Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι το ακροτελεύτιο άρθρο 120. Είναι το άρθρο που μας ανέγνωσε από το βήμα η Πρόεδρος της Βουλής. Είναι πολύ σοβαρό όταν περιγράφει τα γεγονότα ως βίαιη κατάλυση του Συντάγματος η Πρόεδρος της Βουλής. Αν και μένει να δούμε την αντιστοιχία λόγων και έργων. Και οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι χωρίς αυτό που περιγράφεται στο άρθρο 120, χωρίς την ετοιμότητα των πολιτών να υπερασπιστούν τη δημοκρατική τάξη με κάθε μέσο, δεν υπάρχει δημοκρατία, δεν υπάρχει τίποτε.
Στο σημείο αυτό, στο άρθρο 120, συναντώνται η αφήγηση της αριστεράς με την αφήγηση του ελληνικού έθνους κράτους κατά τη μεταπολίτευση. Αυτό είναι που επιτρέπει τη νομιμοποίηση της Αριστεράς, τη συγκρότηση του δημοκρατικού προοδευτικού τόξου, το δημοκρατικό πρόσημο στο εθνικό αφήγημα, τη δημιουργία μιας ενιαίας εθνικής αφήγησης υπό την ηγεμονία των λαϊκών τάξεων κατά τη γκραμσιανή έννοια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αυτός είναι ο λόγος που γιορτάζεται επίσημα η επέτειος του Πολυτεχνείου. Αυτός είναι ο λόγος που αμφισβητείται διαρκώς από τη δεξιά, που δίνει έμφαση στην «πατρίδα» και όχι στη «δημοκρατία».
Η εικόνα που έχουμε για το Πολυτεχνείο είναι άοπλοι φοιτητές να στέκονται μπροστά στα τεθωρακισμένα. Αυτή η εικόνα είναι το άρθρο 120, αυτή η εικόνα είναι το θεμέλιο του πολιτεύματος, αυτή η εικόνα είναι το ακροτελεύτιο έρεισμα της ελληνικής κοινωνίας ως κοινωνίας. Είναι ένα συμβόλαιο ότι θα υπερασπιστούμε το πολίτευμα με τη ζωή μας, χωρίς αστερίσκους. Γιατί το σημαντικό στην εικόνα είναι ότι οι φοιτητές είναι άοπλοι, δεν έχουν τους συσχετισμούς, δεν έχουν σχέδιο, δεν έχουν ελπίδα. Είναι οι ίδιοι το σχέδιο, είναι οι ίδιοι η ελπίδα, κάνουν οι ίδιοι τους συσχετισμούς.
Είναι προφανές ότι η στάση αυτή υπερβαίνει τα όρια του εργαλειακού λόγου. Είναι θεμελιακή, αξιωματική, προστακτική και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Όταν φτάνουμε στο άρθρο 120, δεν υπάρχουν πια περιθώρια. Δεν συζητάμε, δεν διαπραγματευόμαστε, δεν υπολογίζουμε. Αν τύχει να έχεις όπλο, το αδειάζεις. Αν δεν έχεις, ανοίγεις το πουκάμισο και περιμένεις.
Ορθά χαιρετίσαμε το δημοψήφισμα και ριχτήκαμε στην εκλογική μάχη με όλες μας τις δυνάμεις, γιατί η νίκη του ΝΑΙ θα ήταν εφιαλτική. Ωστόσο, αφού η μάχη κερδήθηκε, μπορούμε να υπενθυμίσουμε ότι η δημοκρατία δεν τίθεται σε δημοψήφισμα. Αν είχε βγει ΝΑΙ, θα είχαμε ψηφίσει μόνοι μας την κατάλυση της δημοκρατίας. Η διενέργεια του δημοψηφίσματος ήταν λοιπόν η ίδια μία βέβηλη πράξη και μόνο γιατί άνοιξε αυτό το ενδεχόμενο. Τώρα που έγινε η πρώτη βεβήλωση και βγήκε ευτυχώς ΟΧΙ, είμαστε υποχρεωμένοι να υπερασπιστούμε αυτή την απόφαση του ελληνικού λαού με τον μοναδικό τρόπο που μπορείς να υπερασπιστείς τη δημοκρατία: αδιάλλακτα.Βεβαίως, η προσπάθεια μετατροπής του ΟΧΙ σε ΝΑΙ αποτελεί μία δεύτερη βεβήλωση. Φαίνεται κάποιοι να επέλεξαν να βγάλουν τη δημοκρατία από τον τάφο μόνο και μόνο για να ασελγήσουν στο πτώμα της.
Κάποιοι δεν το καταλαβαίνουν αυτό. Κάποιοι δεν το καταλαβαίνουν καλόπιστα. Νομίζουν ότι μπορούμε να βρούμε περιθώρια να ασκήσουμε πολιτική, να επιβιώσουμε, να επανέλθουμε. Όμως, όσοι προσπάθησαν να νομοθετήσουν αυτούς τους 6 μήνες, στο ασφυκτικό πλαίσιο ενός κυκεώνα ευρωπαϊκών και μνημονιακών περιορισμών, γνωρίζουν ότι έχουμε ήδη παραχωρήσει τη δυνατότητά μας να νομοθετούμε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Με το τρίτο Μνημόνιο θα την απολέσουμε πλήρως.
Ακόμη πιο σημαντικό είναι να κατανοήσουμε ότι το πλήγμα αυτό στο ίδιο το θεμέλιο του πολιτεύματος, στην καρδιά της μεταπολιτευτικής αφήγησης, είναι έτσι κι αλλιώς σημείο χωρίς επιστροφή. Γιατί είναι πλήγμα στον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο ελληνικός λαός τον εαυτό του τα τελευταία 40 χρόνια. Είναι βαθύ πολιτισμικό πλήγμα και δεν θα συνέλθουμε ποτέ. Όταν συνέλθουμε θα είμαστε άλλοι.
Ακούγεται το σενάριο των εκλογών. Είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να πάμε σε εκλογές με κλειστές τράπεζες. Είναι σαφές επίσης ότι αν πάμε σε εκλογές αφού εισαχθούμε στον ΕΜΣ για να ανοίξουν οι τράπεζες, και με όλα τα προαπαιτούμενα,οι εκλογές δεν θα έχουν καν αντικείμενο. Είναι λοιπόν σαφές ότι οι τράπεζες πρέπει να ανοίξουν με de facto έξοδο από την ευρωζώνη πριν και για να μπορέσουμε να πάμε σε εκλογές. Αυτός είναι ο μοναδικός δημοκρατικός δρόμος, αυτό προτάσσει η προάσπιση του πολιτεύματος και «το δίκαιο των ανθρώπων», για να θυμηθούμε μία φράση των ημερών.
Αυτό δεν γνωρίζω πώς θα μπορούσε να γίνει με μία ηγεσία που έχει τόσο μεγάλες ευθύνες για τον ευτελισμό του ΣΥΡΙΖΑ, της Αριστεράς και της Ελληνικής Δημοκρατίας, μία ηγεσία που ομολογεί την πλήρη της αποτυχία και επιμένει στην ίδια τακτική. Μία ηγεσία που δεν φαίνεται να έχει κατανοήσει στο ελάχιστο τη χώρα που κυβερνάει, το κοινωνικό έδαφος στο οποίο πατά, το ύψος και το πλάτος του άρθρου 120.
Έχουν ίσως μία τελευταία ευκαιρία, να αναγνωρίσουν και έμπρακτα τα σφάλματα που αναγνωρίζουν ρητορικά, αφού εκκρεμεί το τελικό κείμενο, οι εφαρμοστικοί νόμοι και η επικύρωσή τους από τη Βουλή. Στη διαδικασία αυτή, ας έχουν υπόψη και το δικό μας τελεσίγραφο.
Το 62% υπερέβη ήδη αυτή την ηγεσία.Θα εκφραστεί πολιτικά έτσι ή αλλιώς.