Τώρα χρειάζεται να σημάνει η ώρα του λαϊκού ξεσηκωμού!

Η απόφαση Σαμαρά να επισπεύσει την προεδρική εκλογή επιταχύνει τις πολιτικές εξελίξεις και συμπυκνώνει τον πολιτικό χρόνο.

Διαμορφώνει αντικειμενικά ένα νέο πλαίσιο στην ταξική και πολιτική πάλη. Πρόκειται για μια επιθετική κίνηση των αστικών κέντρων, πολλαπλών εκδοχών εξυπηρέτησης των στρατηγικών στόχων τους. Ταυτόχρονα, ανοίγει μια νέα δυνατότητα για την Αριστερά καθώς ευνοείται η συγκρότηση όρων πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης και αναζωπύρωσης της κοινωνικής κίνησης.

Η κίνηση Σαμαρά αναδεικνύει το μέγεθος των αδιεξόδων της κυβέρνησης. Εξάλλου είναι σαφές πως η επιλογή αυτή δεν έγινε εν αγνοία των βαθύτερων συστημικών κέντρων οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, ντόπιων, πανευρωπαϊκών και ευρύτερων. Ο κυνισμός του Σόιμπλε δεν άφησε τίποτα στη φαντασία μας: «Ακούσαμε την ανακοίνωση Σαμαρά, χωρίς αυτή να δημιουργήσει έκπληξη σε όλους μας, καθώς υπάρχουν μυστικά που κάνουμε ότι δεν τα ξέρουν οι άλλοι ή οι άλλοι κάνουν ότι δεν τα ξέρουμε εμείς. Αλλά τώρα έγινε γνωστή, είναι μια καλή απόφαση..»

Η ανάγκη να ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο είχε ήδη διαφανεί καθώς η τρόικα  σκλήρυνε την στάση της απέναντι στην κυβέρνηση και δεν έδειχνε διατεθειμένη να παρέχει ουδεμία διευκόλυνση.

Η διπλή παγίδα

Πηγαίνοντας πλέον προς την πρώτη ψηφοφορία στις 17 Δεκέμβρη οι δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι δηλώσεις πολλών ανεξάρτητων βουλευτών και το γενικότερο κλίμα (η «παράσταση νίκης») δείχνουν ότι το εγχείρημα συλλογής των 180 είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ωστόσο ο πολιτικός χρόνος ως τις 29 Δεκέμβρη είναι πολύς. 

Παρά ταύτα, η αποφυγή των πρόωρων εκλογών μέσω της ενδεχόμενης συλλογής των 180 δεν αποτελεί την μοναδική συστημική διέξοδο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για «διπλή παγίδα». Όλα τα σενάρια «εθνικής συναίνεσης» και «συνεννόησης» που κυκλοφορούσαν πριν την κίνηση Σαμαρά και τώρα αναζωπυρώνονται, εκτείνονται από το προεκλογικό έως το μετεκλογικό τοπίο και αποσκοπούν στην ακύρωση του ριζοσπαστικού χαρακτήρα της ενδεχόμενης κυβέρνησης της Αριστεράς και στην μετατροπή της σε «παρένθεση». Γι αυτούς τους λόγους οι πρόωρες εκλογές και η διαφαινόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ  δεν αντιστοιχούν αυτόματα στην εφαρμογή του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ όπως αυτό περιγράφεται στις αποφάσεις του Συνεδρίου, των Κ.Ε και των άμεσων δεσμεύσεων στην πρόσφατη ΔΕΘ. Απαιτείται να συγκροτηθεί «κυβέρνηση της Αριστεράς» με αποφασιστική και ανυποχώρητη ριζοσπαστική γραμμή σύγκρουσης απέναντι στην νεοφιλελεύθερη γραμμή της ταξικής λιτότητας των αστικών κέντρων Ελλάδας, Ευρώπης και ευρύτερα.

Τώρα οι πάσης φύσεως συστημικές πιέσεις πάνω στον ΣΥΡΙΖΑ θα κλιμακωθούν. Στην πραγματικότητα πρόκειται για πιέσεις πειθάρχησης της κοινωνίας ώστε να αποδεχτεί «μοιραία και άβουλα» τη νέα συνθήκη υποτίμησης της εργασίας, διάλυσης του κοινωνικού κράτους, υποχώρησης της δημοκρατίας που επιβλήθηκε με τα μνημόνια. Και ταυτόχρονα να δοθεί ένα τέλος στον «συστημικό κίνδυνο» που εδώ και δύο χρόνια έχει αναδυθεί στην Ελλάδα – αδύνατο κρίκο της ευρωπαϊκής κρίσης και δυνατό κρίκο για το εργατικό, λαϊκό κίνημα και την Αριστερά πανευρωπαϊκά.

Πιέσεις

Ορισμένα κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με τις δημόσιες δηλώσεις τους είτε αποδέχονται την προοπτική «εθνικής συνεννόησης» προτείνοντας συμφωνίες πακέτο με τον Σαμαρά, είτε υπονοούν πως μπορεί να υπάρξει εκδοχή κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που δεν θα καταργήσει άμεσα τα μνημόνια και την λιτότητα, είτε ξορκίζουν σε όλους τους τόνους τις πιθανότητες μονομερών κινήσεων απέναντι στους δανειστές κ.α. Αυτές οι εκφωνήσεις προσφέρουν σήμερα τις χειρότερες υπηρεσίες στην υπόθεση της κυβέρνησης της Αριστεράς, υπονομεύοντας προκαταβολικά το περιεχόμενό της, την μορφή της και εν τέλει ακόμη και την ίδια την ύπαρξή της. Εντούτοις δεν αποτελούν έκπληξη καθώς η ταξική και πολιτική πάλη λαμβάνει χώρα και στο εσωτερικό των κομμάτων. Η «χρησιμότητά τους» έγκειται ακριβώς στην ανάδειξη του λάθος δρόμου που πρέπει να ηττηθεί εντός του κόμματος και να αποφευχθεί σ’ αυτή την κρίσιμη χρονική στιγμή.

Τα επίδικα της εσωκομματικής συζήτησης για την είσοδο στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ των ανεξάρτητων βουλευτών που θα αποτρέψουν τη συγκέντρωση των 180, είτε για ενδεχόμενη συμμαχία με την ΔΗΜΑΡ, είτε για τις ενδεχόμενες μετεκλογικές συμμαχίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης στον βαθμό που δεν θα επιτευχθεί η αυτοδυναμία, αφορούν ακριβώς σε επιλογές που, ανεξάρτητα από τις προθέσεις, διακινδυνεύουν να θέσουν σε ομηρία μια μελλοντική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αν δεν οδηγήσουν απευθείας σε κυβερνητικό σχήμα «εθνικής ενότητας» που ουσιαστικά θα καταργεί την «κυβέρνηση της Αριστεράς» και την δυνατότητα ανατροπής της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής.

Η δύναμη της κυβέρνησης της Αριστεράς

Η επαναφορά των «τρομοκρατικών» διλημμάτων τύπου GREXIT, πέραν της σκοπιμότητας να ενοχοποιηθεί η ριζοσπαστική ταξική γραμμή ανατροπής της νεοφιλελεύθερης λιτότητας από δήθεν καταστροφικές νομισματικές συνέπειες,  κρύβουν μέσα τους μια αλήθεια: ενδεχόμενη χρεωκοπία χώρας της ΟΝΕ και έξοδός της θα σήμαινε την διαλυτική επιτάχυνση της, ούτως ή άλλως σε πλήρη εξέλιξη, κρίσης του νεοφιλελεύθερου οικοδομήματος καθώς οι αγορές θα επιτίθεντο ανεξέλεγκτα σε μια σειρά χωρών της ΟΝΕ, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Αυτή η συνθήκη αποτελεί την δύναμη του «αδύναμου κρίκου» και της κυβέρνησης της Αριστεράς. Αυτή την δύναμη τη γνωρίζουν πολύ καλά και τη φοβούνται οι ταξικοί και πολιτικοί αντίπαλοι της ενδεχόμενης κυβέρνησης της Αριστεράς. Ωστόσο δεν την γνωρίζει (τουλάχιστον επαρκώς) ο ίδιος ο λαός!    

Η κίνηση Σαμαρά δημιουργεί εξ αντικειμένου νέους όρους και δυνατότητες τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο. Ριζοσπαστικοποιεί ραγδαία το πλαίσιο της αντιπαράθεσης καθώς η κοινωνική πλειοψηφία βλέπει, μετά από δύο χρόνια αδιάκοπων μέτρων, την πιθανότητα της ανατροπής ως απολύτως ρεαλιστική και άμεση. Το αν θα δει τον δικό της ρόλο ως πρωταγωνιστή ή αντίθετα ως θεατή των εξελίξεων έγκειται σε μεγάλο βαθμό στις επιλογές της Αριστεράς και πρωτίστως του ΣΥΡΙΖΑ.

Τώρα χρειάζεται να σημάνει η ώρα του λαϊκού ξεσηκωμού!

Εντούτοις κάτι τέτοιο δεν εξαρτάται απλώς από καλέσματα και οργανωτικά μέτρα (που είναι απαραίτητα σε κάθε περίπτωση). Το πιο σημαντικό είναι η έναρξη μιας αντεπίθεσης του ΣΥΡΙΖΑ που θα στοχεύει πρώτα απ’ όλα στην κατεδάφιση του «τείχους του φόβου». Ο λαός χρειάζεται να πληροφορηθεί για τις πραγματικές συνθήκες και την δύναμή του, την δύναμη της κυβέρνησης της Αριστεράς. Να πειστεί πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αποφασισμένος να φτάσει στην συγκρότηση «κυβέρνησης της Αριστεράς» που θα προχωρήσει αποφασιστικά στην διακοπή και ανατροπή της λιτότητας, στην έναρξη μιας διαδικασίας αναδιανομής υπέρ του κόσμου της εργασίας και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, ακυρώνοντας κάθε είδους μνημονιακή δέσμευση και διεκδικώντας την διαγραφή του χρέους (τουλάχιστον του μεγαλύτερου μέρους του) αναστέλλοντας άμεσα τις πληρωμές προς τους δανειστές (ακόμα και μονομερώς). Να πειστεί ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα εκτεθεί σε κίνδυνο ομηρίας και δεν θα υποχωρήσει σε εκβιασμούς.    

Σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι απαραίτητο να δοθεί ένα τέλος σε κάθε σενάριο «εθνικής συναίνεσης» και των αντίστοιχων κυβερνήσεων και πολιτικών που προκύπτουν απ’ αυτή την επιλογή. Να δοθεί ένα τέλος στην φιλολογία για μεταγραφές πρώην υπουργών και κυβερνητικών στελεχών της σοσιαλδημοκρατίας, πολιτικά κατεστραμμένων κεντροαριστερών έως και δεξιών κάθε απόχρωσης.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση το «πακέτο» της ΔΕΘ έχει παίξει και παίζει τον θετικό ρόλο του αλλά οι εξελίξεις βάζουν και νέα ζητήματα. Στο κέντρο πλέον βρίσκονται οι προκλήσεις και οι ωμοί εκβιασμοί που στις επόμενες μέρες και βδομάδες θα κλιμακωθούν. Ήδη ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνκερ παρενέβη δηλώνοντας  την προτίμησή του στην μνημονιακή κυβέρνηση. Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι ανάλογη και αποφασιστική.

Οι τρέχουσες ιστορικές συνθήκες δημιουργούν τους όρους να αναπτυχθεί μια νέα κοινωνική δυναμική που θα συσπειρώνεται στην ανάγκη να στηριχθεί η προοπτική της κυβέρνησης της Αριστεράς σήμερα καθώς επίσης και η ίδια η κυβέρνηση στο άμεσο μέλλον όταν, μετά βεβαιότητας, θα κληθεί να πάρει, μέσα σε χρόνο σύντομο, τις κρίσιμες αποφάσεις απέναντι στους δανειστές και την ντόπια οικονομική και πολιτική ελίτ. Το αν αυτό θα συμβεί βρίσκεται στο «χέρι» του ΣΥΡΙΖΑ, του κόμματος, των διαδικασιών του και των πολιτικών αποφάσεων που θα πάρει.