Η Χιλή οδεύει στην πιο πολωμένη εκλογική μάχη μετά την πτώση του Πινοσέτ. Με τα παραδοσιακά μπλοκ της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς αποδυναμωμένα, στο δεύτερο γύρο θα αναμετρηθούν ο ακροδεξιός Χοσέ Αντόνιο Καστ (27,9%) και ο Γκάμπριελ Μπόριτς, υποψήφιος της ριζοσπαστικής Αριστεράς (25,8%).

Η υπο­ψη­φιό­τη­τα Μπό­ριτς συμ­βο­λί­ζει τους αγώ­νες ενά­ντια στην κλη­ρο­νο­μιά του Πι­νο­σέτ. Ο ίδιος ανή­κει στη γενιά που το 2006 έκανε την «Επα­νά­στα­ση των Πι­γκουί­νων» στα σχο­λεία, το 2011-13 ανέ­πτυ­ξε το συ­γκλο­νι­στι­κό φοι­τη­τι­κό κί­νη­μα στα πα­νε­πι­στή­μια, τα επό­με­να χρό­νια γέν­νη­σε ένα από τα πιο μα­ζι­κά και ρι­ζο­σπα­στι­κά φε­μι­νι­στι­κά κι­νή­μα­τα διε­θνώς. Μέσα από αυ­τούς τους αγώ­νες γεν­νή­θη­κε και το «Πλατύ Μέ­τω­πο», όπου συ­γκε­ντρώ­θη­κε η ποι­κι­λό­μορ­φη «νέα Αρι­στε­ρά» της Χιλής, ως εναλ­λα­κτι­κή στη συ­νερ­γα­σία του ΚΚ Χιλής με τα κόμ­μα­τα της κε­ντρο­α­ρι­στε­ρής «κον­σερ­τα­σιόν» (τα οποία είχαν κυ­βερ­νή­σει από το 1990 ως το 2010 και ξανά το 2013-17 χωρίς να αμ­φι­σβη­τή­σουν την πι­νο­σε­τι­κή κλη­ρο­νο­μιά).

Η με­γα­λειώ­δης εξέ­γερ­ση του 2019 υπήρ­ξε η κο­ρύ­φω­ση αυτού του κύ­κλου αγώ­νων, βά­ζο­ντας συ­νο­λι­κά στο στό­χα­στρο το πο­λι­τι­κό και οι­κο­νο­μι­κό σύ­στη­μα που κλη­ρο­δό­τη­σε ο δι­κτά­το­ρας στη Χιλή μετά το 1989 και ανοί­γο­ντας το δρόμο για την ανα­θε­ώ­ρη­ση του πι­νο­σε­τι­κού συ­ντάγ­μα­τος.  

Στο φόντο εκεί­νης της εξέ­γερ­σης, οι ρόλοι εντός Αρι­στε­ράς αντι­στρά­φη­καν. Το «Πλατύ Μέ­τω­πο» συ­νυ­πέ­γρα­ψε με την κε­ντρο­α­ρι­στε­ρή αντι­πο­λί­τευ­ση την «συμ­φω­νία για κοι­νω­νι­κή ει­ρή­νη και νέο σύ­νταγ­μα» που πρό­τει­νε η δεξιά κυ­βέρ­νη­ση Πι­νιέ­ρα για να επι­βιώ­σει της εξέ­γερ­σης, με απο­τέ­λε­σμα απο­χω­ρή­σεις και δια­σπά­σεις. Αντί­θε­τα, το -θε­ω­ρού­με­νο πιο «θε­σμι­κό»- ΚΚ Χιλής επέ­λε­ξε τότε να δια­φο­ρο­ποι­η­θεί (εντός Βου­λής) από αυτή την «εθνι­κή ενό­τη­τα».

