Εκατό ενενήντα εννιά χρόνια μετά την επανάσταση του ’21, και εν μέσω πανδημίας, ας ρίξουμε φως στη νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, τη «μεγάλη άνοιξη» του 1848 και την «άλλη» 25η Μαρτίου, εκείνης της… άγνωστης χρονιάς.
Αν δεν υπήρχαν ο κορωνοϊός και η πανδημία, θα πλησιάζαμε για μια ακόμη χρονιά στις καθιερωμένες και επίσημες, εορταστικές εκδηλώσεις για την «εθνική» επέτειο της επανάστασης του 1821, έναν μόλις χρόνο προτού μονοπωλήσει τις αντίστοιχες τελετές και τη χρηματοδότησή τους, στη συμπλήρωση των 200 ετών, η γνωστή επιτροπή με πρόεδρο την επίσης πολύ γνωστή και μη εξαιρετέα, Γιάννα Αγγελοπούλου – Δασκαλάκη. Ελπίζω, βέβαια, ότι εν μέσω κορωνοϊού και πολλαπλής δοκιμασίας των συστημάτων υγείας και των κοινωνιών μας, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, τα σχετικά κεφάλαια θα έχουν καλύτερης τύχης και πιο σημαντικού προορισμού. Ελπίζω, έγραψα, δεν θα έλεγα ότι είμαι και αισιόδοξος για κάτι διαφορετικό.
(παρένθεση : αλήθεια, τα εκατομμύρια ευρώ που στοιχίζει κάθε χρόνο η στρατιωτική παρέλαση της Αθήνας, γιατί δεν πάνε στις προσλήψεις γιατρών και την ίδρυση νέων, έκτακτων μονάδων υγείας;).
Κατά καιρούς και σε διάφορες παρέες, στο πρόσφατο παρελθόν, συνήθιζα να λέω ότι κάθε ιστορία γράφεται πάντα και καταρχάς σε ενεστώτα χρόνο. Δεν αφορά απαραίτητα το πραγματικό παρελθόν, την πιστότητα, την αυθεντικότητα και την αλήθεια των γεγονότων, όπως αυτά εξελίχθηκαν και συνέβησαν, αλλά το πως «χειρίζεται» το υλικό αυτό, το παρελθόν αυτό, την «ιστορία» αυτή, η κυρίαρχη (κάθε φορά σε ενεστώτα χρόνο) αφήγηση, που γράφεται προνομιακά από την εκάστοτε άρχουσα τάξη, η οποία, μέσα σε όλα τα άλλα, έχει έδρες στα πανεπιστήμια και προνομιακή μεταχείριση από τους εκδοτικούς οίκους για να κυκλοφορούν τα συγγράμματα της.
Γι’ αυτόν τον λόγο και ειδικά στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης, γεμίσαμε και μπουχτίσαμε από πλαστογράφους και «αναθεωρητές», που μπορεί να επιδείκνυαν τα πτυχία και τα διδακτορικά τους στο πεδίο της ιστορικής έρευνας και μελέτης, αλλά δεν έκαναν και τον αντίστοιχο κόπο να μας παρουσιάσουν και το… ποινικό τους μητρώο (άλλο βέβαια, αν δεν κινείται τέτοια διαδικασία σε βάρος τους), στην πλαστογραφία, την παραχάραξη, την ψεματογραφία και την αποσιώπηση.
Σε ενεστώτα, λοιπόν χρόνο και με αφορμή ξανά την ιστορικά ανύπαρκτη και σε… τελετουργικό αυτοπεριορισμό, 25η Μαρτίου, καλό θα ήταν να θυμηθούμε πως η διαψευσμένη στους ταξικούς της στόχους «εθνικοαπελευθερωτική» επανάσταση του ’21, που κατέληξε στην ίδρυση της μικράς, ανεντίμου, εξαρτημένης και υποτελούς στις Προστάτιδες Δυνάμεις, Ελλάδος, είχε τη φυσική, και κάπως άγνωστη για τους νεότερους, συνέχεια της, στο πανευρωπαϊκά επαναστατικό 1848.
