Η προσβολή κάθε κοινής λογικής (που όμως προειδοποιεί για ανησυχητικές εξελίξεις) συνεχίζεται στο υφέρπον πραξικόπημα στη Βενεζουέλα.
Η αντιπολίτευση, αναζητώντας κάποιο προκάλυμμα συνταγματικότητας στην φάρσα της αυτοανακήρυξης του Γκουαϊδό σε πρόεδρο, ισχυρίζεται ότι ο «Μαδούρο εγκατέλειψε το πόστο του» (μια περίπτωση που όντως το Σύνταγμα προβλέπει την αντικατάστασή του, αλλά και πάλι αυτή συμβαίνει από τον/την αντιπρόεδρο). Οι φωστήρες που οργανώνουν την επικοινωνιακή εκστρατεία δεν καταθέτουν κανένα επιχείρημα για αυτόν τον ισχυρισμό, πέρα από την επιδείνωση της οικονομικής κρίσης. Σοβαρός και βαθιά συνταγματικός ισχυρισμός: Προφανώς η οικονομική κρίση είναι απόδειξη ότι ο πρόεδρος μιας χώρας μάλλον έχει κλειστεί στο δωμάτιό του και παίζει βιντεοπαιχνίδια.
Αλλά στο κέντρο της δεξιάς προπαγάνδας έχει βρεθεί μια άλλη πτυχή: Η διαβόητη «ανθρωπιστική βοήθεια» από τις ΗΠΑ, που την έχει μπλοκάρει στα σύνορα ο «ανάλγητος κόκκινος δικτάτορας».
Ότι αυτή η «βοήθεια» αξιοποιείται αποκλειστικά για προπαγανδιστικούς λόγους είναι τόσο σαφές από το ότι ακόμα και τα επιτελεία που τη σχεδίασαν, δεν μπήκαν στον κόπο να «βάλουν το χέρι στη τσέπη», έτσι για να κρατηθούν κάποια προσχήματα. Τα ίδια τα φιλικά προς την αντιπολίτευση ΜΜΕ, αναφέρονται σε βοήθεια «που μπορεί να βοηθήσει 20 χιλιάδες συμπολίτες μας». Σε μια χώρα 32 εκατομμυρίων κατοίκων, η οποία (γράφεται ότι) «λιμοκτονεί», όπου το 7% του πληθυσμού έχει μεταναστεύσει, που «βυθίζεται στο χάος κι οδηγείται στον εμφύλιο», το «σπουδαιότερο κι ισχυρότερο έθνος του πλανήτη» θα βοηθήσει 20 χιλιάδες υπερτυχερούς;
Για όποιον διατηρεί τη στοιχειώδη λογική, η φάρσα της «ανθρωπιστικής βοήθειας» είναι προφανής. Ακόμα κι αν πούμε ότι όντως στόχος αυτών των φορτηγών είναι να ανακουφίσουν 20 χιλιάδες ανθρώπους κι ότι όντως αυτό δεν μπορεί να υποτιμηθεί, η σύγκριση του ποσού της βοήθειας με τα ποσά που αποστερούν από το βενεζουελάνικο λαό οι αμερικανικές κυρώσεις (σωρευτικά από το 2015 αλλά και μετά τη σημερινή κλιμάκωσή τους) αποκαλύπτει την υποκρισία. Σε ρεπορτάζ που κυκλοφόρησε, οι οπαδοί της αντιπολίτευσης δεν έχουν πρόβλημα με την σκανδαλώδη αντίφαση: Υποστηρίζουν κυνικά τις κυρώσεις, «ακόμα κι αν δυσκολέψουν τα πράγματα», την ώρα που θρηνούν για «τη βοήθεια που μένει στα σύνορα ενώ τα πράγματα είναι τόσο δύσκολα».
Την πολιτική στόχευση και την εργαλειοποίηση της «βοήθειας» αναδεικνύουν οι ενστάσεις οργανισμών όπως ο ΟΗΕ και ο Ερυθρός Σταυρός, υπεράνω πάσης υποψίας για «κόκκινο ολοκληρωτισμό», που επισημαίνουν ότι η διεθνής βοήθεια που όντως έχει ανάγκη η Βενεζουέλα πρέπει να γίνει οργανωμένα και σε συνεννόηση με την κυβέρνηση και καταγγέλουν τη δράση της USAID.
Ψιλά γράμματα όλα αυτά για τα διεθνή μεγάλα ΜΜΕ.
Η κατάσταση για το βενεζουελάνικο λαό είναι όντως πολύ δύσκολη. Έχουμε γράψει επανειλημμένα για τις ευθύνες της κυβέρνησης Μαδούρο και για όσα (δεν) έγιναν σε 20 χρόνια «μπολιβαριανής διαδικασίας». Η εξάρτηση της οικονομίας από τα πετρελαϊκά έσοδα, η κυριαρχία των αρπακτικών του «εισαγωγικού τομέα» σε όλα τα είδη πρώτης ανάγκης, η συνεπής αποπληρωμή του χρέους περιγράφουν έναν «κορμό» προβλημάτων. Στην πάλη για αλλαγή πορείας βρίσκεται η όποια ελπίδα για τους εργάτες στη Βενεζουέλα και έχουν όλη την αλληλεγγύη μας όσοι θα επιχειρήσουν με αγώνες προς αυτήν την κατεύθυνση. Αλλά για τη διεθνή Αριστερά, που δρα και παρεμβαίνει στις χώρες που επιδεινώνουν συνειδητά την κατάσταση, αξιοποιώντας την άρνηση του Μαδούρο να πολεμήσει οικονομικά την αστική τάξη για να «στραγγαλίσουν» την οικονομία, υπάρχουν άλλα καθήκοντα που μπορούν όντως να βοηθήσουν το λαό της Βενεζουέλας. Η International Socialist Organization σε ανακοίνωσή της, εκτός των πολιτικών αιτημάτων ενάντια στο πραξικόπημα, για διακοπή της στήριξης στη δεξιά αντιπολίτευση, για απόσυρση του Τέταρτου Στόλου, θέτει και κάποια οικονομικά: Τερματισμός όλων των κυρώσεων και διαγραφή όλου του χρέους που κρατούν αμερικανικές και ευρωπαϊκές τράπεζες, η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ.