Μπρο­στά στις ανά­γκες της μάχης του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος για νέο σύ­νταγ­μα και των επα­κό­λου­θων εκλο­γών για συ­ντα­κτι­κή συ­νέ­λευ­ση (μετά το θρί­αμ­βο του ΝΑΙ) γεν­νή­θη­κε το «Abruebo Dignidad», όπου συ­νε­νώ­θη­καν εκ νέου όλες οι συ­νι­στώ­σες του «Πλα­τιού Με­τώ­που», αυτή τη φορά μαζί με το ΚΚ Χιλής. Η συ­γκρό­τη­ση ενός ενιαί­ου χώρου «στα αρι­στε­ρά της αρι­στε­ράς», υπερ­κέ­ρα­σε την παλιά Κον­σερ­τα­σιόν (Σο­σια­λι­στές και κε­ντρώ­οι σύμ­μα­χοι όπως οι Χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­τες) στις εκλο­γές για τη Συ­ντα­κτι­κή Συ­νέ­λευ­ση. Το σύ­ντο­μο ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμών στο πα­ρελ­θόν προει­δο­ποιεί για τα όρια του ρι­ζο­σπα­στι­σμού των δυ­νά­με­ων που απαρ­τί­ζουν το Abruebo Dignidad. Όχι τυ­χαία, στις εκλο­γές για τη Συ­ντα­κτι­κή εντυ­πω­σί­α­σε η επί­δο­ση της «Λί­στας του Λαού», με τη συμ­με­το­χή ανέ­ντα­χτων αρι­στε­ρών, ενερ­γών στα κοι­νω­νι­κά κι­νή­μα­τα, που δεν αι­σθά­νο­νταν ότι τους εκ­προ­σω­πεί το «επί­ση­μο» αρι­στε­ρό ψη­φο­δέλ­τιο και ανα­κά­λυ­ψαν στις κάλ­πες ότι πολ­λοί αγω­νι­στές κι αγω­νί­στριες αι­σθά­νο­νταν το ίδιο. Ωστό­σο, σε επί­πε­δο βου­λευ­τι­κής και προ­ε­δρι­κής κάλ­πης (πολύ πιο οριο­θε­τη­μέ­νη από μια «συ­ντα­κτι­κή δια­δι­κα­σία»), το Apruebo Dignidad απο­τέ­λε­σε τη βα­σι­κή εκλο­γι­κή έκ­φρα­ση των αγώ­νων που έθε­σαν το ζή­τη­μα της ρήξης με τον πι­νο­σε­τι­σμό.

Απέ­να­ντί του έμελ­λε να βρει τε­λι­κά, τον πιο ωμό απο­λο­γη­τή και υπε­ρα­σπι­στή της κλη­ρο­νο­μιάς του Πι­νο­σέτ. Με την πα­ρα­δο­σια­κή κε­ντρο­δε­ξιά να έχει υπο­στεί με­γά­λα πλήγ­μα­τα, κοι­νω­νι­κά, πο­λι­τι­κά και εκλο­γι­κά, εκτι­νά­χθη­κε τους τε­λευ­ταί­ους μήνες η υπο­ψη­φιό­τη­τα του ακρο­δε­ξιού Καστ. Ιδρυ­τής του «κι­νή­μα­τος» Ρε­που­μπλι­κά­νι­κη Δράση, του «Ρε­που­μπλι­κά­νι­κου» θινκ τανκ και τε­λι­κά του Ρε­που­μπλι­κά­νι­κου Κόμ­μα­τος, ο Καστ επέ­λε­ξε να σπά­σει το «ενιαίο μέ­τω­πο της Δε­ξιάς» (που είχε υπο­στεί σκλη­ρή ήττα στη Συ­ντα­κτι­κή) και να δο­κι­μά­σει τις τύχες του αυ­τό­νο­μα, συ­γκρο­τώ­ντας το Χρι­στια­νι­κό Κοι­νω­νι­κό Μέ­τω­πο, ανά­με­σα στο κόμμα του και μια νε­ο­πα­γή πο­λι­τι­κή έκ­φρα­ση των πα­λιών κοι­νω­νι­κών «δι­κτύ­ων» των Ευαγ­γε­λι­στών και Προ­τε­στα­ντών.

