Με ανησυχία και οργή παρακολουθούµε την αλυσιδωτή αντίδραση αυταρχισµού που σαρώνει την Ευρώπη, µετατρέποντας τις διεθνείς συνθήκες προστασίας σε «κουρελόχαρτο» στα χέρια των ακροδεξιών και της ενσωµατωµένης πλέον σε αυτήν, Δεξιάς.
Η ρητή αµφισβήτηση της Σύµβασης της Γενεύης και της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκής Σύµβασης Δικαιωµάτων του Ανθρώπου) δεν είναι απλώς ρητορική ακροβασία, είναι το πολιτικό όχηµα για την καθιέρωση ενός κράτους αυθαιρεσίας, φόβου και νοµιµοποιηµένων διακρίσεων.
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, Θάνου Πλεύρη, ο οποίος εµφανίστηκε στη Βουλή να αµφισβητεί ανοιχτά τον σκοπό και την επικαιρότητα της Σύµβασης της Γενεύης —επιχειρώντας µάλιστα µια αστεία, ιστορικά ανυπόστατη, «ερµηνεία» της για τη Σοβιετική Ένωση— δεν είναι παρά η επισηµοποίηση µιας πολιτικής που εφαρµόζεται ήδη εδώ και χρόνια στην Ελλάδα.
Η ελληνική κυβέρνηση, παρόλο που υποκριτικά δηλώνει ότι κινείται εντός του διεθνούς δικαίου, έχει ήδη προβεί σε διπλή αναστολή της καταγραφής αιτηµάτων ασύλου. Το κυριότερο, παραβιάζει συστηµατικά στην πράξη τη θεµελιώδη αρχή της µη επαναπροώθησης (non-refoulement), εκτελώντας άτυπες, βίαιες, επιχειρήσεις.
Η ρητή αµφισβήτηση της Σύµβασης σήµερα, λειτουργεί ως παραχώρηση στην Ακροδεξιά και µετατρέπει τις περιθωριακές, ρατσιστικές, θέσεις σε κυβερνητική πολιτική.
Η πανευρωπαϊκή στροφή στον αυταρχισµό
Η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι µόνη. Η τάση είναι πανευρωπαϊκή και καθοδηγείται από την άρχουσα τάξη και τις πολιτικές της εκφράσεις που έχουν παραδοθεί στον φόβο και τον ακροδεξιό εκβιασµό.
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Μελόνι, όχι µόνο αµφισβητεί τη Σύµβαση της Γενεύης, αλλά στρέφεται και κατά των δικαστικών αρχών που τολµούν να βάζουν φρένο στις ρατσιστικές της πολιτικές (όπως το φιάσκο των κέντρων κράτησης στην Αλβανία). Η απροκάλυπτη δήλωση ότι οι δικαστές µε «ιδεολογική ατζέντα» ποδοπατούν τη νοµιµότητα, δείχνει την πλήρη απαξίωση του Κράτους Δικαίου προς όφελος της εκτελεστικής αυθαιρεσίας.
Ηνωµένο Βασίλειο: Εκεί, η εκστρατεία κατά της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύµβαση Δικαιωµάτων του Ανθρώπου) έχει οδηγήσει το Συντηρητικό Κόµµα να δεσµευτεί για την αποχώρηση της χώρας από αυτήν. Ο λόγος; Δικαστικές αποφάσεις που βασίζονται στο Άρθρο 8 (οικογενειακή ζωή) ή το Άρθρο 3 (απαγόρευση απάνθρωπης µεταχείρισης) και αποτρέπουν τις απέλασεις. Ακόµα και οι Εργατικοί (Στάρµερ) υποχωρούν, ανακοινώνοντας νοµοθεσία που θα επιβάλλει την «κυβερνητική ερµηνεία» των άρθρων, µια σαφής επίθεση στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Στην Ισπανία το εθνικιστικό Vox, µε αστείρευτη φαντασία στην ξενοφοβία, προτείνει ακόµη και την απέλαση νόµιµων µεταναστών ή Ισπανών πολιτών που «δεν έχουν ενσωµατωθεί στην κουλτούρα»! Η «αποδοχή της ισπανικής κουλτούρας» ως προϋπόθεση για την παραµονή, είναι η απόλυτη φασιστική πρακτική.
Η απάντηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς
Το αίτηµα για αναθεώρηση των διεθνών συµβάσεων δεν είναι παρά προπαγάνδα του φόβου που αποσκοπεί στη χειραγώγηση του εκλογικού σώµατος και τη νοµιµοποίηση ρατσιστικών και ταξικών πολιτικών. Όπως τονίζουν οι οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώµατα, «η δηµοκρατία δεν είναι η δικτατορία της πλειοψηφίας».
Εµείς, ως αντικαπιταλιστική ριζοσπαστική αριστερά, στεκόµαστε απέναντι σε αυτήν την ολίσθηση. Απαιτούµε την πλήρη εφαρµογή της Σύµβασης της Γενεύης και της αρχής της µη επαναπροώθησης χωρίς όρους και εξαιρέσεις.
Καταγγέλλουµε την απόπειρα της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς να αντικαταστήσει το κράτος δικαίου µε την κυβερνητική αυθαιρεσία.
