Μαζί με τον ερχομό του Σεπτέμβρη βρισκόμαστε εν αναμονή των δηλώσεων του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην ΔΕΘ καθώς και της καθιερωμένης διαδήλωσης.

Ο Α. Σαμαράς θα προσπαθήσει, για άλλη μια φορά, να παρουσιάσει το μαύρο – άσπρο, με θράσος απύθμενο και χωρίς καμιά ντροπή, ισχυριζόμενος ότι τα δεινά του λαού φτάνουν στο τέλος τους, μετά από ακόμη μια σφοδρότατη επίθεση στην κοινωνική πλειοψηφία, της οποίας ο ΕΝΦΙΑ αποτελεί το «κερασάκι στην τούρτα». Η αλήθεια είναι ότι από την πλευρά του άλλο δρόμο δεν έχει από το να ελπίζει στην ώρα της διαπραγμάτευσης του χρέους παίρνοντας διαρκώς νέα μέτρα σκληρής ταξικής λιτότητας και να «προσεύχεται» κάθε βράδυ να μην διαλυθεί εκ των έσω η κυβέρνησή του και βέβαια να μην ξεσπάσει η σοβούσα κοινωνική απελπισία και οργή με μαζικό, ενεργητικό τρόπο. Τα σενάρια για ηθελημένες από την κυβερνητική πλευρά, πρόωρες εκλογές προκειμένου να υπάρξει μια σύντομη αριστερή παρένθεση - χωρίς τίποτα να αποκλείεται στην πρωτοφανή ρευστότητα της περιόδου - μοιάζουν περισσότερο με σενάρια αυτοκτονίας, τουλάχιστον του συγκεκριμένου πολιτικού προσωπικού, και πάντως οι πρόωρες εκλογές δεν χαίρουν καμιάς συμπάθειας από την Μέρκελ και τα τροϊκανά διευθυντήρια.   

Ο Α. Τσίπρας πρέπει να ανανεώσει την κοινωνική ελπίδα και να τονώσει την πεποίθηση πως ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ανατρέψει την κρατούσα κατάσταση και τη νεοφιλελεύθερη, ταξική λιτότητα με άμεσα αποτελέσματα, πυροδοτώντας την αναγκαία δυναμική που δεν αναδείχθηκε στις ευρωεκλογές.

Η πτώση της κυβέρνησης, η πρόκληση εκλογών και η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι επιτακτική αναγκαιότητα καθώς κάθε μέρα που περνά νέα βάρη φορτώνονται στην κοινωνική πλειοψηφία, εκτεταμένα τμήματα της οποίας φτωχοποιούνται και εξαθλιώνονται καθημερινά ως συνέπεια της μνημονιακής πολιτικής.

Παύση πληρωμών και σύγκρουση με την ντόπια άρχουσα τάξη

Είναι ταυτόχρονα σημαντικό να είναι η κυβέρνηση της Αριστεράς αυτή που θα διαπραγματευτεί με τους δανειστές ώστε να αποτραπεί ακόμη μία εξέλιξη σ’ αυτή την υπόθεση, εις βάρος του κόσμου της εργασίας και των υποτελών τάξεων της κοινωνικής πλειοψηφίας στην Ελλάδα, η οποία μάλιστα θα χρησιμοποιηθεί στο εσωτερικό από την μνημονιακή κυβέρνηση ως δήθεν απόδειξη εξόδου από την κρίση και τα μνημόνια. Παρότι  φαίνεται πως και η γερμανική οικονομία αντιμετωπίζει πλέον ορατά προβλήματα, (οι πιέσεις για χαλάρωση της αυστηρής γερμανικής γραμμής λιτότητας αυξάνονται καθώς, μεταξύ άλλων, συστημικοί ευρωπαϊκοί παράγοντες απαιτούν την αύξηση των μισθών στην Γερμανία), οι συνθήκες για την διευθέτηση του πανθομολογημένα μη βιώσιμου ελληνικού χρέους δεν μεταβάλλονται. Είτε με «γερμανική» λύση επιμήκυνσης είτε με «αμερικάνικη» λύση κουρέματος – κάτι σαν PSI - το πρόβλημα των ταξικών όρων της διευθέτησης του χρέους παραμένει στο ακέραιο. Καμιά δυνατότητα αναδιανομής πλούτου και ισχύος προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας και πρώτ’ απ’ όλα του κόσμου της εργασίας δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς άμεση και εις μακρόν αναστολή πληρωμών προς τους δανειστές ή και οριστική παύση, ταυτόχρονα με το χτύπημα της εγχώριας αστικής τάξης – και συνολικά του εγχώριου μπλοκ εξουσίας - και της αλλαγής των συσχετισμών – αυστηρές προϋποθέσεις για μπορέσει να πατήσει στα πόδια του το αντινεοφιλελεύθερο ταξικό πρόγραμμα της κυβέρνησης της Αριστεράς. Σ’ αυτό το σημείο συμπυκνώνονται όλες οι αντιφάσεις και επικρέμονται οι αναγκαίες πολιτικές αποφάσεις που ανοίγουν τον δρόμο για την διατύπωση του κυβερνητικού προγράμματος της κυβέρνησης της Αριστεράς. Αποτελεί την βάση της απάντησης στο ερώτημα «που θα βρεθούν τα λεφτά» μαζί με την απαιτούμενη συνέχειά του που αφορά στην αναδιανομή του πλούτου εντός Ελλάδας. Χωρίς την ξεκάθαρη και αποφασιστική απάντηση, πέρα από ενδεχόμενους εκβιασμούς και μονόδρομους, στον απαράβατο όρο και την αυστηρή προϋπόθεση για την άσκηση διαφορετικής πολιτικής από την νεοφιλελεύθερη λιτότητα, της άμεσης αναστολής ή και οριστικής παύσης πληρωμών τοκοχρεωλυσίων, δεν μπορεί να υπάρξει κυβερνητικό πρόγραμμα της Αριστεράς.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν έχει καμιά δυνατότητα να επιβιώσει με επικοινωνιακά τεχνάσματα σαν αυτά στα οποία ελπίζει ο Σαμαράς να στηριχτεί με την διαπραγμάτευση του χρέους. Αυτό το γνωρίζουν καλά οι ουσιαστικοί εχθροί της προοπτικής μιας κυβέρνησης της Αριστεράς που, είτε εμφανίζονται φανερά ως τέτοιοι (δανειστές, Σαμαράς, Βενιζέλος, το μείζον τμήμα του ντόπιου κεφαλαίου, και τα ΜΜΕ) είτε παριστάνουν τους όψιμους συνομιλητές και «φίλους» (ΔΗΜΑΡ, κεντροαριστεροί και σοσιαλδημοκρατικοί κύκλοι και παράγοντες, πτέρυγες της δήθεν «φωτισμένης Δεξιάς» και τμήματα του ντόπιου κεφαλαίου που είναι δυσαρεστημένα από την πολιτική Σαμαρά και προσβλέπουν στην αντικατάστασή του). Ασφαλώς (οφείλει να) το γνωρίζει καλά και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι η κυβέρνηση της Αριστεράς  θα κριθεί από την κοινωνία πρωτίστως στην βάση των άμεσων μέτρων ανακούφισης και αντιστροφής της μνημονιακής καταστροφής κάθε δομής του κοινωνικού κράτους καθώς και στο μέγα πρόβλημα της ανεργίας. Με άλλα λόγια το σενάριο της επιβίωσης και της σχετικά ομαλής συνέχειας της «μεταμνημονιακής» πλην όμως νεοφιλελεύθερης στρατηγικής (αυστηρής ή και δήθεν χαλαρότερης), απαιτεί την υπερίσχυση ακριβώς των αντίθετων κοινωνικών όρων απ’ αυτούς που μπορούν να στηρίξουν την κυβέρνηση της Αριστεράς. Απαιτεί δηλαδή την αποδοχή, από την κοινωνική πλειοψηφία, της μνημονιακής κατεδάφισης των κοινωνικών κατακτήσεων μέσα από αγώνες δεκαετιών, ως αναγκαία και μη άμεσα αναστρέψιμη καθώς επίσης και τη διευθέτηση του χρέους σε συνδυασμό με την εμφάνιση (αναπόφευκτα κάποια στιγμή) θετικών ρυθμών ανάπτυξης, ως δήθεν τέλος της καθοδικής πορείας και έναρξη της «ανάκαμψης». Κάτι που ακόμη κι αν συμβεί στο πλαίσιο κάποιων δεικτών δεν θα σημαίνει τίποτα ουσιαστικό για την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, πέραν του ότι ακόμη κι αυτό το ενδεχόμενο επιχείρημα θα είναι επί της ουσίας ένα επικοινωνιακό ψέμα καθώς οι διεθνείς συνθήκες κάθε άλλο από την όποια «έξοδο» από την ευρωπαϊκή και διεθνή κρίση προοιωνίζουν.  Το μόνο που θα σημάνει θα είναι η νίκη του φόβου επί της ελπίδας. Η νίκη της εξατομικοποίησης επί της συλλογικότητας. Η νίκη των κυρίαρχων ιδεολογημάτων επί των ιδεών και της στρατηγικής της Αριστεράς.

Απ’ αυτή τη σκοπιά η ανατροπή της κρατούσας κατάστασης από την κυβέρνηση της Αριστεράς αποτελεί τον μονόδρομο της ελπίδας όχι μόνο για τον ελληνικό λαό και τους εργαζόμενους σ’ αυτή την χώρα μα και ευρύτερα σε όλη την Ευρώπη μέσα από ένα ιστορικών διαστάσεων συμβάν που θα ανοίγει νέους δρόμους και προοπτικές για την αριστερά και το κίνημα πανευρωπαϊκά.

Ταξική, πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία

Ωστόσο, οι τρέχουσες συνθήκες είναι δύσκολες και πολύ απαιτητικές για την Αριστερά. Η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί είναι σαφώς μεγαλύτερη από το παρελθόν και οι ποιοτικές απαιτήσεις της ξεπερνούν κατά πολύ την επικοινωνιακή τακτική και τα όποια  συνθήματα. Η μεγάλη διαφορά από το 2012 είναι η υποχώρηση της κοινωνικής κινητικότητας και διεκδίκησης. Η πτώση του μαζικού εργατικού και λαϊκού κινήματος και των κινημάτων. Για την εξέλιξη αυτή η Αριστερά συνολικά έχει πολύ μεγάλη ευθύνη. Παρά ταύτα χρειάζεται να εξαχθούν άμεσα συμπεράσματα στον ΣΥΡΙΖΑ από την αποτυχία της γραμμής της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου και της εξαγγελίας κάθε τόσο των εκλογών και της πτώσης της κυβέρνησης που ενίσχυσε τις τάσεις αποστράτευσης και ανάθεσης σε ευρύτερα κοινωνικά τμήματα, μα και στα ίδια του τα μέλη.

Η διετία που προηγήθηκε της εκλογικής εκτόξευσης του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίστηκε από πρωτοφανείς κινητοποιήσεις, οι οποίες αν και σήμερα μνημονεύονται με επίκεντρο τις μαζικές συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα και στις πλατείες, στην πραγματικότητα έφεραν τη σφραγίδα της συλλογικής οργάνωσης του αγώνα και της αντίστασης στην ταξική επίθεση, από το εργατικό κίνημα. Παρά τις τεράστιες ανεπάρκειες του συνδικαλιστικού κινήματος και την, έως και, υπονομευτική λειτουργία της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, το ουσιαστικό και κρίσιμο συμπέρασμα αφορά στον πρωτοπόρο ρόλο της κίνησης των εργατικών τμημάτων που τροφοδότησαν την κινηματική έκρηξη και έκριναν εν τέλει την ίδια την εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Μάη – Ιούνη του 2012.

Σήμερα τείνει να υπερισχύσει και δίνει τον κοινωνικό τόνο ένας συνδυασμός φόβου και αποδοχής βασικών πτυχών της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής και προπαγάνδας. Επικρατούν, προς ώρας, οι απόψεις και οι ιδέες που καλλιεργούνται στα κοινωνικά στρώματα που έχουν πληγεί, ενίοτε πολύ σφοδρά, από τις μνημονιακές πολιτικές ωστόσο δεν έχουν «καταστραφεί». Μπορούν να φανταστούν, έστω με πίκρα για τα «απολεσθέντα», την «συνέχιση της ζωής» αρκεί να επανέλθει η «ανάπτυξη» και η λειτουργία της αγοράς. Μπορούν, υπό όρους, ακόμη και να ξεχάσουν «εθνικές ταπεινώσεις», αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις και να επιρρίψουν την ευθύνη στην κακοδαιμονία του ελληνικού κράτους και της δημόσιας διοίκησης καθώς και να ανακαλέσουν στην μνήμη τους απόψεις για τον «κακό» ρόλο των δημοσίων υπαλλήλων και προπάντως των «συνδικαλιστών». Πρόκειται για μεσαία στρώματα της ελληνικής κοινωνίας με μικροαστική συνείδηση που ιστορικά άγονται και φέρονται από τους πόλους ισχύος (κεφάλαιο – εργασία / δεξιά – αριστερά). Εκπρόσωποι των επαγγελματοβιοτεχνών σήμερα ζητούν από τον ΣΥΡΙΖΑ να πάρει πίσω την μοναδική ξεκάθαρη δέσμευσή του για την επάνοδο του βασικού μισθού στα 751 ευρώ. Ο μόνος λόγος που εμποδίζει τον «επαναπατρισμό» τους στα συστημικά κόμματα και κυρίως στη ΝΔ είναι η συνέχιση των μέτρων που τους πλήττουν (όχι μόνο αυτούς), όπως ο ΕΝΦΙΑ. Μια κυβέρνηση της Αριστεράς δεν μπορεί να στηριχτεί κατά προτεραιότητα σ’ αυτά τα κοινωνικά τμήματα παρά μόνο να ηγεμονεύσει με τις επιλογές και τις ιδέες της, στοχεύοντας σε μια εντελώς διαφορετική προοπτική για την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που θα τα περιλαμβάνει.

Ταυτόχρονα όμως υπάρχει ένα εκτεταμένο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας που ακόμη κι αν ήθελε δεν μπορεί να δει τα πράγματα έτσι. Είναι ο κόσμος της εργασίας, χτυπημένοι μισθωτοί ή μέλη της τεράστιας κοινωνικής μερίδας των ανέργων, αυτοαπασχολούμενοι, επαγγελματίες και φτωχοί αγρότες που σήμερα προλεταριοποιούνται.  Οι αποκλεισμένοι πάσης φύσεως που πληθαίνουν μέρα με την μέρα, η νεολαία και μάλιστα αυτή που προέρχεται από εργατικές οικογένειες και γενικότερα μειωμένης ή ανύπαρκτης οικογενειακής δυνατότητας στήριξης. Τα πληβειακά και φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα που έχουν κάθε λόγο να δώσουν τη μάχη για την ανατροπή ακόμη κι αν αυτή δεν έχει στο επίκεντρο παρά την άμεση εξασφάλιση της αξιοπρέπειας και της δικαιοσύνης. Άνθρωποι και οικογένειες απόλυτα εξαρτημένοι από το υπό διάλυση κοινωνικό κράτος, την Δημόσια Υγεία και Παιδεία, τη σύνταξη, την εργατική νομοθεσία που σήμερα ξεδοντιάζεται, τις δημοκρατικές κατακτήσεις του παρελθόντος που δίνουν την θέση τους σ’ ένα κράτος αυταρχικό, αστυνομικό και σκληρά κατασταλτικό, κυρίως και κατά προτεραιότητα εναντίον τους. Αυτά τα κοινωνικά τμήματα αποτελούν τον πυρήνα της δύναμης για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, οι «από κάτω», η «βάση της πυραμίδας» που στις μέρες μας διευρύνεται διαρκώς από τη σκληρή, ταξική λιτότητα. Σ’ αυτά τα κοινωνικά τμήματα οφείλει να είναι στοχευμένη η απεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ αποσκοπώντας στη συγκρότησή τους ως ραχοκοκαλιά του εγχειρήματος της ανατροπής. Της κυβέρνησης της Αριστεράς.

Εάν τα άμεσα συμφέροντα, οι προσδοκίες και τα αιτήματα αυτού του κόσμου και εν τέλει η ίδια η διεκδικητική κίνησή του δεν ηγεμονεύσει (ξανά) στην κοινωνική πλειοψηφία τότε οι πιθανότητες για οποιαδήποτε ουσιαστική ανατροπή είναι απλά ανύπαρκτες. Η συγκράτηση απλώς της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτά τα κοινωνικά τμήματα, χωρίς έμπνευση, στοιχεία ταυτότητας, ιδεών και οράματος, πολιτικούς στόχους που συγκροτούν ταξικό, αγωνιστικό και διεκδικητικό μπλοκ, έχει επισφαλή και προσωρινά χαρακτηριστικά. Μέσα στην βαθιά πολυεπίπεδη κρίση και ταυτόχρονα σε συνθήκες ηγεμονίας των ιδεών και των στρατηγικών των «από πάνω», χωρίς ισχυρές και μαζικές διαδικασίες συγκρότησης συλλογικοτήτων αντίστασης και πολιτικής και ιδεολογικής ζύμωσης, αναφύεται προοπτικά ο κίνδυνος της διαλυτικής υπαγωγής τους σε φαινόμενα θρυμματισμού και κατάρρευσης των συλλογικών πολιτικών συνειδήσεων πάνω στα οποία δεν μπορεί όχι να θεμελιωθεί μα ούτε καν να εκκινήσει οποιαδήποτε ανατροπή. Αντίθετα σε τέτοιες συνθήκες η ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από την Αριστερά κρύβει τα πιο τραγικά και καταστροφικά ενδεχόμενα. Πολλώ δε μάλλον που ταυτόχρονα αναπτύσσεται και παρά τους περιορισμούς παραμένει στιβαρό, το ακροδεξιό, φασιστικό φαινόμενο.

Εξαγωγή συμπερασμάτων και νέα γραμμή αντεπίθεσης και κοινωνικής δυναμικής

Σήμερα, χρειάζεται άμεσα ο ΣΥΡΙΖΑ να επαναπροσδιορίσει και να αποσαφηνίσει την κοινωνική του απεύθυνση. Η υποτιθέμενη απεύθυνση σε «όλη την κοινωνία», το σχέδιο για «όλη την χώρα» αποτελεί πάντα την επίφαση, το προκάλυμμα της ταξικής προτεραιότητας που σε «κανονικές συνθήκες» επιτρέπει στα κόμματα της αστικής διαχείρισης να κρύβουν την απόλυτη και αυστηρή ταξική μεροληψία τους. Αυτή ακριβώς η δυνατότητά τους κατέρρευσε μέσα στην κρίση δημιουργώντας ταυτόχρονα τους όρους για την ιστορική πρωτοτυπία και μοναδική ευκαιρία για κυβέρνηση της Αριστεράς. Πόσο τραγικό (και ιστορικά επαναλαμβανόμενο) λάθος θα ήταν να προσπαθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ να κατακτήσει την κυβερνητική εξουσία μιμούμενος την προσέγγιση των αστικών κομμάτων στις εποχές και στα οικονομικά και ιδεολογικά πλαίσια που τον καταδίκαζαν (όπως και την Αριστερά συνολικά) στην θέση του 3 – 5 %!

Η κοινωνική και ταξική απεύθυνση φανερώνεται με πολλούς τρόπους. Στην πραγματικότητα ενυπάρχει σε όλες τις πολιτικές επιλογές του κόμματος.

Στη συγκρότηση και τη λειτουργία του κόμματος. Ώστε να μπορέσει να πετύχει ουσιαστική διεύρυνση των οργανωμένων μελών του πέρα από πολιτικά στερεότυπα και καταγωγές, στη βάση όμως μιας λειτουργίας συλλογικής, δημοκρατικής και προπάντως προσανατολισμένης στην παρέμβαση στην κοινωνική βάση, στην καθημερινότητα των εργατικών και λαϊκών προβλημάτων, στη συγκρότηση ευρύτερων διεκδικητικών συλλογικοτήτων, στην πλούσια πολιτική και ιδεολογική συζήτηση για την Αριστερά του 21ου αιώνα με στρατηγικό στόχο τον Σοσιαλισμό. Με κατεύθυνση τη ρήξη και τη διάλυση των εκλογικών – πελατειακών συνηθειών και «συστημάτων» που παρά την κρίση των αστικών κομμάτων που τα δημιούργησαν, εξακολουθούν να επιβιώνουν. Με την ενίσχυση και διεύρυνση των οργανωμένων κομματικών δυνάμεων στην κατεύθυνση της αναζωπύρωσης του κινήματος. Μια ενδεχόμενη αναγέννηση του κινήματος «δεν πληρώνω» σήμερα απέναντι στον ΕΝΦΙΑ και με ορίζοντα την κοινωνική όξυνση που θα προκαλέσει η απελευθέρωση των κατασχέσεων πρώτης κατοικίας, θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενο για την ανάληψη δραστηριότητας και πρωτοβουλιών που ταυτόχρονα θα μπορούσαν να συσπειρώσουν ευρύτερα την Αριστερά. 

