Συνέντευξη με τον Πέτρο Σταύρου*

Ποιες είναι οι ελά­χι­στες προ­ϋ­πο­θέ­σεις για μια συμ­φω­νία ώστε να επι­τρέ­πει την υλο­ποί­η­ση ενός προ­γράμ­μα­τος αντι­λι­τό­τη­τας; Η από­φα­ση της ΚΕ και η πρό­τα­ση της κυ­βέρ­νη­σης προς τους δα­νει­στές (το γνω­στό κεί­με­νο των 47 σε­λί­δων) κα­λύ­πτουν αυτές τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις; 

Το χρέος απο­τε­λεί ένα ερ­γα­λείο δια­χεί­ρι­σης και επι­βο­λής των πο­λι­τι­κών λι­τό­τη­τας στις χώ­ρες-μέ­λη της Ευ­ρω­ζώ­νης που έχουν ζη­τή­μα­τα δη­μο­σιο­νο­μι­κής προ­σαρ­μο­γής. Κατά συ­νέ­πεια, μια συμ­φω­νία που επι­τρέ­πει την υλο­ποί­η­ση ενός προ­γράμ­μα­τος αντι­λι­τό­τη­τας έχει δύο βα­σι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Πρώτο, αντι­με­τω­πί­ζει έστω και «απαλά» το χρέος, τη δια­γρα­φή του, το «πά­γω­μά» του ή την επι­μή­κυν­σή του. Δεύ­τε­ρο, μη­δε­νί­ζει τα πρω­το­γε­νή πλε­ο­νά­σμα­τα για μια σειρά ετών, διότι κάθε πρω­το­γε­νές πλε­ό­να­σμα πη­γαί­νει εκ προ­οι­μί­ου στο δα­νει­στή. Άρα, η οποια­δή­πο­τε πε­ρι­γρα­φή προ­θέ­σε­ων ή προ­τά­σε­ων για το πώς νο­εί­ται μια «έντι­μη» ή «δί­καιη» συμ­φω­νία που δεν πε­ριέ­χει, κατ’ ελά­χι­στον, τα πα­ρα­πά­νω δύο στοι­χεία δεν μπο­ρεί να απο­τε­λέ­σει τη βάση για ένα σο­βα­ρό πρό­γραμ­μα αντι­λι­τό­τη­τας. 

Ούτε ορι­σμέ­νες δια­πι­στώ­σεις της από­φα­σης της ΚΕ ούτε, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, η πρό­τα­ση των 47 σε­λί­δων απο­τε­λούν τη βάση για ένα σο­βα­ρό πρό­γραμ­μα αντι­λι­τό­τη­τας. Όμως εδώ, για να εί­μα­στε ακρι­βο­δί­καιοι, η από­φα­ση της ΚΕ δεν έχει καμία σχέση, όσο «δειλή» και ανα­βλη­τι­κή κι αν είναι, με την πρό­τα­ση των 47 σε­λί­δων. Την τε­λευ­ταία θα τη χα­ρα­κτή­ρι­ζα μια πρό­θε­ση πο­λι­τι­κών ήπιας υπερ­λι­τό­τη­τας, ενώ αυτή των δα­νει­στών είναι μια κα­θα­ρή και αυ­τού­σια υπερ­λι­τό­τη­τα. 

Τι χα­ρα­κτη­ρί­ζω όμως ως υπερ­λι­τό­τη­τα; Την κα­τά­στα­ση εκεί­νη όπου ισχύ­ουν ταυ­τό­χρο­να τα εξής: α) Μια σκλη­ρή δη­μο­σιο­νο­μι­κή προ­σαρ­μο­γή με πρω­το­γε­νή πλε­ο­νά­σμα­τα που με­τα­φέ­ρουν πό­ρους της οι­κο­νο­μί­ας προς τους δα­νει­στές, β) η απο­μό­χλευ­ση του ιδιω­τι­κού τομέα των επι­χει­ρή­σε­ων που με­τα­φέ­ρει πό­ρους από τον μη χρη­μα­τι­κό τομέα στις τρά­πε­ζες και γ) η απο­μό­χλευ­ση των ερ­γα­τι­κών και κα­τώ­τε­ρων μι­κρο­α­στι­κών ει­σο­δη­μά­των που με­τα­φέ­ρει πό­ρους προς τις με­γά­λες επι­χει­ρή­σεις του ιδιω­τι­κού τομέα και υπερ­συ­γκε­ντρώ­νει την αγορά. Η πρό­τα­ση των 47 σε­λί­δων επι­χει­ρεί μια ήπια εκ­δο­χή των πα­ρα­πά­νω χωρίς να ανα­τρέ­πει τις συν­θή­κες επι­βο­λής της υπερ­λι­τό­τη­τας. Να φέρω δύο πα­ρα­δείγ­μα­τα: α) η πρό­βλε­ψη των πρω­το­γε­νών πλε­ο­να­σμά­των είναι σχε­δόν η ίδια, εκτός από τα πρώτα 3 χρό­νια (2015-2017), με αυτήν των δα­νει­στών και β) τα 3,5 δισ. έσοδα από ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις που προ­βλέ­πει, εύ­κο­λα με­τα­τρέ­πο­νται σε νέα κλι­μα­κού­με­να πρω­το­γε­νή πλε­ο­νά­σμα­τα καθώς και νέα φο­ρο­λο­γι­κά μέτρα, όταν οι «πω­λή­σεις» δεν πραγ­μα­το­ποι­η­θούν «επι­τυ­χώς». 

Δε­δο­μέ­νης της τε­λε­σι­γρα­φι­κού χα­ρα­κτή­ρα πρό­τα­σης των δα­νει­στών, που πάει πολύ πέρα και από το e-mail Χαρ­δού­βε­λη, πώς θα έπρε­πε κατά τη γνώμη σου να αντι­δρά­σουν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και η κυ­βέρ­νη­ση; Έχει νόημα η συ­νέ­χι­ση της δια­πραγ­μά­τευ­σης υπ’ αυ­τούς τους όρους; Επι­κρο­τείς την επι­λο­γή να μην πλη­ρω­θεί η δόση προς το ΔΝΤ στις 5 Ιου­νί­ου αλλά ταυ­τό­χρο­να να υπο­βλη­θεί αί­τη­μα προς το ΔΝΤ για πλη­ρω­μή όλων των δό­σε­ων στα τέλη Ιου­νί­ου; 

Κατά τη γνώμη μου η δια­πραγ­μά­τευ­ση τε­λεί­ω­σε και έπρε­πε να απο­χω­ρή­σει η δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή ομάδα στις 20/2. Και αυτό γιατί τότε δια­πι­στώ­θη­κε, με κάθε πρό­σφο­ρο στοι­χείο, η πρό­θε­ση των δα­νει­στών και ει­δι­κά η πρό­θε­ση της ευ­ρω­παϊ­κής πλευ­ράς των δα­νει­στών να μην ασχο­λη­θούν κα­θό­λου με το χρέος. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ όμως δια­κή­ρυτ­τε όλο το προη­γού­με­νο διά­στη­μα πως επα­να­δια­πραγ­μα­τεύ­ε­ται τη δα­νεια­κή σύμ­βα­ση και πως ανα­τρέ­πει στο εσω­τε­ρι­κό της χώρας το μνη­μό­νιο χωρίς να ρω­τή­σει κα­νέ­ναν. Από τις 20/2 και μετά, εκεί­νο που κάνει η δια­δι­κα­σία της δια­πραγ­μά­τευ­σης -και εδώ η ευ­θύ­νη δεν βα­ρύ­νει τα μέλη της δια­πραγ­μα­τευ­τι­κής ομά­δας ως άτομα αλλά την πο­λι­τι­κή επι­λο­γή της συ­νέ­χι­σης της δια­πραγ­μά­τευ­σης- είναι να συ­ζη­τά τους όρους συ­νέ­χι­σης ενός πιο «μα­λα­κού» μνη­μο­νί­ου και όχι τα καυτά ζη­τή­μα­τα του χρέ­ους και της λι­τό­τη­τας. Τη με­τα­κύ­λι­ση της πλη­ρω­μής της δόσης του ΔΝΤ προς το τέλος του Ιου­νί­ου και το «πα­κε­τά­ρι­σμά» της μαζί με τις άλλες την κα­τα­λα­βαί­νω ως μια απα­ραί­τη­τη δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή τα­κτι­κή στο πλαί­σιο όμως μιας συ­νο­λι­κής κα­τευ­να­στι­κής και συμ­βι­βα­στι­κής τα­κτι­κής που οδη­γεί σε στρα­τη­γι­κά αδιέ­ξο­δα την Αρι­στε­ρά. Ως βρα­χυ­πρό­θε­σμη τα­κτι­κή κί­νη­ση είναι σωστή, αλλά στο πλαί­σιο μιας εντε­λώς λάθος αντί­λη­ψης. 

Εκεί­νο που χρεια­ζό­μα­στε απα­ραί­τη­τα τώρα είναι η πραγ­μα­το­ποί­η­ση του συν­θή­μα­τος «ούτε βήμα πίσω», που ση­μαί­νει στάση πλη­ρω­μών στο πλαί­σιο μιας στρα­τη­γι­κής ρήξης με τη λι­τό­τη­τα και κοι­νω­νι­κής και πα­ρα­γω­γι­κής ανα­διορ­γά­νω­σης υπέρ των λαϊ­κών συμ­φε­ρό­ντων. Η συ­νέ­χι­ση της δια­πραγ­μά­τευ­σης μετά το χρο­νι­κό ορό­ση­μο του Φε­βρουα­ρί­ου του 2015 έγινε με όρους προ­σχώ­ρη­σης στη λο­γι­κή του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου αντι­πά­λου. 

Καθώς οδη­γού­μα­στε σε μια κα­τά­στα­ση πλή­ρους αδιε­ξό­δου στις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις, σε συν­θή­κες εξά­ντλη­σης των ρευ­στών δια­θε­σί­μων του Δη­μο­σί­ου και εξά­ντλη­σης των χρο­νι­κών πε­ρι­θω­ρί­ων για τις ορι­στι­κές απο­φά­σεις, ποιες οι­κο­νο­μι­κές και πο­λι­τι­κές επι­λο­γές μπο­ρούν να μας προ­φυ­λά­ξουν από το να υπο­στού­με απρο­ε­τοί­μα­στοι τις συ­νέ­πειες μιας κρί­σης η οποία θα απο­βεί ευ­και­ρία για τον αντί­πα­λο; 

Στο χρο­νι­κό ση­μείο στο οποίο βρι­σκό­μα­στε και που απο­τε­λεί την κα­τά­λη­ξη μιας δια­δι­κα­σί­ας, η ελ­λη­νι­κή πλευ­ρά ανα­κε­φα­λαί­ω­σε τα απο­τε­λέ­σμα­τα των τεσ­σά­ρων μηνών των δια­πραγ­μα­τεύ­σε­ων σε ένα κεί­με­νο 47 σε­λί­δων, πολύ πέρα από τις δη­λώ­σεις της ΚΕ, και η πλευ­ρά των δα­νει­στών δή­λω­σε με κάθε τρόπο πως η πο­λι­τι­κή της είναι ανυ­πο­χώ­ρη­τη από μια συ­νο­λι­κή προ­σπά­θεια πλή­ρους ελέγ­χου των χρη­μα­το­δο­τι­κών και δη­μο­σιο­νο­μι­κών θε­σμών, της ενο­ποί­η­σης της δη­μο­σιο­νο­μι­κής και νο­μι­σμα­τι­κής πο­λι­τι­κής σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο, της συ­νταγ­μα­το­ποί­η­σης της λι­τό­τη­τας και της ερ­γα­λειο­ποί­η­σης του χρέ­ους. Η λο­γι­κή μιας πλευ­ράς των δα­νει­στών είναι συ­νε­κτι­κή αλλά με­τα­φέ­ρει και απο­δέ­χε­ται πλή­ρως το ρίσκο της διά­λυ­σης της Ευ­ρω­ζώ­νης. Η λο­γι­κή μιας άλλης πλευ­ράς των δα­νει­στών δεν δια­νο­εί­ται τη ρήξη, αλλά αυτό το επι­ζη­τεί μέσω της πλή­ρους υπο­τα­γής της ελ­λη­νι­κής κυ­βέρ­νη­σης. 

