Η απότιση φόρου τιμής στον Ερνέστ Μαντέλ που εκδόθηκε υπό τη διεύθυνση του Ζιλμπέρ Ασκάρ στη σειρά Actuel Marx Confrontations (1) συμβάλλει να αποκατασταθεί η άδικη παραγνώριση στη Γαλλία του Βέλγου αγωνιστή και οικονομολόγου, που πέθανε το 1995.

Ενώ το κύρος του είναι ση­μα­ντι­κό στις αγ­γλο­σα­ξο­νι­κές χώρες καθώς και στη Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή, στη Γερ­μα­νία ή στην Ισπα­νία, ενώ η Πραγ­μα­τεία του μαρ­ξι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας (που εκ­δό­θη­κε το 1962) γνώ­ρι­σε πλα­τιά διά­δο­ση, ενώ επη­ρέ­α­σε σε πα­γκό­σμια κλί­μα­κα μια ολά­κε­ρη γενιά που μπήκε στη πο­λι­τι­κή στη δε­κα­ε­τία του 1960, έπεσε θύμα του γαλ­λι­κού πα­νε­πι­στη­μια­κού και μι­ντια­κού προ­στα­τευ­τι­σμού ενά­ντια στις ιδέες που έρ­χο­νται από αλλού. Ίσως και η γραφή του, που στό­χευε πριν από όλα στη κα­θα­ρό­τη­τα, να μην ταί­ρια­ζε στη στι­λι­στι­κή κο­κε­τα­ρία της δο­κι­μιο­γρα­φί­ας α λα γαλ­λι­κά…

  Ο ίδιος αυ­το­κα­θο­ρι­ζό­ταν ως «φλα­μαν­δός διε­θνι­στής εβραϊ­κής κα­τα­γω­γής». Γεν­νη­μέ­νος το 1923 στη Φραν­κφούρ­τη, εγκα­τε­στη­μέ­νος στην Αμ­βέρ­σα, μπαί­νει στην αντί­στα­ση ήδη από το 1940 σε ηλι­κία 17 ετών. Αφού συ­νε­λή­φθη τρεις φορές και δρα­πέ­τευ­σε δυο, τέ­λειω­σε τον πό­λε­μο σε ένα στρα­τό­πε­δο ερ­γα­σί­ας στη Γερ­μα­νία. Ση­μα­δε­μέ­νος από αυτή την ιδρυ­τι­κή εμπει­ρία, όλη του η ζωή αφιε­ρώ­θη­κε στον αγώνα, στη με­λέ­τη και, μέχρι τις πα­ρα­μι­κρές λε­πτο­μέ­ρειες, στην οι­κο­δό­μη­ση της Τέ­ταρ­της Διε­θνούς της οποί­ας ήταν για μισό αιώνα μια από τις κύ­ριες προ­σω­πι­κό­τη­τες.  Γρά­φο­ντας με την ίδια άνεση στα γερ­μα­νι­κά, στα αγ­γλι­κά ή στα γαλ­λι­κά, το ογκώ­δες έργο του δεν είναι ακόμα πλή­ρως δια­θέ­σι­μο στα γαλ­λι­κά: Ει­δι­κά τα The Meaning of the Second World War (1986), Power and Money, a Marxist Theory of Bureaucracy (1992),  καθώς και οι ση­μα­ντι­κοί πρό­λο­γοί του στην αγ­γλι­κή έκ­δο­ση του Κε­φα­λαί­ου που κα­τα­πιά­νο­νται με ένα αιώνα με­γά­λων θε­ω­ρη­τι­κών διε­νέ­ξε­ων, πα­ρα­μέ­νουν αδη­μο­σί­ευ­τοι. Αντί­θε­τα, τα δυο μεί­ζο­να βι­βλία του είναι πια δια­θέ­σι­μα σε εκ­δό­σεις ποιό­τη­τας. Ο Ύστε­ρος Κα­πι­τα­λι­σμός, που εκ­δό­θη­κε το 1972 στη Γερ­μα­νία με τον τίτλο Der Spätkapitalismus, χαι­ρε­τί­στη­κε από το βρε­τα­νό ιστο­ρι­κό Πέρρυ Άντερ­σον ως «η πρώτη θε­ω­ρη­τι­κή ανά­λυ­ση της πα­γκό­σμιας ανά­πτυ­ξης του κα­πι­τα­λι­στι­κού τρό­που πα­ρα­γω­γής από το Δεύ­τε­ρο Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο». Επα­νεκ­δί­δε­ται στις Editions de la Passion με ανα­θε­ω­ρη­μέ­νη και διορ­θω­μέ­νη με­τά­φρα­ση, μαζί με πολ­λές κρι­τι­κές πα­ρα­τη­ρή­σεις.  Τέλος, τα Μακρά κύ­μα­τα της κα­πι­τα­λι­στι­κής εξέ­λι­ξης, συλ­λο­γή των δια­λέ­ξε­ων που έδωσε το 1978 στο Κέι­μπριτζ στο πλαί­σιο των  Marshall Lectures, εκ­δί­δο­νται προ­σε­χώς για πρώτη φορά στα γαλ­λι­κά, συ­μπλη­ρω­μέ­να από τον ίδιο το συγ­γρα­φέα πριν το θά­να­τό του, από τις εξαί­ρε­τες Εκ­δό­σεις Page 2 της Λω­ζάν­νης.

