Ο Κώστας Γαβράς, μετά το «Ζ» (1969), ο οποίος, με βάση το αντίστοιχο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού, αφηγείται την υπόθεση της δολοφονίας, το 1963, του βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαμπράκη, από το ακροδεξιό παρακράτος, στη νέα του ταινία καταπιάνεται πάλι με τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα, εμπνεόμενος αυτήν τη φορά από το βιβλίο του Γ. Βαρουφάκη, «Ανίκητοι ηττημένοι». Αναφέρεται στα πολύ πρόσφατα γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015.

Η υπόθεση της ταινίας διαδραματίζεται το πρώτο εξάμηνο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, το 2015. Κατά το διάστημα αυτό, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση επιδιώκει, στις συνεδριάσεις του Eurogroup, να πείσει με λογικά επιχειρήματα τους υπουργούς Οικονομικών των άλλων κρατών-μελών ότι η χώρα αντιμετωπίζει μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση και γι’ αυτό βασική επιδίωξή της είναι η αναδιάρθρωση του χρέους, η κοινωνική προστασία και η ανάταξη της διαλυμένης οικονομίας.

Εκεί η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει μια ζοφερή πραγματικότητα. Συναντά έντονες αντιδράσεις, απαξιωτικές συμπεριφορές, διαστρέβλωση των θέσεών της, αδιαλλαξία, αναλγησία, αδιαφορία, καθώς επίσης δυσφήμηση, γελοιοποίηση και περιφρόνηση για τον πόνο που προκαλούν οι ισχυροί απέναντι στον ελληνικό λαό που υποφέρει. Απειλούν συνεχώς με κόψιμο της ρευστότητας και δεν δέχονται κανενός είδους διαπραγμάτευση με στόχο έναν έντιμο συμβιβασμό, παρά μόνο μια συνεχή δικτατορία οικονομικής λιτότητας και υποταγή. Και αυτό το λένε ξεκάθαρα, ενώ φάνηκε ιδιαίτερα την περίοδο του δημοψηφίσματος, τον Ιούλιο του 2015, ενάντια στη δημοκρατικά εκφρασμένη θέληση του λαού για τερματισμό των μνημονίων.

Η προσπάθεια, λοιπόν, να πειστούν οι δανειστές ότι το χρέος δεν αντιμετωπίζεται με οικονομική ύφεση και μνημόνια, πως τα πλεονάσματα είναι υψηλά και φέρνουν τεράστια στέρηση στους κοινωνικούς πόρους και είναι ένας μηχανισμός αναδιανομής πλούτου από τους κάτω προς τους πάνω, πέφτουν συνεχώς στο κενό. Επειδή είναι τεχνοκράτες, τραπεζίτες και εκφραστές του κεφαλαίου, το μόνο πράγμα που τους ενδιαφέρει είναι τα νούμερα, τα διαγράμματα και οι οικονομικές αποδόσεις, παραβλέποντας συνειδητά ότι πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι με σάρκα, οστά και ανάγκες.

Με λίγα λόγια, εκείνο που αναδεικνύει η ταινία είναι αυτό που όλοι γνωρίζουμε: οι εξουσιαστικές σχέσεις και η πειθάρχηση του πληθυσμού στις πολιτικές του κεφαλαίου. Η Ελλάδα και ο λαός της χρησιμοποιήθηκαν ως παράδειγμα για να πειθαρχήσουν και οι άλλοι λαοί.

Η ταινία είναι ένα πολιτικό θρίλερ, με στοιχεία κλειστοφοβικά, όπως παρουσιάζονται εκείνες οι συνεδριάσεις, όπου η ελληνική αντιπροσωπία, κλεισμένη μέσα σε τέσσερις τείχους, είχε απέναντί της σύσσωμους τους δανειστές. Γι’ αυτό ενέχει και διαστάσεις αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, όπως φαίνεται ιδιαίτερα προς το τέλος. Κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον, ενώ δημιουργεί μια παράξενη δυσθυμία αλλά και ένα έντονο θυμό για τη συμπεριφορά των ισχυρών απέναντι στους κυριαρχούμενους. Ταυτόχρονα, θέτει το ερώτημα: «Εσύ τι έκανες τότε;», αναδεικνύοντας και τη δική μας προσωπική ευθύνη.

Το λάθος της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι είχε αυταπάτες ότι θα μπορούσε να πείσει τους Ευρωπαίους «εταίρους», με λογικά επιχειρήματα, για τις καταστροφικές επιπτώσεις των μνημονίων. Δεν κατάλαβε ότι το βασικό διακύβευμα είναι το «τάξη εναντίον τάξης», δηλαδή ότι η ιθύνουσα τάξη, η αστική, έχει συνείδηση των συμφερόντων της και ότι ο στόχος της ήταν και είναι η κυριαρχία της επί του αντιπάλου, όπως και έγινε με την επιβολή του τρίτου μνημονίου και την ανατροπή της θέλησης του λαού με το «ΟΧΙ».

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ παρέβλεψε ότι απέναντι στη διεθνοποίηση του κεφαλαίου και την διαπλοκή των οικονομιών, η οποία κάνει δύσκολη την εφαρμογή εναλλακτικών λύσεων, η μόνη απάντηση είναι η διαμόρφωση συσχετισμού δύναμης στηριγμένη στον λαϊκό παράγοντα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ως του μόνου ικανού να στηρίξει την κυβέρνηση, σε όποιες επιλογές ρήξης απέναντι στους κρατούντες, και όχι μόνο η διαπραγματευτική γραμμή. Το αποτέλεσμα ήταν να εξαντληθεί πολύ γρήγορα «το πολιτικό κεφάλαιο που τους είχε δώσει η ισχυρή λαϊκή εντολή», με συνέπεια την απογοήτευση και αδρανοποίηση του λαϊκού παράγοντα.

Ετικέτες