Άθικτη παραμένει λοιπόν η στρατηγική της λιτότητας και της ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θέτοντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε καραντίνα τουλάχιστον για ένα τετράμηνο. Άθικτη όμως παραμένει και η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, που έδειξε ότι οι κυρίαρχες τάξεις της ευρωζώνης δεν μπορούν να γκρεμίζουν μιαν ολόκληρη χώρα χωρίς πόλεμο και να την ξαναχτίζουν για να τη φέρουν στα μέτρα τους.

Η θέση των καθεστωτικών πολιτικών δυνάμεων της Ευρώπης μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης Τσίπρα δεν είναι καθόλου εύκολη. Καταρχάς, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ακύρωσε το πείραμα της προγραμματισμένης και άνωθεν σχεδιασμένης ανασυγκρότησης μιας αναπτυγμένης καπιταλιστικής χώρας με δημοκρατικούς θεσμούς, έτσι ώστε αυτή να μεταβεί σε ένα καθεστώς εκμετάλλευσης της εργασίας που δεν θα έφερε πλέον στους κόλπους του ούτε τα παλιά εργασιακά δικαιώματα, ούτε καν την μνήμη τους. Αυτό όμως είναι το λιγότερο. Υπάρχει κάτι πιο σοβαρό και επικίνδυνο για τις καθεστωτικές δυνάμεις της Ευρώπης: Η ήττα τους στις ελληνικές εκλογές μπορεί να γίνει ντόμινο και η μόλυνση από το σάπιο μήλο να απειλήσει τη συνέχιση της λιτότητας στην Ευρώπη. Γιατί όμως να φοβούνται τόσο πολύ την ανατροπή της λιτότητας;

Η στρατηγική σημασία της λιτότητας

Στην παρούσα συγκυρία, η λιτότητα έχει καταστεί κρίσιμο στοιχείο της στρατηγικής τους για την αντιμετώπιση της κρίσης: Αυτό σχετίζεται με την συσσώρευση κεφαλαίου στα χρόνια της χρηματιστικοποίησης, η οποία οδήγησε τον λόγο κεφαλαίου/προϊόντος σε τόσο υψηλά επίπεδα ώστε είναι δύσκολο πλέον οι απαιτήσεις του κεφαλαίου επί του προϊόντος να ικανοποιηθούν. Το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο, πιέζει την κερδοφορία προς τα κάτω και ως αντιστάθμισμα απαιτεί ακραία ένταση της εκμετάλλευσης της εργασίας. Αυτό όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα. Η λιτότητα, η εκρηκτική αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας και η ανεργία αποτελούν λοιπόν σήμερα τη στρατηγική καρδιά του συστήματος.

Αυτά εξηγούν την σκληρή, αποφασιστική στάση των ηγετικών δυνάμεων της ευρωζώνης έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Το στρατηγικό συμφέρον των κυρίαρχων κοινωνικών τάξεων της Ευρώπης να διατηρηθεί το καθεστώς της υψηλής ανεργίας και της λιτότητας είναι αυτό που ενορχηστρώνει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, πειθαρχεί τις πρόσκαιρες και σχεδόν ανεπαίσθητες εθνικές παρεκκλίσεις και τις ενοποιεί πολιτικά απέναντι στον κοινό εχθρό, τον επικίνδυνο ιό του ΣΥΡΙΖΑ.

Βεβαίως, μπορεί κάποιος να αντιτάξει ότι η λιτότητα οδεύει προς στο τέλος της αφού η ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα επαναφέρει την ανάπτυξη. Αυτό όμως αποτελεί πλάνη. Η ποσοτική χαλάρωση δεν απειλεί την λιτότητα [1]. Αυτό που την απειλεί είναι η ανατροπή της με πολιτικά μέσα, με τον τρόπο του ΣΥΡΙΖΑ, και η μόλυνση της Ευρώπης με το παράδειγμά του. Μια μόλυνση που θα απειλούσε την λιτότητα και την ανεργία, που αποτελούν στη σημερινή οικονομική συγκυρία την ίδια την στρατηγική καρδιά του συστήματος.

Ό,τι λοιπόν την απειλεί πρέπει να εκμηδενιστεί – ή τουλάχιστον να εξουδετερωθεί.

Ο ιός του ΣΥΡΙΖΑ σε καραντίνα

Σε μια διαπραγμάτευση, όπως αυτή που διεξάχθηκε με την ελληνική κυβέρνηση, το σχετικό βάρος που ρίχνουν στη ζυγαριά του συσχετισμού δυνάμεων οι δύο πλευρές εξαρτάται από τις πραγματικές ή υποτιθέμενες αντιδράσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών που μπορούν να πάρουν καταστροφικό χαρακτήρα για την μια ή για την άλλη πλευρά (όπως για παράδειγμα η απειλή ενός bank run). Στην περίπτωσή μας, η απειλητική πίεση των χρηματοπιστωτικών ροών εκδηλώθηκε ταχύτερα προς την ελληνική πλευρά και εξώθησε την ελληνική κυβέρνηση σε συμφωνία ανακωχής. Η δε ηγεσία της ευρωζώνης αποδέχθηκε την ανακωχή διότι απομάκρυνε το ενδεχόμενο μιας νέας ενδεχόμενης κρίσης της ευρωζώνης.

Η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου άφησε ιδιαίτερα ευχαριστημένους τις καθεστωτικές δυνάμεις της Ευρώπης, διότι έθεσε σε καραντίνα τον ιό του ΣΥΡΙΖΑ. Η ελληνική κυβέρνηση έχει πλέον εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, ειδικά δε αυτό που αποτελεί τον αριστερό πυρήνα του, δηλαδή την αποκατάσταση του θεσμικού πλαισίου των εργασιακών σχέσεων, των συλλογικών συμβάσεων, την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ κλπ, εκείνο δηλαδή το τμήμα του προγράμματος του οποίου η υλοποίηση θα καθιστούσε την Ελλάδα υπόδειγμα ανατροπής της λιτότητας και δυνητική πηγή μόλυνσης της Ευρώπης. Η ελληνική κυβέρνηση αναγκάζεται να περιοριστεί σε καθήκοντα αστικοδημοκρατικού εκσυγχρονισμού, περιορίζοντας την φοροδιαφυγή, την φοροαπαλλαγή, την γραφειοκρατία, και τις λοιπές παθογένειες του κράτους, που υπό κανονικές συνθήκες ανήκουν στα καθήκοντα των αστικών πολιτικών δυνάμεων και δεν ενοχλούν κανέναν στις ηγετικές δυνάμεις της ευρωζώνης.

Από την άλλη μεριά, όμως, το αντιστάθμισμα σε αυτές τις υποχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης είναι η αποκατάσταση των ομαλών ροών χρήματος και κεφαλαίου, η σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος και η αποτροπή της εφαρμογής νέων μνημονιακών μέτρων που θα συνέχιζαν την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι «αφήσαμε τα μνημόνια πίσω μας», όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Τα μνημόνια θα είναι παρόντα για όσο καιρό δεν έχουν αναιρεθεί όλες οι ρυθμίσεις που επιβλήθηκαν από αυτά με σκοπό να οικοδομηθεί η οικονομία και η κοινωνία του «λευκού κινέζου εργάτη». Παραμένει όμως σημαντική νίκη η αποτροπή της εμβάθυνσης της λιτότητας με επιπλέον μνημονιακά μέτρα.

Άθικτη παραμένει λοιπόν η στρατηγική της λιτότητας και της ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θέτοντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε καραντίνα τουλάχιστον για ένα τετράμηνο. Άθικτη όμως παραμένει και η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, που έδειξε ότι οι κυρίαρχες τάξεις της ευρωζώνης δεν μπορούν να γκρεμίζουν μιαν ολόκληρη χώρα χωρίς πόλεμο και να την ξαναχτίζουν για να τη φέρουν στα μέτρα τους.

Η ανακωχή είναι, εξ ορισμού, συμφωνημένη προσωρινή αναστολή ενεργειών που θα επέφεραν τη ριζική μεταβολή των θέσεων ισχύος μεταξύ δύο πλευρών. Η σύγκρουση επομένως παραμένει εκκρεμής και από την ανακωχή θα βγει ευνοημένος όποιος προετοιμάσει καλύτερα τις συνθήκες μέσα στις οποίες θα διεξαχθεί η επόμενη διαπραγμάτευση.

_____________________

[1] Καταρχάς, το μέγεθος του εφεδρικού εργασιακού στρατού μειώνεται μόνον εάν η μεγέθυνση του ΑΕΠ υπερβαίνει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3% – και μάλιστα επί μακρά σειρά ετών. Υπάρχει, επομένως, μια πολύ ευρεία ζώνη οικονομικής μεγέθυνσης στην οποία είναι εφικτό να αυξάνεται το ΑΕΠ και η λιτότητα να συνεχίζεται υπό την πίεση της ανεργίας. Δεύτερον, εξαιτίας των διαρθρωτικών αλλαγών στις ευρωπαϊκές αγορές εργασίας, το ποσοστό ανεργίας στο οποίο θα εκδηλώνονταν σοβαρές μισθολογικές απαιτήσεις έχει μειωθεί κατά πολύ.

Ετικέτες