Καλό θα ήταν να θυμηθεί το παρελθόν αυτό και ένα σημαντικό κομμάτι της παραδομένης, «πατριωτικής» Αριστεράς εν Ελλάδι, που μάλλον έχει μαύρα μεσάνυχτα για τα πραγματικά περιστατικά και γεγονότα, σε ένα πλατύ φάσμα της νεοελληνικής ιστορίας, καθότι μάλλον «μας» έφαγαν οι μεγάάάάάλες πλαστογραφίες περί ενότητας, περί όλων μαζί, περί κοινού, εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος και λοιπές, παρακρατικές μπουρδίτσες, γλαφυρότατα ανακατεμένες και ατάκτως εγκλεισμένες στις σελίδες των σχολικών εγχειριδίων και όχι μόνο αυτών κρατικής παραχάραξης, που συσκοτίζουν και νοθεύουν την αλήθεια -πλέον διδάσκονται και διά της τηλεκπαιδεύσεως ή απλής παιδεύσεως των ελληνοπαίδων.
Εκείνον τον χρόνο, λοιπόν, το 1848, μια ασυντόνιστη, αλλά φλογερή και κεραυνοβόλα επανάσταση, η οποία ξεκίνησε στις φοιτητικές διαδηλώσεις της Αθήνας και συνεχίστηκε στη Στερεά και την Πελοπόννησο, με γενική ανταρσία των αγροτών, συντάραξε την Ελλάδα, προκάλεσε ανεπανόρθωτους κλυδωνισμούς στη μοναρχία του Όθωνα και θορύβησε τις Προστάτιδες Δυνάμεις, ως προς τους στόχους και τα αιτήματα της.
Ας θυμηθούμε λίγο το γενικότερο, επαναστατικό κλίμα στην Ευρώπη.
Στην Ευρώπη ξεσπούν εξεγέρσεις στη Γαλλία, την κρατικά ασύνδετη ιταλική χερσόνησο και την Ουγγαρία, που βρίσκονται κάτω από την κυριαρχία του αυστριακού στέμματος των Αψβούργων, τα κρατίδια της μετέπειτα ενωμένης Γερμανίας, εξεγέρσεις στις οποίες το αστικοδημοκρατικό πρόταγμα των φιλελεύθερων πολιτικών μεταρρυθμίσεων και της κατάργησης των απολυταρχιών συνδυάζεται με τις πρώτες, οργανωτικά σπασμωδικές διαμαρτυρίες της σχετικά νεογέννητης, αλλά μαχητικής εργατικής τάξης, η οποία στοιβάζεται σε παραγκουπόλειςκάτω από άθλιες συνθήκες διαβίωσης και φυτοζωεί στις πρώιμες βιομηχανίες της εποχής – ας μην ξεχνιόμαστε, είναι και η χρονιά έκδοσης του Κομμουνιστικού Μανιφέστου των Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς.
Στην Ελλάδα οι ειδήσεις από το εξωτερικό για την αφύπνιση των λαών της Ευρώπης, φτάνουν με το σταγονόμετρο και με τη σχετική καθυστέρηση των μέσων της εποχής, αλλά παρόλα αυτά, δημοσιεύονται αποκλειστικά στον αντικυβερνητικό Τύπο και συνεγείρουν πρώτα τους φοιτητές στην Αθήνα.
Στην πρωτεύουσα το νοσηρό πολιτικό κλίμα από την πολυετή, κυβερνητική και κλεπτοκρατικήηγεμονία του γαλλικού κόμματος έχει δηλητηριάσει την πολιτική και κοινωνική ατμόσφαιρα. Το γαλλικό κόμμα είχε ιδρυτή, ηγέτη και πρωθυπουργό, πρώτα τον βλάχικης καταγωγής, προστατευόμενο του Αλή Πασά Τεπελενλή, Ιωάννη Κωλέττη και κατόπιν και διαδοχικά, τον παλαιό σουλιώτη οπλαρχηγό και εκείνη την εποχή, αντιστράτηγο, Κίτσο Τζαβέλλα και τον υδραίο πλοιοκτήτη, Γεώργιο Κουντουριώτη.