Παλεύουµε για την καθολικότητα των δικαιωµάτων και την ισότητα όλων ενώπιον του νόµου, ανεξάρτητα από την καταγωγή, το καθεστώς ή την «ενσωµάτωση».
Η Ευρώπη δεν πρέπει να επιστρέψει στον φασισµό. Ο αγώνας για τα δικαιώµατα των προσφύγων και των µεταναστών είναι αγώνας για τη δηµοκρατία και την ανθρώπινη χειραφέτηση, είναι µία δύσκολη µάχη της παγκόσµιας εργατικής τάξης που πρέπει να καταλήξει νικηφόρα.
Ο Νόµος Πλεύρη & η ευρωπαϊκή συνενοχή
Η πολιτική διαχείρισης του προσφυγικού ζητήµατος, µε τη σκληρή σφραγίδα της κυβέρνησης και του Υπουργού Μετανάστευσης, Θ. Πλεύρη, δεν αποτελεί απλώς µια «αλλαγή πλεύσης», αλλά µια συστηµατική κλιµάκωση του ταξικού πολέµου που διεξάγεται από το αστικό κράτος εναντίον των φτωχών και ξεριζωµένων. Ο νέος νοµοθετικός σχεδιασµός εντάσσεται πλήρως στο δόγµα της «Ευρώπης-Φρούριο», µετατρέποντας την Ελλάδα από «πύλη εισόδου» σε «τείχος αποτροπής» και απέλασης.
Οι κεντρικοί άξονες της νοµοθετικής παρέµβασης αποκαλύπτουν τον βαθιά αντιδραστικό και τιµωρητικό χαρακτήρα της πολιτικής. Η πιο κυνική και επικίνδυνη αλλαγή είναι η ποινικοποίηση της παράνοµης παραµονής. Όποιος πολίτης τρίτης χώρας, του οποίου η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί (συχνά µετά από επισπευσµένες, ανεπαρκείς και άδικες διαδικασίες) παραµένει στη χώρα, αντιµετωπίζει πλέον ποινή φυλάκισης από 2 έως 5 έτη και πρόστιµο. Ουσιαστικά, η φτώχεια και η αναγκαστική παραµονή ποινικοποιούνται, µε το κράτος να θέτει ένα δίληµµα εκβιασµού: «Φυλακή ή Επιστροφή». Καταργείται έτσι η οποιαδήποτε έννοια κοινωνικής νοµιµοποίησης µέσω µακροχρόνιας διαµονής. Συγκεκριµένα, καταργήθηκε η δυνατότητα νοµιµοποίησης µετά από µακροχρόνια παράνοµη διαµονή 7 ετών, µια ρύθµιση που, αν και ανεπαρκής, άφηνε ένα µικρό περιθώριο κοινωνικής ενσωµάτωσης για τους εργαζόµενους που είχαν ριζώσει στην Ελλάδα. Η πολιτική αυτή συµπληρώνεται µε την επέκταση της διοικητικής κράτησης έως τους 24 µήνες, χωρίς ανασταλτικό αποτέλεσµα, και τον δραστικό περιορισµό των µεταγενέστερων αιτήσεων διεθνούς προστασίας, µε στόχο την επιτάχυνση των απελάσεων, αδιαφορώντας για τις στοιχειώδεις διαδικαστικές εγγυήσεις. Τέλος, το κράτος κλιµακώνει τον πόλεµο κατά των δοµών αλληλεγγύης µε την ανακοίνωση για «τέλος στις παροχές και τα επιδόµατα» και τον αυστηρό έλεγχο των ΜΚΟ, καθιστώντας τη ζωή των προσφύγων αβίωτη.
Η Ελλάδα, µε τις νέες ρυθµίσεις, γίνεται ο πρωτοπόρος της πιο σκληρής, τιµωρητικής µεταναστευτικής πολιτικής στην Ευρώπη, αλλά δεν είναι µόνη. Η «σκληρή και δίκαιη» πολιτική που επικαλείται η κυβέρνηση, είναι στην πραγµατικότητα σκληρή και άδικη και αποτελεί πανευρωπαϊκή µεταστροφή. Η άρνηση συνεργασίας από άλλες χώρες της Ευρώπης, η άρνηση συµµετοχής στον ουσιαστικό επιµερισµό των βαρών και η de facto αποδοχή των παράνοµων επαναπροωθήσεων, αποδεικνύουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει τη λογική της αντί-µεταναστευτικής συναίνεσης. Ακόµη και χώρες όπως η Γερµανία, πιέζουν σήµερα για την αύξηση των επιστροφών. Αυτή η στάση δείχνει ότι οι ευρωπαϊκές ελίτ χρησιµοποιούν το προσφυγικό ως εκλογικό και πολιτικό εργαλείο για τη δεξιά στροφή, µε την Ελλάδα να αναλαµβάνει τον ρόλο του «φράχτη» και του «εκκαθαριστή» για λογαριασµό του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Ο αγώνας ενάντια στο Νόµο Πλεύρη και την Ευρώπη-Φρούριο είναι αγώνας ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και τους ιµπεριαλιστικούς σχεδιασµούς, ένας αγώνας δικαίου για τα δικαιώµατα της παγκόσµιας εργατικής τάξης.
*Ψυχολόγος
**Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά
