Επειδή, «η ηλικία δεν είναι άλλοθι για να μην ξέρεις ποιό είναι το σωστό» και «ο πόλεμος είναι εμπορική σύρραξη οικοπεδοφάγων».
Ο Β ΄Παγκόσμιος Πόλεμος αποτέλεσε τη χειρότερη και πλέον πολύνεκρη αναμέτρηση της ανθρωπότητας όντας κατά βάση, ένας «ευρωπαϊκός εμφύλιος» πόλεμος στη σκιά της καπιταλιστικής κρίσης του ΄29, που τον κυοφόρησε. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό-ήταν πόλεμος ανάμεσα στην ιδεολογία της κοινωνικής απελευθέρωσης και χειραφέτησης (κομμουνισμός), που ενέπνευσε και τα περισσότερα παρτιζανικά κινήματα στα μετόπισθεν και την ψευδοϊδεολογία του κοινωνικού εξανδραποδισμού και της άρνησης του πολιτισμού (φασισμός).
Ήταν πόλεμος ολοκληρωτικός, καθώς δεν αναγνώριζε διακρίσεις ανάμεσα σε στρατεύματα, σε αντάρτες και σε αμάχους. Ήταν πόλεμος στις πιο αντίξοες, καιρικές συνθήκες και στα πιο ετερόκλητα πεδία μάχης (πόλεις, ερήμους, τροπικές ζούγκλες, βάθη της θάλασσας).
Ήταν ο πόλεμος του βιομηχανικής κλίμακας εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας (Ολοκαύτωμα), ο πόλεμος που καθιέρωσε το αεροπλάνο ως το βασικό όπλο των αντιπάλων και ο πόλεμος, που εγκαινίασε την εποχή του πυρηνικού τρόμου. Και, τέλος, είναι ο πόλεμος που σημάδεψε τον κινηματογράφο, που εκτινάχτηκε θεαματικά και θεματικά, δημιουργώντας ταινίες εμπνευσμένες από τη μεγάλη και οικουμενική σύρραξη.
Με αφορμή την 28η Οκτωβρίου, κάνουμε μια επιλογή ταινιών που αφηγήθηκαν τον πόλεμο στις σκοτεινές αίθουσες, φωτίζοντας πτυχές μιας αναμέτρησης που έκοψε την νεωτερική εποχή στο πριν και στο μετά της.
1. Το Υποβρύχιο (1980)
Αυστηρώς ακατάλληλο για κλειστοφοβικούς και παρωπιδοφόρους. Ίσως η πληρέστερη πολεμική ταινία που γυρίστηκε ποτέ. Αν και στην εποχή της επικρίθηκε επειδή θεωρήθηκε πως αποκαθιστούσε εν μέρει τη «φήμη» του ναζισμού, οι πολέμιοι της φαινόταν πως δεν είχαν καταλάβει τίποτα. Ο Βόλφγκανγκ Πίτερσεν κινηματογράφησε ένα ψυχολογικό δράμα ταυτοτήτων στα βάθη της θάλασσας, για εχθρούς και φίλους.
Ένα γερμανικό υποβρύχιο των «λύκων του Ντένιτς» αποπλέει για τη μάχη του Ατλαντικού και η κάμερα καθηλώνεται μέσα στο σιδερένιο σκελετό του. Πόλεμος και ειρήνη, φιλία και πολιτική, ιδεολογία και θάνατος, νοσταλγία και ιδρώτας, τρόμος και κωμωδία μέσα στα ελάχιστα τετραγωνικά μέτρα ενός όπλου που ταξιδεύει σκορπώντας την αμφιβολία στην επιφάνεια και το κύτος του.
Κλειστό φέρετρο που κουβαλά τορπίλες και υπνωτιστική μηχανή θανάτου που οδηγεί στην αργή αυτοκτονία τους επιβάτες του, με τη αόρατη παρουσία της ασφυξίας να καραδοκεί κάθε στιγμή. Αξέχαστες οι σκηνές μάχης και βύθισης στα βάραθρα της αβύσσου, ασυναγώνιστο μοντάζ σε ρυθμό και ένταση. Από τα πραγματικά διαμάντια της 7ης τέχνης.
2. Λεπτή Κόκκινη Γραμμή (1999)
Το ποιητικό, αντιπολεμικό δράμα του Τέρενς Μάλικ, που αδικήθηκε στις κριτικές και τα ταμεία και επισκιάστηκε από την (κλοπή-ράιτ) «Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν», την ίδια χρονιά. Μια μεραρχία Αμερικανών πεζοναυτών αποβιβάζεται σε ένα ανώνυμο νησί του Ειρηνικού (σ.σ. το Γκουανταλκανάλ) και αντιμετωπίζει έναν στην αρχή αόρατο εχθρό μέσα στον ειρηνικό και φιλήσυχο παράδεισο των ιθαγενών κατοίκων, που βρίσκονται ανάμεσα σε διασταυρωμένα πυρά.
Οι σκηνές της ονειρικής φυγής και της λιποταξίας στις αμόλυντες από τον πόλεμο αμμουδιές και ανάμεσα στις παρέες των παιδιών, που παίζουν με τα κύματα και τα κοράλλια, εναλλάσσονται με τον παροξυσμό του συνταγματάρχη (Νικ Νόλτε) που στέλνει τους στρατιώτες να σκοτωθούν σε κατάφυτες πλαγιές και λασπωμένα μονοπάτια, απαγγέλλοντας Ιλιάδα στο πρωτότυπο.
Ο ελληνικής καταγωγής λοχαγός (Ελίας Κοτέας), που αμφισβητεί τις διαταγές του συνταγματάρχη και στη συνέχεια τιμωρείται για την ανυπακοή του, δεν μασάει τα (ελληνικά) λόγια του: Είναι τρελός ο άνθρωπος. Ο αφορισμός του λοχία (Σον Πεν) που βλέπει τους φαντάρους να πεθαίνουν σαν τις μύγες, μέσα στην τροπική ζούγκλα και τα ανοικτά λιβάδια, είναι πάντοτε επίκαιρος : Ο πόλεμος; Εμπορική σύρραξη για τα οικόπεδα.
3. Γράμματα από την Ιβοζίμα (2005)
Η ταινία του Κλιντ Ίστγουντ για τη «μητέρα των μαχών» του Ειρηνικού και «δίδυμη» των «Σημαιών των Προγόνων μας», στην οποία ο σκηνοθέτης τα έκανε ελαφρώς και...ρεπουμπλικανικώς, χόρτα. Το σενάριο βασίζεται εξολοκλήρου στα ανεπίδοτα γράμματα και τα ημερολόγια των Ιαπώνων στρατιωτών που βρέθηκαν μέσα στις στοές και τα χαρακώματα του νησιού, κάτω από τα πτώματα και μέσα στους ανοικτούς τάφους.
Ένας μέραρχος (Κεν Γουατανάμπε) αναλαμβάνει να οργανώσει την άμυνα του νησιού, από τα έγκατα στην επιφάνεια της γης και από τα δυσπρόσιτα βουνά στα χωριατόσπιτα των γεωργών, με τη σαφή διαταγή των... σογκούν του ιαπωνικού Επιτελείου ότι για τους στρατιώτες του υπάρχει μόνο ο θάνατος, στα πόδια του θρόνου των χρυσανθέμων.
Τα βαριά ερωτήματα όλων των εμπλεκομένων στη μάχη πέφτουν σαν υδράργυρος στο μελάνι των γραμμάτων και την κινηματογραφική εικόνα. Γιατί πολεμάει κανείς και γιατί αξίζει να πεθάνει; Για τον αυτοκράτορα; Τη σημαία; Την αρραβωνιστικιά πίσω στο Κιότο; Τον σύντροφό του στο χαράκωμα;
Η κάμερα του Ίστγουντ μπαινοβγαίνει σε στοές και σε λαγούμια, όπου πεινασμένοι και ψειριασμένοι άνδρες προτιμούν την αυτοκτονία από την τρέλα της λιμοκτονίας ή την «ατιμωτική» κατά τις ιαπωνικές διαταγές αιχμαλωσία και σε καμένα χωριά όπου εξαφανίζεται ο βιός και η υπόληψη παραλογισμένων αμάχων.
4. Ουρανός(1963)
Μια από τις τρεις κορυφές του ελληνικού κινηματογράφου, μαζί με τον «Δράκο» του Νίκου Κούνδουρου και την «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού - και σε κοντινή απόσταση τον «Θίασο» του Θ. Αγγελόπουλου και την «Κάλπικη Λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα. Το έπος του ΄40 χωρίς τίποτα το επικό και το μεγαλειώδες. Χωρίς μακιγιάζ και δεκάρικους επετειακούς λόγους.
Ο Τάκης Κανελλόπουλος πήρε την κάμερα και τους ηθοποιούς του, ανέβηκαν στα έρημα από τον Εμφύλιο, τη μετανάστευση και την αστυφιλία χωριά της Δυτικής Μακεδονίας και έφτιαξαν ένα χειροποίητο, λιτό αντιπολεμικό δράμα για το ΄40 και την εμπειρία του πολέμου, στο πεδίο της μάχης και όχι στα χαρτοβασίλεια των γενικών επιτελείων και των επαγγελματιών στρατιωτικών.
Οι ήρωες του Κανελλόπουλου, έφεδροι και επιστρατευμένοι ακροβατούν στην ειρήνη και τον πόλεμο, τον φόβο και τη γενναιότητα, τις πληγές και την νοσταλγία. Και μόνο για την δωρικής αφήγησης σκηνή της υφαρπαγής των αρβυλών από τον νεκρό συστρατιώτη, ο Κανελλόπουλος πέρασε στη μυθολογία του σινεμά και επικρίθηκε από την κατεστημένη κριτική της τότε εθνικοφροσύνης.
5. Η Πτώση (2005)
Η «άνοιξη του σύγχρονου γερμανικού σινεμά» περνά υποχρεωτικά από αυτή την ταινία. Ο Όλιβερ Χίρσμπιγκελ διαβάζει το ιστορικό βιβλίο του Γιόαχιμ Φεστ για τις τελευταίες μέρες του Χίτλερ και του ναζισμού, το διανθίζει με το ημερολόγιο και τις μαρτυρίες της τελευταίας γραμματέως του φύρερ, Τράουντ Γιούνγκε και φτιάχνει μια συγκλονιστική ταινία, εξαιρετικής ιστορικής πιστότητας.
Ο Κόκκινος Στρατός έχει μπει στο Βερολίνο και οι ηγέτες του καθεστώτος που αιματοκύλισε τον κόσμο, στριμώχνονται στο μπούνκερ ενός Χίτλερ (ο Μπρούνο Γκαντζ) που παραπαίει ανάμεσα στη ψυχολογική συντριβή και την άσβεστη δίψα για περισσότερο αίμα.
Δολοφονική μανία και μισανθρωπία, ίντριγκες και πάθη, πισώπλατα μαχαιρώματα και τακτικισμοί επιβίωσης, απόγνωση και τρέλα, ανηθικότητα και αυτοκτονίες, όλη η παλέτα της ναζιστικής αθλιότητας χρωματίζει την οθόνη του Χίρσμπιγκελ στο μικροπρεπές και αυτοκαταστροφικό «λυκόφως των θεών» που επιφύλασσε ο ναζισμός και οι σύγχρονοι νοσταλγοί του στην ανθρωπότητα.
6.Σιδηρούς Σταυρός (1976)
Το έπος του Σαμ Πέκινπα για το Ανατολικό Μέτωπο και τη φύση της στρατιωτικής εξουσίας και τυραννίας.
Μια διμοιρία Γερμανών στρατιωτών, στην χερσόνησο της Κριμαίας, αποκομμένη από τη Βέρμαχτ που τρέχει σαν λαγός κάτω από τα συντριπτικά πυρά του Κόκκινου Στρατού, αναζητά διέξοδο στη ζωή και τη λύτρωση από τους εφιάλτες των αλλοπρόσαλλων διαταγών μιας πρωσικής διοίκησης, που αφού πρώτα έδωσε γη και ύδωρ στον Χίτλερ, τον «δεκανέα» του «ζωτικού χώρου», μακελεύει φαντάρους στην κρεατομηχανή της μάχης και της άτακτης υποχώρησης, για ένα τσίγκινο παράσημο.
Η «οριοθέτηση» μπήκε στο πάνθεον των σκηνών μάχης και καταγγελίας του παραλογισμού του στρατού στην 7η τέχνη και η σκηνή στο στρατιωτικό νοσοκομείο με τους ανάπηρους φαντάρους υπενθύμισε την κατάσταση στα μετόπισθεν και του Βιετνάμ. Ο Σπίλμπεργκ θα κάνει κανονική αντιγραφή και «λεηλασία» της ταινίας είκοσι χρόνια αργότερα, όταν θα γυρίσει τη «Διάσωση του στρατιώτη Ράιαν».
7. Δουνκέρκη (2017)
Η Έξοδος των Βρετανών,Γάλλων και Βέλγων στρατιωτών με την ματιά του Κρίστοφερ Νόλαν. Ο «γελοίος πόλεμος» ανάμεσα στη ναζιστική Γερμανία, τη Βρετανία και τη Γαλλία ολοκληρώνεται στις αμμουδιές και τις προκυμαίες της Βόρειας Γαλλίας, με έναν αόρατο εχθρό πανταχού παρόντα, να ρίχνει βαριά τη σκιά του στη άδεια θάλασσα και τον ορίζοντα μιας σωτηρίας που δεν λέει να έρθει.
Κινηματογραφικό επίτευγμα μοντάζ και φωτογραφίας, αφαιρετική, αλληγορική διήγηση ικανή να ερμηνεύσει κάθε πόλεμο κάθε εποχής γιατί πέρα από τον θάνατο, είναι η κοινή μοίρα των στρατιωτών μπροστά στο άγνωστο που ενώνει τις τύχες τους. Γιατί δεν είναι μόνο οι νεκροί που έχουν δει το τέλος του πολέμου (Ζωρζ Σανταγιάνα), είναι και οι φοβισμένοι, οι αιχμάλωτοι και οι εγκαταλελειμμένοι.
8. Η Λίστα του Σίντλερ (1993)
Το Ολοκαύτωμα διά χειρός Στήβεν Σπίλμπεργκ. Αν και ο «Γιός του Σαούλ» είναι πιθανότατα η καλύτερη ταινία για το ίδιο θέμα, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε την εμπορική επιτυχία αλλά και την ωμή αποτύπωση στην κάμερα όλης της βιομηχανικής κλίμακας διαδικασίας εξόντωσης των Εβραίων από τα γκέτο στα κρεματόρια, τα καταναγκαστικά έργα, τις εκτελέσεις και τις υπαίθριες πυρές θανάτου και προσπάθειας εξαφάνισης των πτωμάτων του μαζικού, γενοκτονικού εγκλήματος.
Η ιστορία του ναζιστή βιομηχάνου Όσκαρ Σίντλερ που έσωσε από τους φούρνους του Άουσβιτς-Μπιρκενάου, 1.200 ανθρώπους, εργάτες στο εργοστάσιό του, τον μεγαλύτερο αριθμό διασωθέντων από το στόμα του ναζιστικού Λεβιάθαν, από ένα, μεμονωμένο άτομο.
Ο σκηνοθέτης θα κλείσει την ταινία με τη φράση του Ταλμούδ πως «όποιος σώζει έναν άνθρωπο, σώζει ολόκληρον τον κόσμο», αλλά το σύγχρονο κράτος του Ισραήλ έχει θάψει το νόημά της, στα θεμέλια του τείχους της Γάζας.
9. Πάττον (1970)
Η πιο «αντιδραστική» ταινία της δεκάδας. Ο Κόπολα και ο Χορθ θα γράψουν το σενάριο μελετώντας τόσο τα γραπτά που άφησε πίσω του ο οξύθυμος, αντικομμουνιστής στρατηγός των Αμερικανών όσο και τις ομιλίες του υπουργού Άμυνας, Ρόμπερτ Μακναμάρα και του επικεφαλής διοικητή στο Βιετνάμ, Γουίλιαμ Γουεστμόρλαντ.
Και η ταινία περιγράφει την πολεμική σταδιοδρομία του Πάττον στην Αφρική,τη Σικελία και την Ευρώπη με τη δεδηλωμένη πρόθεσή του να ξεκινήσει τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο εναντίον του Κόκκινου Στρατού στη Γερμανία, λες και οι μάχες γίνονται στη χερσόνησο της Ινδοκίνας και οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, στο Πεντάγωνο.
Κλασική περίπτωση ταινίας με «διπλή γλώσσα» όπου ο πόλεμος στηλιτεύεται μέσα από την προβολή του μιλιταρισμού στο πρόσωπο ενός στρατηγού που πίστευε στη μετεμψύχωση, φαντασιωνόταν ότι είχε πολεμήσει τον Αννίβα στη Ζάμα (και τον είχε νικήσει, φυσικά...) και υποστήριζε πως ζει στις διάφορες ζωές του, μόνο για να πολεμάει - και κατά διαβολική σύμπτωση, πέθανε έπειτα από τροχαίο δυστύχημα, λίγους μήνες μετά τη λήξη του πολέμου.
Η εναρκτήρια σκηνή όπου ο ομιλητής στρατηγός και ο κάθε ένστολος εκμηδενίζονται ως προσωπικότητες κάτω από την τεράστια αστερόεσσα, έγραψε ιστορία. «Κανένας μπάσταρδος δεν κέρδισε πόλεμο, πεθαίνοντας για την πατρίδα του. Κέρδισε, σκοτώνοντας τον απέναντι μπάσταρδο, για να πεθάνει εκείνος για τη δική του πατρίδα», ο πλέον εύγλωττος ορισμός του πατριωτισμού εν όπλοις.
10. Η γέφυρα του ποταμού Κβάι (1957)
Ο Ντέιβιντ Λιντς διαβάζει το μυθιστόρημα του Πιέρ Μπουλ για τα ιαπωνικά στρατόπεδα αιχμαλώτων στη ζούγκλα της Βιρμανίας και τα καταναγκαστικά έργα στην κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου, και κάνει το... «λάθος» να αναθέσει, το σενάριο της ομώνυμης ταινίας, σε δυο διωκόμενους από τον μακαρθισμό και «μαυρολιστογραμμένους» κόκκινους σεναριογράφους, τον Καρλ Φόρμαν και τον Μάικ Γουίλσον, που παραδίδουν την πρώτη, χρονικά, πραγματικά ουσιαστική ταινία για τον Β΄ΠΠ και ένα σενάριο-υπόδειγμα δραματικών κορυφώσεων και αλληγορίας.
Ένα τάγμα Βρετανών και Αμερικανών αιχμαλώτων υποχρεώνεται να φτιάξει μια σιδηροδρομική γέφυρα πάνω από τον ποταμό Κβάι και κάτω από τις ξιφολόγχες και τα μαστίγια των Ιαπώνων δεσμοφυλάκων.
Το «βρετανικό» πνεύμα διοίκησης μπαίνει μπροστά, πρώτα για να πετύχει ορισμένες ελάχιστες διευκολύνσεις διαβίωσης, προκειμένου οι αιχμάλωτοι να μην πεθάνουν από την πείνα και τον τύφο, και έπειτα για να αποδείξει στους «κιτρινιάρηδες τζαπς» την ανωτερότητα των δυτικών στα μεγάλα και φαινομενικά ακατόρθωτα κάτω από αυτές τις συνθήκες, κατασκευαστικά έργα. Όμως οι Σύμμαχοι στην Αυστραλία θέλουν να σαμποτάρουν το έργο, για να ανακοπούν οι γραμμές ανεφοδιασμού των Ιαπώνων στο μέτωπο.
Και τότε ξεσπούν τα μεγάλα διλήμματα μέσα και έξω από το στρατόπεδο και στην προσωπικότητα του συνταγματάρχη Νίκολσον (Άλεκ Γκίνες) με αφορμή τη γέφυρα και πέρα από αυτή - Τι συμβαίνει στα θεμέλια της ανθρώπινης συνείδησης και της πολεμικής γέφυρας; Τι συνιστά αυτό το έργο, δηλαδή το έργο του πολέμου; Απόδειξη του ηθικού, της «ανωτερότητας» και του υψηλού φρονήματος εν προκειμένω των αιχμαλώτων δυτικών ή καθαρή συνεργασία με τον εχθρό;
Τη λύση στον γόρδιο δεσμό του δράματος θα δώσει ο «τυχαίος» θάνατος του συνταγματάρχη πάνω από το κουτί πυροδότησης των εκρηκτικών, αν και το στρατιωτικά και πολιτικά ορθό τέλος της ταινίας γράφτηκε τρεις φορές έως ότου ικανοποιήσει τους παραγωγούς- η αρχική ιδέα ακολουθούσε πιστά το βιβλίο όπου η γέφυρα (δηλαδή ο πόλεμος) μένει εντελώς ανέπαφη.
Η Γέφυρα του ποταμού Κβάι θα αποσπάσει 7 Όσκαρ, ανάμεσά τους και αυτό του σεναρίου, οι παραγωγοί θα έχουν σβήσει τα ονόματα των σεναριογράφων από τις υποψηφιότητες,λόγων των μακαρθικών αντιδράσεων, το Χόλιγουντ θα αρνηθεί να δώσει το Όσκαρ στους κομμουνιστές δημιουργούς, τελικά το βραβείο θα πάρει ο Πιέρ Μπουλ και η αισχρή αδικία θα αποκατασταθεί έπειτα από τριάντα ολόκληρα χρόνια και ενώ Φόρμαν και Γουίλσον θα έχουν στο μεταξύ πεθάνει.
Και τέλος, το ντοκιμαντέρ Σκοτεινό Σημείο : Η γραμματέας του Χίτλερ αφηγείται (2002).
Το 2002, οι σκηνοθέτες Ότμαρ Σμίντερερ κα Αντρέ Χέλλερ ανακαλύπτουν και βάζουν μπροστά στην κάμερα την τελευταία εν ζωή γραμματέα του Αδόλφου Χίτλερ, Τράουντ Γιούνγκε η οποία αφηγείται τις αναμνήσεις της από τον γερμανό δικτάτορα από το 1942 έως και την αυτοκτονία του μέσα στο μπούνκερ του Βερολίνου, που κατακλύζεται από τον νικηφόρο Κόκκινο Στρατό.
Όλο το ντοκιμαντέρ είναι μια ανατριχιαστική κατάδυση στα ναζιστικά βάθη της εξουσίας του φύρερ, αλλά το τελευταίο δίλεπτο αποτελεί το πραγματικό, καθολικό μάθημα ζωής που κρίνει σκόπιμο να επισημάνει η 82χρονη μάρτυρας των ναζιστικών παρασκηνίων.
Λίγες μέρες προτού ξεκινήσουν τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ,η Γιούνγκε περπατά στους δρόμους του Μονάχου και πέφτει πάνω στο μνημείο για την φοιτήτρια Σόφι Σολ και τα μέλη της αντιστασιακής, αντιναζιστικής οργάνωσης «Λευκό Ρόδο». Κοιτά την επιγραφή και διαπιστώνει ότι η Σολ, όταν καταδικάστηκε σε θάνατο και αποκεφαλίστηκε από τους ναζί για την δράση της, ήταν 22 ετών. Στην ίδια ηλικία, η ίδια η Γιούνγκε είχε ζητήσει και είχε πετύχει να προσληφθεί ως γραμματέας του Χίτλερ. Το συμπέρασμά της, μάθημα ζωής και πολιτικής για τους ανθρώπους κάθε ηλικίας και ειδικά τους νέους: «Μπροστά στο μνημείο της Σολ, συνειδητοποίησα ότι η ηλικία δεν είναι κάποιο άλλοθι προκειμένου να μην ξέρεις και να μην κάνεις το σωστό και εγώ δεν το είχα κάνει».