Στο ζήτημα των πολιτικών συμμαχιών. Η σχετική συζήτηση γίνεται με αντεστραμμένες προτεραιότητες και προϋποθέσεις. Οι πολιτικές συμμαχίες είναι πάντα θεμιτές και ενίοτε απαραίτητες. Ωστόσο κεντρικό εδώ είναι το ζήτημα της ηγεμονίας η οποία αφορά στους όρους που περιγράψαμε παραπάνω και όχι αποκλειστικά στην επισφαλή εικόνα των εκλογικών ποσοστών. Εξάλλου είναι εντελώς διαφορετικό εγχείρημα η διεύρυνση του κόμματος και της κοινωνικής του ακροαματικότητας στο πεδίο της εργατικής / λαϊκής βάσης χιλιάδων ανθρώπων που έχουν κάθε ταξικό συμφέρον να απομακρύνονται από τα παλιά κόμματα εξουσίας και πρώτα απ’ όλα από το υπό διάλυση ΠΑΣΟΚ, από το εγχείρημα της απορρόφησης στο κόμμα των πολιτικών στελεχών που πρόδωσαν τα συμφέροντα αυτού του κόσμου, συμμετείχαν από ηγετικές θέσεις στις κυβερνήσεις του νεοφιλελεύθερου ΠΑΣΟΚ ή ακόμη χειρότερα στις μνημονιακές κυβερνήσεις (εδώ η ΔΗΜΑΡ έχει ξεχωριστή παρουσία η οποία δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί), θέτοντας σε αμφισβήτηση το ίδιο το περιεχόμενο της ανατρεπτικής κυβερνητικής πρότασης της Αριστεράς. Οι ευρωεκλογές αποτελούν προειδοποίηση. Μια γενικευμένη και αλόγιστη πολιτική «μεταγραφών» και συμμαχιών στο όνομα των κοινοβουλευτικών τακτικισμών και της αύξησης της εκλογικής επιρροής πέρα από σαφή προγραμματικά και πολιτικά όρια, κρύβει τον κίνδυνο μιας μελλοντικής Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ που θα αποτελείται από πλήθος «μεταμελημένων» στελεχών του ΠΑΣΟΚ και της κεντροαριστεράς στην θέση των στελεχών της ριζοσπαστικής Αριστεράς που έκτισαν και οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ εδώ που βρίσκεται σήμερα. Ποια κυβέρνηση της Αριστεράς θα μπορούσε να προκύψει από μια τέτοια ενδεχόμενη εξέλιξη;

Το ζήτημα του προγράμματος αφορά στις προγραμματικές δεσμεύσεις του κόμματος που είναι δημόσια γνωστές και κατανοητές. Ο κόσμος γνωρίζει πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργήσει τα μνημόνια και θα επαναφέρει τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ. Χρειάζεται άμεσα να γίνει μια επιλογή προγραμματικών αιχμών από την πλούσια εργασία που ήδη έχει γίνει στο κόμμα σχετικά με όλους τους τομείς της οικονομίας, της κοινωνικής ζωής και της κρατικής λειτουργίας, που θα δημιουργεί δεσμεύσεις με τα κατά προτεραιότητα κοινωνικά του ακροατήρια. Δηλαδή τον κόσμο της εργασίας, τα κατώτερα λαϊκά στρώματα, τους αποκλεισμένους, τους ανέργους…

Μια επιλογή προγραμματικών αιχμών που θα αποσαφηνίζει κρίσιμα ερωτηματικά σχετικά με το χρέος, την ανεργία και τον ρόλο του κράτους στην άμεση και ουσιαστική αντιμετώπισή της, την επαναφορά της δημόσιας και δωρεάν Υγείας και Παιδείας για όλους, την άμεση σωτηρία των ασφαλιστικών ταμείων, την εθνικοποίηση των τραπεζών, τη φορολογία και την αναδιανομή του πλούτου, τον εκδημοκρατισμό του κράτους και της κοινωνίας, την τιμωρία των υπευθύνων για την κατάσταση της κοινωνικής πλειοψηφίας… 

Είναι σήμερα αναγκαίο για τον ΣΥΡΙΖΑ να αναζωπυρώσει την αποφασιστικότητα των «από κάτω» για την μεγάλη ανατροπή, τροφοδοτώντας την κοινωνική δυναμική και τα κινήματα, αποσαφηνίζοντας το περιεχόμενο της κυβέρνησης της Αριστεράς, κινητοποιώντας το σύνολο των μελών του με ανανεωμένη γραμμή, απαντώντας πειστικά και ανατρέποντας την εντύπωση πως προσαρμόζεται στις συστημικές πιέσεις και στρογγυλεύει τις θέσεις του. 

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα παρουσιάσει το σχέδιο στην ΔΕΘ. Οψόμεθα.  

Ετικέτες