H μονιμότητα βασικό αίτημα του αστικού εκσυγχρονισμού επί Βενιζέλου.

ο «τα­μπού» της μο­νι­μό­τη­τας των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων πρέ­πει να σπά­σει, έχει επα­νει­λημ­μέ­να το­νί­σει ο υπουρ­γός Διοι­κη­τι­κής Με­ταρ­ρύθ­μι­σης, αλλά και ένας ευ­ρύ­τα­τος κύ­κλος πο­λι­τι­κών και ανα­λυ­τών. Οι πρώ­τες απο­λύ­σεις έγι­ναν με το κλεί­σι­μο της ΕΡΤ, ενώ την ώρα που γρά­φο­νται αυτές οι γραμ­μές μπο­ρού­με ακόμα να ελ­πί­ζου­με ότι δεν θα απο­λυ­θούν τε­λι­κά εκ­παι­δευ­τι­κοί, κα­θα­ρί­στριες, σχο­λι­κοί φύ­λα­κες και δη­μο­τι­κοί αστυ­νο­μι­κοί που είχαν τεθεί σε δια­θε­σι­μό­τη­τα.
Οι απο­λύ­σεις από το δη­μό­σιο, πέρα από τον στόχο της μεί­ω­σης όσων δα­πα­νών δεν κα­τευ­θύ­νο­νται στην απο­πλη­ρω­μή του δη­μό­σιου χρέ­ους, πα­ρου­σιά­ζο­νται ως μέτρο δι­καιο­σύ­νης, κα­τάρ­γη­σης ενός αδι­καιο­λό­γη­του «προ­νο­μί­ου» που απο­λαμ­βά­νουν ανί­κα­να «βύ­σμα­τα», τη στιγ­μή που στον ιδιω­τι­κό τομέα κυ­ριρ­χεί η μα­ζι­κή ανερ­γία. Το ότι η εξί­σω­ση γί­νε­ται προς τα κάτω, το ότι στην κα­τάρ­γη­ση της μο­νι­μό­τη­τας στο δη­μό­σιο συ­μπυ­κνώ­νε­ται η κα­τάρ­γη­ση του δι­καιώ­μα­τος στη μό­νι­μη και στα­θε­ρή ερ­γα­σία εν γένει, τεί­νουν δυ­στυ­χώς να το πα­ρα­βλέ­πουν πολλά από τα θύ­μα­τα των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών, πα­ρα­δο­μέ­να σε μια πο­λι­τι­κή της μνη­σι­κα­κί­ας.
 Tα ιερά και τα όσια του αστι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού
Πώς προ­έ­κυ­ψε όμως η επά­ρα­τος μο­νι­μό­τη­τα; Εδώ υπάρ­χει κά­ποια αμη­χα­νία, καθώς θα πρέ­πει να θι­γούν τα ιερά και τα όσια του αστι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού: ο ίδιος ο Βε­νι­ζέ­λος (ο Ελευ­θέ­ριος, προ­φα­νώς), βα­σι­κός και ανα­ντι­κα­τά­στα­τος κρί­κος στην πάλη με­τα­ξύ εκ­συγ­χρο­νι­σμού και λαϊ­κι­σμού, που απο­τε­λεί την κυ­ρί­αρ­χη αφή­γη­ση για τη νε­ο­ελ­λη­νι­κή ιστο­ρία. Η θέ­σπι­ση της μο­νι­μό­τη­τας των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων στο Σύ­νταγ­μα του 1911, από μια Βουλή που ήλεγ­χε πλή­ρως το Κόμμα των Φι­λε­λευ­θέ­ρων, απο­τε­λεί ένα αί­νιγ­μα για τους ση­με­ρι­νούς εκ­συγ­χρο­νι­στές (που, και όταν δεν είναι οι ίδιοι τα­λι­μπάν του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, κι­νού­νται σαφώς εντός των ορίων που θέτει η νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη συ­ναί­νε­ση). Ακόμα και έγκυ­ροι ιστο­ρι­κοί, λοι­πόν, απο­δί­δουν τη θέ­σπι­ση της  σ’ ένα πνεύ­μα λαϊ­κι­σμού που χα­ρα­κτή­ρι­σε τα χρό­νια του κι­νή­μα­τος στο Γουδί και με το οποίο ο Βε­νι­ζέ­λος ανα­γκά­στη­κε σ’ ένα βαθμό να συμ­βι­βα­στεί. Ο Γιώρ­γος Δερ­τι­λής το 1993 συ­γκα­τέ­λε­γε τη μο­νι­μό­τη­τα των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων στις «αντι­πα­ρο­χές» που λάμ­βα­ναν τα μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα από το κρά­τος ένα­ντι της υπερ­φο­ρο­λό­γη­σής τους και συ­νέ­δε­σε την κα­θιέ­ρω­σή της με την έκρη­ξη των μι­κρο­α­στών το 1909 ενά­ντια στους φό­ρους.[1] Πρό­σφα­τα, ο Γιώρ­γος Μαυ­ρο­γορ­δά­τος αντι­πα­ρέ­θε­σε στον Βε­νι­ζέ­λο του 1911 αυτόν του 1928-32, ο οποί­ος πλέον «δυ­σφο­ρού­σε για τις συ­νέ­πειες της μο­νι­μό­τη­τας» και εξήγ­γει­λε τη μεί­ω­ση των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων – ενώ «ήταν ο μόνος που έκλει­σε δε­κά­δες σχο­λεία της μέσης εκ­παί­δευ­σης».[2]Ωστό­σο, η μο­νι­μό­τη­τα των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων υπήρ­ξε αί­τη­μα του αστι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού στις αρχές του 20ού αιώνα. Πριν κα­το­χυ­ρω­θεί στο Σύ­νταγ­μα του 1911, είχε γίνει απο­δε­κτή από το σύ­νο­λο των κομ­μά­των ως επι­βε­βλη­μέ­νη, και την συ­να­ντά κα­νείς σ’ ένα πλή­θος δια­φο­ρε­τι­κών πο­λι­τι­κών προ­γραμ­μά­των.[3] Ο πρώ­τος, αν δεν κά­νου­με λάθος, που είχε ψη­φί­σει (βρα­χύ­βιο) νόμο που κα­θιέ­ρω­νε τη μο­νι­μό­τη­τα των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων, μαζί με τον προσ­διο­ρι­σμό των προ­σό­ντων τους, ήταν ο Τρι­κού­πης, ενώ το 1905 η κυ­βέρ­νη­ση Ράλλη θέ­σπι­σε τη μο­νι­μό­τη­τα όσων είχαν συ­μπλη­ρώ­σει 15 χρό­νια υπη­ρε­σί­ας.
Ασφα­λώς κά­ποιες υπη­ρε­σί­ες και θέ­σεις θα χα­ρα­κτη­ρί­ζο­νταν από με­γα­λύ­τε­ρη στα­θε­ρό­τη­τα και κά­ποιες αλ­λα­γές κυ­βέρ­νη­σης θα έφερ­ναν μι­κρό­τε­ρη ανα­στά­τω­ση από άλλες.[4] Με το υπάρ­χον επί­πε­δο γνώ­σε­ων όμως δεν εί­μα­στε σε θέση να προ­χω­ρή­σου­με σε μια ανά­λυ­ση πιο εκλε­πτυ­σμέ­νη από τις γνω­στές ιστο­ρί­ες για την ονο­μα­σία της Πλα­τεί­ας Κλαυθ­μώ­νος κλπ.[5] Ας επι­ση­μά­νου­με, μόνο, ότι η αντι­με­τώ­πι­ση της αστά­θειας στην απα­σχό­λη­ση απο­τε­λού­σε βα­σι­κό μέ­λη­μα τόσο των πρώ­των συλ­λό­γων εκ­παι­δευ­τι­κών τη δε­κα­ε­τία του 1870,[6] όσο και του Με­το­χι­κού τα­μεί­ου πο­λι­τι­κών υπαλ­λή­λων.[7]
 
Τα οφέλη της μο­νι­μό­τη­τας
Οι δη­μό­σιοι υπάλ­λη­λοι είχαν λοι­πόν κάθε λόγο να υπο­στη­ρί­ξουν ένα μέτρο που θα βελ­τί­ω­νε σο­βα­ρά τους όρους ζωής τους. Ποια ήταν όμως τα κί­νη­τρα των πο­λι­τι­κών και των δη­μο­σιο­λο­γού­ντων που πρό­τει­ναν τη μο­νι­μό­τη­τα; Εντο­πί­ζει κα­νείς τρεις βα­σι­κές κα­τη­γο­ρί­ες επι­χει­ρη­μά­των. Η πρώτη εστια­ζό­ταν στη μεί­ω­ση των δη­μο­σί­ων δα­πα­νών που θα συ­νε­πα­γό­ταν: λόγω της εναλ­λα­γής στην υπη­ρε­σία ήταν πε­ρισ­σό­τε­ροι όσοι θε­με­λί­ω­ναν το ελά­χι­στο δι­καί­ω­μα σύ­ντα­ξης, ενώ και οι συ­χνές τι­μω­ρη­τι­κές με­τα­θέ­σεις πρό­σθε­ταν έξοδα οδοι­πο­ρι­κών.[8] Η κοι­νο­βου­λευ­τι­κή επι­τρο­πή επί του προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού του 1907, π.χ., επι­σή­μαι­νε ότι, λόγω της μη μο­νι­μό­τη­τας των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων και των συ­νε­πα­γο­μέ­νων «αθρό­ων με­τα­βο­λών» προ­σω­πι­κού, υπάρ­χει «κο­λοσ­σιαί­ος αριθ­μός» δι­καιου­μέ­νων σύ­ντα­ξη.[9]
Δεύ­τε­ρον, από τη στα­θε­ρο­ποί­η­ση της απα­σχό­λη­σης του υπαλ­λη­λι­κού δυ­να­μι­κού (το οποίο, εν­νο­εί­ται, θα διέ­θε­τε τα απα­ραί­τη­τα προ­σό­ντα) ανα­με­νό­ταν η απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρη λει­τουρ­γία του κρά­τους: η μο­νι­μό­τη­τα θα πα­ρή­γα­γε εμπει­ρία, και η υπη­ρε­σία δεν θα ήταν εκτε­θει­μέ­νη στον «ανε­μο­στρό­βι­λον των με­τα­βο­λών όστις ανά πάσαν ώραν […] δια­τα­ράσ­σει και πα­ρα­λύ­ει την αρ­μο­νι­κήν λει­τουρ­γί­αν της διοι­κή­σε­ως» (Δ. Γού­να­ρης 1908).[10] Σύμ­φω­να με τον ει­σαγ­γε­λέα του Αρεί­ου Πάγου το 1901 «η αδιά­κο­πος με­τα­βο­λή των δη­μο­σί­ων λει­τουρ­γών είνε δυ­στύ­χη­μα εις την δη­μο­σί­αν υπη­ρε­σί­αν, εκτός δε τού­του όταν ο δη­μό­σιος λει­τουρ­γός θεωρή εαυ­τόν σταθ­μεύ­ο­ντα προ­σω­ρι­νώς εν θέσει τινί δεν δει­κνύ­ει πολύν ζήλον περί την εκτέ­λε­σιν των κα­θη­κό­ντων του».[11]
Τρίτο και πιο συ­νη­θι­σμέ­νο επι­χεί­ρη­μα υπέρ της μο­νι­μό­τη­τας ήταν ότι έτσι θα συ­γκρο­τού­νταν ένα ακομ­μά­τι­στο κρά­τος δι­καί­ου. «Η μο­νι­μό­της των υπαλ­λή­λων θ’ ασφα­λί­σει την αφα­τρί­α­στον διοί­κη­σιν», ήταν το βα­σι­κό επι­χεί­ρη­μα του Βε­νι­ζέ­λου στη συ­ζή­τη­ση στην εθνο­συ­νέ­λευ­ση.[12]Στό­χος ήταν να μην ανα­γκά­ζο­νται οι δη­μό­σιοι υπάλ­λη­λοι να προ­σκολ­λώ­νται σε βου­λευ­τές και κόμ­μα­τα για να δια­τη­ρή­σουν τη δου­λειά τους, και άρα να πε­ριο­ρι­στούν τα ρου­σφέ­τια, η ευ­νοιο­κρα­τία κι η ανα­ξιο­κρα­τία. Από πα­λιό­τε­ρα η μο­νι­μό­τη­τα προ­βαλ­λό­ταν ως το κα­τε­ξο­χήν μέτρο κα­τα­πο­λέ­μη­σης της «συ­ναλ­λα­γής», των πε­λα­τεια­κών σχέ­σε­ων, οι οποί­ες θε­με­λιώ­νο­νταν σε με­γά­λο βαθμό στις δυ­να­τό­τη­τες που είχαν βου­λευ­τές και ελάσ­σο­νες κομ­μα­τάρ­χες να επη­ρε­ά­σουν απο­φά­σεις της διοί­κη­σης και της δι­καιο­σύ­νης. Συ­νή­θως η πρό­τα­ση αυτή συν­δυα­ζό­ταν με την κρι­τι­κή στο πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα, η οποία κά­πο­τε γι­νό­ταν με ένα αντι­κοι­νο­βου­λευ­τι­κό και αντι­δη­μο­κρα­τι­κό σκε­πτι­κό που χρέ­ω­νε τον «φα­τρια­σμό» της διοί­κη­σης στην ισχυ­ρή πα­ρου­σία του λαϊ­κού πα­ρά­γο­ντα στο κρά­τος.[13]
Αν όμως οι από πάνω τό­νι­ζαν τις «δη­μο­κρα­τι­κές» πλευ­ρές της «συ­ναλ­λα­γής», η σκο­πιά των από κάτω εστί­α­ζε στις σχέ­σεις εξου­σί­ας που συ­νε­πα­γό­ταν. Όπως το έθετε ο πρό­ε­δρος του Συν­δέ­σμου Συ­ντε­χνιών, της δευ­τε­ρο­βάθ­μιας ορ­γά­νω­σης των επαγ­γελ­μα­τι­κών σω­μα­τεί­ων της Αθή­νας μι­λώ­ντας στη με­γά­λη συ­γκέ­ντρω­ση που επι­σφρά­γι­σε τη λαϊκή υπο­στή­ρι­ξη στο κί­νη­μα στο Γουδί, «ο υπάλ­λη­λος είναι υπη­ρέ­της του βου­λευ­τού, διότι αυτός τον προ­στα­τεύ­ει» από τυχόν από­λυ­ση, και η μο­νι­μο­ποί­η­σή του θα έβαζε τέλος σ’ αυτό.[14]
Βέ­βαια, η συ­νταγ­μα­τι­κή κα­το­χύ­ρω­ση της μο­νι­μό­τη­τας δεν προ­στά­τευ­σε τους δη­μό­σιους υπάλ­λη­λους από πο­λι­τι­κές διώ­ξεις στα επό­με­να χρό­νια: κατά τη διάρ­κεια του Δι­χα­σμού κα­ταρ­χάς, οπότε δια­βά­ζει κα­νείς π.χ. για «απε­λά­σεις» βε­νι­ζε­λι­κών δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων από τις πό­λεις όπου υπη­ρε­τού­σαν μετά τα Νο­εμ­βρια­νά και για απο­λύ­σεις χι­λιά­δων δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων από τους Φι­λε­λεύ­θε­ρους μόλις επα­νήλ­θαν στην εξου­σία.[15] Και έπει­τα, στα χρό­νια του «αντι­κομ­μου­νι­στι­κού αγώνα», από τη δι­κτα­το­ρία του Με­τα­ξά μέχρι τη δι­κτα­το­ρία των συ­νταγ­μα­ταρ­χών, όταν ση­μειώ­θη­καν μα­ζι­κές εκ­κα­θα­ρί­σεις αρι­στε­ρών δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων (στα 1936-38 και στα χρό­νια του Εμ­φυ­λί­ου) και κα­θιε­ρώ­θη­κε το «πι­στο­ποι­η­τι­κό κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μά­των».[16]
 
Το δι­καί­ω­μα στη δου­λειά
Τι έχει να μας πει αυτή η συ­ζή­τη­ση σή­με­ρα; Φυ­σι­κά μπαί­νει κα­νείς στον πει­ρα­σμό να ανα­ρω­τη­θεί πώς θα επη­ρε­ά­σει η κα­τάρ­γη­ση της μο­νι­μό­τη­τας τις σχέ­σεις των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων με κομ­μα­τι­κά πε­λα­τεια­κά δί­κτυα, θυ­μού­με­νος τον τρόπο πρό­σλη­ψης πολ­λών συμ­βα­σιού­χων και ερ­γα­ζο­μέ­νων σε προ­γράμ­μα­τα stage τα προη­γού­με­να χρό­νια. Είναι σαφές όμως ότι το βα­σι­κό επί­δι­κο της μο­νι­μό­τη­τας είναι άλλο. Η κα­τάρ­γη­σή της είναι ένας ση­μα­ντι­κός κόμ­βος στην κοι­νω­νι­κή οπι­σθο­δρό­μη­ση που επι­χει­ρεί­ται, στην επι­στρο­φή μας 100 χρό­νια πριν, όταν λίγοι μι­σθω­τοί μπο­ρού­σαν να έχουν προσ­δο­κί­ες στα­θε­ρής απα­σχό­λη­σης. όταν η αντί­λη­ψη ότι η κοι­νω­νία έχει κά­ποια ευ­θύ­νη να εξα­σφα­λί­ζει όρους ευ­η­με­ρί­ας για τα μέλη της μέσω δη­μό­σιων πο­λι­τι­κών είχε πολύ πε­ριο­ρι­σμέ­νη εφαρ­μο­γή. όταν το κρά­τος δε νο­μι­μο­ποιού­νταν να πα­ρεμ­βαί­νει σε πεδία όπως η απα­σχό­λη­ση και η ανερ­γία, οι ασφα­λί­σεις ή ο βα­σι­κός μι­σθός.
Στα συμ­φρα­ζό­με­να της Δεύ­τε­ρης Βιο­μη­χα­νι­κής Επα­νά­στα­σης και του φορ­ντι­σμού, κυ­ρί­αρ­χη τάση τόσο στον ιδιω­τι­κό όσο και στον δη­μό­σιο τομέα έγινε η στα­θε­ρο­ποί­η­ση της απα­σχό­λη­σης και των ερ­γα­σια­κών σχέ­σε­ων: τα ακα­νό­νι­στα με­ρο­κά­μα­τα έδω­σαν τη θέση τους στον μισθό, η μα­ζι­κή πα­ρα­γω­γή στη­ρί­χθη­κε από νέα πρό­τυ­πα και δυ­να­τό­τη­τες κα­τα­νά­λω­σης, νέες φρο­ντί­δες για την ανα­πα­ρα­γω­γή της ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης συ­ντο­νί­στη­καν με τις διεκ­δι­κή­σεις του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος και με τα νέα επί­πε­δα τα­ξι­κού συμ­βι­βα­σμού που επέ­βα­λαν οι απει­λές ανα­τρο­πής του κα­θε­στώ­τος.
Η μο­νι­μό­τη­τα των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων, λοι­πόν, εμ­φα­νί­ζε­ται συν­δε­δε­μέ­νη με μια προη­γού­με­νη πε­ρί­ο­δο του κα­πι­τα­λι­σμού, ένα βα­ρί­δι στις ανα­διαρ­θρώ­σεις που επι­χει­ρού­νται βίαια. Αν οφεί­λου­με να την υπε­ρα­σπι­στού­με είναι επει­δή έτσι υπο­στη­ρί­ζου­με συ­νο­λι­κά το δι­καί­ω­μα στη δου­λειά, επει­δή δη­λα­δή αντα­πο­κρί­νε­ται στις ανά­γκες της ερ­γα­ζό­με­νης πλειο­ψη­φί­ας: επει­δή βρί­σκε­ται στο μο­νο­πά­τι που οδη­γεί σε μια κοι­νω­νία πιο δί­καιη, και όχι στον δρόμο που οδη­γεί στη ζού­γκλα.

*Ο Νίκος Πο­τα­μιά­νος είναι δρ Ιστο­ρί­ας του Πα­νε­πι­στη­μί­ου Κρή­της

[1] Γ. Β. Δερ­τι­λής, Ατε­λέ­σφο­ροι ή τε­λε­σφό­ροι; Φόροι και εξου­σία στο νε­ο­ελ­λη­νι­κό κρά­τος, Αθήνα 1993, σ. 97-98. Το 2005 στην Ιστο­ρία του ελ­λη­νι­κού κρά­τους 1830-1920, τ. Β΄, σ. 756 ο Δερ­τι­λής με­τριά­ζει κά­ποιες από τις πα­λιό­τε­ρες δια­πι­στώ­σεις του για τις «αντι­πα­ρο­χές» στους μι­κρο­α­στούς, επι­μέ­νει στη συ­σχέ­τι­ση της συ­νταγ­μα­τι­κής κα­θιέ­ρω­σης της μο­νι­μό­τη­τας στο δη­μό­σιο το 1911 με την ανά­γκη εξευ­με­νι­σμού των εξε­γερ­μέ­νων μι­κρο­α­στών που στή­ρι­ξαν το κί­νη­μα στο Γουδί το 1909.
[2] Γιώρ­γος Μαυ­ρο­γορ­δά­τος, «Ο Ελευ­θέ­ριος Βε­νι­ζέ­λος και οι δη­μό­σιοι υπάλ­λη­λοι», HΚα­θη­με­ρι­νή, 21 Απρι­λί­ου 2013.
[3] Για να μεί­νου­με στα κόμ­μα­τα που υπήρ­χαν πριν την άνοδο του Βε­νι­ζέ­λου, αυτά του Θε­ο­τό­κη και του Ράλλη τάσ­σο­νταν υπέρ της μο­νι­μό­τη­τας σύμ­φω­να με την Ακρό­πο­λις 4 και 17 Σε­πτεμ­βρί­ου 1909 (ενώ στο προ­σχέ­διο που συ­νέ­τα­ξαν από κοι­νού για τα ανα­θε­ω­ρη­τέα άρθρα του συ­ντάγ­μα­τος πε­ρι­λαμ­βα­νό­ταν η κα­θιέ­ρω­ση της μο­νι­μό­τη­τας: Ελ­λη­νι­σμός 18 Φε­βρουα­ρί­ου 1910). η κυ­βέρ­νη­ση Μαυ­ρο­μι­χά­λη υπέ­βα­λε σχε­τι­κό νο­μο­σχέ­διο (Ακρό­πο­λις 10 Σε­πτεμ­βρί­ου και 1 Δε­κεμ­βρί­ου 1909), ενώ ο Στέφ. Δρα­γού­μης είχε εκ­φρα­στεί υπέρ της από την επαύ­ριον της ήττας του 1897 (Κ. και Σ. Βο­βο­λί­νης, Μέγα ελ­λη­νι­κό βιο­γρα­φι­κό λε­ξι­κό, Αθήνα 1960, τ. Γ΄, σ.460).
[4] Σύμ­φω­να με τον Γ. Ν. Κο­φι­νά, Επί τη τεσ­σα­ρα­κο­ντα­ε­τη­ρί­δι του Με­το­χι­κού Τα­μεί­ου των Πο­λι­τι­κών Υπαλ­λή­λων 1868-1907, Αθήνα 1908, το 1868 «αι με­τα­βο­λαί των υπαλ­λή­λων ήσαν συ­χνό­τε­ραι ή σή­με­ρον».
[5] Γλα­φυ­ρή, π.χ., η αφή­γη­ση του Ι. Βα­χα­βιό­λου, «Πώς πρω­το­α­πο­λύ­θη­κα», Ημε­ρο­λό­γιον της Με­γά­λης Ελ­λά­δος 1934, σ. 357-376.
[6] Γιάν­νης Λιά­σκος, Η ιστο­ρία του συν­δι­κα­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων, Αθήνα 1992, σ.10.
[7] Το οποίο ιδρύ­θη­κε το 1867 με στόχο την «πε­ρί­θαλ­ψιν των οπωσ­δή­πο­τε [με οποιον­δή­πο­τε τρόπο] απο­μα­κρυ­νο­μέ­νων εκ της υπη­ρε­σί­ας δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων». «Το εις πε­ρί­θαλ­ψιν δι­καί­ω­μα άρ­χε­ται μετά έξ ετών υπη­ρε­σί­αν, συ­νε­χή ή μη». «Ο μέ­το­χος υπο­χρε­ού­ται, εφ’ όσον υπη­ρε­τεί, εις την κα­τα­βο­λήν των ορι­σμέ­νων κα­τα­θέ­σε­ων». «Ο απο­μα­κρυν­θείς της υπη­ρε­σί­ας μέ­το­χος επα­νερ­χό­με­νος εις αυτήν οφεί­λει» να κα­τα­βά­λει τη συν­δρο­μή που έχει ορι­στεί. «Η πε­ρί­θαλ­ψις δια­κό­πτε­ται άμα ο λαμ­βά­νων αυτήν επα­νέλ­θη εις την υπη­ρε­σί­αν». Το κα­τα­στα­τι­κό του ΜΤΠΥ, το οποίο αφο­ρού­σε βα­σι­κά τους ανώ­τε­ρους δη­μό­σιους υπάλ­λη­λους (αλλά και κά­ποιους ιδιω­τι­κούς), δη­μο­σιεύ­ε­ται στην Εφη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως ΦΕΚ Α΄ 64, 1 Νο­εμ­βρί­ου 1867.
[8] Αν­δρέ­ας Αν­δρε­ά­δης, «Η ελ­λη­νι­κή δη­μό­σια οι­κο­νο­μία από του συμ­βι­βα­σμού μέχρι των βαλ­κα­νι­κών πο­λέ­μων», στο Έργα, Αθήνα 1939, τ.2, σ. 541 (βλ. και 537, 538). Ο συν­δυα­σμός του με­λή­μα­τος για μο­νι­μό­τη­τα με αυτό για μεί­ω­ση του αριθ­μού των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων δεν απα­ντά­ται μόνο στον Αν­δρε­ά­δη: βλ. π.χ. Και­ροί 28 Φε­βρουα­ρί­ου 1909 (Δ. Χα­τζό­που­λος). Η Ένωση ελ­λη­νι­κών σω­μα­τεί­ων, επί­σης, ένας συ­να­σπι­σμός πα­ρα­γό­ντων που στή­ρι­ζαν το κί­νη­μα στο Γουδί με θέ­σεις κοι­νω­νι­κά πιο συ­ντη­ρη­τι­κές από τον σύν­δε­σμο συ­ντε­χνιών, συν­δύ­α­ζε το αί­τη­μα της μο­νι­μό­τη­τας των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων με τον πε­ριο­ρι­σμό «μέχρι του εσχά­του δυ­να­τού ορίου των δη­μο­σί­ων θέ­σε­ων»: Ακρό­πο­λις 14 Σε­πτεμ­βρί­ου 1909.
[9] H έκ­θε­ση της επι­τρο­πής πα­ρα­τί­θε­ται στο Νε­ο­κλής Κα­ζά­ζης, Ο Κοι­νο­βου­λευ­τι­σμός εν Ελ­λά­δι, Αθήνα 1910, σ. 134.
[10] Τον πα­ρα­θέ­τει ο Διο­νύ­σιος Αλι­κα­νιώ­της, Δη­μή­τριος Γού­να­ρης, Αθήνα 1983, σ. 102.
[11] Ακρό­πο­λις 10 Απρι­λί­ου 1901 (Δ. Τζι­βα­νό­που­λος).
[12] Το πα­ρα­θέ­τει ο Κων­στα­ντί­νος Χ. Δε­σπο­τό­που­λος, Ο θε­σμός της μο­νι­μό­τη­τος των δη­μο­σί­ων πο­λι­τι­κών υπαλ­λή­λων, Αθήνα 1924, σ.27.
[13] Αθα­νά­σιος Μπο­χώ­της, Η ρι­ζο­σπα­στι­κή δεξιά. Αντι­κοι­νο­βου­λευ­τι­σμός, συ­ντη­ρη­τι­σμός και ανο­λο­κλή­ρω­τος φα­σι­σμός στην Ελ­λά­δα 1864-1911, Αθήνα 2003, διά­σπαρ­τα· βλ., π.χ. σ. 240: Ν. Ι. Σα­ρί­πο­λος. Υπέρ της μο­νι­μό­τη­τας το­πο­θε­τού­νταν και ο Ν. Κα­ζά­ζης, θε­ω­ρώ­ντας την ανα­γκαία ιδίως για τις δη­μο­κρα­τι­κές πο­λι­τεί­ες που «υφί­στα­νται μεί­ζο­να την ενέρ­γειαν των πο­λι­τι­κών ρευ­μά­των»: Φι­λο­σο­φία του Δι­καί­ου και της Πο­λι­τεί­ας, τ. Γ΄, Αθήνα 1892, σ. 104.
[14] Ακρό­πο­λις 15 Σε­πτεμ­βρί­ου 1909.
[15] Χρ. Σ. Χουρ­μού­ζιος, Τα κατά την 18ην και 19ην Νο­εμ­βρί­ου και επέ­κει­να, Λον­δί­νο 1919, σ.129-131 και Γε­ώρ­γιος B. Λε­ο­ντα­ρί­της, Η Ελ­λά­δα στον πρώτο πα­γκό­σμιο πό­λε­μο 1917-1918, Αθήνα 2000 (1990), σ.90-93.
[16] Νίκος Αλι­βι­ζά­τος, Οι πο­λι­τι­κοί θε­σμοί σε κρίση 1922-1974, Αθήνα 31995, σ. 420-421 και 473 κ.ε
 

Ετικέτες