Στις επερχόμενες ιταλικές εκλογές, η Επανίδρυση και οι Ιταλοί Κομουνιστές δημιούργησαν το ψηφοδέλτιο "Επανάσταση των Πολιτών", με επικεφαλής το δικαστή Ινγκρόια (που έδωσε αγώνες κατά της μαφίας), βασικούς συμμάχους το κεντρώο κόμμα του πρώην δικαστή Ντι Πιέτρο και τους Οικολόγους και με βασικό πολιτικό μήνυμα την «κάθαρση», που ιεραρχείται πάνω από τα ταξικά ζητήματα.

Η κίνηση προκάλεσε την κριτική πολλών αγωνιστών που συμμετείχαν στην προσπάθεια να οικοδομηθεί ένος εκλογικός πόλος της ριζοσπαστικής Αριστεράς με "πρόγραμμα" την αντίθεση στη λιτότητα. Δημοσιεύουμε σχετικό άρθρο του Τζόρζιο Κρεμάσκι, συνδικαλιστή στη FIOM και ιδρυτικό μέλος της επιτροπής «Όχι στο Χρέος». Ο Κρεμάσκι θα είναι στο διεθνές τριήμερο του Rproject και εκτός από την ομιλία του στη συζήτηση για το εργατικό κίνημα, θα παρέμβει και στη συζήτηση για την Αριστερά. Από τον ίδιο, για τις ιταλικές εκλογές και την Αριστερά μπορείτε να διαβάστε επίσης το "Αριστερά: Η στιγμή των επιλογών".

-------------------------------------------------------------------------------------------

Με δεδομένο ότι ουδέποτε υπήρξα θύμα του πολιτικού νεωτερισμού –μιας αντίληψης για το καινούργιο, μέσω της οποίας εδώ και τριάντα χρόνια διαιωνίζονται οι ίδιες πολιτικές και οι ίδιες άρχουσες τάξεις– δεν σκανδαλίζομαι, εάν το ψηφοδέλτιο του επονομαζόμενου τέταρτου πόλου μετεξελιχθεί στο σύνηθες προσωποπαγές ψηφοδέλτιο, με τον ηγέτη να φαντάζει ως η ουσία της κάθε πολιτικής πρότασης. Ούτε βέβαια με θορυβεί το γεγονός ότι στο τέλος ίσως να είναι τα κόμματα ο πραγματικός στυλοβάτης του ψηφοδελτίου. Τα κόμματα εξακολουθούν να υπάρχουν και όποιος τα αρνείται απλά θέλει να ιδρύσει το δικό του.

Αν κάτι δεν με πείθει στο συνασπισμό Ινγκρόια είναι οι προτεραιότητές του και το κύριο προγραμματικό του μήνυμα, όπως αυτό αναγγέλθηκε από τον ηγέτη του:

Η Ιταλία είναι μια χώρα που μαστίζεται από τη διαφθορά και τις μαφίες, κάποιες δε από τις πολιτικές της ελίτ –οι μπερλουσκονικοί– συνιστούν μέρος αυτού του συστήματος, ενώ κάποιες άλλες –ο Μόντι, αλλά και το ΔΚ (Δημοκρατικό Κόμμα)– είναι αδύναμες, αν όχι και υποτελείς ως προς αυτό. Έως τώρα, εξαιτίας αυτών των πολιτικών σχηματισμών, ουδέποτε υπήρξε ένας πραγματικός αγώνας ενάντια στις μαφίες και τη διαφθορά, με αποτέλεσμα, λόγω και της οικονομικής κρίσης, η χώρα να πληρώνει βαρύ τίμημα. Η ανάληψη της κυβέρνησης από μία άρχουσα πολιτική τάξη που θα εξολοθρεύσει τις μαφίες είναι προϋπόθεση όχι μόνο για δικαιοσύνη, αλλά και η βάση μιας οικονομικής ανάκαμψης που δεν θα χρεωθεί στους φτωχότερους.

Αυτό νομίζω ότι λέει σε γενικές γραμμές ο Ινγκρόια και αναμφίβολα στη σκέψη του εντοπίζεται ένα από τα ακανθώδη προβλήματα της ιταλικής κρίσης: η όντως τεκμηριωμένη, εδώ και πολύ καιρό, βαρύτητα της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής, αλλά και της εγκληματικότητας στην οικονομία μας.

Ωστόσο, το παραπάνω σχόλιο δεν αρκεί για να αιτιολογήσει ένα εναλλακτικό ψηφοδέλτιο απέναντι στα κυριότερα πολιτικά στρατόπεδα και ιδιαιτέρως του Μόντι, στην ατζέντα του οποίου, ειδικά για το θέμα αυτό, υπάρχουν θέσεις και προτάσεις συγγενείς με εκείνες του Ινγκρόια.

Το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα του σημερινού πρωθυπουργού εστιάζει στην άποψη ότι η εξυγίανση της ιταλικής οικονομίας θα προκύψει από την καταστροφή του παράνομου και συντεχνιακού χαρακτήρα της. Όχι τυχαία λοιπόν εγκωμιάζει ως παράδειγμα επιχειρηματικότητας τον Μαρκιόνε (Στμ: ο διαβόητος μάνατζερ της ΦΙΑΤ που διαλύει τα εργατικά δικαιώματα και επιχειρεί να καταργήσει τη λειτουργία του συνδικάτου FIOMστα εργοστάσια), ταυτίζοντάς τον με την πορεία των «μεταρρυθμίσεων». Ο νεοφιλελευθερισμός δεν παύει να είναι εγκληματικός όσον αφορά τις κοινωνικές του συνέπειες, όμως αυτό δεν εμποδίζει τους υπέρμαχούς του να τον προτάσσουν ως αντίδοτο στο οικονομικό έγκλημα.

Βεβαίως, ο Μόντι τοποθετεί στην κορυφή της πολιτικής του ατζέντας την οικονομική λιτότητα, ακριβώς όπως αυτή ορίζεται από τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις δημοσιονομικής αυστηρότητας και σύμφωνα με τις οποίες ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός της κάθε χώρας υπαγορεύεται από το σύνταγμά της. Υποστηρίζει μάλιστα ότι αυτοί οι περιορισμοί θα ενισχύσουν περισσότερο τον αγώνα εναντίον της οικονομικής και μαφιόζικης εγκληματικότητας, αφού θα μας υποχρεώσουν να αναζητήσουμε στην τελευταία τους απαραίτητους αναπτυξιακούς πόρους. Αναρωτιέται κανείς, γιατί ο Ινγκρόια, ενώ δήλωσε από την πρώτη στιγμή ότι θα εναντιωθεί στον Μόντι, αποφεύγει να αμφισβητήσει εκείνο το σημείο που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής του αντιπάλου του; Γιατί είναι απούσα η κριτική του στις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις, αλλά και στον υποτιθέμενο τίμιο διεθνή καπιταλισμό;

Κατά τη γνώμη μου, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, διότι ο Ινγκρόια θεωρεί ότι το οικονομικό όσο και το κοινωνικό ζήτημα προκύπτει από την ύπαρξη της εγκληματικότητας και ότι αρκεί να είμαστε κυριολεκτικά αμείλικτοι απέναντι στην τελευταία, για να δημιουργηθούν οι δίκαιες αναπτυξιακές οικονομικές συνθήκες. Όχι. Δεν είναι έτσι.

Για να αντιμετωπιστεί η παρούσα κρίση με μία εναλλακτική οπτική γωνία διαφορετική από εκείνη του Μόντι χρειάζεται να προγραμματιστεί μια τεράστια δημόσια παρέμβαση στην οικονομία, αλλά και να έρθουμε σε ρήξη με όλες τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις. Ή θα ακολουθήσουμε αυτόν το δρόμο ή θα πρέπει να εμπιστευτούμε τις αγορές, ελπίζοντας ότι μπορούμε να τις ελέγχουμε.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η υποψηφιότητα του Μόντι δυσκόλεψε τη θέση του Δ.Κ., το οποίο δεν έπαψε να υποστηρίζει την πολιτική των αγορών και δεν αντιπαραθέτει σε αυτές ούτε ένα υποτυπώδες εναλλακτικό πρόγραμμα.

Μια πολιτική που στηρίζει το Δημόσιο και την κοινωνική ισότητα απαιτεί έναν ισχυρό δημοκρατικό έλεγχο στην οικονομία. Μόνον έτσι αποκτά σημασία ο αγώνας ενάντια στις μαφίες και τη διαφθορά, αφού ο νεοφιλελευθερισμός δεν έπαψε ποτέ να συντηρείται από την ικανότητά του να διαφθείρει την εκάστοτε πολιτική εξουσία.

Όλο το σύστημα των δημοσίων επιχειρήσεων, πολύ πριν ιδιωτικοποιηθεί, κλυδωνίστηκε από τις μίζες και το χρηματισμό των μάνατζερ και των πολιτικών που το ήλεγχαν. Ήταν τότε που άρχισε να ηγεμονεύει και στην αριστερά η ιδεολογία της αγοράς ως αντίδοτου στη διαφθορά. Αλλά, όπως μας δίδαξε ο Μπέρτολντ Μπρεχτ, είναι περισσότερο κερδοφόρο να ιδρύεις μια τράπεζα παρά να την κλέβεις.

Στην τρέχουσα κρίση προτεραιότητα έχει ο αγώνας ενάντια στην ανεργία, καθώς και στην υπερεκμετάλλευση της εργασίας και του περιβάλλοντος. Αυτός ο αγώνας θα αποκτήσει υπόσταση μόνο μέσω του δημοσίου, δηλαδή μέσω μιας δημόσιας εξουσίας απελευθερωμένης από την εγκληματικότητα και τη διαφθορά, και στην οποία θα εμπιστευτούμε τη νέα οικονομική και κοινωνική πολιτική.

Για μένα η εναλλακτική πρόταση απέναντι στον Μόντι θα προέλθει μέσω της ρήξης με τις νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές πολιτικές και με την εγκληματική οικονομική πολιτική με την οποία η διεθνής Τρόικα διαχειρίστηκε και κατέστρεψε την Ελλάδα. Μια χώρα όπου ακόμα σήμερα θριαμβεύει η ανομία των αγορών. Το κοινωνικό ζήτημα θα κατευθύνει τον αγώνα εναντίον της εγκληματικότητας και όχι το αντίστροφο. Αυτή είναι η βασική διαφορά ανάμεσα στον αγώνα κατά της μαφίας που διεξάγουν οι τίμιοι φιλελεύθεροι και στον αγώνα του κομουνιστικού και σοσιαλιστικού εργατικού κινήματος. Μια διαφορά περισσότερο επίκαιρη σήμερα, αν πραγματικά θέλουμε να τοποθετηθούμε ως το εναλλακτικό μέτωπο απέναντι σε όλο το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο πολιτικό κάδρο.