Μπορεί σήμερα η Αριστερά να θέτει ως πρώτη προτεραιότητα, γενικά και αφηρημένα, την «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας με αιχμή την αγροτική οικονομία, χωρίς να προσδιορίζει τον τελικό στόχο, το γιατί, το για ποιόν και το πώς; Μήπως το «όραμα» αυτό μας διαφοροποιεί από τις αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις;
Εξ αιτίας της κρίσης και των εν δυνάμει συγκριτικών πλεονεκτημάτων, που εκ «φύσεως» και «θέσεως» για τις συνθήκες της χώρας μας εμφανίζει η προοπτική ανάπτυξής του, ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας – ιδιαίτερα οι κλάδοι της φυτικής και ζωικής παραγωγής – έχει καταστεί περιζήτητος γαμπρός με προίκα, στα προγράμματα των πολιτικών κομματικών νυμφών, ιδιαίτερα αυτών των σεμνότυφων της «τρικομματικής οικογένειας», και στην προσπάθειά τους να «συλλάβουν με ανεμογκάστρι» και «να τεκνοποιήσουν με καισαρική» τη διέξοδο από την σημερινή συγκυρία.
Η προοπτική μια Κυβέρνησης της Αριστεράς - με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ - να ηγηθεί της προσπάθειας ανόρθωσης της χώρας προς όφελος του φτωχευμένου λαού της, ρεαλιστικότερη από κάθε άλλη φορά στην ιστορία της, επιβάλλει τη διατύπωση ενός «απλού και καθαρού λόγου» από μεριάς της προς τα μικροαστικά υποκείμενα του πρωτογενή τομέα (μικρομεσαίους ή και προλεταριοποιημένους αγρότες και μεταποιητές) . Ο αριστερός αυτός λόγος οφείλει να είναι διαφορετικός από τη ρητορεία του λαϊκισμού και το «χαΐδεμα του αυτιού» που καθιέρωσαν απέναντι σε αυτά τα στρώματα οι δυνάμεις του δικομματισμού, μισό αιώνα και πάνω, εξασφαλίζοντας τη συντεταγμένη πολιτική χειραγώγησή τους και σταθερή εκλογική πελατεία για τις ίδιες. Έτσι θα γίνει πιο πιστευτός, ελκυστικός και αποτελεσματικός σε αυτούς που απευθύνεται, όχι μόνο σήμερα στην διεκδίκηση της ψήφου, αλλά κυρίως στην έμπνευση συμμετοχής τους στις εφαρμοστικές διαδικασίες τού αύριο.
Η Αριστερά σήμερα οφείλει σε επίπεδο λόγου να μην υποτάξει το πολιτικό του περιεχόμενο σε συντεχνιακά συνδικαλιστικά αιτήματα, ούτε σε επίπεδο πρακτικής να εκχωρήσει τον πολιτικό της ρόλο στα πάσης φύσεως, διαχρονικά, διαφθαρμένα παραμάγαζα του διαπλεκόμενου πολιτικού προσωπικού που «από-σύρεται», «αυτοκτονεί», «πεθαίνει» ή ετοιμάζεται σε «αλλαγή ταυτότητας» για να επιβιώσει στις νέες συνθήκες.
Μπορεί σήμερα η Αριστερά να θέτει ως πρώτη προτεραιότητα, γενικά και αφηρημένα, την «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας με αιχμή την αγροτική οικονομία, χωρίς να προσδιορίζει τον τελικό στόχο, το γιατί, το για ποιόν και το πώς; Μήπως το «όραμα» αυτό μας διαφοροποιεί από τις αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις;
Μπορεί σήμερα η Αριστερά να χρησιμοποιεί ενιαία και αδιαίρετα τις έννοιες – σε πολλές περιπτώσεις διαφορετικές μεταξύ τους - «αυτοδυναμία τροφίμων», «αυτάρκεια τροφίμων», «επάρκεια τροφίμων», «αυτοδύναμη οικονομική ανάπτυξη», παραγνωρίζοντας τις συνθήκες παγκοσμιοποίησης των παραγωγικών και εμπορευματικών διαδικασιών, την πολυπλοκότητα και τη διαπλοκή τους; Μπορεί, πολύ περισσότερο σήμερα, η Αριστερά να καθιστά τις έννοιες αυτές στρατηγικούς της στόχους;
Μπορεί η όποια συζήτηση στην Αριστερά και για τον πρωτογενή τομέα να διεξάγεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη πως το βασικό υποκείμενο, των όποιων προσεγγίσεών μας, δεν μπορεί παρά να είναι ο αγρότης – παραγωγός, το περιβάλλον που δραστηριοποιείται, ταυτόχρονα με τον χρήστη αυτής της παραγωγής, τον πολίτη -καταναλωτή; Χωρίς να υπολογίζεται ολιστικά (οικονομικά- κοινωνικά- πολιτικά) το «κόστος» και το «οικονομικό αποτέλεσμα» της α! ή της β! πολιτικής επιλογής που αυτή θα κάνει;
Οι προγραμματικές στοχεύσεις μιας Κυβερνητικής Αριστεράς….
