Οι περιφερειακές και δημοτικές εκλογές στις 8 Οκτώβρη ήταν συνέχεια του πολιτικού κύκλου των εθνικών εκλογών του 2023, του κύκλου που οδήγησε στην ανανέωση της πολιτικής κυριαρχίας της ΝΔ του Μητσοτάκη.

Οι εκλογικές/πολιτικές επιτυχίες της Δεξιάς στηρίζονται στην απογοήτευση των εργατικών και λαϊκών μαζών και την απαξίωση των αυτοδιοικητικών εκλογών που εκφράστηκε με τη διόγκωση της αποχής σε αρνητικό ρεκόρ. Στηρίζονται ακόμα σε μηχανισμούς χειραγώγησης, που ενισχύθηκαν μέσω της συγχώνευσης οικονομικής/πολιτικής/αυτοδιοικητικής και μιντιακής εξουσίας, που ανέδειξε αποκρουστικά και επικίνδυνα κρούσματα όπως στο Βόλο (αλλά όχι μόνο…). 

Κυρίως όμως στηρίζονται στην προωθημένη κρίση της αντιπολίτευσης, η οποία αδυνατεί να συγκροτήσει εκείνο το πολιτικό ρεύμα που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίβαρο στις γνωστές «ιδιαιτερότητες» των αυτοδιοικητικών εκλογών, αλλά και απέναντι στην «κεκτημένη ταχύτητα» που είχε η ΝΔ από τις κοινοβουλευτικές.

Η κατάσταση που επικρατεί στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν λειτούργησε ενισχυτικά (όπως είχε συμβεί στο παρελθόν), αλλά αυτήν τη φορά λειτούργησε ως επιπλέον βάρος στις -ήδη αδύναμες- αυτοδιοικητικές δυνάμεις του. Το ΠΑΣΟΚ, που διατηρεί σχετικά ανθεκτικούς εκλογικούς μηχανισμούς σε αυτό το πεδίο (ακόμα και στα χρόνια της πιο βαθιάς κρίσης του) δεν κατάφερε να καταγράψει κανένα ευρύτερο πολιτικό ρεύμα πέραν της επιβεβαίωσης της επιβίωσης αυτών των μηχανισμών.

1. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυριαρχία του Μητσοτάκη συνοδεύτηκε από «ρωγμές» και «αγκάθια» για τη ΝΔ, που δείχνουν ότι η νίκη της Δεξιάς δεν ήταν ένα πολιτικά αναπόφευκτο αποτέλεσμα. Και δεν αναφερόμαστε κυρίως στις περιφερειακές εκλογές –όπου με εξαίρεση τη Θεσσαλία, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΝΔ αφορούν συγκρούσεις με «αντάρτες» της Δεξιάς– όσο στην Αθήνα όπου δεν επιβεβαιώθηκε ο εκλογικός «περίπατος» του Μπακογιάννη, στη Θεσσαλονίκη όπου το αποτέλεσμα του Κ. Ζέρβα είναι στα όρια της πολιτικής ήττας, και στον Πειραιά όπου το ψηφοδέλτιο Μώραλη λογοδοτεί κυρίως στον Β. Μαρινάκη παρά στα κόμματα που το στήριξαν. Αυτά, σε συνδυασμό με την Πάτρα όπου η νίκη του ΚΚΕ δια του Πελετίδη παραμένει απολύτως εφικτή, δείχνουν ότι στις μεγάλες πόλεις, η ΝΔ αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα. 

2. Στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, όπως και στις προηγούμενες εθνικές/κοινοβουλευτικές, το αποτέλεσμα πρέπει να γίνει κατανοητό και ως αποτέλεσμα της διαλυτικής κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ.

Η πολυδιαφημισμένη ηγεσία γύρω από τον Στέφανο Κασσελάκη, πατώντας πάνω στο πυροτέχνημα της «αδιαμεσολάβητης» εκλογής της από τους φίλους του κόμματος, υποσχέθηκε εκλογική αποτελεσματικότητα απέναντι στον Μητσοτάκη. Στο πρώτο σοβαρό τεστ, όχι μόνο δεν μπόρεσε να καταγράψει μια τάση αντιστροφής του κύματος απόσυρσης της εμπιστοσύνης του κόσμου, που εκφράστηκε με τις μεγάλες απώλειες στις εκλογές του Μάη-Ιούνη, αλλά το επιτάχυνε και το διόγκωσε. 

Κυρίως σε κάποιες μεγάλες πόλεις, με τον πιο πολιτικό χαρακτήρα της εκλογικής μάχης και την ύπαρξη πειστικών εναλλακτικών στα αριστερά του, η φθορά του ΣΥΡΙΖΑ εκφράστηκε και με μια στροφή προς το ΚΚΕ και τα ψηφοδέλτια της ριζοσπαστικής/αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, μέχρι και την τελευταία στιγμή (μετά και την κατάπτυστη δήλωση για τον πόλεμο στην Παλαιστίνη που περιλάμβανε την εμβληματική φράση για «αλληλεγγύη στο κράτος του Ισραήλ»). 

Το βράδυ της 8ης Οκτωβρίου, ο Στέφανος Κασσελάκης μίλησε για την επείγουσα ανάγκη μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε κάτι όπως μια «πλατιά δημοκρατική παράταξη». Μόνο που το αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών, επιβεβαίωσε ότι αυτή η «μετάβαση» προς το σοσιαλφιλελεύθερο κέντρο δεν θα έχει τίποτα κοινό με την έπαρση που χαρακτήριζε την ίδια πολιτική επί Τσίπρα: στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και στην περιφέρεια της Θεσσαλίας –στις 3 πιο σημαντικές αιχμές το δεύτερου γύρου– ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι υποχρεωμένος να στριμωχτεί πίσω από υποψηφιότητες που αναφέρονται στο ΠΑΣΟΚ. Όπως είχε ήδη φανεί σε πολλά ψηφοδέλτια του πρώτου γύρου, η επιχείρηση «σοσιαλδημοκρατική ανασύνθεση» έχει πλέον δύο πρωταγωνιστές και ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ τους είναι αρκετά διαφορετικός απ’ ό,τι ήταν πριν ελάχιστους μήνες. 

3. Η σχετική ενίσχυση της εκλογικής επιρροής του ΚΚΕ, μέσα σε αυτό το κλίμα πολιτικής αποσύνθεσης, είναι ένα αντικειμενικά θετικό γεγονός. Εκφράζει μια αριστερή ανθεκτικότητα ενός σημαντικού τμήματος του κόσμου, που θα είναι ένας σημαντικός πολιτικός παράγοντας στις μάχες της περιόδου που έρχεται. Στο δεύτερο γύρο των εκλογών, σε κάθε περίπτωση αντιπαράθεσης με τις καθεστωτικές/συστημικές δυνάμεις, η νίκη της Λαϊκής Συσπείρωσης θα πρέπει να υποστηριχθεί. 

Αυτή η εξέλιξη βάζει στο ΚΚΕ πιο επιτακτικά και προωθημένα πολιτικά καθήκοντα: η τακτική της ενότητας στη δράση στους καθημερινούς αγώνες, με στόχο την επιδίωξη για συγκεκριμένες νίκες εδώ και τώρα, δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανασταλεί μέχρι τις επόμενες κάλπες. 

4. Στις δημοτικές εκλογές, ο χώρος της ριζοσπαστικής/αντικαπιταλιστικής Αριστεράς έκανε –υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις– θετικά κι ελπιδοφόρα βήματα: Στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη –αλλά όχι μόνο…– η μέθοδος της ενωτικής συγκέντρωσης δυνάμεων απέδειξε ότι δεν είναι ασύμβατη με την επεξεργασία ενός ικανοποιητικού πλαισίου παρέμβασης και, πατώντας σε αυτά τα δύο αλληλένδετα χαρακτηριστικά, οδήγησε σε ποσοστά σαφούς διακριτής πολιτικής ορατότητας. Πρόκειται για παρεμβάσεις που πρέπει να θεωρηθούν οδηγός για την αναγκαία τακτική μακράς περιόδου και που πρέπει να επεκταθούν σε όλα τα μέτωπα των καθημερινών αγώνων του κινήματος. 

Αντίθετα, όπου επιλέχθηκε η σεχταριστική αντιπαράθεση ή ο φετιχισμός μιας (τάχα) καθαρότητας των «πλαισίων», τα αποτελέσματα (κυρίως στις περιφερειακές) περιορίστηκαν στα αδιέξοδα της «καταγραφής».

Στις συνθήκες που έρχονται, με την αναπόφευκτη όξυνση της αντιπαράθεσης απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, αλλά και την επιταχυνόμενη κρίση του ΣΥΡΙΖΑ που θα αυξάνει τη «ζήτηση» για αποτελεσματική αλλά και αυθεντικά ριζοσπαστική αριστερή πολιτική, ο δρόμος της «Ανατρεπτικής Συμμαχίας» με τον Κ. Παπαδάκη στην Αθήνα, αλλά και της «Πόλης Ανάποδα» με την Μ. Κέκη στη Θεσσαλονίκη, είναι ο δρόμος που θα πρέπει αποφασιστικά να ενισχυθεί. 

Ετικέτες