Στον ΣΥΡΙΖΑ έχει φτάσει εδώ και καιρό η ώρα που η τακτική όχι απλώς "εμπνέεται" ή έχει "ορίζοντα" τη στρατηγική, αλλά καθορίζεται άμεσα και ευθέως απ' αυτήν. Παραδόξως όμως, δεν γίνεται καμία συζήτηση για τη στρατηγική, ωσάν όλα να είναι ή να φορούν αποκλειστικά τακτικές και επικοινωνιακού χαρακτήρα επιλογές. Κι όμως, η τακτική είναι παρούσα μέσα στις κρίσμες επιλογές, παρότι άδηλη, μη ομολογημένη, κρυπτόμενη. Και στις πλειοψηφικά κυρίαρχες εκδοχές της επιδέχεται έναν, γνωστό από τα παλιά πολιτικό χαρακτηρισμό: ρεφορμισμός! Ας μιλήσουμε λοιπόν για στρατηγική και ας ακολουθήσουμε τα "ίχνη" του -κυρίαρχου- ρεφορμισμού. Δεν μιλάμε για "αξιακό φορτίο" ούτε για "ιστορικό ορίζοντα", αλλά για την κινούσα αρχή της κυρίαρχης πολιτικής στον ΣΥΡΙΖΑ.
Τα "δύο δεν", η θεωρία των σταδίων, ο σοσιαλισμός
Όπως και αν βλέπει κανείς το ζήτημα της κυβέρνησης, το σίγουρο είναι πως δεν αποτελεί ζήτημα αφηρημένης συζήτησης αλλά άμεσων και πιεστικών επιλογών. Διότι όταν μιλούμε για "κυβέρνηση", μιλούμε εν τέλει για την εξουσία. Και όταν μιλούμε για την εξουσία, μιλούμε για τη στρατηγική. Ακόμη και η άποψη ότι δεν μπορούμε να δώσουμε τη μάχη για την εξουσία και ότι πρέπει να περιοριστούμε σε μια "φιλολαϊκή διακυβέρνηση", είναι επιλογή στρατηγικής!
Η κυρίαρχη στρατηγική στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ακριβώς αυτή και στηρίζεται στα πολύ γνωστά από την Ιστορία "δύο δεν": δεν μπορούμε παίρνοντας την κυβέρνηση να δώσουμε τη μάχη για την εξουσία - δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε την καπιταλιστική ιδιοκτησία και να πάρουμε σοσιαλιστικού χαρακτήρα μέτρα. Πρόκειται για τη γνωστή, επίσης από την Ιστορία, θεωρία των σταδίων: παίρνοντας την κυβέρνηση, σε ένα πρώτο "στάδιο" θα εφαρμοστεί ένα μίνιμουμ πρόγραμμα μέτρων "ανακούφισης", "φιλολαϊκής διακυβέρνησης" και παραγωγικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού σε φιλολαϊκή κατεύθυνση. Αφού με μια τέτοια πολιτική στο πρώτο στάδιο "ωριμάσουν οι υποκειμενικοί και αντικειμενικοί όροι", αφού με μια τέτοια πολιτική απομονώσουμε τις πλέον επιθετικές μερίδες του κεφαλαίου και του αστικού πολιτικού συστήματος (τη σαμαρική Δεξιά, το βενιζελικό ΠΑΣΟΚ, το "τρίγωνο της διαπλοκής", το "μερκελισμό" και ασφαλώς τους φασίστες), θα έχουμε αδρανοποιήσει και απομονώσει τους πιο επιθετικούς πυλώνες του συστήματος και θα προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο, στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό με δημοκρατικά - κοινοβουλευτικά μέσα.
Η στρατηγική αυτή αναφέρεται κυρίαρχα στην εμπειρία του ΕΑΜ, αλλά και της ΕΔΑ. Το ΕΑΜ, στο όνομα του "λαϊκοδημοκρατικού σταδίου", αρνήθηκε να πάρει την εξουσία και προτίμησε να τη μοιραστεί με τους αστούς πολιτικούς στην κυβέρνηση "εθνικής ενότητας" με πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου, απ' τη μια, και με τον Σκόμπι ("Σύμμαχοι") και τις λοιπές "εθνικές δυνάμεις" από την άλλη. Η Γκαζέρτα και ο Λίβανος, το "στοπ" στον Άρη και τον ΕΛΑΣ να μπουν στην Αθήνα, η ανακήρυξη του Σκόμπι σε αρχιστράτηγο των ελληνικών δυνάμεων, στο τέλος η Βάρκιζα, δεν έπεσαν από τον ουρανό: ήταν λογική συνέπεια μιας στρατηγικής "εθνικής ενότητας" που εμπνεόταν από το στρατηγικό δόγμα των σταδίων και των "δύο δεν": Σε "αυτό το στάδιο" δεν μπορούμε να δώσουμε τη μάχη για να πάρουμε την εξουσία - δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε κοινωνικό μετασχηματισμό.
Με "δούρειο ίππο" και συναισθηματική επικάλυψη τα ανείπωτα βάσανα, την εποποιία και τις θυσίες των απλών ανθρώπων και αγωνιστών, αλλά και των μελών και στελεχών του ΚΚΕ και των μικρότερων οργανώσεων της Αριστεράς και της Επαναστατικής Αριστεράς, γίνεται προσπάθεια να διασωθεί ιστορικά το κύρος και να επανέλθει ακριβώς η στρατηγική που οδήγησε στη Βάρκιζα, στη συνέχεια σε έναν εμφύλιο χαμένο από τα πριν και σε εξανδραποδισμό ενός ολόκληρου λαού για τρεις σχεδόν δεκαετίες.
Οι αναφορές στην ΕΔΑ, από την άλλη, χρησιμεύουν για να νομιμοποιήσουν μια καίριας σημασίας τακτική επιλογή στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής: τη στροφή στο Κέντρο και την ανάγκη συμμαχίας μαζί του με στόχο τη δημιουργία της αναγκαίας "πολιτικής πλειοψηφίας για τη διακυβέρνηση". Διότι η ΕΔΑ δεν διανοήθηκε καν να ξανανοίξει για την Αριστερά το ζήτημα της εξουσίας και μιας ιστορικής ρεβάνς από τη Βάρκιζα και τον εμφύλιο. Στην περίπτωση της ΕΔΑ η θεωρία των σταδίων έκανε λόγο απλώς για ένα στάδιο "εκδημοκρατισμού", η δε στροφή προς το Κέντρο δεν ήταν παρά η τακτική ουράς προς το "δημοκρατικό Κέντρο" στο όνομα ακριβώς αυτού του "εκδημοκρατισμού". Και αποτελεί ιστορική παραχάραξη να λέγεται ότι η ΕΔΑ έχασε την ιστορική ευκαιρία γιατί δεν προσπάθησε να απορροφήσει το Κέντρο - το αντίθετο ακριβώς έγινε: στήριξε όλο το πολιτικό της σχέδιο στον "εκδημοκρατισμό" και τη συμμαχία με το Κέντρο, με αποτέλεσμα να γίνει ουρά της Ένωσης Κέντρου.
Σε διαδικασίες των κεντρικών οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ (Κ.Ε. και Π.Γ.), ιδιαίτερα από το 2012 και ύστερα, εξέχοντα στελέχη της πλειοψηφίας (Α. Μπαλτάς, Ν. Βούτσης) αποτόλμησαν και ευθείες αναφορές στο στρατηγικό υπόδειγμα του ιταλικού" ιστορικού συμβιβασμού", λέγοντας ότι ακόμη και με ποσοστό 40% και άνετη αυτοδυναμία, η Αριστερά δεν μπορεί να κυβερνήσει σαν μειοψηφία, δηλαδή με εκλογικό ποσοστό μειοψηφίας: πρέπει να εξασφαλίσει πολιτικές συμμαχίες ώστε να διευρύνει τα ποσοστά στήριξης της πολιτικής της μέχρι το 60-70%!
Είναι φανερό ότι όλα αυτά δεν παραπέμπουν απλώς αλλά είναι στρατηγική: η στρατηγική του ρεφορμισμού, αυτού του πολιτικού "πατέρα" όλων των ιστορικών ηττών. Βεβαίως, ως απόρροια της ήττας και κρίσης του ρεφορμισμού και των ισχυρών τάσεων αποϊδεολογικοποίησης και εκφυλισμού, ιδιαίτερα στα χρόνια και τις δεκαετίες ύστερα από το 1989, πρόκειται για εκφυλιστική και αποϊδεολογικοποιημένη εκδοχή ρεφορμισμού: χωρίς θεωρητική υποστήριξη και συνοχή, χωρίς ούτε νέες επεξεργασίες αλλά ούτε συστηματικές και συνεκτικές έστω αναφορές στη ρεφορμιστική παράδοση, χωρίς συνεκτικό σχέδιο, ένα ρεφορμισμό-χαμαιλέοντα που αρνείται να εμφανιστεί με το πραγματικό του πρόσωπο και να υπερασπιστεί τον εαυτό του, που κρύβεται πίσω από τάχα τακτικές επιλογές. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι πρόκειται για ρεφορμισμό, που ανακαλεί όλα τα βασικά ιστορικά στερεότυπα αυτής της στρατηγικής.
Υπ' αυτούς τους όρους, αποκτούν τις πραγματικές τους διαστάσεις οι αναφορές στο σοσιαλισμό στην απόφαση του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οι αναφορές των διάφορων ρευμάτων του που έλκουν την καταγωγή από τη ρεφορμιστική παράδοση. Καθόλου τυχαία, οι αναφορές αυτές συνδέουν τα σημερινά πολιτικά καθήκοντα του κόμματος αλλά και της κυβέρνησης της Αριστεράς με το σοσιαλισμό με φράσεις όπως "στην προοπτική του σοσιαλισμού", "με ορίζοντα το σοσιαλισμό", "στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού". Σ' αυτό το στάδιο, "άλλα πράγματα θα κάνουμε". Αυτά συνδέονται με το σοσιαλισμό μόνο με όρους ιστορικής προοπτικής και όχι με κάποιον σημερινό, ζωτικό δεσμό. Ο σοσιαλισμός απομακρύνεται στα ομιχλώδη βάθη του "ιστορικού ορίζοντα" - ευλογημένο το όνομά του, αλλά δεν έχει σχέση με τα σημερινά μας καθήκοντα, με τα καθήκοντά μας "σ' αυτό το στάδιο".
Καπιταλιστική εξουσία και ιδιοκτησία: μπορούμε να κάνουμε αριστερή πολιτική βάζοντάς τες σε παρένθεση "σ' αυτό το στάδιο";
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: είναι καταρχήν ρεαλιστική (πριν δεξετάσουμε αν είναι επιθυμητή ή σωστή, πρέπει να εξετάσουμε αν είναι έστω ρεαλιστική) μια στρατηγική που στηρίζεται στην παραδοχή ότι στο πρώτο στάδιο θα κάνουμε φιλολαϊκή διακυβέρνηση χωρίς να δώσουμε μάχη για την εξουσία και χωρίς να θίξουμε ουσιαστικά την καπιταλιστική ιδιοκτησία;
Ας το εξετάσουμε συγκεκριμένα, με πολύ συνοπτικό τρόπο:
Μίνιμουμ πρόγραμμα
Η θεμελιώδης δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι θα καταργήσει στη Βουλή τα μνημόνια και τους 400 εφαρμοστικούς τους νόμους και θα αναδιαπραγματευτεί τις επαχθείς πλευρές των δανειακών συμβάσεων με τους δανειστές. Το όποιο "μίνιμουμ" πρόγραμμα μιας κυβέρνησης με κορμό έστω τον ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει πρώτη και καλύτερη αυτή τη δέσμευση. Μπορεί λοιπόν να υλοποιηθεί αυτή η δέσμευση χωρίς να ξεσπάσει σκληρή και αδυσώπητη η μάχη για την εξουσία, άμεσα, στην πρώτη φάση του πρώτου σταδίου; Είναι εντελώς αδύνατο να μη συμβεί αυτό, εκτός αν μιλάμε για μια κατάργηση-"μαϊμού", που θα αντικαταστήσει το υπάρχον μνημόνιο με ένα άλλο υπό διαφορετική ονομασία. Αλλά τότε δεν θα μιλάμε για "μίνιμουμ" πρόγραμμα, αλλά για μια τεράστιας κλίμακας πολιτική απάτη.
Θα μπορούσαμε να θέσουμε το ίδιο ακριβώς ερώτημα (και να καταλήξουμε στην ίδια ακριβώς απάντηση) για τις τράπεζες, την ΤτΕ που καθόλου τυχαία έχει πλέον επικεφαλής της τον Στουρνάρα, για το χρέος και τη συνέχιση ή μη της καταβολής χρεολυσίων και τόκων στους δανειστές, για τους επαχθείς όρους των δανειακών συμβάσεων κ.λπ. κ.λπ.
Καισ με λίγα λόγια: Η κυβέρνηση της Αριστεράς που θέλει να καταργήσει τα μνημόνια, πρέπει να πάρει άμεσα, στο πρώτο στάδιο του πρώτου σταδίου, μέτρα που θα τη φέρουν σε ανοιχτή ρήξη με την εγχώρια και διεθνή καπιταλιστική εξουσία, δηλαδή θα την υποχρεώσουν να δώσει μάχη για την εξουσία. Αν δεν το κάνει, θα υποταχτεί εξίσου άμεσα, στην πρώτη φάση του πρώτου σταδίου...
Κοινωνική σωτηρία - μέτρα ανακούφισης
Η πιο σταθερή δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό τον τομέα είναι η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, η επαναφορά του επιδόματος ανεργίας στα 461 ευρώ και η επαναφορά της κατώτερης σύνταξης στα προ του μνημονίου επίπεδα. Επίσης, η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των συλλογικών συμβάσεων, της μετενέργειας.
Επίσης, ότι θα αυξήσει τις κοινωνικές δαπάνες για να αντιμετωπίσει την "ανθρωπιστική κατστροφή" και θα αποκαταστήσει τις "βλάβες" σε υγεία - παιδεία - περίθαλψη.
Και αυτά τα μέτρα, περιλαμβάνονται επίσης στα άμεσα μέτρα του μίνιμουμ προγράμματος, που θα πρέπει να υλοποιηθούν στην πρώτη φάση του πρώτου σταδίου. "Αξίζει τον κόπο" η κυβέρνηση της Αριστεράς αν δεν κάνει αυτά τα πραγματικά μίνιμουμ;
Το ερώτημα ξαναμπαίνει: Μπορούν να υλοποιηθούν αυτά τα μίνιμουμ χωρίς να οδηγήσουν σε μια βίαιη αντίδραση της αστικής τάξης, η οποία βλέπει τα κέρδη της και τις προσδοκίες της να αναθερμαίνονται ακριβώς στη βάση του νέου καθεστώτος εκμετάλλευσης και συσσώρευσης του κεφαλαίου που έχει οικοδομηθεί στα χρόνια του μνημονίου; Μόλις εκδηλωθεί αυτή η αντίδραση, το δίλημμα θα είναι άμεσο: είτε υποταγή και οπισθοχώρηση στη νεοφιλελεύθερη λογική που αφήνει άθικτες τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τις "συμπληρώνει" με ένα "δίχτυ προστασίας" των πιο εξαθλιωμένων θυμάτων τους είτε επιμονή στην ανατροπή της λιτότητας και σύγκρουση με την αστική τάξη. Στη δεύτερη περίπτωση, η Ιστορία δεν έχει εφεύρει ως τα τώρα κάτι άλλο παρά μια αντεπίθεση του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς που θα θίγει βαθύτερα την καπιταλιστική εξουσία και διοκτησία.