Ο Καστ εκ­φρά­ζει και μέρος της αντι­πο­λι­τι­κής/αντι­κομ­μα­τι­κής διά­θε­σης που είναι πλειο­ψη­φι­κή (και με πολλά δια­φο­ρε­τι­κά πρό­ση­μα) στη Χιλή, εμ­φα­νι­ζό­με­νος ως πιο «εξω­τε­ρι­κός» παί­κτης σε σχέση με την πα­ρα­δο­σια­κή Δεξιά, παρά το θε­σμι­κό του πα­ρελ­θόν, αλλά κυ­ρί­ως εκ­φρά­ζει το μπλοκ της «αντιε­ξέ­γερ­σης». Έχει όλες τις πα­ρα­δο­σια­κές από­ψεις της ακρο­δε­ξιάς (άγριος σε­ξι­σμός ενά­ντια στις «θε­ω­ρί­ες του φύλου», ωμός ρα­τσι­σμός που υπό­σχε­ται να σκά­ψει με­γά­λους τά­φρους για να πάψει η με­τα­νά­στευ­ση), αλλά κυ­ρί­ως έχει ατζέ­ντα «νόμου και τάξης» ενά­ντια στους «βαν­δά­λους» (βλ. δια­δη­λω­τές) και τους «τρο­μο­κρά­τες» (βλ. ιθα­γε­νείς Μα­πού­τσε), θέτει το δί­λημ­μα «ελευ­θε­ρία ή κομ­μου­νι­σμός» και επι­χει­ρεί να συ­σπει­ρώ­σει με αυ­το­πε­ποί­θη­ση το πι­νο­σε­τι­κό κοι­νω­νι­κό μπλοκ που αι­σθα­νό­ταν ότι είχε βρε­θεί «στα σχοι­νιά» τα τε­λευ­ταία χρό­νια. Στις συ­γκε­ντρώ­σεις του απο­θε­ώ­νο­νται συχνά από τους οπα­δούς του οι κα­ρα­μπι­νιέ­ρι (που εγκλη­μά­τι­σαν μα­ζι­κά τις μέρες της εξέ­γερ­σης).

Στο δεύ­τε­ρο γύρο, θα ανα­με­τρη­θούν δύο δια­με­τρι­κά αντί­θε­τοι κό­σμοι. Ένα ερώ­τη­μα αφορά το τι θα πρά­ξουν οι άλλοι υπο­ψή­φιοι (και πώς θα κι­νη­θούν οι ψη­φο­φό­ροι τους). Ο Σε­μπά­στιαν Σι­τσέλ, ο υπο­ψή­φιος της πα­ρα­δο­σια­κής Δε­ξιάς, που συ­γκέ­ντρω­σε 12,8%, δή­λω­σε ότι «δεν πρό­κει­ται να ψη­φί­σω Μπό­ριτς, αν και έχω προ­γραμ­μα­τι­κές δια­φω­νί­ες με τον Καστ. Δεν θέλω να νι­κή­σει η άκρα Αρι­στε­ρά στη Χιλή». Αντί­στρο­φα, η Γιάσ­να Προ­βό­στε, χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­τισ­σα και κοινή υπο­ψή­φια της κε­ντρο­α­ρι­στε­ρής συμ­μα­χί­ας «Νέο Κοι­νω­νι­κό Συμ­βό­λαιο», που συ­γκέ­ντρω­σε 11,6%, δή­λω­σε ότι δεν θα μπο­ρού­σε ποτέ να πα­ρα­μεί­νει ου­δέ­τε­ρη μπρο­στά «στο πνεύ­μα του φα­σι­σμού που εκ­προ­σω­πεί ο Καστ». Στην Αρι­στε­ρά κα­τα­τάσ­σε­ται και το 7,6% που ψή­φι­σε τον Μάρκο Εν­ρί­κεζ Ομι­νά­μι (γιος του Μι­γκέλ Εν­ρί­κεζ, ιδρυ­τή του MIR), πρώην στέ­λε­χος του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος που εκ­φρά­ζει μια πιο αρι­στε­ρή τάση της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, όπως και το 1,5% της μα­οϊ­κής Πα­τριω­τι­κής Ένω­σης.

