Πέρα από τους επικοινωνιακούς πανηγυρισμούς για το τάχα τέλος των μνημονίων, όλοι γνωρίζουν ότι η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα έχει δεσμευτεί για τη συνέχεια της μνημονιακής πολιτικής απαρέγκλιτα μέσα στην επόμενη πενταετία, ενώ η «εποπτεία» θα συνεχιστεί μέχρι το… 2060!
Είναι μια συμφωνία για παράταση της βάρβαρης λιτότητας για μια ολόκληρη ιστορική εποχή.
Αν αυτό επιβληθεί, οι συνέπειες πάνω στους εργαζόμενους και τις λαϊκές τάξεις θα είναι συντριπτικές. Οι μισθοί, οι συντάξεις, οι κοινωνικές δαπάνες θα υποστούν νέα βαριά πλήγματα, ενώ οι ιδιωτικοποιήσεις αποκτούν ρυθμό που θα ζήλευε ακόμα και η Μάργκαρετ Θάτσερ.
Από την πολιτική αυτή υπάρχουν κερδισμένοι: η ντόπια κυρίαρχη τάξη βρήκε μέσω της συντριβής των μισθών και των εργατικών δικαιωμάτων τρόπους ενίσχυσης της κερδοφορίας παρά την κρίση. Αυτοί οι κερδισμένοι, μαζί με τους «θεσμούς» της ΕΕ και των δανειστών έχουν κάθε συμφέρον να «κλείσουν» την πολιτική αντιπαράθεση στα όρια του διλλήματος μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ.
Οι υποσχέσεις του Αλ. Τσίπρα για μνημονιακή πολιτική «με ανθρώπινο πρόσωπο» είναι απολύτως παραπειστικές. Οδηγούν σε απλή και καθαρή παράταση της μνημονιακής λιτότητας.
Το ίδιο παραπειστικές είναι οι υποσχέσεις του Κυρ. Μητσοτάκη, που ισχυρίζεται ότι, εμπεδώνοντας την κυριαρχία των δυνάμεων του κεφαλαίου, θα αυγατίσει το μερίδιο που φτάνει στους εργαζόμενους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υποσχέσεις του Μητσοτάκη προς το κεφάλαιο είναι απτές και συγκεκριμένες (π.χ. μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και των εργοδοτικών εισφορών), ενώ στους εργαζόμενους απευθύνονται μόνο γενικόλογα και δημαγωγικά σχήματα.
Η απόρριψη του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ και της ακραία νεοφιλελεύθερης ΝΔ είναι μια πρώτη προϋπόθεση για να συνεχίσουμε τη μάχη για την ανατροπή των μνημονίων.
Είναι μια μάχη που πρέπει και μπορούμε να κερδίσουμε.
Με τις μεθόδους του αγώνα από τα κάτω, τις απεργίες, τις διαδηλώσεις, τις καταλήψεις, που μαζικά χρησιμοποίησε ο κόσμος μας στην περίοδο των μεγάλων αγώνων του 2010-2013.
Η μόνη αξία στη συζήτηση περί του τυπικού τέλους των μνημονίων είναι ετούτη: έφτασε η ώρα να ανοίξουμε ξανά τους λογαριασμούς, να απαιτήσουμε να πάρουμε πίσω τα χαμένα, να απαιτήσουμε τα αναγκαία για μια αξιοπρεπή ζωή.
Η διαμόρφωση ενός συνεκτικού προγράμματος διεκδικήσεων, που θα λογοδοτεί στις ανάγκες του κόσμου μας, που θα συνενώνει και θα κλιμακώνει αγώνες και πρωτοβουλίες, είναι μια πρώτη προτεραιότητα.
Με βάση αυτό το πρόγραμμα αιτημάτων και διεκδικήσεων πρέπει να οικοδομηθεί το «στρατόπεδο», το μέτωπο των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που θα θέλουν και θα μπορούν να το επιβάλουν, παλεύοντας και παίρνοντας τις αναγκαίες πρωτοβουλίες και στο πολιτικό πεδίο.
Αυτό θα είναι το μοτίβο της περιόδου που έρχεται. Και πάνω στα ζητήματα αυτά θα πρέπει να αρχίσουμε να παρουσιάζουμε τις απαντήσεις. Αρχίζοντας από τη φετινή διαδήλωση στη ΔΕΘ.