Στη σημερινή μνημονιακή συγκυρία της γενικευμένης κρίσης του λαού, όπου, πέρα από τις γενικές συνέπειες, έχουμε - όσον αφορά τον πρωτογενή τομέα - ουσιαστικά αδυναμία αυτόνομης γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής από μόνους τους και μεμονωμένα τους αγρότες και, ταυτόχρονα, την εμφάνιση νέων διαρθρωτικών προβλημάτων, με κύριο τη συγκεντροποίηση των συντελεστών παραγωγής (έδαφος- νερό- υποδομές) σε λίγα χέρια, μια Κυβέρνηση με πυρήνα την Αριστερά υποχρεούται, κατά σειρά μάλιστα προτεραιότητας:
--- να εξασφαλίσει ικανή ποσότητα σε φθηνά και ασφαλή τρόφιμα, ώστε να καλύψει τις ανάγκες διατροφής για όλο το διαβιούντα πληθυσμό στα όρια της επικράτειας της χώρας
--- να διασφαλίσει ένα μίνιμουμ επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης για τους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων στις ιδιαίτερες μάλιστα συνθήκες της Ελληνικής Υπαίθρου
--- να εγγυηθεί ένα μίνιμουμ εισόδημα που κατ’ ελάχιστον θα καλύπτει το κόστος της οικογενειακής εργασίας με βάση το κυριαρχούν σήμερα μοντέλο της Ελληνικής γεωργίας, τις αποσβέσεις του επενδεδυμένου παγίου κεφαλαίου στη γεωργική εκμετάλλευση, τις υποχρεώσεις των χρησιμοποιούμενων κεφαλαίων κίνησης για τις ετήσιες εισροές, καθώς και την ετήσια τοκοχρεωλυτική του δόση για πιθανό κεφαλαιακό δανεισμό που έχει συνάψει η γεωργική εκμετάλλευση με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα
--- να «πλέξει» ένα δίκτυ «νέου προστατευτισμού» για την διασφάλιση της απρόσκοπτης συνέχισης της αγροτικής παραγωγής
--- να αξιοποιήσει όλα τα πλεονεκτήματα και να αντιμετωπίσει όλα τα μειονεκτήματα που ως χώρα εμφανίζουμε, ώστε, μέσω της γεωργικής παραγωγής, να συμβάλλουμε σε ένα θετικό ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών και στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας.
Με νέα εργαλεία στην φαρέτρα της…Στον αντίποδα των προτάσεων
…περί «νέων καλλιεργειών», που ουσιαστικά υπονομεύουν τη δύναμη της χώρας στα παραδοσιακά της προϊόντα, αλλά και αποτελούν ένα νέο πεδίο «φούσκας» που θα ξεζουμίσουν τις όποιες εναπομένουσες οικονομίες ασφαλείας των αγροτών μας ,
… περί «επιχειρηματικής γεωργίας», που ουσιαστικά προωθούν τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής στην αγροτική οικονομία, ακυρώνουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η αγροτική μας οικονομία και καθιστούν ουσιαστικά τους αγρότες μας «προλετάριους» να δουλεύουν τη γη που τους ανήκε,
μια Κυβέρνηση με πυρήνα την Αριστερά, αξιοποιώντας τη δημιουργικότητα κάθε υπαρκτού εργαλείου παλιού ή σύγχρονου (ακόμα και δημιουργικές πλευρές των προηγούμενων που κριτικάραμε), οφείλει να αναδείξει ένα νέο πλαίσιο «προστατευτισμού» στην γεωργία, μη ταυτισμένου με το παραδοσιακό και στρεβλά εφαρμοσμένο εργαλείο των γεωργικών επιδοτήσεων, που στο γενικό του περίγραμμα θα χαρακτηρίζεται από παρεμβάσεις του κράτους:
α. στη δίκαια, ισότιμη και δημοκρατική χρήση των συντελεστών παραγωγής από όλους τους αγρότες μας
β. στην ισότιμη πρόσβαση σε μια δημοκρατική και με αρχές οικονομική αγορά που θα διασφαλίζει εξίσου τα δικαιώματα και συμφέροντα των παραγωγών, των εμπόρων και των καταναλωτών
γ. στη διαμόρφωση νέων σύγχρονων δημοκρατικών δομών στον τομέα της παραγωγής και εμπορίας
δ. στην ασφάλεια αυτής καθεαυτής της γεωργικής παραγωγής από τους αστάθμητους εξωτερικούς παράγοντες - κυρίως περιβαλλοντικούς - που δημιουργούν το μεγάλο ρίσκο της .
Στη βάση λοιπόν τού, ποιές θα είναι οι κυβερνητικές προγραμματικές στοχεύσεις της Αριστεράς σήμερα, και τού ποια εργαλεία αυτή θα επιλέξει, ώστε να τις υλοποιήσει, απαιτείται να στραφεί η συζήτηση σε επίπεδο εμπλεκομένων με την πρωτογενή παραγωγή.
Χωρίς ούτε μια στιγμή να υπάρξει παραίτηση από το κύριο και βασικό. Να πρωτοστατήσει η δική μας Αριστερά στους αγώνες που αυτή την περίοδο αναπτύσσονται, εξελίσσονται, και δυναμώνουν.
Αγώνες αντίστασης στις επιπτώσεις των μνημονιακών επιλογών που καταστρέφουν την κοινωνία και την αγροτική οικονομία.
Αγώνες υπεράσπισης του κοινωνικού ιστού και διαμόρφωσης σχέσεων αλληλεγγύης στον δοκιμαζόμενο γενικά πληθυσμό και ειδικότερα τον αγροτικό.
Αγώνες ανατροπής των εφαρμοζόμενων πολιτικών και ωρίμανσης των προϋποθέσεων Αριστερής διακυβέρνησης.
*Ο Νίκος Στουπής είναι Γεωπόνος, Περιφερειακός Σύμβουλος Στερεάς Ελλάδα με το ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