Πολ­λοί θε­ω­ρούν ότι το επί­δι­κο αφορά τους ψη­φο­φό­ρους του Φράν­κο Πα­ρί­ζι (12,8%). Θα τον χα­ρα­κτη­ρί­ζα­με κε­ντρο­δε­ξιό, αλλά οι ιδιο­μορ­φί­ες του κά­νουν γρίφο το κοινό που προ­σέλ­κυ­σε. Ένας σε­λέ­μπρι­τι-οι­κο­νο­μο­λό­γος, που ζει στην Αλα­μπά­μα (γιατί «είναι ασφα­λής, φτηνή και με καλά δη­μό­σια σχο­λεία»), θε­ω­ρεί­ται νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρος στα οι­κο­νο­μι­κά, προ­ο­δευ­τι­κός στα «κοι­νω­νι­κά», «λαϊ­κι­στής» και «πο­λυ­συλ­λε­κτι­κός» στην πο­λι­τι­κή του στρα­τη­γι­κή. Πολ­λοί το­νί­ζουν ότι είναι αρ­κε­τά «αι­ρε­τι­κός» με ιδιό­μορ­φες προ­σω­πι­κές από­ψεις ακόμα και σε σχέση με αυτές τις συμ­βα­τι­κές κα­τη­γο­ρί­ες όπου κα­τα­τάσ­σε­ται. Αυτά κά­νουν γρίφο το «τι άν­θρω­ποι τον ψή­φι­σαν». Κά­ποιοι ανα­λυ­τές θε­ω­ρούν ότι εκ­φρά­ζει τους «απο­ξε­νω­μέ­νους από το πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα, αλλά κε­ντρο­δε­ξιών αντι­λή­ψε­ων». Σε κά­ποιες δη­μο­σκο­πή­σεις, είχε πα­ρου­σια­στεί μια μικρή πλειο­ψη­φία υπέρ του Μπό­ριτς (σε πι­θα­νό δεύ­τε­ρο γύρο) με­τα­ξύ των δυ­νη­τι­κών ψη­φο­φό­ρων του. Ωστό­σο στο πα­ρελ­θόν, οι πε­ρισ­σό­τε­ροι ψη­φο­φό­ροι του στή­ρι­ξαν τον Πι­νιέ­ρα στο δεύ­τε­ρο γύρο απέ­να­ντι στην κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά. Ο ίδιος δη­λώ­νει ότι δεν θα υιο­θε­τή­σει καμιά υπο­ψη­φιό­τη­τα κι ότι ίσως κάνει ένα εσω­τε­ρι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα με­τα­ξύ των υπο­στη­ρι­κτών του.  

Ασφα­λώς, ο δεύ­τε­ρος γύρος δεν είναι πάντα υπό­θε­ση αμι­γούς «με­τα­φο­ράς μπλοκ». Η συμ­με­το­χή (όσων συμ­με­τεί­χαν ή όσων απεί­χαν στο πρώτο γύρο) πολ­λές φορές κρί­νει την έκ­βα­ση. Παρά το πο­λω­μέ­νο κλίμα, και σε αυτές τις εκλο­γές η συμ­με­το­χή κι­νή­θη­κε στο πα­ρα­δο­σια­κά χα­μη­λό της Χιλής (λίγο κάτω από 50%). Αν θα αυ­ξη­θεί ή θα μειω­θεί ακόμα πε­ρισ­σό­τε­ρο στο δεύ­τε­ρο γύρο -και ποιος θα επω­φε­λη­θεί από τις αυ­ξο­μειώ­σεις- πα­ρα­μέ­νει ερω­τη­μα­τι­κό.

Στο κοι­νο­βού­λιο απο­τυ­πώ­θη­κε επί­σης μια πο­λω­μέ­νη κα­τά­στα­ση. Το Abruebo Dignidad και το «Νέο Κοι­νω­νι­κό Συμ­βό­λαιο», από κοι­νού με μι­κρό­τε­ρα αρι­στε­ρό­στρο­φα κόμ­μα­τα συ­γκε­ντρώ­νουν 79 έδρες από τις 155, ενώ 76 συ­γκε­ντρώ­νουν τα διά­φο­ρα κόμ­μα­τα της Δε­ξιάς. Σε αυτό το πεδίο άντε­ξαν πε­ρισ­σό­τε­ρο οι πα­ρα­δο­σια­κοί μη­χα­νι­σμοί, καθώς η κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά «άντε­ξε» και είναι ισο­δύ­να­μη με τη ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά, ενώ στη δεξιά πο­λυ­κα­τοι­κία πα­ρα­μέ­νει με­γα­λύ­τε­ρη δύ­να­μη με δια­φο­ρά το Chile Podemos Mas (ο συ­να­σπι­σμός της πα­ρα­δο­σια­κής κε­ντρο­δε­ξιάς).

