Μετά το θρίαμβο του Ομπραδόρ στις εκλογές

Το αποτέλεσμα των εκλογών στο Μεξικό ήταν ο απόλυτος εκλογικός θρίαμβος για τον Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ (ΑΜΛΟ). Συγκέντρωσε το 53% των ψήφων, με τον δεύτερο Ρικάρντο Ανάγια μόλις στο 22% και τον τρίτο Χοσέ Αντόνιο Μεάδε στο 16,5%. Ήταν η πιο σαρωτική εκλογική νίκη προεδρικού υποψηφίου στο Μεξικό εδώ και τρεις δεκαετίες. Και την εικόνα συμπληρώνει η κατάκτηση της πλειοψηφίας και στη Βουλή και στη Γερουσία από το κόμμα του, MORENA, και τους μικρότερους συμμάχους του. 

Το ένα σκέλος του θριάμβου αφορά την εκτίναξη του MORENA και του ίδιου του ΑΜΛΟ σε ποσοστά που δεν πλησίασε ποτέ η μεξικάνικη Αριστερά. Το δεύτερο σκέλος αφορά την κατάρρευση των παραδοσιακών δυνάμεων. 

Το PRI είναι το κόμμα που κυβέρνησε τη χώρα για 70 χρόνια, πέρασε την πρώτη του κρίση το 2000, έμεινε εκτός κυβέρνησης ως το 2012 όταν κι επανήλθε στην εξουσία, δείχνοντας ότι δεν έπρεπε να ξεγραφτεί εύκολα. Κατά την πρώτη του κρίση, διατήρησε σημαντικές δυνάμεις, ενώ σήμερα εμφανίζεται ταπεινωμένο στην τρίτη θέση με 16,4% για τον υποψήφιό του Μεάδε (και αντίστοιχα ποσοστά στις βουλευτικές). 

Το PAN, το σκληρό δεξιό κόμμα που κυβέρνησε από το 2000 ως το 2012, ενώ ακόμα και στην ήττα του 2012 συγκέντρωνε ποσοστά 25-26%, τώρα πήρε 17% στις βουλευτικές, ενώ ο υποψήφιός του στις προεδρικές, Ανάγια, με τη στήριξη και του «αριστερού» PRD (του κάποτε τρίτου μεγαλύτερου κόμματος στο Μεξικό, με σταθερά διψήφια ποσοστά), έφτασε μετά βίας στο 22%.

Με αυτή την έννοια, δείχνει να επιβεβαιώνεται η υπόσχεση του ΑΜΛΟ ότι δεν θα πρόκειται για εκλογική νίκη, αλλά για «καθεστωτική αλλαγή». Τέτοια σαρωτική αλλαγή πολιτικών-εκλογικών συσχετισμών είναι σπάνια. Όμως στο επίπεδο των κοινωνικών συσχετισμών, δηλαδή στο πρόσημο της «καθεστωτικής αλλαγής», τα πράγματα δεν είναι εξίσου καθαρά.

Η νίκη του ΑΜΛΟ σίγουρα αποτυπώνει τη δίψα των «από κάτω» για αλλαγή. Είναι η ιστορική δικαίωση μιας προσπάθειας που ξεκίνησε το 1988 ο Κουατέμοκ Καρδένας, η πρώτη αριστερή υποψηφιότητα σε προεδρικές, που αντιμετωπίστηκε με εκτεταμένη νοθεία από το PRI. Αυτή η μάχη συνεχίστηκε με την ίδρυση του PRD ως «πλατύ» κόμμα της μεξικανικής Αριστεράς, που καθιερώθηκε ως «τρίτος πόλος» ανάμεσα στο PRI και το PAN. Το PRD έφτασε στη νίκη το 2006 (με υποψήφιο τον ΑΜΛΟ), αλλά του την έκλεψαν και ακολούθησαν βδομάδες διαδηλώσεων ενάντια στο στημένο αποτέλεσμα. Η ήττα στις προεδρικές του 2012 (παρά το καλό αποτέλεσμα) και η παγίωση της «ενσωμάτωσης» του PRD (με συμμαχίες πότε με το PRI και πότε με το PAN σε περιφέρειες κλπ) έκανε τον ΑΜΛΟ να χαράξει τον δικό του δρόμο, ιδρύοντας το MORENA ως «κόμμα-κίνημα ριζοσπαστικής αλλαγής». Ο θρίαμβος του MORENA αντανακλά με έναν τρόπο την τελική εκλογική νίκη αυτού του «στρατοπέδου», που πάλευε επί χρόνια να σπάσει την κυριαρχία των παραδοσιακών αστικών κομμάτων.

Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Το MORENA, ξεκινώντας «από τα αριστερά» του PRD (που βυθίστηκε στην οριστική ανυποληψία συμμαχώντας με το PAN σε αυτές τις εκλογές), τελικά έδωσε άλλο νόημα στο «κόμμα-κίνημα αλλαγής». Η «αλλαγή» αφορούσε όποιον δυσφορούσε με τα δύο κατεστημένα κόμματα (μεταξύ των οποίων και τμήματα της αστικής τάξης), το «κίνημα» σήμαινε μια ανεξέλεγκτη «διεύρυνση» (που προσέλκυσε και πολλούς παράγοντες που εγκατέλειπαν σαν τα ποντίκια τα δύο κατεστημένα κόμματα). Η άλλη όψη του σαρωτικού θριάμβου του ΑΜΛΟ είναι ότι μαζί με τις προσδοκίες των «από κάτω», εκφράζει και την επιθυμία ενός σοβαρού τμήματος των «από πάνω» για «αλλαγή σελίδας», μπροστά στο τέλμα στο οποίο είχε βρεθεί το Μεξικό. 

Οι ψυχροπολεμικές προεκλογικές επιθέσεις («θα μας κάνει Βενεζουέλα!») αποτυπώνουν τον τρόμο κάποιων παραδοσιακών αστικών δυνάμεων, αλλά και την επιθυμία των φτωχών ψηφοφόρων (να γίνουν όντως «Βενεζουέλα»). Αλλά στο «νέρωμα» του προγράμματος του ΑΜΛΟ αποτυπώνεται η «ταξική συνεργασία» που οδήγησε στη νίκη του. 

Το τέλμα ήταν πραγματικά βαθύ. Το 2017 ήταν η πιο φονική χρονιά του «πολέμου κατά των ναρκωτικών», ενός πολέμου που έχει δεκάδες χιλιάδες νεκρούς. Είναι ο παροξυσμός των καπιταλιστικών ανταγωνισμών και ο αντίκτυπός τους στο πολιτικό σκηνικό, αλλά στις ιδιαίτερες μεξικάνικες συνθήκες, όπου το εμπόριο ναρκωτικών και η δράση των καρτέλ αποτελούν βασικό παράγοντα της καπιταλιστικής οικονομίας κι άρα αυτά που σε μια άλλη χώρα παίρνουν τη μορφή εκβιασμών, αλλαγής στάσης στα ΜΜΕ, εξαγοράς βουλευτών κλπ, στο Μεξικό παίρνουν τη μορφή ένοπλης βίας. Το ότι ο πόλεμος αυτός έχει βγει εκτός ελέγχου, ότι κόμματα κατακερματίζονται και καταρρέουν, είναι ο αντίκτυπος μιας πολύ βαθιάς κρίσης. 

Οι υποσχέσεις του ΑΜΛΟ είχαν πολλούς αποδέκτες. Σε μια κοινωνία τσακισμένη από τη μιλιταριστική αντιμετώπιση του εμπορίου ναρκωτικών, υποσχέθηκε αντιμετώπιση της φτώχειας των αγροτών, ως απάντηση στη δράση των καρτέλ. Σε ένα τμήμα της αστικής τάξης, υποσχέθηκε την πάταξη της (ενδημικής και εκτεταμένης) διαφθοράς που θα διαμορφώσει μια νέα «κανονικότητα», μαζί με φιλόδοξα έργα υποδομών που θα εκσυγχρονίζουν το Μεξικό. Με τα ίδια επιχειρήματα (πάταξη της διαφθοράς, «μεγάλα έργα») επιχειρεί να πείσει τους φτωχούς ότι θα βρεθούν χρήματα για κοινωνικά προγράμματα, χωρίς να αυξηθεί η φορολογία των επιχειρήσεων ή να παρθούν δραστικά μέτρα όπως η αντιστροφή ιδιωτικοποιήσεων, που είχαν προκαλέσει μαζικούς αγώνες κι αντιδράσεις τα προηγούμενα χρόνια. 

Ο Μεξικανός μαρξιστής Μάσιμο Μοντονέσι έχει χρησιμοποιήσει εκτεταμένα μια δική του ανάγνωση της θεωρίας της «παθητικής επανάστασης» του Γκράμσι, για να σχολιάσει τις αριστερές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική. Σύμφωνα με αυτή, συνυπάρχουν ταυτόχρονα δύο τάσεις –της αποκατάστασης της παλιάς τάξης πραγμάτων και του μετασχηματισμού της, που εκδηλώνονται στην υλοποίηση αλλαγών σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, οι οποίες όμως τελικά καταλήγουν να εγγυώνται τη σταθερότητα των σχέσεων κυριαρχίας, με νέες πολιτικές μορφές. Δεν πρόκειται ούτε για παλινόρθωση, ούτε για ριζικό μετασχηματισμό. Το ταξικό της περιεχόμενο είναι ανοιχτό σε πιέσεις της ταξικής πάλης κλπ, αλλά έχει πάντοτε σαφή όρια.

Είναι κάπως ειρωνικό το ότι στη χώρα του Μοντονέσι έμελλε να εμφανιστεί ένας προεδρικός υποψήφιος που όλη του η προεκλογική καμπάνια και η άνοδός του αποτελούν τόσο ξεκάθαρα την επιτομή αυτής της διαδικασίας.

Πολλές δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς είχαν εντοπίσει αυτούς τους κινδύνους και δεν στήριξαν τον ΑΜΛΟ. Επιχείρησαν να χτίσουν εναλλακτική, στηρίζοντας την καμπάνια της «Μαριτσούι» (Μαρία Ντε Χεσούς Πατρίτσιο Μαρτίνεζ), την ιθαγενή γυναίκα αγωνίστρια που ήταν η εκλεκτή της Εθνικής Συνέλευσης Ιθαγενών και των Ζαπατίστας, στην απόφασή τους να οργανώσουν μια εκλογική καμπάνια «των από κάτω». Πρωτίστως οι απαράδεκτοι ταξικοί φραγμοί της διαδικασίας κατάθεσης-έγκρισης υποψηφιοτήτων, αλλά και δευτερευόντως η αδυναμία του ιθαγενικού-ζαπατιστικού κινήματος να οικοδομήσει συμμαχίες που θα διευκόλυναν να ξεπεραστούν τα εμπόδια, δεν επέτρεψαν στην «Μαριτσούι» να συμμετέχει. Και οι περισσότερες δυνάμεις που στήριξαν την καμπάνια της, τελικά αρνήθηκαν να στηρίξουν τον ΑΜΛΟ, αλλά ήταν αρκετά προσεκτικές, ώστε να καλέσουν τον κόσμο «είτε αποφασίσει να ψηφίσει ΑΜΛΟ, είτε όχι, να ετοιμάζεται για μάχη».

Σε αυτές τις μάχες θα κριθεί η πορεία του Μεξικού, σε αυτή τη «νέα εποχή» στην οποία μπαίνει…

(αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά)

Ετικέτες