Ο Όθων έχει «παραχωρήσει» το πρώτο, μεταπελευθερωτικό Σύνταγμα, έπειτα από τη νυχτερινή επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, αλλά αρνείται πεισματικά να προσυπογράψει τη νομοθεσία, που εξειδικεύει το φιλελεύθερων και δημοκρατικών θεμελίων άρθρο 107, που κατοχυρώνει σειρά μέτρων, για τα πολιτικά δικαιώματα, την ψήφο, την αναδιανομή της γης, την ελευθερία του Τύπου, τη στρατιωτική διοίκηση και την εθνοφυλακή, το συνταξιοδοτικό σύστημα, ειδικά των απόρων βετεράνων του Εικοσιένα, και τη φορολόγηση των λαϊκών μαζών.
Οι τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις έχουν κατανείμει μεταξύ τους, σφαίρες επιρροής, με πολλές φανερές προστριβές και υπόγειες συγκρούσεις, στην κυβέρνηση, τα νομοθετικά σώματα, το παλάτι, τον στρατό και την οικονομία.
Η Γαλλία ελέγχει το γαλλικό κόμμα και κατ’ επέκταση, πρώτα τη Βουλή και μετά, την κυβέρνηση – την άνοιξη του 1848, πρωθυπουργός είναι ο Κουντουριώτης – και κυρίως τα κρίσιμα υπουργεία των Στρατιωτικών και των Εσωτερικών, με δικούς της ανθρώπους τον Παναγιώτη-Κωνσταντή Ρόδιο και τον Λυκούργο Κρεσταινίτη, αντίστοιχα. Στο Στρατιωτικών αναφέρεται το λεγόμενο τακτικό, δηλαδή ο στρατός ξηράς της εποχής και στο Εσωτερικών υπάγεται η αρμοδιότητα ίδρυσης και στελέχωσης των σωμάτων ασφαλείας (χωροφυλακή και εθνοφυλακή) και η διεξαγωγή των πάντα διαβλητών και νοθευμένων, βουλευτικών εκλογών.
Η Ρωσία ελέγχει, έμμεσα, τα Ανάκτορα, έχοντας τοποθετήσει ανθρώπους του ρωσικού κόμματος, που έχει ηγέτη τον επτανήσιο Ανδρέα Μεταξά, δίπλα στον Όθωνα ως συμβούλους και αξιωματικούς της Ανακτορικής Φρουράς. Ανάμεσα τους, ξεχωρίζουν ο δευτερότοκος γιος του κοτζάμπαση της Κορινθίας, Πανούτσου Νοταρά, Ιωάννης και ο επίσης δευτερότοκος γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Γιάννης-Γενναίος, ο οποίος αργότερα θα γίνει και ανακτορικός πρωθυπουργός. Ταυτόχρονα, η τσαρική Αγία Πετρούπολη ασκεί βαθιά επιρροή στη βασίλισσα Αμαλία, η οποία, εξαιτίας της ατεκνίας της και της σωματικής και ψυχολογικής αδυναμίας του Όθωνα να αποκτήσει διάδοχο, έχει παραδοθεί στις «συμβουλές» και τις μαγγανείες διαφόρων αγυρτών ρασοφόρων – χρόνια, προτού εμφανιστεί ο αυθεντικός Ρασπούτιν στην τσαρική αυλή – οι οποίοι έχουν σταλεί στο πλευρό της Αμαλίας επί τούτου από τους Ρώσους.
Η Αγγλία, τέλος, κρατάει τα ηνία με γενικό τοποτηρητή των συμφερόντων της, τα οποία στοχεύουν κατά προτεραιότητα στη διατήρηση της εδαφικής και πολιτικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον διαβόητο πρέσβη, Έντμοντ Λάιονς, τον άνθρωπο που είχε συμπυκνώσει το δόγμα της βρετανικής, εξωτερικής πολιτικής στη Μεσόγειο, με αυτή τη φράση : «Μια πραγματικά ανεξάρτητη Ελλάς θα ήταν παραλογισμός – η Ελλάς θα είναι είτε ρωσική, είτε αγγλική. Και επειδή δεν πρέπει να είναι ρωσική, αναγκαστικά θα είναι αγγλική».
«Σκυλάκι» τουΛάιονς είναι, ο αρχηγός του αγγλικού κόμματος, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο φαναριώτης πρίγκιπας και σε μεγάλο βαθμό καταστροφέας και υπονομευτής του Εικοσιένα, απολύτως μισητός στις πλατιές, λαϊκές μάζες, όπου το κόμμα του δεν θέλει και δεν έχει απήχηση. Οι Άγγλοι ασκούν επιρροή στη Γερουσία, όπου πλειοψηφεί οριακά το κόμμα του Μαυροκορδάτου, την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, όπου ο παλιός σαράφης των Ιωαννίνων, και επίσης ευνοούμενος του Αλή Πασά Τεπελενλή, Γεώργιος Σταύρου, διαχειρίζεται και κεφάλαια της οικογένειας Ρότσιλντ και τον, με σκαμπανεβάσματα και υπό ευρεία έννοια, φιλοκυβερνητικό Τύπο, κυρίως τις εφημερίδες «Αθηνά» και «Ο φίλος του λαού» που χρηματοδοτούνται από την πρεσβεία της Βρετανίας.
Οι αιτίες για το ελληνικό 1848 βρίσκονται στις διαψευσμένες ελπίδες του Εικοσιένα– η Ελλάδα δεν έγινε δημοκρατία, μέσα σε μια παμβαλκανική ομοσπονδία, σύμφωνα με τους στόχους του Ρήγα Φεραίου και της Φιλικής Εταιρείας, αλλά απολυταρχία με εισαγόμενο μονάρχη και με ξένους προστάτες, δηλαδή, νταβατζήδες, που ασκούν ασφυκτικό έλεγχο στη χώρα σε όλα τα διεφθαρμένα επίπεδα,
η γη, που εγκαταλείφθηκε από τους Οθωμανούς, είτε πέρασε για ψίχουλα στα παλιά τζάκια των κοτζαμπάσηδων και των προεστών και στην Εκκλησία, που συναποτελούσαν τον εξουσιαστικό μηχανισμό και επί Τουρκοκρατίας, είτε υποθηκεύτηκε με επαχθέστατους όρους στα αγγλικά δάνεια,
η δυσβάσταχτη φορολογία, που είχε διατηρηθεί μέσες-άκρες, ίδια, όπως ήταν και τα χρόνια πριν από την επανάσταση, είχε ξεζουμίσει ειδικά τους αγρότες, είχε προκαλέσει υπέρογκα χρέη και είχε αναγκάσει πολλούς ακτήμονες της Στερεάς να «πάρουν τα βουνά», καταδιωκόμενοι από τους φοροεισπράκτορες, που ήταν πληρωμένοι μπράβοι των κοτζαμπάσηδων και των βουλευτών, γερουσιαστών ή αξιωματικών του στρατού, γιων τους,
η φαυλοκρατία, η κλεπτοκρατία και ο νεποτισμός ειδικά του γαλλικού κόμματος και του φαινομένου του κωλεττισμού είχαν εξοργίσει τον λαό. Τέλος, η παρελκυστική πολιτική του Όθωνα ως προς την έκδοση και την τήρηση της νομοθεσίας που θα εξειδίκευε το άρθρο 107 του Συντάγματος του 1844 είχε ερεθίσει τα αντιμοναρχικά αντανακλαστικά ειδικά της φοιτητικής νεολαίας και των ανερχόμενων, εμπορικών στρωμάτων στην Αθήνα, τη Σύρο, την Κόρινθο, την Πάτρα και το Ναύπλιο.