2014-11-19 03 Mandel-jeune Ερευ­νη­τής, αγω­νι­στής και παι­δα­γω­γός, ο Μα­ντέλ δεν αρ­κέ­στη­κε να με­τα­δώ­σει μια κλη­ρο­νο­μιά που κιν­δύ­νευε, εκεί­νη της με­γά­λης προ­πο­λε­μι­κής σο­σια­λι­στι­κής κουλ­τού­ρας. Προ­σπά­θη­σε πάντα να στο­χα­στεί στο παρόν τις με­τα­μορ­φώ­σεις του κό­σμου.  Απο­τέ­λε­σμα ενός διε­θνούς σε­μι­να­ρί­ου, το συλ­λο­γι­κό βι­βλίο που του αφιε­ρώ­θη­κε ρί­χνει δί­καια το βάρος σε τρία κε­ντρι­κά θέ­μα­τα της σκέ­ψης του: Να φω­τι­στεί το αί­νιγ­μα του με­τα­πο­λε­μι­κού κα­πι­τα­λι­στι­κού δυ­να­μι­σμού (συμ­βο­λές του Michel Husson και Francisco Louça).  Να απο­κρυ­πτο­γρα­φη­θούν τα μυ­στή­ρια του γρα­φειο­κρα­τι­κού φαι­νο­μέ­νου στη σύγ­χρο­νη εποχή (Charles Post και Catherine Samary). Τέλος, να προ­βάλ­λει την αντί­στα­ση ενός επα­να­στα­τι­κού αν­θρω­πι­σμού στους σκο­τει­νούς πει­ρα­σμούς της λο­γι­κής (Michaël Löwy και Norman Géras). Το σύ­νο­λο δεν είναι διό­λου απο­λο­γη­τι­κό. Μοιά­ζει συχνά με μια κα­θό­λου επιει­κή συ­ζή­τη­ση  των θέ­σε­ων του Μα­ντέλ, που κα­τόρ­θω­σε να δη­μιουρ­γή­σει σχολή χωρίς όμως να πε­ρι­στοι­χι­στεί από πει­θή­νιους μα­θη­τές.

 Το πρώτο ζή­τη­μα ήταν ζω­τι­κής ση­μα­σί­ας για την επα­να­στα­τι­κή αρι­στε­ρά που είχε επι­βιώ­σει του πο­λέ­μου: πώς να εξη­γή­σου­με το ανα­κτη­μέ­νο δυ­να­μι­σμό του κα­πι­τα­λι­σμού της με­τα­πο­λε­μι­κής πε­ριό­δου; Και γιατί το τέλος του Δεύ­τε­ρου Πα­γκο­σμί­ου πο­λέ­μου, σε αντί­θε­ση με εκεί­νο του Πρώ­του, με­τα­φρά­στη­κε στην ενί­σχυ­ση του γρα­φειο­κρα­τι­κού, σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού και στα­λι­νι­κού ελέγ­χου πάνω στο διε­θνές ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, και όχι στην ανα­γέν­νη­ση ενός ισχυ­ρού επα­να­στα­τι­κού κι­νή­μα­τος; Οι απα­ντή­σεις του Μα­ντέλ δεν είναι ποτέ απλου­στευ­τι­κές. Οι βα­σι­κές οι­κο­νο­μι­κές τά­σεις συν­δυά­ζο­νται στενά με τους πο­λι­τι­κούς πα­ρά­γο­ντες και γε­γο­νό­τα. Και για αυτό, ήδη στη δε­κα­ε­τία του 1960, ήταν ένας από πρώ­τους που ξα­νάρ­χι­σε τη συ­ζή­τη­ση που είχε δια­κο­πεί στη δε­κα­ε­τία του 1920 σχε­τι­κά με τα μακρά κύ­μα­τα της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης.  Συ­γκε­κρι­μέ­να, το ζη­τού­με­νο ήταν να εντο­πι­στούν οι αι­τί­ες της ανα­στρο­φής ενός πα­ρα­τε­τα­μέ­νου επε­κτα­τι­κού κύ­μα­τος σε ένα κύμα στα­σι­μό­τη­τας, και αντι­στρό­φως.  Η ανά­λυ­ση του Μα­ντέλ είναι αντί­θε­τη  τόσο στην εναρ­μο­νι­στι­κή απλού­στευ­ση (σύμ­φω­να με την οποία ο κα­πι­τα­λι­σμός θα είχε τάχα θέσει υπό έλεγ­χο τις αντι­φά­σεις του και θα είχε πε­τύ­χει μια απε­ριό­ρι­στη ανα­πτυ­ξια­κή ισορ­ρο­πία) όσο και στη κα­τα­στρο­φι­κή απλού­στευ­ση  (που αρ­νεί­ται τις νέες μορ­φές του πα­γκό­σμιου κα­πι­τα­λι­σμού αρ­κού­με­νη να προ­φη­τεύ­ει αιω­νί­ως τη τε­λι­κή κρίση του.  Αυτή η θέση του τον έκανε να δέ­χε­ται δια­σταυ­ρού­με­να πυρά, κα­τη­γο­ρού­με­νος άλ­λο­τε ότι προ­φη­τεύ­ει μια κρίση που είναι απί­θα­νη, και άλ­λο­τε ότι υπο­χω­ρεί μπρο­στά στις σει­ρή­νες ενός «νε­ο­κα­πι­τα­λι­σμού» που θα είχε τι­θα­σεύ­σει τις αντι­φά­σεις του. Για αυτόν, αυτές οι αντι­φά­σεις οδη­γούν σε μια γε­νι­κευ­μέ­νη κρίση των πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων, όχι μόνο της σχέ­σης κε­φα­λαί­ου-ερ­γα­σί­ας αλλά και της σχέ­σης με τη φύση και τη πο­λι­τι­σμι­κή σφαί­ρα.

2014-11-19 04 mandel-rouge Έχο­ντας ορί­σει έτσι το ερευ­νη­τι­κό πρό­γραμ­μα, αυτό   απο­δεί­χτη­κε εξαι­ρε­τι­κά γό­νι­μο. Ενώ η κυ­ρί­αρ­χη οι­κο­νο­μι­κή θε­ω­ρία, όπως γρά­φει ο Πορ­το­γά­λος οι­κο­νο­μο­λό­γος Φραν­σί­σκο Λουσά, «οι­κο­δο­μή­θη­κε πάνω στις νευ­τω­νι­κές ιδιό­τη­τες ενός ατο­μι­στι­κού σύ­μπα­ντος», η θε­ω­ρία των μα­κρών κυ­μά­των ήταν «στην ουσία ιστο­ρι­κή και συμ­μορ­φω­νό­ταν προς τις επι­στη­μο­λο­γι­κές απαι­τή­σεις μιας ρε­α­λι­στι­κής προ­σέγ­γι­σης της οι­κο­νο­μί­ας». Έτσι, προ­κει­μέ­νου να ξε­δια­λύ­νει τη σύ­ζευ­ξη των τά­σε­ων κα­νο­νι­κό­τη­τας και των πε­ριο­δι­κών ανω­μα­λιών, ο Μα­ντέλ αντι­πα­ρα­θέ­τει στο μη­χα­νι­στι­κό μαρ­ξι­σμό όπως και στο  «μυ­στι­κι­σμό της εξι­σορ­ρό­πη­σης» των κλα­σι­κών θε­ω­ριών, έν­νοιες σαν τις «με­ρι­κώς ανε­ξάρ­τη­τες με­τα­βλη­τές» και το «δια­λε­κτι­κό ντε­τερ­μι­νι­σμό».

 Το δεύ­τε­ρο με­γά­λο ζή­τη­μα που βα­σα­νί­ζει τον Μα­ντέλ είναι εκεί­νο των φαι­νο­μέ­νων γρα­φειο­κρα­το­ποί­η­σης γε­νι­κά στη κοι­νω­νία και ει­δι­κά στο ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, καθώς και στις χώρες του υπαρ­κτού σο­σια­λι­σμού. Άραγε πρό­κει­ται για μια νο­μο­τε­λεια­κή τάση, σύμ­φυ­τη στη σύγ­χρο­νη δια­δι­κα­σία εξορ­θο­λο­γι­σμού και απο­γο­ή­τευ­σης; Ή μήπως πρό­κει­ται για το κα­θό­λου μοι­ραίο ιστο­ρι­κό προ­ϊ­όν του κοι­νω­νι­κού κα­τα­με­ρι­σμού της ερ­γα­σί­ας;   Αυτό το θέμα το πραγ­μα­τεύ­ε­ται συ­στη­μα­τι­κά σε ένα από τα τε­λευ­ταία βι­βλία του, στο Power and Money. Πέρα από τη κοι­νω­νιο­λο­γι­κή δια­μά­χη, αυτό που δια­κυ­βεύ­ε­ται είναι σί­γου­ρα η επι­και­ρό­τη­τα και η δυ­να­τό­τη­τα του σο­σια­λι­σμού, όπως το κα­τα­δεί­χνει η πο­λε­μι­κή του της δε­κα­ε­τί­ας του 1980 στο βρε­τα­νό οι­κο­νο­μο­λό­γο Alec Nove  σχε­τι­κά με τον «πραγ­μα­το­ποι­ή­σι­μο σο­σια­λι­σμό». Για τον Μα­ντέλ, ο δη­μο­κρα­τι­κός σο­σια­λι­σμός (και όχι ένας φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός με ολίγη από κοι­νω­νι­κό­τη­τα), είναι πε­ρισ­σό­τε­ρο από ποτέ στη ημε­ρή­σια διά­τα­ξη, υπό δυο όμως όρους: την όχι φορ­μα­λι­στι­κή, αλλά «ου­σια­στι­κή κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση»  της ιδιο­κτη­σί­ας. Και την υπο­τα­γή των αγο­ραί­ων μη­χα­νι­σμών στη συμ­με­το­χι­κή πο­λι­τι­κή δη­μο­κρα­τία.  Αν και θαυ­μα­στής του Τρό­τσκι, δεν έπαψε όμως να διορ­θώ­νει τη κλη­ρο­νο­μιά του μέσα από μια σχε­δόν ελευ­θε­ρια­κή ερ­μη­νεία της Ρόζας Λού­ξε­μπουργκ και πο­ντά­ρο­ντας πει­σμα­τι­κά πάνω στις αυ­το-χει­ρα­φε­τη­τι­κές ικα­νό­τη­τες των κα­τα­πιε­σμέ­νων.

 Ο Ερ­νέστ Μα­ντέλ είδε να του προ­σά­πτουν συχνά την ακλό­νη­τη αι­σιο­δο­ξία του. Ωστό­σο, είχε τη δικιά του προ­σω­πι­κή εμπει­ρία της κα­τα­στρο­φής.  Γνω­ρί­ζο­ντας ότι το χει­ρό­τε­ρο είναι πάντα δυ­να­τό,  αρε­σκό­ταν να κα­το­νο­μά­ζει τα ση­με­ρι­νά πρό­σω­πα των τεσ­σά­ρων κα­βα­λά­ρη­δων της Απο­κα­λύ­ψε­ως: την απει­λή πυ­ρη­νι­κού πο­λέ­μου, το κίν­δυ­νο οι­κο­λο­γι­κής κα­τα­στρο­φής, την όλο και με­γα­λύ­τε­ρη φτώ­χεια του Τρί­του Κό­σμου, τις ανι­σό­τη­τες που υπο­νο­μεύ­ουν τη δη­μο­κρα­τία στις ίδιες τις πλού­σιες χώρες. Όπως το το­νί­ζει ο Michael Löwy, «αν­θρω­πο­λο­γι­κή αι­σιο­δο­ξία» του είναι άρ­ρη­κτα δε­μέ­νη  με τη «λο­γι­κή απαι­σιο­δο­ξία» του: ο με­ρι­κός εξορ­θο­λο­γι­σμός των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών πλη­ρώ­νε­ται με τον  διαρ­κώς αυ­ξα­νό­με­νο πα­γκό­σμιο πα­ρα­λο­γι­σμό, με την απαν­θρω­ποί­η­ση που συν­δέ­ε­ται με το σύμ­φω­νο γε­νι­κευ­μέ­νης αμοι­βαί­ας αδια­φο­ρί­ας: ο «και­ρός της κα­τα­φρό­νιας» χα­ρα­κτη­ρί­ζει τη δε­σπο­τι­κή βα­σι­λεία των αγο­ρών.  Άν­θρω­πος του Δια­φω­τι­σμού που αρ­νεί­ται να υπο­χω­ρή­σει μπρο­στά στα πα­ρα­λη­ρή­μα­τα του πα­ρό­ντος, ο Ερ­νέστ Μα­ντέλ πι­στεύ­ει ότι η λο­γι­κή μπο­ρεί να εξη­γή­σει τους πα­ρα­λο­γι­σμούς της επο­χής μας. Μοι­ρά­ζε­ται αυτή την ατα­λά­ντευ­τη πίστη με τον David Rousset, έναν άλλο θε­μα­το­φύ­λα­κας του Δια­φω­τι­σμού που σώ­θη­κε από τα σκο­τά­δια, και ο οποί­ος θε­ω­ρού­σε την απο­γο­ή­τευ­ση «μια πο­λυ­τέ­λεια που δεν μπο­ρού­με να επι­τρέ­ψου­με στον εαυτό μας»: «Δεν είναι πάντα δυ­να­τό να δρά­σου­με. Είναι όμως πάντα δυ­να­τό να κα­τα­νο­ή­σου­με». Για τον Μα­ντέλ, το να κα­τα­λά­βεις είναι ότι αρ­χί­ζει ήδη να περ­νάς στη δράση: « Πίσω από κάθε λόγο που σου προ­κα­λεί απελ­πι­σία, πρέ­πει να ανα­κα­λύ­πτεις ένα λόγο για να ελ­πί­ζεις».

Φλε­βά­ρης 1999

Ση­μειώ­σεις

(1) Υπό τη διεύ­θυν­ση του Gilbert Achcar, PUF, collection Actuel Marx Confrontations, fevrier, 1999.

Με­τά­φρα­ση: Γιώρ­γος Μη­τρα­λιάς

Ετικέτες