Αν στις ΗΠΑ, οι απειλές και η παρέμβαση γίνονται με ωμή μονομέρεια, η ΕΕ σε ρόλο «καλού μπάτσου», κρύβεται πίσω από την απαίτηση για εκλογές. Μοιάζει με «δημοκρατική διέξοδος». Και είναι αλήθεια ότι ο Τσάβες δεν φοβήθηκε ποτέ παρόμοιες προκλήσεις –ενίοτε τις επιζητούσε, για να ταπεινώσει τους αντιπάλους του. Αλλά η τελεσιγραφική απαίτηση από το εξωτερικό, μόλις ένα μήνα μετά την ορκωμοσία του Μαδούρο και λίγους μήνες μετά από μια καθαρή εκλογική νίκη, είναι πρόκληση. Γι’ αυτό και κυβερνήσεις όπως του Μεξικό, που πρωταγωνιστούν στις πρωτοβουλίες «διαλόγου» και «ομαλής επίλυσης» αρνούνται να συνυπογράψουν κείμενο που θέτει ως προαπαιτούμενο την άμεση προκήρυξη εκλογών ως βάση συζήτησης.
Καταρχήν, για σοβαρό τμήμα της δεξιάς αντιπολίτευσης, δεν μπαίνει καν τέτοιο ζήτημα. Στόχος είναι να ηγηθεί ο Γκουαϊδό μιας «μετάβασης» προς τις εκλογές (που όπως αφήνουν να εννοηθεί, μπορεί να κρατήσει και παραπάνω από το συνταγματικά ορισμένο διάστημα…). Αλλά κυρίως, και όσοι μιλούν για εκλογές, στόχο έχουν αυτές να γίνουν «με το πιστόλι στον κρόταφο». Σωστά γράφει ο Κλαούντιο Κατζ, σε ένα κείμενο που δεν αποκλείει το διάλογο ή τις εκλογές ως λύση, ότι ένας ειλικρινής διάλογος περνά μόνο μέσα «από την ήττα της απόπειρας δεξιού πραξικοπήματος».
Ένα τμήμα του λεγόμενου «κριτικού τσαβισμού» που επιμένει στις εκλογές και το διάλογο, και μετακινείται σε μια λογική «ίσων αποστάσεων» στη σημερινή κρίση, έκανε το βαρύ λάθος να συναντηθεί με το επιτελείο του Γκουαϊδό. Τα στελέχη που το έπραξαν ισχυρίζονται ότι επιδιώκουν συνάντηση και με τον Μαδούρο. Αλλά αυτό δεν ακυρώνει το καταστροφικό ολίσθημα.
Διεθνώς, όσοι και όσες ασκήσαμε και ασκούμε σκληρή κριτική στην κυβέρνηση Μαδούρο, το κάναμε από άλλη σκοπιά, και κατανοούμε ότι σήμερα πρώτος στόχος είναι η αποτροπή του ιμπεριαλιστικού πραξικοπήματος, που θέλει να «στείλει μήνυμα» σε κάθε απόπειρα αλλαγής της κατάστασης διεθνώς.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει «τερματισμό της κριτικής». Το αντίθετο, είναι ζωτικής σημασίας σήμερα που η κυρίαρχη στρατηγική της «μπολιβαριανής ηγεσίας» δίνει ευκαιρίες στη Δεξιά. Από την άρνηση να διεξάγει «οικονομικό πόλεμο», ως την επιλογή να διεξάγει τον «πολιτικό» αναβαθμίζοντας το ρόλο των στρατηγών. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας να απαντηθεί ο δεξιός μύθος της «αποτυχίας του σοσιαλισμού». Γιατί, πράγματι, η Βενεζουέλα περνά μια οικονομική κατάσταση που δεν έχει νόημα να ωραιοποιεί κανείς για να απαντήσει στις υστερίες των διάφορων ΣΚΑΪ. Πόσο μάλλον να ταυτιστεί (από την ανάποδη) με την ιδέα ότι αυτός είναι ο σοσιαλισμός τον οποίο υπερασπιζόμαστε.
Αρκετοί σύντροφοι ίσως σκεφτούν ότι «η κριτική κάνει κακό», ότι προέχει «η υπεράσπιση μιας κυβέρνησης που δηλώνει σοσιαλιστική», ότι δεν χωράνε «δημοκρατικές ευαισθησίες» στο χειρισμό της κρίσης από τον Μαδούρο. Προτείνουμε να διαβάσουν την «πολιτική διαθήκη» του Τσάβες κι όχι τις κριτικές κάποιου που σχολιάζει «από μακριά». Αυτή είχε στραφεί γύρω από τρεις άξονες: Την ανάγκη διαρκούς κριτικής κι αυτοκριτικής («φοβόμαστε να μιλήσουμε για να μη φανούμε αδύναμοι»), την τάση για μια όλο και πιο κενή περιεχομένου επίκληση στο σοσιαλισμό («βαφτίζουμε τα πάντα σοσιαλιστικά και νομίζουμε ότι κάτι κάναμε») και την εμβάθυνση της δημοκρατίας ως μονόδρομο («Κομμούνα ή τίποτα!»).
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά