Το δημοψήφισμα και το συντριπτικό ΟΧΙ ξεκαθάρισε την εικόνα. Σε μια σπάνια ιστορική στιγμή, όπου η λαϊκή θέληση παρακινημένη από την τολμηρή πολιτική απόφαση της κυβέρνησης, παραμερίζει τα πέπλα του ψέματος της κυρίαρχης ιδεολογίας και αναδεικνύει σε κοινή θέα την πραγματικότητα. Απ’ τη μια ο κόσμος της εργασίας, τα θύματα της ταξικής λιτότητας, οι φτωχοί/ες και οι αποκλεισμένοι/ες, οι αποφασισμένοι/ες, οι ιδέες της Αριστεράς και απ’ την άλλη ο κόσμος του κεφαλαίου, τα αστικά κέντρα, ντόπια και διεθνή, οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, οι φοβισμένοι/ες και υποταγμένοι/ες, οι ιδέες της συντήρησης και της αντίδρασης.
Το δημοψήφισμα αποτέλεσε μια κορυφαία μονομερή και συγκρουσιακή επιλογή και ως τέτοια κατανοήθηκε από την κοινωνία. Και μόνο το κινηματικό στοιχείο που αναδείχτηκε με τις συγκεντρώσεις που θύμισαν 2011, αρκεί για να του προσδώσει σαφές πρόσημο. Η ταξική γραμμή διαπέρασε την χώρα απ’ άκρου εις άκρον. Οι εμπειρίες από τους χώρους δουλειάς είναι αποκαλυπτικές. Εκβιασμοί και προπαγάνδα των εργοδοτών πάνω στους εργαζόμενους και των ιδιωτικών κατεστημένων ΜΜΕ συνολικά στην κοινωνία. Πριν καν καταγράψει το ιστορικό του αποτέλεσμα, το δημοψήφισμα ξεμπρόστιασε και σάρωσε το παλιό και υποταγμένο στους νεοφιλελεύθερους μονοδρόμους, πολιτικό σκηνικό. Πρώτ’ απ’ όλα στην αντιπολίτευση μα και στην κυβέρνηση, αποτρέποντας «εσωτερικό πραξικόπημα». Ακολούθησε η ετυμηγορία. Πραγματική επίδειξη δύναμης των «από κάτω» - «σκότωσε» τις ηγεσίες του μετώπου του ΝΑΙ.
Το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και η κοινή δήλωση αποτελούν μια κίνηση που αποσκοπεί να δυναμώσει την διαπραγματευτική δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης, μειώνοντας την επιθετική κρουστικότητα του ΟΧΙ και το ενδογενές μήνυμα της ρήξης σχηματίζοντας ταυτόχρονα ένα μέτωπο «εθνικής ενότητας». Εντούτοις ανεξάρτητα από τις προθέσεις των εμπνευστών του, κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση της δυναμικής που διαμόρφωσε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Πρώτ’ απ’ όλα γιατί αντιφάσκει με την αυστηρή λαϊκή καταδίκη των πολιτικών εκπροσωπήσεων του μνημονιακού μετώπου του ΝΑΙ. Κυρίως όμως γιατί διακινδυνεύει να εκληφθεί ως μήνυμα αδυναμίας από την εγκληματική απέναντι στον ελληνικό λαό και τους ευρωπαϊκούς λαούς, «Ιερή συμμαχία» των δανειστών καθώς και από την ντόπια οικονομική ελίτ.
Τούτη την ώρα οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και κάθε εκτίμηση κινδυνεύει να είναι «προβολή ψυχολογίας». Εντούτοις για την Αριστερά και πάνω απ’ όλα για τον ΣΥΡΙΖΑ τίθεται το ζήτημα των κριτηρίων και της συνείδησης για την ποιότητα και το περιεχόμενο της επιλογής του δημοψηφίσματος. Πολύ περισσότερο για το αποτέλεσμά του. Ο λαός έκοψε τις γέφυρες με τ’ αφεντικά και τους εκπροσώπους τους μέσα στην ίδια του την χώρα και έστειλε μήνυμα ισχυρό στους ιμπεριαλιστές και σπινθήρα ανάφλεξης της διεκδικητικής ελπίδας στους λαούς. Εάν το συμβάν «αναταχθεί» όπως επιθυμούν οι εχθροί της αριστερής κυβέρνησης, θα ξεπροβάλει μια ενδεχόμενη τραγωδία για την Αριστερά και την λαϊκή, κοινωνική πλειοψηφία.
Στις συνθήκες αυτές έρχεται από τα βάθη της Ιστορίας, ως προειδοποίηση, η ρήση του μεγάλου γάλλου επαναστάτη Σαιν Ζυστ: «όποιος κάνει μισή επανάσταση σκάβει μόνο το δικό του τάφο».
Η δυναμική που ξεδίπλωσε το δημοψήφισμα συνέτριψε τον φόβο της κοινωνικής πλειοψηφίας που ανταποκρίθηκε στην πολιτική επιλογή της κυβέρνησης. Τώρα αναμένει το σχέδιο της συνέχειας, της κλιμάκωσης της σύγκρουσης με τους δανειστές. Μπροστά ανοίγει μια νέα, τελική φάση της «διαπραγμάτευσης». Η επιδιωκόμενη λύση πρέπει να κριθεί από την ελληνική πλευρά ως επωφελής, καταρχάς μονομερώς. Η διακύβευση αφορά στο "ποιός νίκησε". Οι δανειστές δεν πρόκειται να προσφέρουν εύκολα τη "νίκη" στην αριστερή κυβέρνηση. Δεν τους ενδιαφέρουν πρωτίστως τα λεφτά. Η δυναμική του ΟΧΙ είναι ταξική και αριστερή και όχι υποστηρικτική συμφωνίας με νέα μέτρα λιτότητας. Μια ενδεχόμενη συμφωνία μέσα στα ν/φ πλαίσια, που θα αποδέχεται τον "μονόδρομο" της υποτίμησης της εργασίας και θα παγιώνει την ανατροπή των ταξικών συσχετισμών υπέρ της ντόπιας οικονομικής ελίτ, που επέβαλαν τα μνημόνια της 5ετίας, απειλεί να ακυρώσει το αριστερό περιεχόμενο της κυβέρνησης και να δώσει την πολιτική νίκη στους δανειστές και την ντόπια οικονομική ολιγαρχία. Ταυτόχρονα διακινδυνεύει να ακυρώσει την αναδυόμενη ελπίδα των λαών πανευρωπαϊκά και την πολυπόθητη στροφή προς τ' αριστερά.
Αντίθετα το συντριπτικό, ταξικό και αποφασιστικό ΟΧΙ δίνει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα και την υποχρέωση να ξεκινήσει από «μηδενική βάση» την διεκδίκηση απέναντι στους «θεσμούς». Με την πεποίθηση και την προσδοκία πως η είσοδος του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο, πρώτα στην Ελλάδα και ως κλιμακούμενη πίεση πάνω στις πολιτικές δυνάμεις ευρύτερα στην Ευρώπη, θα διαμορφώσει στην διαπραγμάτευση / σύγκρουση όρους ευνοϊκότερους για την πολιτική διακύβευση, κατ’ αρχήν της ανατροπής της λιτότητας. Αλλά και με την αποφασιστικότητα ότι διαθέτει εναλλακτικούς δρόμους αντιμετώπισης των εκβιασμών, απαντώντας σε ενδεχόμενα νέα τελεσίγραφα με την άμεση νομοθέτηση των πιο σημαντικών από τις εξαγγελίες της, που αφορούν στην αναδιανομή και την ανάκτηση των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων διεκδικώντας ταυτόχρονα τη διαγραφή του χρέους. Έτοιμη να κάνει το αποφασιστικό βήμα της γενικής παύσης πληρωμών προς τους δανειστές και της εθνικοποίησης των τραπεζών.
Τούτη την ώρα, πέρα από τα εκατομμύρια των πολιτών που ψήφισαν ΟΧΙ και πλέον, έχοντας κάνει το καθήκον τους, παρακολουθούν με αγωνία τις «κινήσεις κορυφής», ένα πιο μειοψηφικό κομμάτι, τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ και ευρύτερα ο κόσμος της Αριστεράς, συντρόφισσες και σύντροφοι με πολιτική συνείδηση, με κρίσιμο ρόλο στην εξέλιξη της ταξικής και πολιτικής πάλης, αναζητούν την αναγκαία συνέχεια με ριζοσπαστικό, αριστερό περιεχόμενο και δυνατότητες συγκέντρωσης δύναμης κλίμακας. Πολύ πέρα από την πάσει θυσία, απόλυτη προτεραιότητα του «κυβερνητισμού» αλλά ταυτόχρονα και τις μάχες οπισθοφυλακής. Στις συγκεκριμένες, εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί αυτό σημαίνει πως το πρωτεύον κριτήριο είναι να παραμείνει ισχυρός και μάχιμος ο λαός και η Αριστερά. Θα κριθεί από την στάση της Αριστεράς και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησής του στην τελική φάση της διαπραγμάτευσης.
Στάση που θα πρέπει εν τέλει να καθοριστεί από μαρξιστική και ταξική ευθυκρισία και κυρίως από εμπιστοσύνη στο υποκείμενο, στις πλατιές λαϊκές και εργατικές μάζες και στην μεγάλη διαχωριστική που κατέγραψε το δημοψήφισμα: Ή εμείς ή αυτοί!