Παραγωγική ανασυγκρότηση και "κοινωνικό συμβόλαιο" με την αστική τάξη
Η θεωρία των σταδίων λέει ότι "σ' αυτό το πρώτο στάδιο" θα προχωρήσουμε σε "παραγωγική ανασυγκρότηση" χωρίς να θίξουμε τις καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας. Ας αφήσουμε λοιπόν τις σεμνοτυφίες περί παραγωγικής ανασυγκρότησης "της οικονομίας" και ας παραδεχτούμε ότι μιλάμε για παραγωγική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού.
Έστω. Το ζήτημα όμως είναι ότι κανένας δεν μας έχει εξηγήσει ποιο είναι το περιεχόμενο αυτής της ανασυγκρότησης και με ποιο τρόπο εγγυάται την καλυτέρευση των όρων ζωής της εργατικής τάξης. Πρέπει οι φανατικοί υποστηρικτές της παραγωγικής ανασυγκρότησηγς να μας το εξηγήσουν αυτό κάποια στιγμή. Το γεγονός πάντως ότι γι' αυτή τη σχεδόν "μυθική" και πολυχρησιμοποιούμενη έννοια στην Αριστερά δεν υπάρχει ούτε εξήγηση ούτε ίχνος συγκεκριμενοποίησης, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι η παραγωγική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού στις συνθήκες της δομικής του κρίσης, από την Αριστερά και μάλιστα σε "φιλολαϊκή" βάση, είναι όχι μόνο σχήμα οξύμωρο αλλά και και εγχείρημα αδύνατο! Τα αστικά κόμματα ξέρουν να κάνοπυν καλύτερα αυτή τη δουλειά, η Αριστερά είναι ακατάλληλη έστω και μόνο γιατί θα κουβαλάει τις ενοχές της και κάποιο κόσμο που θέλει να ανασυγκροτήσει τη ζωή του και όχι τον καπιταλισμό!
Μέχρι λοιπόν να εξηγηθούν τα ανεξήτητα της παραγωγικής ανσυγκρότησης, εμείς θα υπενθυμίσουμε απλώς τα στοιχειώδη: Ότι η οικονομία δεν είναι ουδέτερο έδαφος πάνω στο οποίο οι κυβερνήσεις της Αριστεράς και της Δεξιάς εφαρμόζουν σχέδια "παραγωγικής ανασυγκρότησης". Ότι οι καπιταλιστές έχουν την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και ελέγχουν όλους τους μηχανισμούς της οικονομίας. Ότι οι καπιταλιστές επενδύουν και παράγουν με βάση το κέρδος και γι' αυτό οι πόροι (κεφάλαια και εργαζόμενοι) κατανέμονται με βάση το πού και το εάν παράγεται κέρδος. Πώς φαντάζονται οι οπαδοί της θεωρίας των σταδίων την "παραγωγική ανασυγκρότηση" του καπιταλισμού, και μάλιστα σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, χωρίς να αμφισβητηθούν όλα αυτά;
Πατριωτισμός
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η ρεφορμιστική στρατηγική και η θεωρία των σταδίων έχουν ανάγκη τον "πατριωτισμό". Η "κοινωνική σωτηρία" και το "δίχτυ προστασίας" αναπόφευκτα συμπληρώνονται από την "εθνική σωτηρία".
Διότι με τον "πατριωτισμό" μπορεί κανείς να κάνει δύο πράγματα, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους: Είτε να χρησιμοποιήσει την έννοια για να την αποδομήσει και να αναδείξει τη βαθιά διαίρεση που υπάρχει μέσα στο έθνος, για να μιλήσει για τις "δύο πατρίδες" (των καπιταλιστών και των εργαζομένων), για να αναδείξει δηλαδή ό,τι χωρίζει και όχι ό,τι ενώνει το έθνος˙ είτε να χρησιμοποιήσει την έννοια για να αναδείξει τα "κοινά εθνικά συμφέροντα". Όσοι κλίνουν την "πατρίδα" και τον "πατριωτισμό" σε όλες τις πτώσεις και μας καλούν να τις αναγάγουμε σε βασικές έννοιες της "μαζικής" μας πολιτικής, τι από τα δύο μας προτείνουν να κάνουμε; Ρητορικό το ερώτημα, γιατί όλοι αυτοί μας προτείνουν να κάνουμε το δεύτερο: να μιλήσουμε για όσα ενώνουν το έθνος, για τα κοινά "εθνικά συμφέροντα", με την αυταπάτη ότι μιλώντας για ό,τι ενώνει το έθνος, η Αριστερά μπορεί να γίνει ηγεσία του. Είναι αναπόφευκτο: όταν η στρατηγική σου προβλέπει ότι στα καθήκοντά μας σ' αυτό το στάδιο δεν είναι να δώσουμε τη μάχη για την εξουσία ούτε να θίξουμε την καπιταλιστική ιδιοκτησία, τότε πρέπει να βρεθούν κοινοί "εθνικοί" παρονομαστές μεταξύ των τάξεων, "κοινωνικά συμβόλαια" μεταξύ βιομηχάνων και εργαζομένων, "αμοιβαία επωφελή" για τις αντίπαλες τάξεις παραγωγική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού κ.λπ. και στο τέλος μια "πατριωτική συμμαχία" για την "ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας". Κάνοντας με αυτό τον τρόπο την "πατρίδα" και τον "πατριωτισμό" υπερκαθορίζουσες έννοιες, δίνουμε το προβάδισμα στην κοινότητα των συμφερόντων μεταξύ καπιταλιστών και εργαζομένων και όχι στην αντιπαλότητά τους.
Και όλοι ξέρουμε πού καταλήγει μια τέτοια "αφήγηση": στις εθνικές συναινέσεις και τις κυβερνήσεις εθνικής σωτηρίας. Με τους ΑΝΕΛ, το "πατριωτικό" ΠΑΣΟΚ, τη "μη σαμαρική και μη μερκελική" Δεξιά. Και έτσι, βαδίζουμε ολοταχώς να επαληθεύσουμε την πρόβλεψη του Μπαλτάκου ότι η Αριστερά για μία ακόμη φορά θα "καταθέσει τα όπλα" και θα υπογράψει μια νέα "Βάρκιζα".
Συνοπτική... συνόψιση: Σε περίπτωση εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ και σχηματισμού κυβέρνησης, η απάντηση της αστικής τάξης θα είναι αυτή: έχετε την κυβέρνηση αλλά όχι την εξουσία, γι' αυτό δεν σας μένει παρά να υποταχτείτε. Εμείς, στο βαθμό μπου δεν θέλουμε να υποταχτούμε, πρέπει από τα πάνω να ξεδοντιάσουμε την εξουσία τους και να αποδιαρθρώσουμε το κράτος τους και από τα κάτω να χτίζουμε τα όργανα του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, τα έμβρυα της εξουσίας των εργαζομένων. Αλλά αυτό ακριβώς λέγεται μάχη για την εξουσία και τον κοινωνικό μετασχηματισμό!
Για να είμαστε συνεπείς στα μίνιμουμ, πρέπει να δώσουμε τη μάχη για τα μάξιμουμ. Για να είμαστε έστω λίγο συνεπείς σοσιαλδημοκράτες, θα πρέπει να γίνουμε "πολύ" λενινιστές! Είναι ο καπιταλισμός που θα μας αρνηθεί με όλα τα μέσα όχι μόνο ένα ολόκληρο "στάδιο" "φιλολαϊκής διακυβέρνησης" χωρίς να χρησιμοποιήσει την εξουσία του για να μας καταστρέψει, αλλά ούτε καν την εφαρμογή κάποιων στοιχειωδών μέτρων στην "πρώτη φάση του πρώτου σταδίου".
Αν δεν θέλουμε νέες "Βάρκιζες", πρέπει να εγκαταλείψουμε τη ρεφορμιστική στρρατηγική των σταδίων!