Αφορμή, όμως για την εξέγερση αποτέλεσαν οι ανταποκρίσεις του αντικυβερνητικού Τύπου από τα αντίστοιχα, επαναστατικά γεγονότα ιδίως στη Γαλλία, αρθρογραφία που δημοσιευόταν κυρίως στις εφημερίδες «Καρτερία» και «Αιών», που είχαν υψηλή πανελλαδική κυκλοφορία, ειδικά έξω από την Αθήνα. Το όλο πνεύμα των δημοσιογραφικών αφιερωμάτων διαπνέεται από το (η φράση μεταγραμμένη στη δημοτική) «αν οι Γάλλοι μπορούν να γκρεμίσουν τη διεφθαρμένη κυβέρνηση του Γκιζώτου (σ.σ. Γκιζώ), γιατί όχι και εμείς;».
Δεν υπάρχει ένα γεγονός το οποίο τον Μάρτιο του 1848 να αποτελεί την… έναρξη της επανάστασης ενάντια στον Όθωνα, την κυβέρνηση του γαλλικού κόμματος και τους ξένους προστάτες-δυνάστες, όπως συνέβη και το Εικοσιένα. Στην πραγματικότητα, λίγες μέρες πριν από τις 25 του Μάρτη, όταν και έχει προγραμματιστεί αντιμοναρχικό, φοιτητικό συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος (Ανακτόρων), ομάδες καταδιωκόμενων αγροτών που έχουν σχηματίσει αντάρτικο στα ελληνοτουρκικά σύνορα στην περιοχή του Δομοκού και έχουν εκλέξει πρώτον τους, τον παλαιό οπλαρχηγό, Βελέντζα, αποφασίζουν να επιστρέψουν στα χωράφια τους, στο Παλιοχώρι, τη Λαμία και τηνΥπάτη, και να τα αποσπάσουν με τη βία και τη χρήση όπλων από το κράτος, τους κοτζαμπάσηδες καταπατητές και τους βουλευτέςάρπαγες.
Στις 25 του Μάρτη, οι φοιτητές της Αθήνας διαδηλώνουν με σύνθημα «Ζήτω η δημοκρατία!» έξω από τα Ανάκτορα (σημερινή Βουλή των Ελλήνων). Οργανωτές είναι ο Ζήσης Σωτηρίου, ο οποίος, δυστυχώς, σύντομα θα περάσει αργυρώνητος στις τάξεις του αγγλικού κόμματος και ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης, που χρόνια αργότερα, σαν άλλος Τσίπρας του 19ου αιώνα, θα διαγράψει το αντιμοναρχικό και δημοκρατικό παρελθόν του, για να γίνει πρώταμοναρχικός πρωθυπουργός των Γκλύξμπουργκ και κατόπιν, ξεφτιλισμένος πρωθυπουργός του σαράφη Συγγρού, στη χρηματιστηριακή απάτη των Λαυρεωτικών. Αλλά αυτά είναι μια άλλη ιστορία. Το συλλαλητήριο διαλύεται από τη φρουρά των Ανακτόρων, με περίπου 30 τραυματίες, ενώ οι φοιτητές καταδιώκονται έως τα Χαυτεία, κοντά στην υπό διαμόρφωση πλατεία Όθωνος (σήμερα, πλατεία Ομόνοιας).
Την ίδια περίπου ώρα, μέσα στα Ανάκτορα και στην αίθουσα της Γερουσίας, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος βγάζει έναν φαιδρό δεκάρικο, στρεφόμενος τόσο εναντίον των αγροτών ανταρτών όσο και εναντίον των δημοκρατών φοιτητών. Είναι ένας πρωτοφανής οχετός, ένας πλαστογραφικός των γεγονότων και της κατάστασης λίβελλος, που δεν έχει έως τότε όμοιο του.
Οι ξεσηκωμένοι αγρότες είναι (μεταγράφουμε στη δημοτική), «τουρκοαποστάτες», «τουρκοαντάρτες εισβολείς», «ληστές Τουρκαλβανοί», «όργανα του σουλτάνου(σ.σ. μιλάμε για θράσος από τον Φαναριώτη!)», «προδότες». Οι διαδηλωτές φοιτητές είναι «ασήμαντα παιδάρια», «ελαφρόμυαλοι», «μητραλοίες» (σαν άλλος καψοκαλύβας που βλέπει στη δεκαετία του ’40 εαμοβούλγαρουςβενιζελοκομμουνιστοληστοσυμμορίτες και πλαστογραφεί την ιστορία…).
Ο λόγος του Μαυροκορδάτου στη Γερουσία δημοσιεύεται την επομένη, αυτούσιος στη δική του εφημερίδα, τον «Φίλο του λαού», που καταχράται αισχρά το λαμπρό όνομα της επαναστατικής και λαοφιλούς εφημερίδας του Ζαν-Πολ Μαρά στη Γαλλία του 1789.
Οι αντάρτες αγρότες της Στερεάς, έπειτα από συνέλευση στα πρότυπα των προεπαναστατικών κλεφτών, αποφασίζουν να δράσουν. Στις 9 του Απρίλη, όσοι καταδιωκόμενοι έχουν βρει καταφύγιο στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία, περνούν τα σύνορα στη θέση Δερβέν – Φούρκα και κατηφορίζουν προς τη Λαμία. Αρχηγοί είναι πολλοί παλαίμαχοι οπλαρχηγοί και ορισμένοι σε δυσμένεια αξιωματικοί του τακτικού, όπως οι Βελέντζας, Παπακώστας, Καταρραχιάς, Μίτζος, Ταρκατζίκης και άλλοι, στο σύνολο, περίπου 700. Στα χωριά γύρω από την πρωτεύουσα της Φθιώτιδας, ο λαός τους υποδέχεται ως ήρωες, ψήνει ψωμιά και δίνει το υστέρημα του για την «υπόθεση», ενώστο πέρασμα των ανταρτών, καταργούνται πάραυτα όλες οι τοπικές αρχές του οθωνικού κράτους και παραδίδονται στις φλόγες τα φορολογικά αρχεία των κοτζαμπάσηδων. Σύντομα η επανάσταση στη Φθιώτιδα παίρνει διαστάσεις – οι αντάρτες ξεπερνούν τους 3.000 στις 22 του Απρίλη, μέρα που καταλαμβάνεται η Λαμία και οι εξεγερμένοι προωθούνται μπουλούκια-μπουλούκια προς την Υπάτη και τη Λιβαδειά, όταν η πρώτη θα πέσει στα χέρια των επαναστατημένων, τρεις μέρες μετά.
Τα νέα προκαλούν πανικό στην γαλλοκίνητη κυβέρνηση Κουντουριώτη. Ο πρωθυπουργός δεν παύεται, αλλά αντικαθίσταται σιωπηρά από τον αιμοβόρο υπουργό Εσωτερικών, Κρεσταινίτη, ο οποίος αποστέλλει σχεδόν το σύνολο του τακτικού της Αθήνας στη Στερεά, μαζί με τμήματα της χωροφυλακής, περίπου 5.000 άνδρες, με επικεφαλής τον υποστράτηγο του τακτικού, Γιάννη Γκούρα-Μαμούρη, τον αντισυνταγματάρχη του πυροβολικού, Γιάννη Κλιμάκα και τον ταγματάρχη της χωροφυλακής, Γαρδικιώτη Γρίβα.
Στις 24 του Απρίλη, νέος κόλαφος για την κυβέρνηση και τα ανάκτορα. Οκτακόσιοι εξεγερμένοι αγρότες της Μεσσηνίας με επικεφαλής τον γεωργό, Γιώργο Περρωτή καταλαμβάνουν την Καλαμάτα, καταργούν τη χωροφυλακή και την επαρχία (σ.σ. σημερινή αντιπεριφέρεια) και απαιτούν από τον μεσσηνιακό λαό την εκλογή τοπικής συνέλευσης, από αγρότες, κτηνοτρόφους και κατώτερους υπαλλήλους, με πρώτο ζητούμενο, την αναδιανομή της γης των προεστών και των μοναστηριών στους ακτήμονες. Μια μέρα μετά, παρακινημένοι από τα γεγονότα της Λαμίας, ξεσηκωμένοι αγρότες της Κορινθίας μπαίνουν στην Περαχώρα και τα πρώτα σπίτια της Κορίνθου, απαιτώντας γη και δημοκρατία.
Την ίδια μέρα, ο Μαυροκορδάτος παθαίνει τη νίλα της ζωής του και ξεφτιλίζεται σε πανελλαδική… κυκλοφορία. Σε μακροσκελέστατη επιστολή, που δημοσιεύει η αντιπολιτευόμενη εφημερίδα «Αιών», ο Χουσεΐν μπέης, πασάς της Λάρισας, διαψεύδει, με εξαντλητικά στοιχεία, τις ψεύτικες κατηγορίες του Φαναριώτη αγγλόφιλου περί… Τούρκων αποστατών εισβολέων, επισημαίνοντας ότι η Υψηλή Πύλη δεν αναμειγνύεται στην κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα. Τα fakenewsτου Μαυροκορδάτου από το βήμα της Γερουσίας και τον διεφθαρμένο, φιλικά προσκείμενο, Τύπο του, γίνονται περίγελως των καφενείων στην πλατεία Συντάγματος (ή λεγόμενη Ανακτόρων).
Ο σουλτάνος δεν αναμειγνύεται, αναμειγνύεται όμως ο τσάρος, που θεωρεί πως η κατάσταση τείνει να απειλήσει τη… βιωσιμότητα του θρόνου και κατ’ επέκταση να βάλει επικίνδυνες, αντιτσαρικές ιδέες στο μυαλό των μουζίκων του. Καθ’ υπόδειξη του ρώσου ναυάρχου Ρίκκωρντ, ο Όθωνας στέλνει στην Πελοπόννησο περίπου 2.500 στρατιώτες του τακτικού και της ανακτορικής φρουράς, με επικεφαλής τον Νοταρά και τον Κολοκοτρώνη. Μαζί με τα κυβερνητικά στρατεύματα, εκστρατεύουν ομάδες κουμπουροφόρων διάφορων προεστών, όπως του κοτζάμπαση, Χαράλαμπου Μαυρομιχάλη και του βουλευτή, Γρηγόρη Κορφιωτάκη.
Ξεκινούν πολυαίμακτες, εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο με επίκεντρο τα επαναστατικά κέντρα της Κορινθίας και της Μεσσηνίας. Η έλλειψη ενός σοβαρού, συντονιστικού και πολιτικού κέντρου ανάμεσα στους επαναστατημένους αποδεικνύεται καταστροφική – οι ξεσηκωμένοι πετσοκόβονται παντού. Στις 3 του Μάη, ο Περρωτής και περίπου 600 αγρότες μπλοκάρονται στο μοναστήρι της Βουλκάνου, στη Ιθώμη και έπειτα από πολύωρη μάχη, ο αρχηγός κατορθώνει να ξεφύγει με μόνο 20 ζωντανούς επαναστάτες και καταφεύγει στα γύρω δασωμένα βουνά.
Μια εβδομάδα μετά και έπειτα από πολύνεκρες μάχες στο Παλιοχώρι(με νικητές τους αντάρτες) και τη Θήβα (με νικήτριες, τις οθωνικές δυνάμεις), ο κυβερνητικός στρατός πολιορκεί την Υπάτη, την οποία έχουν καταλάβει οι αντάρτες αγρότες. Έπειτα από διήμερη μάχη και την καταλυτική παρουσία του πεδινού πυροβολικού του Κλιμάκα, που ισοπεδώνει τη μισή πόλη, οι αντάρτες εγκαταλείπουν την Υπάτη καταδιωκόμενοι, αφήνοντας πίσω τους, περίπου 400 νεκρούς.
Η επικράτηση των κυβερνητικών στη Ρούμελη ολοκληρώνεται με ένα όργιο βίας και τρομοκρατίας.
