Να μην ξεχαστεί το έγκλημα στα Τέμπη

Στο τέλος του Φεβρουαρίου, συμπληρώνεται ένας χρόνος από το έγκλημα των Τεμπών. Από εκείνη τη μαύρη μέρα που 56 νέοι άνθρωποι δολοφονήθηκαν από τις εγκληματικές πολιτικές των νεοφιλελεύθερων ιδιωτικοποιήσεων. Δικαιοσύνη για τα θύματα δεν έχει αποδοθεί και η κυβέρνηση με τη συνεργασία των φιλικά προσκείμενων ΜΜΕ προσπαθεί με κάθε τρόπο να μην αποδοθεί καμία πολιτική ευθύνη, παρά τις πιέσεις ακόμα και από την ευρωπαϊκή εισαγγελία, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Politico.

Το έγκλημα στα Τέμπη είχε όνομα: νεοφιλελευθερισμός και ιδιωτικοποιήσεις. Η ιστορία της ιδιωτικοποίησης των σιδηροδρόμων στην Ελλάδα έχει ακολουθήσει την πεπατημένη της διεθνούς εμπειρίας: πρώτα υποχρηματοδότηση και συστηματική υποβάθμιση, μετά κατασυκοφάντηση του δημόσιου χαρακτήρα και των εργαζομένων και τέλος ιδιωτικοποίηση ως η μαγική λύση που θα λύσει όλα τα προβλήματα. Μόνο που η διεθνής εμπειρία έχει και συνέχεια. Οι ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων αγαθών οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε ακριβότερες παρεχόμενες υπηρεσίες οι οποίες συνήθως είναι και χαμηλότερης ποιότητας καθώς και άνιση πρόσβαση στα συγκεκριμένα αγαθά από τους πιο φτωχούς.

Βέβαια, οι πολιτικές αυτές δεν εφαρμόζονται από μόνες τους αλλά υπάρχουν άνθρωποι, κόμματα, κυβερνήσεις που αποφασίζουν και υλοποιούν. Το να ερευνάται η ποινική ευθύνη πρώην εργαζομένων στην ΕΡΓΟΣΕ ή του σταθμάρχη και να μένουν στο απυρόβλητο οι πολιτικοί υπεύθυνοι είναι εξοργιστικό. Ο αγώνας για να αποδοθεί δικαιοσύνη για την κρατική δολοφονία 56 ανθρώπων στα Τέμπη έχει πολύ μεγαλη σημασία, ειδικά σε ένα πολιτικό-δικαστικό σύστημα που βγάζει πάντα «λάδι» τους ανθρώπους του κράτους, τους επιχειρηματίες αλλά μπορεί να διατάζει εξώσεις φτωχών συνταξιούχων από τα σπίτια τους για χρέη λίγων χιλιάδων ευρώ, ή να ποινικοποιεί τους κοινωνικούς αγώνες.

Η καταδίκη των υπευθύνων είναι μόνο η μία όψη της απονομής δικαιοσύνης. Η άλλη όψη της δικαιοσύνης είναι ο αγώνας για την ανατροπή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων που δολοφονεί και διαλύει κάθε έννοια κοινωνικής πρόνοιας στο βωμό της αγοράς και των κερδών. Καθένας και καθεμιά που απαιτεί να μην ξεχαστεί το έγκλημα στα Τέμπη και να αποδοθεί δικαιοσύνη οφείλει να αγωνιστεί με όλα τα μέσα για να οργανωθεί η αντίσταση στις ιδιωτικοποιήσεις.

Οι δύο γενικές απεργίες μετά το έγκλημα των Τεμπών, κατάφεραν να κινητοποιήσουν μαζικά νεολαία και εργαζόμενους/ες, κόντρα στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ, και να εκφράσουν την οργή και την αγανάκτηση απέναντι σε μία πολιτική που κυριολεκτικά δολοφονεί. Το σύνθημα «εσείς μιλάτε για κέρδη και ζημιές, εμείς μιλάμε για ανθρώπινες ζωές» φωνάχτηκε μαζικά σε όλη τη χώρα.

Το πολιτικό αποτύπωμα 

Εκείνες οι απεργίες και οι κινητοποιήσεις, κατάφεραν δύο πολύ σημαντικά πράγματα. Πρώτον, επανέφεραν στη δημόσια συζήτηση τις ιδιωτικοποιήσεις ως μία αντικοινωνική πολιτική, θέτοντας ξανά ερωτήματα για μία από τις βασικές-δομικές πολιικές του νεοφιλελευθερισμού. Δεύτερον, δημιούργησε τόσο μεγάλες πολιτικές πιέσεις που ανάγκασε την κυβέρνηση να μεταθέσει την ημερομηνία διεξαγωγής των εθνικών εκλογών για να αποφύγει να οδηγηθεί σε εθνικές κάλπες με την οργή του κόσμου στο δρόμο.

Ωστόσο, αυτή η οργή και η αγανάκτηση δεν μπόρεσε να μετασχηματιστεί σε ένα μαζικό κίνημα που απαιτεί την ανατροπή των ιδιωτικοποιήσεων. Η μεγαλύτερη ευθύνη βαραίνει τις δυνάμεις του ΚΚΕ, και λόγω μεγέθους και δυνατοτήτων κινητοποίησης, το οποίο επίλεξε να επιτεθεί στο αίτημα της επανακρατικοποίησης του σιδηροδρόμου με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο. Το βασικό επιχείρημα συνοπτικά έλεγε ότι είτε κρατικός είτε ιδιωτικός, ο σιδηρόδρομος (όπως και κάθε άλλο δημόσιο αγαθό) στον καπιταλισμό θα λειτουργεί με γνώμονα τα συμφέροντα του κεφαλαίου και της αγοράς άρα αυτό που έχει σημασία είναι η εργατική τάξη να βγάλει τα κατάλληλα συμπεράσματα για τη φύση του συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο οδήγησε σε γρήγορη αποκλιμάκωση, σπέρνοντας απογοήτευση, μη δείχνοντας εμπιστοσύνη στη δύναμη του μαζικού κινήματος να πετυχαίνει νίκες.

Ο αγώνας ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις είναι αγώνας για την υπεράσπιση της ανθρώπινης ζωής και των κοινωνικών δικαιωμάτων / δημόσιων αγαθών απέναντι στη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα. Το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων, η διεκδίκηση επανακρατικοποιήσεων στις μεταφορές, στην ενέργεια, στην υγεία με ενεργό έλεγχο των εργαζομένων και της κοινωνίας σημαίνει σήμερα διεκδίκηση μιας καλύτερης, αξιοβίωτης ζωής. Η ανατροπή των ιδιωτικοποιήσεων στην εποχή μας δεν είναι «αίτημα» ενσωματώσιμο από τον καπιταλισμό. Η όποια ανατροπή ιδιωτικοποίησης μπορεί να έρθει μόνο μέσα από μαζικούς εργατικούς αγώνες που θα το επιβάλλουν με τη δύναμη του πεζοδρομίου και αυτές οι νίκες μπορούν να χτίζουν αυτοπεποίθηση, να διαμορφώνουν αγωνιστική-αντικαπιταλιστική συνείδηση, να δυναμώνουν το εργατικό κίνημα και την κοινωνική αντίσταση. Αυτή ήταν η κατεύθυνση που υπερασπιστήκαμε οι δυνάμεις της ΜΑΧΗς μέσα στο εργατικό κίνημα, στα συνδικάτα και στα εργατικά κέντρα.

Η 28η Φλεβάρη, ημέρα που συμπληρώνεται ακριβώς ένας χρόνος από το έγκλημα στα Τέμπη, δεν πρέπει να μετατραπεί σε κάποιου είδους μνημόσυνο για όσους εντελώς άδικα δολοφονήθηκαν. Αντίθετα, χρειάζεται να γίνει μια μέρα μαζικής αγωνιστικής και απεργιακής διαδήλωσης που θα συνενώσει διαφορετικούς αγώνες και όλα τα ρυάκια οργής και αγανάκτησης να μετασχηματιστούν σε ένα μεγάλο ποτάμι αντίστασης στην κυβερνητική πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της διάλυσης της κοινωνικής πρόνοιας, διεκδικώντας δημόσια δωρεάν υγεία και παιδεία για όλο το λαό, αύξηση δαπανών για τις κοινωνικές ανάγκες και όχι για εξοπλισμούς, αυξήσεις μισθών και συντάξεων ενάντια στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό. Η ΑΔΕΔΥ και το ΕΚΑ έχουν πάρει απόφαση για απεργία στις 28 Φλεβάρη ενώ η ΓΣΕΕ σφυρίζει αδιάφορα, ανακοινώνοντας απεργία για τις 17 Απρίλη! Είναι αναγκαίο τα συνδικάτα και τα σωματεία να πάρουν αγωνιστικές απεργιακές αποφάσεις για τις 28 Φλεβάρη, ώστε να συναντηθούν το εργατικό κίνημα, με το αγωνιζόμενο φοιτητικό κίνημα, με τους αγρότες ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Η οικοδόμηση των όρων για ενωτική μαζική αντίσταση από τα κάτω είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανατροπή αυτής της πολιτικής.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες