Στη συνέχεια ενός κύκλου εκδηλώσεων μέσα στις γιορτές, την Παρασκευή 22/12 πραγματοποιήθηκε στον πολυχώρο «Κομμούνα» εκδήλωση με τίτλο «Ενάντια στη ρατσιστική πολιτική ΕΕ & κυβέρνησης-Ανάγκη οργάνωσης του αντιρατσιστικού κινήματος».

Ομιλητές ήταν η Μάνια Μπαρσέφσκι (Κόκκινο Δίκτυο) και ο Σπύρος Τσατσαρώνης (εργαζόμενος σε ΜΚΟ). Οι εισηγήσεις ήταν πολύ ουσιαστικές και τροφοδότησαν τη συζήτηση που ακολούθησε.

Η Μάνια Μπαρσέφσκι ξεκίνησε αναφερόμενη στις άθλιες συνθήκες κράτησης των προσφύγων. Τόνισε πως στα νησιά οι πρόσφυγες αναγκάζονται να μένουν σε σκηνές μες το Χειμώνα, χωρίς θέρμανση, επάρκεια τροφής και κατάλληλη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ενώ στην Αθήνα δεν υπάρχουν οι απαραίτητοι χώροι φιλοξενίας. Η παρουσία της Frontex και του NATO στο Αιγαίο δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την πρόσβαση των προσφύγων στα νησιά, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις στον Έβρο.

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη συνάντηση για το παγκόσμιο σύμφωνο μετανάστευσης στο Μαρακές. Υπογράμμισε ότι το συγκεκριμένο σύμφωνο στην πραγματικότητα δεν αλλάζει κάτι στην εφαρμογή των υπαρχουσών πολιτικών και ότι τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών αναγνωρίζονται α λα καρτ για τις ανάγκες του κεφαλαίου. Το μόνο θετικό του συμφώνου είναι ότι ως λόγο μετανάστευσης αναγνωρίζει πέραν του πολέμου και τις κλιματικές αλλαγές, όμως από τη στιγμή που δεν αμφισβητούνται οι πολιτικές της φτώχειας και ο ιμπεριαλισμός τότε μιλάμε για κενό γράμμα.

Παρ’ όλα αυτά η Μάνια Μπαρσέφσκι τόνισε ότι χώρες με έντονη αντιπροσφυγική πολιτική αρνούνται ακόμη και σε διακηρυκτικό επίπεδο την αλληλεγγύη αποσυρόμενες από το σύμφωνο. Ανάμεσά τους οι ΗΠΑ που εφαρμόζουν τον πυρήνα της παγκόσμιας αντιπροσφυγικής πολιτικής, το Ισραήλ και η Βραζιλία του Μπολσονάρο. Όλα αυτά τη στιγμή που φαίνεται πως υπάρχει ένα ισχυρό ρεύμα ανόδου της ακροδεξιάς που πατάει στο ρατσισμό και την ισλαμοφοβία.

Το πιο σημαντικό όμως κατά την Μπαρσέφσκι είναι ότι ρατσιστικές πολιτικές αυτή τη στιγμή εφαρμόζονται σε θεσμικό επίπεδο από κυβερνήσεις ποικίλων αποχρώσεων, ακόμη και από κυβερνήσεις που αναφέρονται στη σοσιαλδημοκρατία. Ο Αλέξης Τσίπρας δηλώνει ότι πρέπει να συνεχιστεί η παρούσα πολιτική στο προσφυγικό ενώ το 2017 στις προτάσεις που είχε καταθέσει είχε συμπεριλάβει το μηχανισμό επαναπροώθησης προσφύγων καθώς και την ανάγκη συνέχειας στη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας.

Κάπως έτσι η προσφυγική πολιτική της ΕΕ διαρθρώνεται σε αποτροπή εισόδου ή εγκλεισμό σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους πρόσφυγες, μετατροπή της Λιβύης σε επίγεια κόλαση όπου οι πρόσφυγες πωλούνται σε σκλαβοπάζαρα και απωθήσεις στο Αιγαίο με εκατοντάδες θύματα. Παρ’ όλα αυτά ο Αλέξης Τσίπρας συνεχίζει να εξωραΐζει την ευρωπαϊκή πολιτική δηλώνοντας έμμεσα την πρόθεση της κυβέρνησης να μείνουν εκτός ΕΕ οι πρόσφυγες.

Το τελευταίο σημείο στην εισήγηση της Μάνιας Μπαρσέφσκι αφορούσε στα καθήκοντα της Αριστεράς. Τόνισε ότι δεν μπορεί να οικοδομηθεί σοβαρή αριστερή εναλλακτική αν δεν ιεραρχεί ψηλά την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και το σπάσιμο των ανισοτήτων. Η ΛΑΕ πρέπει να απορρίψει κάθε πρόταση συμμαχίας από δυνάμεις που δεν αναγνωρίζουν και παλεύουν για τα δικαιώματα των προσφύγων καθώς είναι προφανές ότι ιδιαίτερα σήμερα ο ρατσισμός αποτελεί το βασικό όχημα της ακροδεξιάς. Ιδιαίτερα ενόψει των ευρωεκλογών τα αιτήματα για ανοιχτά σύνορα, ακύρωση της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, τερματισμό των απελάσεων και επαναπροωθήσεων, γκρέμισμα του τείχους στον Έβρο και κλείσιμο των κέντρων κράτησης πρέπει να επανέλθουν στην κεντρική πολιτική συζήτηση. Ένα κίνημα κατά του ρατσισμού είναι άρρηκτα συνδεμένο με την πάλη ενάντια στα μνημόνια και τις πολιτικές της φτώχειας, και αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε σημείωσε κλείνοντας η Μάνια Μπαρσέφσκι.

Ο Σπύρος Τσατσαρώνης αναφέρθηκε στην κατακόρυφη όξυνση του προσφυγικού προβλήματος την τριετία 2015-2018. Η ένταση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και ο πόλεμος αποτελούν τις βασικές αιτίες που γεννούν την προσφυγιά. Τόνισε ότι η Ελλάδα αποτελεί μια χώρα που η αστική της τάξη πρωτοστατεί στην επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών, όμως παράλληλα είναι συνδεδεμένη με του ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, γεγονός που την καθιστά μια χώρα που εύκολα μετατρέπεται σε πειραματόζωο ως προς την εφαρμογή αντιπροσφυγικών πολιτικών. Παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ διακήρυττε ότι το προσφυγικό είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα άρα πρέπει να λυθεί πανευρωπαϊκά, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Μετεγκατάσταση σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης ουσιαστικά δεν πραγματοποιήθηκε ενώ συνεχίστηκαν οι επαναπροωθήσεις και οι εγκλωβισμοί προσφύγων σε κέντρα κράτησης.

Το επόμενο ζήτημα που έθιξε ο Σπύρος Τσατσαρώνης, ήταν εκείνο των ΜΚΟ. Υπογράμμισε ότι παρότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια για το προσφυγικό δίνονται ισόποσα σε κάθε κράτος μέλος και διεθνείς οργανισμούς, η κατανομή τους γίνεται πολύ στρεβλά στην Ελλάδα. Το κράτος διαθέτει τα κονδύλια στις μεγάλες ΜΚΟ και δεν τα αξιοποιεί για τη δημιουργία κρατικών δομών φιλοξενίας αντί κέντρων κράτησης σε κακές συνθήκες. Αυτό οδηγεί στο να έχει μετατραπεί το προσφυγικό ζήτημα σε μια απίστευτη επιχείρηση κερδοφορίας ιδιαίτερα για τις μεγάλες ΜΚΟ, οι οποίες δε δημοσιοποιούν ποτέ τα στοιχεία της διαχείρισης των κονδυλίων που λαμβάνουν. Έτσι παρότι κοστολογούν μόλις περίπου 70 ευρώ την περίθαλψη του κάθε παιδιού, σε περίπτωση που δε βρουν επαρκή χρηματοδότηση δε διστάζουν ακόμη και να κλείσουν τις δομές τους αφήνοντας ασυνόδευτα ανήλικα παιδιά στο δρόμο.

Κλείνοντας, αναφέρθηκε στο ζήτημα της απάντησης της Αριστεράς μπροστά στα πολιτικά παιχνίδια που παίζονται όσον αφορά το προσφυγικό. Τόνισε ότι δεν μπορεί να υπάρξει μέτωπο απέναντι στις εφαρμοζόμενες ρατσιστικές πολιτικές μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το αποδεικνύει η εγκατάλειψη των προσφύγων στα νησιά, οι παράνομες επαναπροωθήσεις ή ακόμα και η καθυστέρηση στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Σύμφωνα με το Σπύρο Τσατσαρώνη χρειάζεται μια σύγχρονη αντιιμπεριαλιστική πάλη και ένα αντιφασιστικό μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα παλέψει απέναντι στις πολιτικές λιτότητας και ρατσισμού. Αυτό προϋποθέτει τη μη ΜΚΟ-ποίηση της Αριστεράς αλλά τη δημιουργία δεσμών με τους πρόσφυγες προκειμένου να ενταχθούν με αλληλεγγύη στις γειτονιές, τους χώρους δουλειάς, τα σχολεία και τις σχολές προκειμένου να παλέψουν από κοινού απέναντι στα μνημόνια.

Μετά τις εισηγήσεις ακολούθησε πλούσια συζήτηση όπου τοποθετήθηκαν αγωνιστές από την τοπική αυτοδιοίκηση, από εργατικούς χώρους και από φοιτητικούς συλλόγους. Όλοι συμφώνησαν στο ζήτημα της αλληλεγγύης και της ανάδειξης της αντιρατσιστικής πάλης σε κάθε χώρο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τέτοιες συζητήσεις είναι πολύ χρήσιμες και ουσιαστικές και ο πολυχώρος ΚΟΜΜΟΥΝΑ θα διοργανώσει και άλλες το προσεχές διάστημα.