Όπως και να έχει, η ρήξη είναι ένα πολύ πι­θα­νό εν­δε­χό­με­νο ακόμα και στην πε­ρί­πτω­ση που υιο­θε­τη­θεί από τους «αντι­συμ­βαλ­λό­με­νους» της δια­πραγ­μα­τευ­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας μια συμ­φω­νία πολύ κοντά στην ελ­λη­νι­κή πρό­τα­ση. Ακόμα όμως και αν υπο­θέ­σου­με ότι θα πε­ρά­σει αυτή η επώ­δυ­νη συμ­φω­νία από τη Βουλή, δεν θα μπο­ρεί να εφαρ­μο­στεί στην πράξη. Τη «μη εφαρ­μο­γή» των μνη­μο­νί­ων την έχου­με βιώ­σει τα πέντε τε­λευ­ταία χρό­νια. Γνω­ρί­ζου­με τι ση­μαί­νει σε ανά­γκη νέων μέ­τρων μια εν­δε­χό­με­νη «απο­τυ­χία» τους και γνω­ρί­ζου­με τι κα­τα­στρο­φι­κές συ­νέ­πειες είχε αυτή για το αστι­κό πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα. Με όλα αυτά θέλω να πω πως η ρήξη δεν είναι μια επι­λο­γή, πλέον. Πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο συ­νι­στά μια ιστο­ρι­κή ανα­γκαιό­τη­τα που την επι­βάλ­λει και η ίδια η αστά­θεια των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων πο­λι­τι­κών. Σε αυτήν την ιστο­ρι­κή ανα­γκαιό­τη­τα πρέ­πει να αντα­πο­κρι­θού­με, κατ’ αρχάς με μια στάση πλη­ρω­μών. Έπει­τα, θα πρέ­πει να απο­κτή­σου­με τον πο­λι­τι­κό έλεγ­χο της δη­μο­σιο­νο­μι­κής και πι­στω­τι­κής πο­λι­τι­κής και κα­τό­πιν θα πρέ­πει να ενο­ποι­ή­σου­με και να εφαρ­μό­σου­με συ­νε­κτι­κά όλες τις πο­λι­τι­κές ανα­δια­νο­μής κοι­νω­νι­κής ισχύ­ος, κε­φα­λαί­ων και ει­σο­δη­μά­των στην κα­τεύ­θυν­ση της κοι­νω­νι­κής και πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης. Η νο­μι­σμα­τι­κή κυ­ριαρ­χία δεν προη­γεί­ται της πο­λι­τι­κής ηγε­μο­νί­ας, ενός ελά­χι­στου κοι­νω­νι­κού με­τα­σχη­μα­τι­σμού και της πα­ρα­γω­γι­κής και­νο­το­μί­ας, αλλά έπε­ται ή του­λά­χι­στον πάει πα­ράλ­λη­λα. 

*Οι­κο­νο­μο­λό­γος, μέλος ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ Αγίας Πα­ρα­σκευ­ής

Ετικέτες