικού, αντάρτης στο Μεξικό στο τέλος του 20ου αιώνα, απεργός στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, ρεπόρτερ που κλείνει ‘τρύπες’ στις μεσαίες σελίδες, μάτσο στο φεμινιστικό κίνημα, γυναίκα μόνη στο μετρό μετά τις 10 το βράδυ, συνταξιούχος που κάνει καθιστική διαμαρτυρία στην κεντρική πλατεία του Σόκαλο, αγρότης χωρίς γη, περιθωριακός εκδότης, άνεργος εργάτης, γιατρός χωρίς κλινική, αντικομφορμιστής φοιτητής, διαφωνών με το νεοφιλελευθερισμό, συγγραφέας χωρίς βιβλία ή αναγνώστες, και βέβαια Ζαπατίστα στο Νοτιοανατολικό Μεξικό».
Εικοσιπέντε χρόνια μετά, αυτό που αξίζει να κρατήσουμε στις σημερινές συνθήκες, πολύ διαφορετικές, αλλά επίσης «σκοτεινές», είναι ο στίχος που έγραψε ο Ζακ Ντε Λα Ρόσα των Rage Against The Machine, εμπνευσμένος από την ζαπατιστική εξέγερση, την εποχή που η δημοφιλία του συγκροτήματος εκτοξευόταν διεθνώς σε μια νεολαία που διψούσε για «οργισμένο» ήχο και πολιτικό στίχο: Everything can change, on a New Year’s Day… (τα πάντα μπορούν να αλλάξουν μια Πρωτοχρονιά…).
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά