Αμέσως μόλις ξεπέρασαν την πρώτη ψυχρολουσία μετά τη μεγαλειώδη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις ελληνικές εθνικές εκλογές, οι «τζέντλεμεν» με τα σκούρα κοστούμια και τις ακριβές γραβάτες που αποτελούν τους θεσμικούς ηγέτες των εθνικών και υπερεθνικών ευρωπαϊκών οργάνων, εν χορώ και δίχως να καθυστερήσουν καθόλου, άρχισαν να στέλνουν βροχή τα τελεσίγραφα προς την ελληνική κυβέρνηση (ο Σόιμπλε εκ μέρους της γερμανικής κυβέρνησης, ο Ντράγκι εκ μέρους της ΕΚΤ και ο Ντάισελμπλουμ εκ μέρους του Γιούρογκρουπ), με αποκλειστικό περιεχόμενο σε αυτά ένα και μοναδικό: Nα συνεχιστεί το πρόγραμμα της τρόικα ανεμπόδιστα και απαρέγκλιτα, στην πραγματικότητα να εξακολουθήσουν η λιτότητα, οι μειώσεις μισθών και συντάξεων και οι ιδιωτικοποιήσεις.
Η απόλυτη απαξία
Απαιτούν με λίγα λόγια να πάει στην άκρη το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, να πάει στην άκρη ότι έγραψε,εξήγγειλε και υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό, να πάει στην άκρη η ίδια η ψήφος του λαού αυτού, το δικαίωμα του να αποφασίζει για την τύχη του. Τέτοια απαξία για αποφάσεις μιας ανεξάρτητης υποτίθεται κρατικής οντότητας, δεν έχει ξανασυμβεί παρά μόνο στην ηττημένη μετά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανία, τότε που οι νικητές της φρικτής εκείνης αναμέτρησης, με τους απεχθείς όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών τους οποίους επέβαλλαν, έσπρωξαν τον γερμανικό λαό σε μια παρατεταμένη λιτότητα και ανεργία που σε συνδυασμό με το τσαλαπάτημα της εθνικής του υπερηφάνειας και τα λάθη της Αριστεράς, οδήγησαν μακροπρόθεσμα στην επικράτηση των ναζί και το αιματοκύλισμα της Ευρώπης.
Από το σημείο εκείνο όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έθετε κόκκινες γραμμές σε ζητήματα όπως το μονομερές κούρεμα του χρέους, η εξόφληση του υπόλοιπου μέρους με ρήτρα ανάπτυξης, η άμεση κατάργηση των μνημονίων με παράλληλη παύση της λιτότητας και η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας με σταμάτημα των αισχρών ιδιωτικοποιήσεων που στην πραγματικότητα συνιστούσαν ξεπούλημα της χώρας, φτάσαμε στο άλλο άκρο, να μας απειλούν δηλαδή ευθέως οι εκπρόσωποι των δανειστών μας ότι αν δεν συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο, -τον τρόπο που αυτοί επέβαλλαν, με τα υψηλότατα επιτόκια εξόφλησης των δανειακών μας υποχρεώσεων ο οποίος εξόντωσε στην κυριολεξία εκατομμύρια συμπολίτες μας, αυξάνοντας παράλληλα το έλλειμα από το 120% του ΑΕΠ στο 180%-, να μας κόψουν τις χρηματοδοτήσεις. Σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε, σαν να μην έγιναν εκλογές στη χώρα, σαν να μην εκλέχτηκε μια αριστερή κυβέρνηση με συγκεκριμένο πρόγραμμα και μάλιστα από την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Όπως λέει ο ίδιος μας ο λαός θυμοσοφώντας, «εκεί που μας χρωστούσανε, μας παίρνουν και το βόδι».
Το ερώτημα είναι γιατί δεν τους απαντάμε κι εμείς στον ίδιο τόνο, δηλαδή ότι αν αυτοί κόψουν τη χρηματοδότηση, εμείς θα κάνουμε στάση πληρωμών, όπως έκαναν άλλες χώρες που ασφυκτιούσαν στις δαγκάνες του ΔΝΤ; Όταν αποφασίζεις να πας σε διαπραγματεύσεις, πηγαίνεις βάζοντας στο τραπέζι όλα τα ατού που διαθέτεις και ένα από αυτά σε τελική ανάλυση είναι η έξοδος από το ευρώ.
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι παρά τα χαμόγελα, τις κολακείες και τους χαριεντισμούς, δεν έχεις να κάνεις με ισότιμους εταίρους και καλοπροαίρετους διαπραγματευτές που θα υποχωρήσουν «επειδή θα πουλήσεις γοητεία». Έχεις να κάνεις με «λύκους» που υπερασπίζονται το σύστημα και τα συμφέροντα τους με νύχια και με δόντια, κρατώντας τη δύναμη των μηχανισμών στα χέρια τους και έχοντας επιβάλλει τη δική τους νομιμότητα. Συνεπώς όταν ξεκινάς μια τέτοια προσπάθεια, δεν έχεις άλλο τρόπο να κερδίσεις παρά μόνο οδηγώντας τα πράγματα μέχρι την τελική συνέπεια τους, αναστατώνοντας δηλαδή την τάξη πραγμάτων τους.
