Στις εκλογές του Ιουνίου του 2012, για πρώτη φορά, μέσα από την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, η επαναστατική Αριστερά εκπροσωπήθηκε στο Κοινοβούλιο με δύο βουλευτές και μάλιστα γυναίκες. Η Μαρία Μπόλαρη (Α’ Αθήνας) και η Ιωάννα Γαϊτάνη (Α’ Θεσσαλονίκης), στελέχη της ΔΕΑ, από τη θέση αυτή συνέβαλαν στην ενίσχυση των εργατικών-λαϊκών αγώνων με συστηματική παρουσία στο πλευρό του κόσμου των αντιστάσεων και στις 25 Γενάρη διεκδικούν την επανεκλογή τους. Τις συναντήσαμε στο Διαρκές Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, το Σάββατο 3/1, και μιλήσαμε για την εκλογική μάχη, τις συμμαχίες και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, την κυβέρνηση της Αριστεράς και τις προτεραιότητές της, την ιστορική ευκαιρία που ανοίγεται στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Τελικά, η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έπεσε και στις 25 Γενάρη θα στηθούν πρόωρες κάλπες. Ποιο είναι το διακύβευμα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης;
Μ.Μ.: Η συγκυβέρνηση έπεσε κάτω από το βάρος της λαϊκής οργής και των κινητοποιήσεων. Έπεσε κάτω από το βάρος των δικών της αδιεξόδων, μετά τη δήθεν διαπραγμάτευση με την τρόικα. Έπεσε όμως και κάτω από την πίεση που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ όλο το προηγούμενο διάστημα, εντός και εκτός Βουλής. Το διακύβευμα της εκλογικής αναμέτρησης είναι η κυβέρνηση της Αριστεράς να μπορέσει να υλοποιήσει όλα όσα αποτελούν τις προσδοκίες του κόσμου. Θέλουμε ένα τέτοιο αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά που θα γίνει το παράδειγμα της ανατροπής της λιτότητας πανευρωπαϊκά.
Ι.Γ.: Ο Σαμαράς κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ ότι έριξε την κυβέρνηση για να πάρει την εξουσία. Η κυβέρνηση αυτή έπεσε από τους αγώνες του κόσμου και την αγανάκτηση για τα σκληρότερα μέτρα που πέρασαν ποτέ σε ευρωπαϊκή χώρα. Επομένως, το διακύβευμα των εκλογών είναι αν θα συνεχιστεί η πολιτική της φτώχειας και της διάλυσης του κοινωνικού κράτους, των απολύσεων και του αυταρχισμού, ή αν θα έχουμε αντιστροφή των πληγμάτων που έχουν υποστεί τα θύματα της κρίσης μέσα από μια πολιτική προς όφελος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Απέναντι στον ταξικό αντίπαλο, τους δανειστές και τους πολιτικούς τους εκφραστές, ενωμένοι να δώσουμε τη μάχη για μια νίκη που θα γίνει αφετηρία για την κοινωνική και πολιτική αλλαγή.
Από τα περίπου δυόμισι χρόνια της θητείας σας στο Κοινοβούλιο –χρόνο με πυκνά πολιτικά γεγονότα– τι κρατάτε και τι αφήνετε στον απολογισμό σας και για ποιους λόγους διεκδικείτε την επανεκλογή σας;
Μ.Μ.: Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα δυόμισι χρόνια πέσαμε στα βαθιά νερά. Κάναμε πολλά ως ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να πούμε ότι όλα έγιναν τέλεια. Κρατάμε όλη την παρέμβασή μας στο εργατικό κίνημα, στο κίνημα της νεολαίας, στους αγώνες ενάντια στο φασισμό και το ρατσισμό. Κρατάμε όμως και παρεμβάσεις μέσα στη Βουλή, όπου αναδείξαμε την ταξική αντιπαράθεση. Την επιμονή ότι υπάρχει λύση πέρα από τους μονόδρομους του νεοφιλελευθερισμού. Την επιμονή ότι η ριζοσπαστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ είναι όχι μόνο αναγκαία αλλά και ρεαλιστική. Με τις ερωτήσεις και τις τοποθετήσεις μας επιχειρήσαμε να φέρουμε στο προσκήνιο τα λαϊκά προβλήματα, τις διεκδικήσεις του αγωνιζόμενου κόσμου. Η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αποτελείται από συντρόφισσες και συντρόφους που ήταν στην πρώτη γραμμή των αγώνων, που στήριξαν όλα τα προηγούμενα χρόνια τον ριζοσπαστικό προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ, που επιχειρηματολόγησαν για τη σημασία της κυβέρνησης της Αριστεράς.
Ι.Γ.: Τα τελευταία χρόνια η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε μια μεγάλη μάχη ενάντια στη νομοθετική θωράκιση της εσωτερικής υποτίμησης. Μια μάχη δεμένη με τους αγώνες των εργαζομένων. Των απολυμένων και των «διαθέσιμων» καθηγητών, των σχολικών φυλάκων, των καθαριστριών του ΥΠΟΙΚ. Δεν είναι τυχαίο ότι βρεθήκαμε στο πλευρό κάθε μικρού και μεγάλου αγώνα, για τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, για την υπεράσπιση του περιβάλλοντος και του δημόσιου πλούτου, για τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών. Γι’ αυτό και έχει σημασία η σύνθεση της νέας ΚΟ να περιλαμβάνει ανθρώπους που συμμετείχαν ενεργά στην υποστήριξη αυτών των αγώνων. Μια ΚΟ δεσμευμένη να συγκρουστεί για τις ανάγκες των πολλών και όχι να υποχωρήσουν σε «ρεαλιστικούς στόχους».
Είχατε και έχετε συστηματική παρουσία στις μάχες υπεράσπισης των δημόσιων νοσοκομείων, στον αγώνα ενάντια στην κρατική καταστολή και το ρατσισμό. Πόσο σημαντική είναι για το κίνημα αντίστασης και τους κοινωνικούς αγώνες γενικότερα η στήριξη από τους εκπροσώπους της Αριστεράς στο Κοινοβούλιο;
Μ.Μ.: Ο κόσμος των αγώνων και γενικότερα των λαϊκών στρωμάτων απαιτεί από τους βουλευτές όχι μόνο να τα λένε σωστά, αλλά και να είναι παρόντες και παρούσες εκεί όπου δίνονται οι μάχες: από την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών, του μισθού και της σύνταξης, την υπεράσπιση των κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων, μέχρι τη μάχη ενάντια στη φασιστική απειλή και το ρατσισμό. Η εμπειρία μου λέει ότι ο κόσμος νιώθει πιο δυνατός όταν έχει μαζί του αριστερούς βουλευτές. Το απαιτεί κάτι τέτοιο και έχει δίκιο. Και νομίζω ότι την επόμενη περίοδο, αυτή η δράση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να γίνει πολύ πιο εμφανής και συχνή. Όμως δεν είναι μόνο η παρουσία στους αγώνες. Ο κόσμος μας έχει ανάγκη από ενημέρωση, από πολιτικά επιχειρήματα. Άρα, η ενεργή παρουσία των βουλευτών σε όλα τα παραπάνω αποτελεί σημαντικό κομμάτι της δουλειάς μας την επόμενη περίοδο.
Ι.Γ.: Στηρίξαμε με τις παρεμβάσεις μας, εντός και εκτός Βουλής, μια σειρά από εργατικούς αγώνες και πολύμορφα κοινωνικά κινήματα. Αγώνες και κινήματα που ενισχύθηκαν αποφασιστικά από την παρουσία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να έχουν διάρκεια και αντοχή, ώστε οι διεκδικήσεις τους να γίνουν γνωστές σε μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού. Εκπαιδευτήκαμε κι εμείς οι ίδιοι και οι ίδιες μέσα από αυτές τις μάχες. Και σε αυτή την τακτική θα επιμείνουμε, εκφράζοντας αταλάντευτα τα συμφέροντα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, στηρίζοντας δίκαια αιτήματα που αφορούν τις ζωές όλων μας και όχι κάποιας «συντεχνίας», όπως προσπαθούν να μας πείσουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ. Το να μείνει π.χ. ανοιχτό, με επαρκές προσωπικό και χρηματοδότηση, ένα δημόσιο νοσοκομείο είναι υπόθεση όλης της κοινωνίας.
Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και έξω από αυτόν έγινε πολλή συζήτηση για το πρόγραμμα και το εύρος των συμμαχιών του, με αφορμή και τη συγκρότηση των ψηφοδελτίων. Μετά και τις πρόσφατες εσωκομματικές διαδικασίες (ΚΕ, Διαρκές Συνέδριο κ.λπ.), ποια είναι η γνώμη σας γι’ αυτά τα κρίσιμα ζητήματα;
Μ.Μ.: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει και δεν θα μπορέσει, κατά τη γνώμη μου, να κάνει πίσω από όσα έχει ψηφίσει στο συνέδριό του για την ανατροπή των μνημονίων και το περιεχόμενο της κυβέρνησης της Αριστεράς. Δεν μπορεί να κάνει πίσω, γιατί μόνο με αυτές τις αποφάσεις μπορεί να υλοποιήσει και τις προγραμματικές αιχμές της ΔΕΘ που έχουν σαφές ταξικό πρόσημο: επαναφορά του βασικού μισθού στα 751 ευρώ και των Συλλογικών Συμβάσεων, της 13ης σύνταξης και του αφορολογήτου στα 12.000 ευρώ, κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, όλα εκείνα που θα δώσουν ανακούφιση στον κόσμο μας. Με βάση αυτό το κριτήριο υποστηρίξαμε ότι οι συμμαχίες θα πρέπει να είναι τέτοιες που να μπορούν να στηρίξουν το «ούτε βήμα πίσω» στην επίθεση που ήδη εξαπολύει το σύστημα και θα την κλιμακώσει πριν και μετά την εκλογική αναμέτρηση. Και χρειάζεται να προετοιμαζόμαστε κι εμείς για τη δική μας αντεπίθεση. Η υλοποίηση και των πιο απλών μέτρων που προτείνουμε απαιτεί ρήξη με το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο. Σε αυτήν τη βάση πρέπει να ενισχύσουμε τη συλλογική λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ, μη αλλοιώνοντας τα ριζοσπαστικά μας χαρακτηριστικά και αυτά που σηματοδοτούν ένα κόμμα της Αριστεράς. Οι συλλογικές και συντεταγμένες αποφάσεις, η ουσιαστική και δημοκρατική λειτουργία των οργάνων και των ΟΜ, με στόχο να δημιουργήσουμε ισχυρούς δεσμούς με την κοινωνία, είναι απαραίτητα στοιχεία για τις μάχες που δίνουμε και θα κληθούμε να δώσουμε άμεσα.
Ι.Γ.: Οι όποιες συμμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι σταθερά προσανατολισμένες προς τα αριστερά. Τόσο προς τα κόμματα και τις οργανώσεις της υπόλοιπης Αριστεράς όσο και σε πρόσωπα που έχουν αναδειχθεί μέσα από τις λαϊκές κινητοποιήσεις και έχουν παλέψει μαζί του ενάντια στην κατάργηση των κατακτήσεων δεκαετιών. Οι διευρύνσεις μας πρέπει να εκφράζουν τα εκατομμύρια των ανέργων, τους δεκάδες χιλιάδες απολυμένους, τους αγωνιστές και τον κόσμο της Αριστεράς. Όχι διευρύνσεις στη βάση της ιδιοτέλειας και της διάσωσης ενός χρεοκοπημένου πολιτικού προσωπικού, που ανέχτηκε τη μνημονιακή λαίλαπα και που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να στηρίξει αποφασιστικά το πρόγραμμα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς και τις συγκρούσεις που θα απαιτηθούν για την υλοποίησή του. Η κυβέρνηση της Αριστεράς εκπροσωπεί μια άλλη λογική. Μιλάμε για συμμετοχή των «από κάτω» στο πεδίο λήψης των αποφάσεων. Μια τέτοια κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να στηριχτεί και να εκφράσει πολιτικά τους ανθρώπους που έδωσαν μάχες κατά των απολύσεων, μάχες για το εισόδημα και τη δημόσια υγεία, μάχες ενάντια στη λεηλασία της φύσης, όπως στις Σκουριές. Χωρίς αυτούς δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στην υλοποίηση του προγράμματός μας.
Αν το γενικότερο κλίμα επιβεβαιωθεί και έχουμε την ανάδειξη μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, ποιες πρέπει να είναι οι άμεσες προτεραιότητές της και ποιες προοπτικές ανοίγει ένα τέτοιο ιστορικό εγχείρημα;
Μ.Μ.: Οι προτεραιότητες έχουν αναδειχθεί ήδη. Για τον αντίπαλο, όπως και για τη δική μας πλευρά, αυτό που κρίνεται είναι εξαιρετικά σημαντικό. Γι’ αυτούς κρίνεται η κερδοφορία τους και η στρατηγική μιας Ευρώπης βυθισμένης στη λιτότητα. Για εμάς κρίνεται μια άλλη πολιτική που θα αναδεικνύει τα εργατικά και λαϊκά αιτήματα, που θα δένει αυτά τα άμεσα αιτήματα με την αντικαπιταλιστική προοπτική και το σοσιαλισμό. Το επίδικο από αυτή την άποψη είναι «ή αυτοί ή εμείς». Οι κύριοι άξονες της πολιτικής μας, δηλαδή η κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων, η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους με προτεραιότητα τις κοινωνικές ανάγκες και όχι την αποπληρωμή τόκων και χρεολυσίων, η ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων, ο πραγματικός δημόσιος-κοινωνικός έλεγχος στις τράπεζες, η ενίσχυση της συλλογικότητας του κόσμου της εργασίας και της λαϊκής πρωτοβουλίας, είναι αναγκαίο να αποτελέσουν αδιαπραγμάτευτη δέσμευση και βασικό μέρος της λαϊκής εντολής που θα λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτά θα πρέπει να συμπληρωθούν και να στηριχτούν και με άλλα μέσα. Για παράδειγμα, η αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος της ανεργίας. Οι μέχρι τώρα προτάσεις μας, κατά τη γνώμη μου, δεν αρκούν. Θα χρειαστεί ένα γενναίο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων για να δημιουργηθούν τα εργαλεία απορρόφησης ενός σημαντικού ποσοστού των ανέργων. Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Και γι’ αυτό θα πρέπει να εξευρεθούν πόροι, ώστε να μπορέσει να παραμείνει βιώσιμο. Και οι πόροι αυτοί πρέπει να βρεθούν από τη φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου και ειδικότερα από ένα ποσοστό φορολογίας στα κέρδη. Οι πόροι για τις λειτουργίες των κοινωνικών υπηρεσιών, για δωρεάν και δημόσια υγεία και παιδεία, δεν μπορούν να μην αναζητηθούν στα κολοσσιαία ποσά που καταβάλλουμε για το άδικο-ταξικό και μη βιώσιμο δημόσιο χρέος. Ύστερα από 40 και πλέον χρόνια, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ξαναμπαίνει το ζήτημα της εξουσίας, έστω και διαθλασμένα, μέσω της κατάκτησης της κυβερνητικής εξουσίας, με όρους αριστερής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Αυτό που κρίνεται σήμερα είναι αν θα αναδειχθεί μια άλλη προοπτική, αν αφήσουμε οριστικά πίσω μας την εξοντωτική λιτότητα και αν τελικά καταφέρουμε να ανοίξουμε το «ιστορικό παράθυρο» για μια κοινωνία χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση.
Ι.Γ.: Πρώτη προτεραιότητα είναι η ικανοποίηση των βασικών αναγκών όσων ζουν και εργάζονται σε αυτήν τη χώρα, ντόπιων και μεταναστών: ο μισθός, η σύνταξη, η δουλειά, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Η επιστροφή στη δουλειά τους για τις καθαρίστριες και τους σχολικούς φύλακες. Η απαγόρευση των μαζικών απολύσεων στις κερδοφόρες επιχειρήσεις. Η ακύρωση της καταστολής των εργατικών-λαϊκών κινητοποιήσεων και μια ανοιχτή πολιτική ασύλου για τους πρόσφυγες. Η συσπείρωση των εργαζομένων, μέσα από την ανασύνταξη των συνδικάτων και το βάθεμα της δημοκρατίας στους εργασιακούς χώρους, θα είναι εξίσου καθοριστικός παράγοντας για την υλοποίηση των δεσμεύσεων μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Πρόκειται για ένα ιστορικό εγχείρημα, που μπορεί να πυροδοτήσει την έναρξη μιας σειράς ριζοσπαστικών αλλαγών στην οικονομία, στην κοινωνία, στο κράτος, που μαζί με τη λαϊκή κινητοποίηση θα αμφισβητούν έμπρακτα το καπιταλιστικό παράδειγμα και θα ανοίγουν το δρόμο για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.