Ενόψει των ευρωεκλογών, και καθώς η συζήτηση για την ΕΕ θα ανοίξει σε όλη την Αριστερά, δημοσιεύουμε κείμενο της ιταλικής Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που παρεμβαίνει στον διάλογο που έχει ανοίξει στη γειτονική χώρα και στην Αριστερά αλλά και από τη Δεξιά και από τμήματα της αστικής τάξης για την ευρωζώνη.
Οι χώρες της Ευρώπης βιώνουν μια διπλή κρίση, εκείνητου καπιταλισμού που ξεκίνησε το 2007, και συγκαταλέγεται μεταξύ των σοβαρότερων κρίσεων στην ιστορία του καπιταλισμού, αλλά και ειδικότερα μίας κρίσης που αφορά την ίδια την ευρωπαϊκή ήπειρο(η οποίαεπιταχύνεταικαι επιδεινώνεται συνεχώς λόγω της κρίσης του ίδιου του καπιταλισμού), οι οποίες βρίσκουν έκφραση μέσα απότιςπιο βαθιές αντιφάσεις των οικονομικών δομών και θεσμών επάνω στις οποίες οικοδομήθηκε από την άρχουσα τάξηη Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτοί οι τρόποι «οικοδόμησης της Ευρώπης»που έγιναν με την καθοδήγηση της ευρωπαϊκής αστικής τάξης και λειτουργούν σε αυτή τη φάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης με καταστροφικές συνέπειες τη φτώχεια και την ανεργία, έχουν αμαυρώσει την ίδια την ιδέα της ευρωπαϊκής ενότητας και σπρώχνουν τμήματα του πληθυσμού να είναι, όχι μόνο, όπως θα έπρεπε, κατά «αυτής της Ευρώπης», αλλά εναντίον της ίδιας της Ευρωπαϊκής ιδέας tout court, παίρνοντας εθνικιστικέςθέσεις, δίνοντας όλο και περισσότερο χώρο σεδεξιά καιφασιστικά μορφώματα.
Οι δύο φάσεις της οικοδόμησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Μετά την τραγωδία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία στη συνέχεια βρήκε την έκφρασή της στη διαίρεση της ευρωπαϊκής ηπείρου σε πολλά εθνικά κράτη και στις αρχέςανταγωνισμού των μεγάλων καπιταλιστικών χωρών, οι εθνικές αστικές τάξεις (ξεκινώντας από τη γερμανική, τη γαλλική και την ιταλική), αποφάσισαν να χτίσουν δομές πολιτικής και οικονομικής εταιρικής συνεργασίας οι οποίες θα πειθαρχούσαν κάτω από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό και θα είχαν καθοριστική σημασία στη διεύρυνση των αγορών, παρέχοντας μια νέα φάση ανάπτυξης του συστήματος. Γι’ αυτό το λόγο γεννήθηκαν, πρώτα η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.), στη συνέχεια η Ευρωπαϊκή Κοινότητα , και, τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση.Η εξέλιξη αυτής της δομής στην ευρωπαϊκή ήπειρο, παρήχθη στο πλαίσιο μιας φάσης ανάπτυξης και επέκτασης του καπιταλισμού, κατευθυνόμενη από οικονομικές επιλογές κεϋνσιανού μοντέλου που απευθύνονται τόσο σε εθνικό όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο και κάτω από την πίεση του εργατικού κινήματος και τη δύναμη των ρεφορμιστικών οργανώσεων των συνδικάτων. Αυτή η διαδικασία είχε ως σκοπό την ευρωπαϊκή οικονομική σύγκλιση των διαφόρων κρατών - μελών, παρά την ύπαρξη αμέτρητων περιορισμών και βαθύτατων διαφορών.