Μετά τις 19 Δε­κέμ­βρη, πρό­ε­δρος της Χιλής θα είναι είτε ένας νε­α­ρός αρι­στε­ρός ρι­ζο­σπά­στης, είτε ένας δη­λω­μέ­νος νο­σταλ­γός του Πι­νο­σέτ. Το γε­γο­νός ότι η όποια κυ­βέρ­νη­ση προ­κύ­ψει θα εξαρ­τά­ται και από την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή στή­ρι­ξη «με­τριο­πα­θέ­στε­ρων» δυ­νά­με­ων, δεν ακυ­ρώ­νει το μέ­γε­θος της πο­λι­τι­κής πε­ρι­πέ­τειας. Η Χιλή πα­ρα­μέ­νει σε μια πο­λι­τι­κή δίνη. Ένα-δύο χρό­νια πριν, η ανε­ξάρ­τη­τη πα­ρου­σία της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς στο δεύ­τε­ρο γύρο των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών ήταν αδια­νό­η­τη -αλλά στη δια­δρο­μή από την εξέ­γερ­ση στο δη­μο­ψή­φι­σμα και στη συ­γκρό­τη­ση της συ­ντα­κτι­κής, έφτα­σε να θε­ω­ρεί­ται τους τε­λευ­ταί­ους μήνες αυ­το­νό­η­τη. Λί­γους μήνες πριν, δεν πε­ρί­με­νε κα­νείς ότι το αντί­πα­λο εκλο­γι­κό δέος στο δεύ­τε­ρο γύρο θα είναι ο Καστ. Αλλά ο θαυ­μα­στής και επί­δο­ξος μι­μη­τής του Μπολ­σο­νά­ρο κα­τά­φε­ρε να κερ­δί­σει την πρώτη θέση και να διεκ­δι­κεί σο­βα­ρά τη νίκη.

Οι πε­ρι­πέ­τειες δεν θα λή­ξουν μετά τον δεύ­τε­ρο γύρο. Πέρα από τις με­γά­λες πο­λι­τι­κές-κοι­νω­νι­κές συ­γκρού­σεις που μπο­ρεί να πυ­ρο­δο­τή­σει έτσι κι αλ­λιώς το τοπίο που θα βγά­λει η κάλπη, η Χιλή πα­ρα­μέ­νει σε «συ­ντα­κτι­κή δια­δι­κα­σία», που βρί­σκε­ται στο επί­κε­ντρο της προ­σπά­θειας για απαλ­λα­γή από την κλη­ρο­νο­μιά του Πι­νο­σέτ. Η συ­γκα­τοί­κη­ση της νέας κυ­βέρ­νη­σης με τη Συ­ντα­κτι­κή Συ­νέ­λευ­ση μπο­ρεί να πα­ρά­ξει πολ­λές ει­δή­σεις τους ερ­χό­με­νους μήνες. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση, το κί­νη­μα στη Χιλή έχει δεί­ξει τη δύ­να­μή του τα τε­λευ­ταία χρό­νια. Και, σε κάθε έκ­βα­ση της εκλο­γι­κής μάχης, οφεί­λει να προ­χω­ρή­σει με στόχο να κάνει πράξη το παλιό τρα­γού­δι των Ίντι Ιλι­μά­νι που ανα­βί­ω­σε τις μέρες της εξέ­γερ­σης του 2019: «esta vez no se trata de cambiar un presidente, sera el pueblo quien construya un Chile bien diferente» (αυτή τη φορά δεν πρό­κει­ται για την αλ­λα­γή ενός προ­έ­δρου, αλλά για τον λαό που θα χτί­σει μια πολύ δια­φο­ρε­τι­κή Χιλή). 

Ετικέτες