Η νομισματική ένωση της Ευρώπης ούτως ή άλλως ισορροπεί σε ένα τεντωμένο σκοινί με όλες τις γνωστές ανισομέρειες που περιέχει, με τη γερμανική αστική τάξη να ηγεμονεύει και τους ευρωπαϊκούς λαούς, μηδενός εξαιρουμένου, να δυστυχούν. Ας είμαστε λοιπόν εμείς, οι κάτοικοι μιας ασήμαντης οικονομικά γωνιάς της Ευρώπης, που θα ταράξουμε λιγάκι τα πράγματα.
Η εσωτερική συζήτηση
Η εσωτερική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ το προηγούμενο διάστημα αποτύπωσε δύο βασικές αντιλήψεις:
Η πρώτη ήταν αυτή των ευρωπαϊστών, που ισχυρίζονταν ότι η διαπραγμάτευση πρέπει να γίνει με κάθε τρόπο στα πλαίσια της ευρωζώνης, έχοντας ως βασικό επιχείρημα ότι η διαπραγματευτική ικανότητα μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιο αποτελεσματική σε σχέση με αυτή της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ την οποία εκβίαζαν για τα σκάνδαλα και τη διαφθορά και πως απλά και μόνο με την καθαρότητα της, οι δυνατότητες μιας επιτυχούς έκβασης των διαπραγματεύσεων είναι κατοχυρωμένες.
Η άλλη άποψη ήταν αυτή της Αριστερής Πλατφόρμας που προέβαλλε την αναγκαιότητα ενός εναλλακτικού σχεδίου, ενός Plan B, καθώς δεν απέκλειε την περίπτωση οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ να μη γίνουν αποδεκτές και να οδηγηθούμε σε μια έξοδο από τη ζώνη του ευρώ.
Είναι αλήθεια ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν οδηγεί στον παράδεισο, οι πιέσεις στην ελληνική οικονομία θα είναι τρομακτικές. Μπορεί όμως να αποτελέσει το έναυσμα για απελευθέρωση από τα ασφυκτικά δεσμά των κανονισμών που έχει επιβάλλει η νομισματική ένωση, η οποία ψευδεπίγραφα δηλώνει ότι είναι υπέρ της «ελεύθερης αγοράς» και του «υγιούς ανταγωνισμού». Η βασική θέση άλλωστε του ΣΥΡΙΖΑ, όπως προήλθε από τα συνέδρια του, είναι «καμιά θυσία για το ευρώ».
Η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι αυτοί που ελέγχουν την οικονομία σήμερα, σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης, έντονων ανταγωνισμών και συνεχούς αποσταθεροποίησης των θεσμών και των οργάνων που έχουν δημιουργήσει το προηγούμενο διάστημα, δεν είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν οποιαδήποτε παραχώρηση, ούτε να βοηθήσουν κάποιες αδύναμες οικονομίες να αναπτυχθούν και να καταστούν αυτόματα εν δυνάμει ανταγωνιστικές προς τις δικές τους. Κάποιοι πρέπει να παράγουν και κάποιοι απλά πρέπει να αποτελούν πεδίο αγορών.
Οι Ευρωπαίοι θεσμικοί παράγοντες δεν πρόκειται να βοηθήσουν την Ελλάδα όχι γιατί τους λείπουν τα κεφάλαια που απαιτούνται γι αυτό, αλλά γιατί μια τέτοια ενέργεια εκ μέρους τους θα αποτελούσε πρόκριμα για άλλες χώρες με απείρως μεγαλύτερο χρέος όπως η Ιταλία και η Ισπανία, για να απαιτήσουν παρόμοια μεταχείρηση. Και δεν πρόκειται να τη βοηθήσουν επίσης γιατί αυτό που τους ενδιαφέρει πρωτίστως είναι να συνεχιστεί η λιτότητα και να επεκταθεί και στους υπόλοιπους λαούς των ευρωπαϊκών χωρών, φορτώνοντας έτσι την κρίση που αυτοί οι ίδιοι δημιούργησαν στις πλάτες τους, σαν να πρόκειται για μια «εκ των πραγμάτων» επιβεβλημένη και αναπόφευκτη κατάσταση στην οποία δεν πρέπει να αντιδράσουν. Τα έπίσημα στοιχεία όμως, σαν αυτά που δημοσιεύει κάθε χρόνο η Credit Suisse, δείχνουν ότι ο παγκόσμιος πλούτος παρ’ ότι συνεχίζει να αυξάνει, συγκεντρώνεται συνεχώς σε όλο και λιγότερα χέρια, κάνοντας τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους και ρίχνοντας με αυτόν τον τρόπο τεράστια στρώματα του παγκόσμιου πληθυσμού στην απόλυτη εξαθλίωση.
Δεν είναι όμως μόνο οι ξένοι οικονομικοί παράγοντες που επιθυμούν τη σημερινή τάξη πραγμάτων. Οι φωνές που ακούγονται στο εσωτερικό όπως εκείνη στο διαδίκτυο που έλεγε «Γερά Γερούν», καθώς και άλλες παρόμοιες, θυμίζουν απόλυτα τις κραυγές των μαυραγοριτών της Κατοχής που φώναζαν «Αγάντα Ρόμελ», καθ’ ότι όσο προέλαυνε ο Ρόμελ στην Αφρική, τόσο πιο ψηλά κρατούνταν οι τιμές στα προϊόντα τους. Στη σημερινή Ελλάδα υπάρχουν δυστυχώς άνθρωποι που στηρίζουν την υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεων τους στο ευρώ, τη λιτότητα και τη δυστυχία του λαού αυτής της χώρας.
Οι παγκόσμιες επιπτώσεις της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ
Η άνοδος στην κυβέρνηση ενός αριστερού ριζοσπαστικού κόμματος σαν τον ΣΥΡΙΖΑ έδωσε πολλές ελπίδες και προκάλεσε ιδιαίτερο ενθουσιασμό στους εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο. Με αυτην την έννοια κουβαλάει στις πλάτες του βαρύ φορτίο και το σοβαρό καθήκον να μην αποτύχει σε αυτή την προσπάθεια.
Ο τρόπος όμως που διάλεξε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να διαπραγματευτεί επιλέγοντας να γίνει το παιγνίδι στο γήπεδο του αντιπάλου, κάνει να διαφαίνεται έντονα ο κίνδυνος ενός Βατερλώ ή στην καλύτερη περίπτωση μιας οδυνηρής ήττας με διαφορά πολλών τερμάτων. Το πραγματικό γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα δεν είναι τα γραφεία των Βρυξελλών και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών πρωτευουσών αλλά η Πουέρτα ντελ Σολ στη Μαδρίτη με τους δεκάδες χιλιάδες οπαδούς του Podemos που ανέμιζαν σημαίες του ΣΥΡΙΖΑ, η πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, οι δρόμοι του Παρισιού και του Βερολίνου στους οποίους διοργανώνονται διαδηλώσεις συμπαράστασης στην Ελλάδα, όλοι οι αγωνιστικοί χώροι των λαών της Ευρώπης.
Ακόμη ωστόσο κι αν υπάρχουν επιφυλάξεις στον τρόπο που ασκεί τις διαπραγματεύσεις, οφείλουμε να στηρίξουμε μέχρι τέλους αυτή την κυβέρνηση και παράλληλα να τη σπρώξουμε να υλοποιήσει ότι υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό. Και είναι σίγουρο ότι ακόμη και σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, ούτε οι Ευρωπαίοι εκπρόσωποι των δανειστών και του μεγάλου κεφαλαίου θα περάσουν αλώβητοι από αυτή τη διαδικασία.
Οφείλουμε όμως να τονίσουμε και ετούτο: Η κοινωνία ποτέ δεν έκανε τα ιστορικά της άλματα προς τα εμπρός μέσα από διαπραγματεύσεις. Αυτά έγιναν με ρήξεις, συγκρούσεις, εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Είναι ώρα ο ελληνικός λαός και οι υπόλοιποι λαοί της Ευρώπης να βγουν στο προσκήνιο και να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους, καθοδηγούμενοι από αριστερές- ριζοσπαστικές δυνάμεις σαν τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η στήριξη των Ευρωπαίων εργαζομένων σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ, σε μια πολιτική ρήξης με το ευρωπαϊκό κατεστημένο, είναι στήριξη στα δικά τους επί μέρους αιτήματα και δικαιώματα και αυτό φαίνεται να έχει αρχίσει να γίνεται ξεκάθαρο στη συνείδηση τους, παρακολουθώντας τις συνεχείς εκδηλώσεις συμπαράστασης σε όλες τις γωνιές της Ευρώπης. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως είπαμε πιο πάνω, από τη μεριά του δεν έχει κανένα δικαίωμα να αποτύχει και να απογοητεύσει τόσους ανθρώπους. Ας επιλέξει λοιπόν άμεσα τη σωστή γραμμή διαπραγμάτευσης, χρησιμοποιώντας στο έπακρο το κοινωνικό αβαντάζ της παλλαϊκής στήριξης που του παρέχεται. Αλλιώς μια δική του αποτυχία στις σημερινές συνθήκες, θα είναι πλήγμα για όλη την Ευρώπη και θα μας πάει πολλά χρόνια πίσω.