Αλλά από τα μέσα της δεκαετίας του '80, η χρυσή εποχή είχε παρέλθει και με την νεοσυντηρητική και νεοφιλελεύθερη προτροπή των ΗΠΑ και της Αγγλίας οιπολιτικές επιλογές των κυρίαρχων τάξεων αλλάζουν ριζικά . Η ευρωπαϊκή μπουρζουαζία, πάντα με λιγότερη αβεβαιότητα και χάρη σε μια σειρά από ήττες που υπέστη το εργατικό κίνημα, επιδιώκει την επιλογή της ευρωπαϊκής ενότητας μέσω της εφαρμογής ενός αυστηρού νεοφιλελεύθερου πλαισίου και με την πλήρη απελευθέρωση των οικονομικών διαδικασιών του χρηματοπιστωτικού δανεισμού και του άκρατου ανταγωνισμού σε όλα τα επίπεδα. Υποστηρίζεται ότι η ομοιογένεια και η οικονομική ισορροπία θα παράγονται και θα οικοδομούνται μέσα από την ελεύθερη αγορά και όχι από μια δημοσιονομική και φορολογική πολιτική με στόχο τη διαχείριση των οικονομικών και κοινωνικών έργων που μειώνουν τις διαφορές μεταξύ των διαφόρων χωρών. Η εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος θα πρέπει να χρησιμεύσει για την περαιτέρω προώθηση των οικονομικών ανταλλαγών, αλλά και για να επιβάλει δημοσιονομική πειθαρχία σε όλες τις χώρες εξαναγκάζοντας τους να μειώσουν τους μισθούς,από τη στιγμή που δεν θα είναι πλέον σε θέση να συμμετέχουν στον ανταγωνισμό μέσω υποτίμησης του εθνικού νομίσματος.Πραγματικά, οι μισθολογικές διαφορές στα διάφορα κράτη μέλη της ευρωπαϊκής ένωσης,οι οποίες ήταν ήδη πολύ υψηλές, τώρα έχουν ενισχυθεί: ο κατώτατος μισθός των πιο αδύναμων χωρών, θα φτάσει να είναι 8-9 φορές χαμηλότερος από εκείνο της Γαλλίας ή των Κάτω Χωρών, αλλά και οι εσωτερικές ανισότητες σε κάθε χώρα είναι πολύ μεγάλες. Σκεφτείτε την Γερμανία, όπου 7,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι έχουν ένα μηνιαίο μισθό των 400 ευρώ, ενώ συνήθως ο ελάχιστος μισθός υπερβαίνει τα € 1.200. Και έτσι οι ανισότητες έχουν γίνει πιο έντονες σε όλα τα επίπεδα στις χώρες του Νότου, ενώ σε μία πρώτη φάση του Euro είχαν βιώσει μια μερική ανάκαμψη χάρη στον υπέρογκο δανεισμό τους, δεν άντεξαν στην άφιξη της κρίσης. Αυτή η τελευταία αποκάλυψε το «προπατορικό αμάρτημα» των χωρών της ευρωζώνης στην οποία συμμετέχουν χώρες με τελείως διαφορετικά δομικά χαρακτηριστικά, χωρίς να παρέχει τίποτα για την αντιμετώπισή της κρίσης ή ακόμη και χωρίς να εξασφαλίζεται η πραγματική σύγκλιση.
Η σκληρή επιλογή των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια κοινή άγρια επιλογή από όλα τα αφεντικά σε διάφορες ευρωπαϊκές και εθνικές κυβερνήσεις, η οποία ελέγχεται από την Κομισιόν, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Τρόικα: στόχος τους είναι ο επανασχεδιασμός του ιστορικού γίγνεσθαι, προκαλώντας μια βαρυσήμαντη ήττα της εργατικής τάξης, μείωση κατά μέσο όρο 25 % των μισθών, δημιουργία ενός εφεδρικού στρατού δεκάδων εκατομμυρίων ανέργων καθώς και καταστροφή κάθε εργατικού δικαιώματος και πάσης φύσεως κοινωνική προστασία που κερδήθηκε με αγώνες μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αυτή η νεοφιλελεύθερη πολιτική και οι επιλογές της δεν προέρχονται μόνο από τη γερμανική αστική τάξη και την κ. Μέρκελ, όπως πολλοί πιστεύουν, ή προσπαθούν να μας κάνουν να πιστέψουμε, αλλά είναι κοινά αποδεκτές από τις αστικές τάξεις των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, οι οποίες έχουν τη δική τους ιδιοτέλεια (συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής αστικής τάξης), αν και, όπως σε κάθε εγκληματική συμμορία, ο καθένας προσπαθεί να αρπάξει ένα μεγαλύτερο μέρος από τη λεία και δημιουργεί τη δική του δύναμη εξυπηρετώντας συγκεκριμένα συμφέροντα.Υπάρχει επίσης μια διαδικασία, αν και ακόμη μερική, η οποία στοχεύει στη δημιουργία μιας πραγματικής ευρωπαϊκής αστικής τάξης ως τέτοια,κυρίως από τους πιο δυναμικούς και ενσωματωμένους καπιταλιστικούς τομείς.
Η κρίση χρέους ήταν μια ευκαιρία αλλά και μια δικαιολογία για την επιβολή προς την εργατική τάξη σκληρότατων μαζικών δόσεων λιτότητας και για την αποκατάσταση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.Αυτός είναι και ο λόγος που εφηύραν το sixpack, το δημοσιονομικό σύμφωνο και το two packs, δηλαδή τους νόμους και τα δημοσιονομικά μέτρα στην υπηρεσία των τραπεζών και των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων που έχουν ως στόχο ναλειτουργούν ως εγγύησηγια την αύξηση της εκμετάλλευσης και τη διατήρηση των κερδών: έναν πραγματικό κοινωνικό πόλεμο που έχουν εξαπολύσει οι κυβερνήσεις και οι αστικές τάξεις ενάντια τον κόσμο της εργασίας.Επιπλέον, οι πολιτικές της μεγαλοαστικής τάξης και των τραπεζών για νέους πόρους για την υπεράσπιση των εσόδων και κερδών τους, προκαλούν την εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων της μικροαστικής τάξης , των εμπόρων και των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων, οι οποίοι χάνουν τη σταθερότητά τους και έχουν βυθιστεί: ένα μέρος από αυτούς είναι παραδοσιακοί μετριοπαθείς κοινωνικοί τομείς οι οποίοι κατείχαν μία ορισμένη ευημερία, αλλά πολλοί από αυτούς είναι επίσης πρώην μισθωτοίοι οποίοι, αφού έχουν χάσει τη δουλειά τους έχουν ανοίξει μια μικρή επιχείρηση για την οποία όμως έρχεται σύντομα το τέλος της. Αυτές οι οικονομικές επιλογές, που έχουν ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση της κατανάλωσης, τη μαζική ανεργία και τη φτώχεια, δηλαδή μία διαδικασία που τροφοδοτεί τη γενικότερη κρίση, μπορεί να φαίνονται παράλογες και καταστροφικές σε θεωρητικό επίπεδο (και είναι φυσικά παράλογες, βίαιες και απαράδεκτες από τη σκοπιά των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου),ωστόσο, είναι εντελώς «λογικές και αναγκαίες», από την οπτική των κυρίαρχων τάξεων και του άκρατου ανταγωνισμού με τον οποίο οι τελευταίες διαγκωνίζονται με άλλα καπιταλιστικά κέντρα, εξασφαλίζοντας την εξουσία και τα προνόμιά τους. Την ίδια στιγμή ανοίγει μια ιστορική εποχή μεγάλης κοινωνικής κρίσης, σε πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο στο οποίο θα αγωνιστούν οι διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και πολιτικές δυνάμεις στην αναζήτηση κυριαρχίας και ηγεμονίας τους και την πολιτική και οικονομική διέξοδο. Στο πλαίσιο αυτό, ο κίνδυνος της δεξιάς και της ακροδεξιάς είναι υπαρκτός, όπως δείχνουν επαρκώς μια σειρά φαινομένων, και θα πρέπει να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις για τη δραστηριοποίηση από την πλευρά των αντι καπιταλιστικών δυνάμεων.
ΟΧΙ στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη
Αν η πραγματική κατασκευή της καπιταλιστικής Ευρώπης αμφιταλαντεύεται και είναι αντιφατική, είναι επειδή αντιστοιχεί σε ένα κοινωνικά απαράδεκτο σχέδιο αντιδραστικής και βίαιης κυριαρχίας τάξης πάνω σε τάξη. Ακόμη και η αναδίπλωση πάνω σε εθνικά κράτη δεν θα είναι λιγότερο αντιδραστική και βίαιη και θα φέρει στην εξουσία εκπροσώπους της αστικής τάξης που δεν θα ήταν λιγότερο σκληροί και πρόθυμοι να κάνουν οτιδήποτε για να εξασφαλιστείη εξουσία και η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Μόνο οι αντικαπιταλιστικές και επαναστατικές δυνάμεις μπορούν να φέρουν σε πέρας ό,τι χρειάζεται σε αυτή την ιστορική φάση: η εναλλακτική λύση μιας άλλης Ευρώπης, σε ολική ρήξη με τις συνθήκες και τα υπάρχοντα ευρωπαϊκά όργανα, βασιζόμενοι στη δημοκρατία, τη συνεργασία και την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών, την κοινωνική εναρμόνιση και δικαιοσύνη προς τα πάνω, την ανάπτυξη κοινών δημόσιων υπηρεσιών, όλα αυτά είναι ένα έργο και μια πορεία, σίγουρα μακρά και πολύπλοκη, για την σοσιαλιστική Ευρώπη, όπως ήταν υπό την αιγίδα των ιδρυτών του εργατικού κινήματος. Όχι τυχαία στα μέσα της δεκαετίας του '30, ο Τρότσκυ έγραψε ότι : «Οι εργαζόμενοι δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον να υπερασπιστούν τα σημερινά σύνορα, ειδικά στην Ευρώπη, τόσο υπό της οδηγίες της αστικής τάξης τους, όσο και στην εξέγερση εναντίον της... Το καθήκον του ευρωπαϊκού προλεταριάτου δεν είναι να φτιάχνει αιώνια σύνορα, αλλά να τα καταργήσει με έναν επαναστατικό τρόπο. Status quo; Όχι! Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης!»
Για την ενότητα των εργατικών τάξεων της ευρωπαϊκής ηπείρου
Η εκστρατεία που η δική μας οργάνωση κάνει για την ενότητα του κινήματος των εργαζομένων,για την υπεράσπιση του εισοδήματος και της απασχόλησης είναι, συνεπώς, στενά συνδεδεμένη με την απόρριψη των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Αντιμετωπίζουμε το «ευρωπαϊκό ζήτημα», ως το ζήτημα της ενότητας των προλεταριακών τάξεων, της ανάγκης να οικοδομηθεί ένα κίνημα σε διεθνή κλίμακα ενάντια στις πολιτικές της τρόικας, που θα οδηγήσει τον αγώνα των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων γυναικών και ανδρών νααπορρίψουν τον εκβιασμό του χρέους και όλα τα εργαλεία των εργοδοτών που έχουν συσταθεί από τους νεοφιλελεύθερους θεσμούς στην υπηρεσία των ιδιοκτητών των ιδιωτικών επιχειρήσεων και των τραπεζών: το δημοσιονομικό σύμφωνο, τα δύο πακέτα, τους ισοσκελισμένουςπροϋπολογισμούς. Θα πρέπει να αντιτάξουμε ένα πρόγραμμα με βάση την επίλυση των κοινωνικών αναγκών, την κατανομή της υπάρχουσας εργασίας,την ανάκτηση των μισθών και την εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών μεγάλων επιχειρήσεων.
Ο πολιτικός μας άξονας είναι η απόρριψη των πολιτικών λιτότητας και σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σε εθνικό επίπεδο σε κάθε κράτος, η άρνηση πληρωμής του χρέους, η ενότητα των εργαζομένων σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο,ενάντια στην εθνικιστική αναδίπλωση και σε υποκειμενικές ή αντικειμενικές αντιπαράθεσεις με τις εργατικές τάξεις άλλων χωρών. Θεωρούμε την ίδια στιγμή εντελώς ουτοπικές και λάθος τις θέσεις των δυνάμεων της αριστεράς που αποδέχονται το οικονομικό και θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ (έναςψευδήςευρωπαϊσμός) και νομίζουν ότι θα καταφέρουν να την εκδημοκρατίσουν και θα την κάνουν «κοινωνικά ευαισθητοποιημένη»,παραπέμποντας σε κάποια κεϋνσιανά και ρεφορμιστικά μέτρα. Αυτές οι δυνάμεις συχνά καταλήγουν να συμμαχούν με σοσιαλνεοφιλελεύθερα κόμματα, δηλαδή με εκείνους που συνδιαχειρίζονται τις συντηρητικές-φιλελεύθερες πολιτικές της ΕΕ, δηλαδή τη λιτότητα.
Η κατασκευή ενός έργου και ενός στόχου
Δεν ξεκινάμε από την απλοϊκή πρόταση για έξοδο από το ευρώ, το οποίο πολλοί υποστηρίζουν νομίζοντας ότι έχουν βρει και επιλέξει το κατάλληλο σύνθημα με το οποίο η μάζα θα μπορέσει να «ανοίξει τις πύλες» δίνοντας μια εθνική απάντηση (αλλά και για πολλούς είναι επίσης μια εθνικιστική αντίδραση φανερά ή δυνητικά δεξιά) στην πολιτική των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων .
Κάθε ιδέα μιας εθνικής λύσης μέσα σε καπιταλιστικό πλαίσιο, ποικιλοτρόπως χρωματισμένο με την ελπίδα της επιστροφής στις παλιές ημέρες του κεϋνσιανισμού, μια νοσταλγική ανάμνηση των καιρών ευτυχίας της χρυσής μεταπολεμικήςπεριόδου, είναι ουτοπική, επειδή δεν αντιστοιχεί σε αυτή τη φάση της παγκοσμιοποιημένηςοικονομίας . Δεν είναι τυχαίο ότι όσοι υποστηρίζουν αυτή τη θέση δεν διευκρινίζουν ποιά τάξη και ποια κυβέρνηση θα μπορούσαν να ακολουθήσουντην πολιτική αυτή. Δεν θα ήταν μια λαμπρή ιδέα, ούτε θα ήταν για το συμφέρον της εργατικής τάξης, να ζητήσει από την αστική τάξη να επιστρέψει στο εθνικό νόμισμα, παραμένοντας εντός των σημερινών νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Η ιδέα ότι η λιτότητα θα ηττηθεί με την υποτίμηση και την επιστροφή στα εθνικά νομίσματα είναι στην πραγματικότητα μια ψευδαίσθηση, όπως αποδεικνύεται από την υποτίμηση της λίρας το 1992 και της πρωτοφανούς οικονομικής λιτότητας, από την οποία συνοδεύτηκε. Εναντιωθήκαμε στην είσοδο της Ιταλίας στο ευρώ με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, επειδή η συνθήκη προέβλεπε την οικονομική λιτότητα, όμως δε θα βάλουμε ένα αυτόματο τέλος σε αυτές τις πολιτικές με την έξοδό μας από αυτό.
Ούτε μπορούν να πείσουν οι θέσεις που προτείνουν τη δημιουργία ενό ςευρω-μεσογειακού νομίσματος και μίας ευρω-μεσογειακής οικονομικής ζώνης (με αναφορά στην ALBA της Λατινικής Αμερικής) με τη συμμετοχή των χωρών της νότιας Ευρώπης. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να εργαστούμε έτσι ώστε να μπορέσουμε να βρούμε τα κανάλια σύγκλισης και ενότητας των μορφών αντίστασης που εκφράζονται σε αυτές τις χώρες του νότου. Εξάλλου,τον Οκτώβριο του 2012,όταν υπήρξε κάλεσμα για μια ενωμένη πανευρωπαϊκή κινητοποίηση, η ανταπόκρισηήταν θετική, αποδεικνύονταςπερισσότερο από ποτέ τις δυνατότητες ενός ευρωπαϊκού αγώνα των εργαζόμενων και των κοινωνικών κινημάτων.