Κοπάδια από γελάδια και πρόβατα κατασφάζονται επιδεικτικά στη Θήβα και τη Λαμία, αμπέλια ανασκάπτονται, σιταροχώραφα κατακαίγονται και τουλάχιστον 1.200 αγρότες ύποπτοι για «τουρκοανταρτισμό» κλείνονται στα κελιά των φυλακών της Λαμίας και της Χαλκίδας. Τα ίδια συντελούνται και στην Πελοπόννησο, όπου οι κάποι (σ.σ. σωματοφύλακες) των κοτζαμπάσηδων δολοφονούν στα κρυφά, πρωτεργάτες της εξέγερσης, στην Καλαμάτα, την Κόρινθο, τον Μελιγαλά και το Οίτυλο, ολόκληρο το καλοκαίρι του 1848.
Η επανάσταση κλείνει τον κύκλο της με την (απαραίτητη!) επέμβαση της Αγγλίας, που θέλει να εκμεταλλευτεί την αποσταθεροποιημένη για τα ανάκτορα και την κυβέρνηση κατάσταση προς όφελος της. Στις αρχές Ιουνίου, ο πρωθυπουργός Πάλμερστον δίνει σαφείς οδηγίες στον πρέσβη του Λονδίνου στην Κωνσταντινούπολη, Στάνφορντ Κάννιγκ να ταξιδέψει στη Αθήνα και να πιέσει τον Όθωνα να αναθέσει την πρωθυπουργία στον Μαυροκορδάτο. Ο Κάννιγκ συναντιέται με τον βαυαρό μονάρχη στις 18 του μήνα και τον εκβιάζει ανοιχτά πως αν ο θρόνος δεν δεχτεί και ορκίσει τον φαναριώτη πρίγκιπα ως πρωθυπουργό, τότε η Αγγλία θα διαλύσει την Εθνική Τράπεζα αποσύροντας κεφάλαια, θα απαιτήσει την άμεση καταβολή όλων των τόκων στα επαναστατικά δάνεια και θα στείλει στόλο για να αρπάξει τα έσοδα των τελωνείων του Πειραιά και της Σύρου. Ο Όθων δέχεται να δώσει την πρωθυπουργία στον Μαυροκορδάτο, μόνο αν το Λονδίνο αποσύρει τον Λάιονς.
Ο Κάννιγκ αρνείται και ρίχνει μια ευφυώς μελετημένη αντιπρόταση – αντί για την πρωθυπουργία στον Μαυροκορδάτο, η Αγγλία επιθυμεί να περάσει το υπουργείο Εσωτερικών (αρμόδιο για τις πάντα νοθευμένες και διαβλητές εκλογές…) στα χέρια του αγγλόφιλου προεστού της Πάτρας, Μπενιζέλου Ρούφου. Ο Όθωνπατάει την μπανανόφλουδα, δέχεται και τότε υπογράφει κατ’ ουσία και τη δική του καταδίκη και τελική εκπαραθύρωση, η οποία θα ακολουθήσει δεκατέσσερα χρόνια μετά, με ενδιάμεσο σταθμό, τα Παρκερικά του 1850, έπειτα και από την αντιμοναρχική εξέγερση του Ναυπλίου, η οποία είχε και το πράσινο φως από το αγγλικό κόμμα.
Και έτσι έκλεισε το ελληνικό 1848, σε κλίμα αντεπανάστασης, ωμής επέμβασης της Αγγλίας, κυβερνητικής βίας και κρατικών αυθαιρεσιών, με τον στρατηγό Μακρυγιάννη, που βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με τους αντάρτες στη Στερεά, παλιοί συμπολεμιστές του οι περισσότεροι, να μονολογεί στα γραπτά του, λίγα χρόνια προτού δικαστεί εις θάνατον από την καμαρίλα των ανακτόρων και καταδικαστεί σε ισόβια δεσμά από τους αγγλόφιλους : «Αυτοί (σ.σ. οι εξεγερμένοι) ζημία δεν εκάμαν. Ζημία εκάμαν οι της ρεντιγκόντας (σ.σ. παρατσούκλι των πολιτικών του αγγλικού κόμματος) και οι ξένοι. Μπαλαρίνες μας εκατάντησαν».
Να έβλεπες, στρατηγέ, πώς μας εκατάντησαν, ξένοι και ντόπιο της ρεντιγκόντας, σήμερα, στην εποχή της ΤΙΝΑ και του COVID-19.