Η μεγαλύτερη κινητοποίηση μετά τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια του 2003.
Οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που ξέσπασαν στις ΗΠΑ στις 8 Νοεμβρίου, μέρα νίκης του Τραμπ, και τις επόμενες εβδομάδες, αποδείχθηκαν απλώς «προθέρμανση» αγώνων. Τη μέρα της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης (20/1) οργανώθηκε διαδήλωση δεκάδων χιλιάδων στην Ουάσινγκτον, που συγκρούστηκε με την αστυνομία και κατέληξε με δεκάδες συλλήψεις, ενώ χιλιάδες εργαζόμενοι είχαν πάρει άδεια από τη δουλειά τους για να συμμετέχουν. Η επόμενη μέρα, Σάββατο 21/1, αποδείχθηκε σεισμός που ταρακούνησε όλο τον πλανήτη, πιθανά η μεγαλύτερη διεθνής κινητοποίηση από τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια του 2003.Ξεκίνησε ως ένα κάλεσμα από τα social media για «Πορεία των γυναικών» και συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τον Λευκό Οίκο. Κατέληξε σε 350 διαδηλώσεις σε όλη την έκταση των ΗΠΑ και συνολικά σε 670 πόλεις και 70 χώρες, ξεπερνώντας κατά πολύ τις προσδοκίες των διοργανωτών.
Μόνο στην Αμερική οι διαδηλωτές ξεπέρασαν τα 4-5 εκατομμύρια, με την Ουάσινγκτον να πλημμυρίζει από 1 εκατομμύριο διαδηλωτές, 750.000 στο Λος Άντζελες, 400.000 στη Νέα Υόρκη , 250.000 στο Σικάγο, 175.000 στη Βοστόνη και το Ντένβερ. Η κινηματική προεργασία των προηγούμενων μηνών ήταν η ταχύτερη από ποτέ –τουλάχιστον στην πρόσφατη ιστορία– αμφισβήτηση του Προέδρου των ΗΠΑ στο πεζοδρόμιο. Μετά από μόλις 2,5 μήνες, είδαμε μια από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις στην ιστορία των ΗΠΑ.
Είχαμε ακόμα 100.000 διαδηλωτές στο Λονδίνο, ενώ διαδηλώσεις, δράσεις διαμαρτυρίας και πολιορκίες αμερικανικών πρεσβειών και προξενείων οργανώθηκαν στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την υπόλοιπη Ασία, μέχρι τη Νέα Ζηλανδία, την Ιαπωνία, την Αφρική και την… Ανταρκτική. Κινητοποιήσεις έγιναν ακόμη και στην Αθήνα.
Είχαν μεσολαβήσει τα πρώτα δείγματα προθέσεων του Τραμπ: ακραίος σεξισμός, ομοφοβία, ρατσισμός και ισλαμοφοβία, ακραία εύνοια για το μεγάλο κεφάλαιο, ακραία εύνοια του ιδιωτικού τομέα σε βάρος του δημοσίου –με την εξαίρεση των στρατιωτικών δαπανών, για τις οποίες oΤραμπ διαμήνυσε μεγάλη ενίσχυση–, ακραία επίθεση στο κοινωνικό κράτος , το κίνημα αντίστασης και την Αριστερά. Είχε μεσολαβήσει επίσης η σύνθεση της κυβέρνησης Τραμπ, ένα μείγμα στρατηγών και πεζοναυτών, τραπεζιτών, πετρελαιάδων και άλλων καπιταλιστών, όλοι τους δισεκατομμυριούχοι.
Γυναίκες
Ιδιαίτερα βιώνει την απειλή Τραμπ ο γυναικείος πληθυσμός . Η νίκη του Τραμπ, οι δηλώσεις κι οι προθέσεις του έδωσαν ώθηση στις ακροδεξιές καμπάνιες υπέρ της απαγόρευσης των εκτρώσεων. Στο Τενεσί, ήδη μια γυναίκα διώκεται ποινικά για το «έγκλημα» της έκτρωσης. Στο Οχάιο απαγορεύτηκαν οι εκτρώσεις μετά τις 20 βδομάδες κύησης, χωρίς εξαιρέσεις για τα θύματα βιασμού ή αιμομιξίας και ακολουθούν άλλες πολιτείες (ενώ παρόμοιες ρυθμίσεις είχαν αυξηθεί ήδη από την εποχή του «προοδευτικού» Ομπάμα) . Άλλωστε οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν μεγαλύτερη νομοθετική εξουσία από ποτέ μετά τη δεκαετία του 1920 και μια σειρά ήδη γνωστά αντιδραστικά νομοσχέδια αναμένεται να περάσουν μέσα στο επόμενο διάστημα.
Όλο αυτό το «πακέτο» ήταν πολύ βαρύ για να «χωνευτεί» από την αμερικανική κοινωνία. Ήδη πριν την ορκωμοσία, πριν καν «κυβερνήσει» επίσημα ο Τραμπ, η δημοτικότητά του είχε κατρακυλήσει στο 40%. Για τις ΗΠΑ αυτή η αρνητική δημοτικότητα κατά την ανάληψη της διακυβέρνησης είναι εξίσου πρωτοφανής: ακόμα κι ο Τζ. Μπους το 2000, όταν ανέλαβε είχε την έγκριση των 2/3 του εκλογικού σώματος. Το κάλεσμα του Σαββάτου λοιπόν βρήκε ευκαιρία να εκφραστεί αυτό που χτιζόταν υπόγεια στις συνειδήσεις των απλών ανθρώπων το προηγούμενο τρίμηνο: η οργή, ο φόβος, η διάθεση να παλέψουν ενάντια στην κλιμάκωση του σεξισμού και μισογυνισμού, ενάντια στη λιτότητα, το ρατσισμό, τον πόλεμο, την αντιδημοκρατική στροφή. Το κάλεσμα των «γυναικών» βρήκε ανταπόκριση και «χρησιμοποιήθηκε» από δεκάδες χιλιάδες γυναίκες και φεμινιστικές οργανώσεις, αλλά και άντρες, εργαζόμενους και νεολαία, LGTB, αντιπολεμικούς διαδηλωτές και ακτιβιστές για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, αντιφασίστες, οικολόγους, καλλιτέχνες, από δεκάδες χιλιάδες μαύρους του κινήματος Black Lives Matter (που υπέφεραν ήδη από την αστυνομία της εποχής Ομπάμα και απειλούνται ακόμα περισσότερο), δεκάδες χιλιάδες λατινοαμερικανούς (που απειλούνται άμεσα με απέλαση), ινδιάνους και αλληλέγγυους του πρόσφατου νικηφόρου περιβαλλοντικού κινήματος κατά των πετρελαϊκών συμφερόντων, από ΑΜΕΑ, αγωνιστές των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αριστερούς , αναρχικούς κ.ά.
Ήταν ένα πολύχρωμο «πανηγύρι» των καταπιεσμένων που θύμιζε (στο υπερπολλαπλάσιο μέγεθος) τη διαδήλωση του Σιάτλ το 1999, εκείνη τη διαδήλωση που επίσης έσκαγε σε μια εποχή «μαυρίλας» και απογοήτευσης και έμελλε να ανοίξει μια περίοδο νέας διεθνούς ριζοσπαστικοποίησης…
Η ομιλία της Άντζελα Ντέιβις στην Πορεία Γυναικών (ελλ. υπότιτλοι)
Κοινοί αγώνες
Για άλλη μια φορά ένα κάλεσμα λειτούργησε ως αφορμή για κεντρική πολιτική αντιπαράθεση των «από κάτω» με την κυβέρνηση, σαν αφορμή για να εκφραστούν και να ενωθούν οι εκατοντάδες διαφορετικές «κατηγορίες» καταπιεσμένων στην αντίσταση ενάντια στο «χειρότερο που έρχεται», στην πάλη για «έναν καλύτερο κόσμο». Αυτή τη διάθεση και αγωνία του απλού κόσμου εκπροσωπούσαν συνθήματα όπως «Όχι στον Τραμπ, όχι στην Κου Κλουξ Κλαν, όχι σε μια φασιστική Αμερική», «Είμαστε μουσουλμάνοι, εβραίοι, μετανάστες, LGBTQ, μαύροι, Ασιάτες, λατινοαμερικάνοι , λευκοί, ιθαγενείς, είμαστε ο μεγαλύτερος φόβος του Τραμπ», «Ούτε μίσος ούτε φόβος, μετανάστες καλοδεχούμενοι» κ.ά.
Οι διαδηλώσεις, καθώς και όλη η καμπάνια που τις προετοίμασε, σίγουρα έβαλαν το χέρι τους ώστε να αποσυσπειρωθεί η εκλογική βάση του Τραμπ. Παρά την κινητοποίηση πολλών ακροδεξιών και φασιστικών δυνάμεων υπέρ του, ο αριθμός των παρεβρισκόμενων στην ορκομωσία του υπολειπόταν κατά πολύ συγκριτικά με τις προηγούμενες των τελευταίων χρόνων, ενώ οι διαδηλωτές εναντίον του αποδείχθηκαν πολλαπλάσιοι.
Η εξήγηση του φαινομένου δεν είναι μονοδιάστατη. Οι «Δημοκρατικοί» των ΗΠΑ, οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι και φιλοπόλεμοι προκάτοχοι του Τραμπ, υποστήριξαν τις διαδηλώσεις, ενώ δεκάδες «προσωπικότητες» και καλλιτέχνες υποστηρικτές των Δημοκρατικών συνέβαλαν στην επιτυχία της κινητοποίησης.
Από την άλλη, οι διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους πατώντας πάνω στην πολιτική και αγωνιστική εμπειρία του προηγούμενου διαστήματος: λιτότητα, αυταρχισμός, πόλεμος ήταν η πραγματικότητα στα χρόνια του «Δημοκρατικού» Ομπάμα. Πλατείες-Occupy, εργατικοί αγώνες (π.χ. Ουισκόνσιν) και νέα συνδικαλιστικά κινήματα βάσης (π.χ. στις αλυσίδες Fast Food), το κίνημα των Μαύρων «Black Lives Matter», το «φαινόμενο Σάντερς» έδειξαν μια αυξανόμενη διαθεσιμότητα του απλού κόσμου να παλέψει ήδη για κοινωνική δικαιοσύνη από τα χρόνια διακυβέρνησης των Δημοκρατικών. Η ταύτιση λοιπόν του κινήματος με τους Δημοκρατικούς αποτελεί ακραία υποτίμηση της μαζικής λαϊκής αντίδρασης.
Σήμερα ο Τραμπ έρχεται σε καθολική αντιπαράθεση και προκαλεί στα ίσα τον κόσμο των κινημάτων της προηγούμενης περιόδου. Οι απλοί άνθρωποι με τη σειρά τους αξιοποιούν την «τεχνογνωσία» των προηγούμενων μαχών και επιστρέφουν δριμύτεροι, αποδεχόμενοι την πρόκληση. Έχουν ήδη πικρή εμπειρία από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών, σαφή αντινεοφιλελεύθερα αντανακλαστικά και αισθήματα και ξέρουν να αναγνωρίζουν τη νέα απειλή. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι σίγουρα δυσάρεστος για τις λαϊκές μάζες, αλλά το μείγμα «Νεοφιλελευθερισμός + ακόμα περισσότερος ρατσισμός + σεξισμός + στρατός + αστυνομία+ πόλεμοι +φασίστες στους δρόμους», είναι ακόμα πιο δυσάρεστος. Έτσι θα πρέπει να σκέφτηκαν σε μεγάλο βαθμό τα ταξικά μας αδέρφια στην άλλη μεριά του πλανήτη, και αυτή η διάσταση μας ενδιαφέρει, ιδιαίτερα για τις δυνατότητες που ανοίγει στο κίνημα και την Αριστερά. Έτσι το αντιμετώπισαν και πολλοί διοργανωτές της κινητοποίησης άλλωστε: όχι ως μια μεγάλη διαδήλωση που τελείωσε, αλλά ως την πρώτη μέρα ενός μεγάλου κινήματος που αρχίζει.
Αλέξης Λιοσάτος
Μια "ταχαχώδης" εποχή για την Ευρώπη και τον κόσμο
Πάνος Κοσμάς
Η ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ ήταν γεμάτη με εκ πρώτης όψεως παράδοξα. Όσα προανήγγειλε το προηγούμενο διάστημα, αλλά και η ομιλία κατά την ορκωμοσία του, χαρακτηρίστηκαν από εχθρούς και φίλους στροφή στον εθνικισμό και τον προστατευτισμό –και δικαίως. Ενώ λοιπόν η υπερδύναμη στρέφεται στις εθνικές προτεραιότητες, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ εμφανίζεται να διεκδικεί τη χηρεύσασα θέση του ηγέτη της «παγκοσμιοποίησης», η Βρετανία θέτει σαν νέο «αυτοκρατορικό» στόχο την «παγκόσμια» Βρετανία, ενώ η Γερμανία βάζει επίσης πλώρη για την «παγκόσμια» Γερμανία, αλλά χωρίς να το διακηρύσσει.
Ωστόσο, ο πληθωρισμός των αναφορών στην «παγκοσμιοποίηση» και οι «παγκόσμιοι» ρόλοι υποδεέστερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων έχουν μάλλον νοσταλγικό και θλιμμένο τόνο και το μόνο που στην πραγματικότητα εξαγγέλλουν είναι ένας αντίρροπος… προστατευτισμός απέναντι στον προστατευτισμό των ΗΠΑ. Διότι, απλούστατα, καμία άλλη δύναμη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις ΗΠΑ στο ρόλο του ηγέτη και «εγγυητή» της «παγκοσμιοποίησης». Της οποίας οι θεμελιώδεις σταθερές τίθενται πλέον σε αμφισβήτηση, προκαλώντας εκτεταμένη σύγχυση και αστάθεια.
Επινίκια και «σύνοδος κορυφής» της ακροδεξιάς
Δεν είναι τυχαίο ότι οι μόνοι που είδαν καθαρά την ευκαιρία στην εκλογή και «ενθρόνιση» του Τραμπ στο Λευκό Οίκο ήταν οι ακροδεξιοί απανταχού στην Ευρώπη. Οι ηγέτες ακροδεξιών κομμάτων από 4 σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες, όπου έχουν δρομολογηθεί διαδικασίες πολιτικών ανατροπών, συναντήθηκαν στο Κόμπλεντς της Γερμανίας σε μια οιονεί «μίνι σύνοδο κορυφής». Ήταν εκεί η πρόεδρος του γαλλικού Εθνικού Μετώπου Μαρίν Λεπέν, η επικεφαλής του ξενοφοβικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD) Φράουκε Πέτρι, ο επικεφαλής της ιταλικής Λέγκα του Βορρά Ματέο Σαλβίνι και ο επικεφαλής της ολλανδικής ακροδεξιάς Γκέερτ Βίλντερς. Και στις 4 χώρες πρόκειται να γίνουν εκλογές μέσα στο 2017. Πρώτα οι βουλευτικές εκλογές τον Μάρτιο στην Ολλανδία, ύστερα οι προεδρικές εκλογές (σε δύο γύρους, τέλη Απριλίου και αρχές Μαΐου) στη Γαλλία, στη συνέχεια οι εκλογές στα τέλη Σεπτεμβρίου στη Γερμανία, αλλά και εκλογές στην Ιταλία ύστερα από την πολιτική συντριβή και παραίτηση του Ματέο Ρέντσι στο δημοψήφισμα του περασμένου Δεκεμβρίου, σε χρόνο που μένει να προσδιοριστεί.
Τον τόνο της συνάντησης έδωσαν δηλώσεις της Μαρίν Λεπέν, «ζούμε το τέλος του παλαιού και τη γέννηση ενός νέου κόσμου (…) οι λαοί αφυπνίζονται» και της Φράουκε Πέτρι, που είχαν ακόμη πιο… επικό χαρακτήρα: «η Ευρώπη δεν ανέχθηκε τη Γαλλία του Ναπολέοντα, τη ναζιστική Γερμανία, τη σοβιετική Ρωσία και δεν πρόκειται να ανεχθεί περισσότερο ούτε την ΕΕ (…) Ο Τραμπ μας υπέδειξε μία διαφυγή από το αδιέξοδο, το ίδιο πρέπει να κάνουμε και στην Ευρώπη».
Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς, αλλά και της μετατόπισης συνολικά του πολιτικού άξονα των εξελίξεων στην Ευρώπη ακόμη δεξιότερα είναι ante portas.
«Ο κόσμος εισέρχεται σε μια ταραχώδη περίοδο»…
Η Τερέζα Μέι θα είναι πιθανότατα η πρώτη ηγέτιδα κράτους που θα έχει επίσημη συνάντηση με τον Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο, την Παρασκευή 27 Ιανουαρίου. Λίγες μέρες πριν την ορκωμοσία και σχεδόν ταυτόχρονα, ο μεν Ντόναλντ Τραμπ χαιρέτισε το πραγματοποιηθέν Brexit, προέβλεψε ότι «θα ακολουθήσουν και άλλοι» και σχεδόν ευχήθηκε τη διάλυση της ΕΕ, κάνοντας επίθεση κατά της ΕΕ έξω από τα παραδεδεγμένα όρια της διπλωματικής ευγένειας. Η δε Τερέζα Μέι εξήγγειλε «σκληρό Brexit», δηλαδή πλήρη έξοδο τόσο από την κοινή αγορά όσο και από την τελωνειακή ένωση.
Ιδού πώς είδε τη γεωπολιτική πλευρά αυτών των εξελίξεων ο Philip Stephens, αναλυτής των «Financial Times», σε άρθρο του με τίτλο «Το Brexit, ο Ντόναλντ Τραμπ και η απειλή για την Ευρώπη»:
«Αν η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν κερδίσει στις γαλλικές προεδρικές εκλογές, το ζήτημα μπορεί να θεωρηθεί λήξαν. Όμως η νίκη σχεδόν οποιουδήποτε από τους άλλους υποψήφιους θα προσφέρει στο Βερολίνο και στο Παρίσι μια ευκαιρία, αλλά και μια πρόκληση.
Πάνω από μισό αιώνα πριν, η Βρετανία υπέκυψε στις πιέσεις των ΗΠΑ και αποχώρησε από την αγγλο-γαλλική συμμαχία, για να ανακτήσει τον έλεγχο της διώρυγας του Σουέζ. Η Γαλλία βροντοφώναζε ότι ήταν προδοσία. Ο Κόνραντ Άντεναουερ, ο Γερμανός καγκελάριος, είπε στο Γάλλο ομόλογό του Γκι Μολέ ότι η ενωμένη Ευρώπη θα ήταν η εκδίκηση της Γαλλίας ενάντια στους δόλιους Αγγλοσάξονες. (…) Για πάνω από έξι δεκαετίες οι ΗΠΑ έχουν ταυτόχρονα εγκωμιάσει και εγγυηθεί την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η Αμερική, στην πραγματικότητα, έχει σταθεί η διακεκριμένη δύναμη της Ευρώπης. Ο κ. Τραμπ θέλει να στρέψει την πολιτική στην αντίθετη κατεύθυνση. Το Brexit, ευελπιστεί, θα είναι η αρχή της μεγάλης διάλυσης του ευρωπαϊκού πρότζεκτ».
Πολιτικοί και αναλυτές των μεγάλων συστημικών μίντια στην Ευρώπη κάνουν τώρα λόγο για την «ταραχώδη εποχή» στην οποία εισέρχεται η Ευρώπη και ο κόσμος με την προεδρία Τραμπ. Και ισχυρίζονται ότι η μοίρα της Ευρώπης είναι τώρα στα δικά της χέρια, όπως δήλωσε και η καγκελάριος Μέρκελ. Οι περισσότεροι προσθέτουν ότι η προ του κινδύνου «ανασυγκρότηση» της «Ευρώπης» πιθανότατα παραπέμπει στην Ευρώπη των δύο «ταχυτήτων».
Η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων, η άνοδος της ακροδεξιάς και η μετατόπιση συνολικά του πολιτικού άξονα προς τα δεξιά, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός και ο πόλεμος, αλλά και νέες εκδοχές υπερλιτότητας, είναι η μέρα που ξημερώνει στην Ευρώπη και τον κόσμο. Αυτή την «επόμενη μέρα» δεν τη φέρνει ο Τραμπ, αλλά αυτό που έφερε τον Τραμπ: το στρατηγικό αδιέξοδο στη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης, το πέρασμα της κρίσης από την οικονομική βάση στο πολιτικό και θεσμικό εποικοδόμημα, η αδυναμία να υπάρξει συναινετική μοιρασιά της «πίτας», που μικραίνει.
Ο προστατευτισμός γεννιέται από την «παγκοσμιοποίηση», όπως το μονοπώλιο και ο ιμπεριαλισμός γεννιούνται από τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Αποφεύγοντας να γίνει «ουρά» τόσο των αστικών δυνάμεων που νοσταλγούν την «παγκοσμιοποίηση» όσο και αυτών που βλέπουν την ευκαιρία ή την ανάγκη της στροφής στον προστατευτισμό και τις «εθνικές προτεραιότητες», η Αριστερά πρέπει να στήσει το δικό της μετερίζι αγώνα ενάντια στην υπερ-λιτότητα, τον ρατσισμό, τον εθνικισμό και τον πόλεμο.
*Αναδημοσίευση από την "Εργατική Αριστερά" που κυκλοφορεί