Αυτό που δεν πείθει στην πρόταση για«Ευρω-Μεσογειακή» συμμαχία, είναι και εδώ η ψευδαίσθηση ότι η υποτίμηση του νέου νομίσματος ώστε να ενισχυθεί στον ανταγωνισμό, θα είναι η «στιγμή της σωτηρίας», και ιδιαίτερα η αοριστία για το ποια τάξη, ποιες κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της αποκόλλησης του Νότου από την Ευρώπη. Μια θέση η οποία, παρεμπιπτόντως, αφήνει χώρο σε πιθανές αυταπάτες για κάποιους «εθνικούς» τομείς της αστικής τάξης που θα ενδιαφέρονται για ένα τέτοιο σχέδιο, και για «πιθανούς συμβιβασμούς» με αυτές τις δυνάμεις των αφεντικών. Δεν είναι τυχαίο ότι πέρα από την υποτιθέμενη «ορθότητα» του νέου νομίσματος, όλη αυτή η επιχειρηματολογία περιβάλλεται από ένα μεγάλο ομιχλώδες και θολό τοπίο που σίγουρα δεν επιλύεται από τη γενική αναφορά στο σοσιαλισμό του εικοστού πρώτου αιώνα.
Την ίδια στιγμή, με τις αντιστάσεις των τοπικών κοινωνιών στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια της κοινωνικής αναταραχής,είναι σαφές και πολύ πιθανόν να προκύψει η κοινωνική ρήξη νωρίτερα σε μια χώρα από ότι σε μια άλλη. Και εάν μια κοινωνική και πολιτική ρήξη, μας οδηγήσει, όπως είναι και στους στόχους μας, σε μια αριστερή εργατική κυβέρνηση, βασισμένη στις λαϊκές κινητοποιήσεις, η κυβέρνηση αυτή θα πρέπει να λάβει όλα τα αναγκαία και επείγοντα μέτρα για την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης ενάντια στην επιθετικότητα των αφεντικών και των ευρωπαϊκών θεσμικών όργανων, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον κριθεί απαραίτητο, της εξόδου από το ευρώ, ως μέτρο έσχατης ανάγκης, έχοντας τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει αυτή την απειλή ως στοιχείο που θα τη βοηθήσει να περάσει τους δικούς της όρους αλλά και στο «μέτρημα δυνάμεων» απέναντι στους εργοδότες και την ΕΕ.Αυτοι θα μπορούσαν επίσης να αναλάβουν την ευθύνη για την έξοδο από το ευρώ του εν λόγω κράτους που ασκεί εναλλακτικές πολιτικές, αλλά εξαιτίας των κοινωνικών και οικονομικών κινδύνων που θα γεννούσε αυτή η έξοδος στα άλλα κράτη, ειδικά αν μιλάμε για την Ισπανία ή την Ιταλία, η έξοδος αυτή δεν θα ήταν μία κίνηση άνευ σημασίας.
Η στρατηγική μας προσέγγιση, επομένως, βασίζεται σε πέντε πυλώνες :
1 . διεθνιστική προσέγγιση και ενότητα των εργαζομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο
2 . απόρριψη των πολιτικών λιτότητας
3 . η έξοδος από το ευρώ δεν αποκλείεται a priori , αλλά μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να χρησιμοποιηθεί ως αποτρεπτικό όπλο από μια κυβέρνηση της αριστεράς.
4 . η ρήξη με τη σημερινή καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συνοδεύεται από ένα σχέδιο για να επανασχεδιαστεί μία δημοκρατική, συνεργατική και σοσιαλιστική Ευρώπη
5 . η ρήξη με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Ευρώπης πρέπει να συνοδεύεται από την πλήρη ρήξη με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές στην εν λόγω χώρα.
Μόνο με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να εξουδετερωθεί η επικίνδυνη ενίσχυση των εθνικιστικών και ξενοφοβικών αισθημάτων και της ακροδεξιάς.Η οικοδόμηση της αλληλεγγύης και της κοινωνικής αντίστασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ένα έργο που δεν μπορεί να αναβληθεί. Μια βαθιά και παρατεταμένη κινητοποίηση των ανθρώπων σε διαφορετικές χώρες και σε διεθνή κλίμακα θα νικήσουν την άρχουσα τάξη και τα αντιλαϊκά της έργα στην Ευρώπη. Μια τόσο σοβαρή καπιταλιστική κρίση απαιτεί ριζικές λύσεις, δηλαδή την «έξοδο»από τον καπιταλισμό. Ο δρόμος είναι μακρύς και δύσκολος. Ξεκινάμε από τις αντιστάσεις και τους συγκεκριμένους αγώνες, αλλά ο στόχος θα πρέπει να είναι πολύ σαφής.