Δημοσιεύουμε το κείμενο της ομιλίας του Αλαίν Μπιρ (επίτιμος καθηγητής κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο France-Comte, συγγραφέας του βιβλίου «Το φάντασμα της εξτρεμιστικής Δεξιάς» για το Εθνικό Μέτωπο) στην συζήτηση για το αντιφασιστικό κίνημα στο διεθνές τριήμερο που οργάνωσε το Rproject στην Αθήνα στις 1-2-3 Μάρτη.

1. Σύντομη ιστορία του FN

Α) Από τη γέννηση μέχρι την επιτυχία (1972-1984)

1. Φθινόπωρο 1972: σύσταση του Εθνικού Μετώπου (FN) με τη συλλογή κομματιών από διαφορετικές οικογένειες και ιστορικές στιγμές της γαλλικής ακροδεξιάς (βασιλόφρονες νοσταλγούς του προεπαναστατικού καθεστώτος, παραδοσιακούς ακραιφνείς  Καθολικούς , παλιούς οπαδούς της Γαλλικής  Δράσης (Action), πρώην οπαδούς του καθεστώτος Vichy, Οπαδούς του PierrePoujade, από τη  γαλλική Αλγερία και την ΟΑS (Οργάνωση του μυστικού στρατού), τους νέους νέο-φασίστες της ομάδας Δύση) γύρω από τον Jean-Marie Le Pen, που και ίδιος ήταν παλιός βουλευτής τουPoujade (1956-1962).

2. 1972-1981: το FN φυτοζωεί στο περιθώριο της γαλλικής πολιτικής πετυχαίνοντας γελοία ποσοστά στις εκλογές  όπου παίρνει μέρος (0,74% στις προεδρικές του 1974, 1,38% στις βουλευτικές το 1978, δεν κατεβαίνει στις προεδρικές το Μάιο του 1981, 0,18% στις βουλευτικές εκλογές τον Ιούνιο του 1981).

3. 1982-1983, πρώτη εκλογική επιτυχία στις τοπικές εκλογές: Μάρτιος 1982 περιφερειακές εκλογές (περίπου 10% σε Dreux, Pont-de-Chéruy και Grande-Synthe) το Μάρτη 1983 στις δημοτικές εκλογές (ο LePen συγκεντρώνει 11,3% στο 20ο διαμέρισμα του Παρισιού), το φθινόπωρο του 1983, στις δημοτικές εκλογές στο Dreux το Σεπτέμβριο του 1983 (Υποψήφιος του FN συγκεντρώνει 16,7%) και στις βουλευτικές στο Morbihan (ο Le Pen παίρνει το 12%).

4. Ιούνιος 1984: εκλογική επιτυχία σε εθνικό επίπεδο στις ευρωπαϊκές εκλογές: 2,2 εκατομμύρια ψήφους, το 11% των ψήφων, δέκα βουλευτές .

Β) Παγιοποίηση  (1984-1998)

Δύο στοιχεία χαρακτηρίζουν αυτή τη φάση:

1. Από τη μία πλευρά, μια σταθερή αύξηση τόσο σε αριθμό ψήφων ή ποσοστό των ψήφων, και ανεξάρτητα από το είδος των εκλογών (δημοτικές, περιφερειακές, βουλευτικές, προεδρικές και ευρωεκλογές).

2. Από την άλλη πλευρά, ένα είδος "απολεπενοποίησης" της ψήφου του FN. Στην αρχική φάση, τα αποτελέσματα του Λεπέν ήταν πολύ μεγαλύτερα από ότι  των υπόλοιπων υποψηφίων σε διάφορες εκλογές. Αλλά με το πέρασμα των χρόνων, η διαφορά μειώνεται σε σημείο αντίστροφής της στο τέλος σε τοπικό επίπεδο: στις δημοτικές εκλογές του 1995 ή στις βουλευτικές του 1997 κάποιες λίστες ή ορισμένοι υποψήφιοι του FN πετυχαίνουν στην κοινότητά ή στην εκλογική τους περιφέρεια καλύτερα ποσοστά από τον ίδιο τον Λεπέν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 1995.

Με άλλα λόγια, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, υπάρχει και μια επέκταση σε εθνικό επίπεδο του FN (το ακροατήριο μεγαλώνει πέρα από τις αρχικές περιοχές που εκλεγόταν παραδοσιακά) και μια ισχυροποίηση (από την άποψη των επαγγελματιών, των ακτιβιστών και των εκλεγμένων). Και αυτό, χάρη στο έργο της ισχυροποίησης του μηχανισμού του κόμματος με επικεφαλής τον Bruno Megret (που είχε αποσκιρτήσει από τον Σιράκ), ο οποίος έγινε αντιπρόεδρος (το επίσημο νούμερο 2).

Γ) Η κρίση του Mégretκαι οι συνέπειές της (1998-2007)

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1998-1999, ξέσπασε μια σοβαρή σύγκρουση μεταξύ του Jean-Marie Le Pen και του Bruno Mégret.

1.     Το διακύβευμα  της σύγκρουσης:

 - Η διαδοχή του Λεπέν (ο οποίος ήταν τότε εβδομήντα ετών) στην αρχηγία του κόμματος (ο Le Pen δεν μπορούσε να δεχθεί ότι θα υπάρξει διάδοχος), αλλά επίσης και πιο ουσιαστικά, η στρατηγική του κόμματος (ο Le Pen νόμιζε ότι θα κατάφερνε να ανέβει στην εξουσία μόνο δια μέσου μιας εθνικής κρίσης, ιστορικού χαρακτήρα ... σαν τον Πεταίν. Ο  Megret πίστευε ότι ήταν απαραίτητο να συμμαχήσουν με ένα μέρος της δεξιάς..., όπως οΦίνι στην Ιταλία ή ο Χάιντερ στην Αυστρία).

2. Συνέπειες της σύγκρουσης:

-  Η έκρηξη του FN. Ο Megret διαγράφεται από το FN ή το εγκαταλείπει (ανάλογα με την οπτική γωνία του καθενός) για να ιδρύσει ένα νέο κόμμα, το Εθνικό Δημοκρατικό Κίνημα (MNR), παίρνοντας μαζί του τα δύο τρίτα του FN.

- Η εκλογική αποδυνάμωση του FN: εξαιτίας του ανταγωνισμού από το MNR, της φυγής των στελεχών και της απογοήτευσης του εκλογικού σώματος, το FN δεν μπορεί να ξαναβρεί παρά  το μισό ή τα τρία τέταρτα των ψηφοφόρων που είχε στις προηγούμενες εκλογές,  χωρίς το MNR καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει το υπόλοιπο.

Με δύο εξαιρέσεις:

- Τις  περιφερειακές εκλογές του 2004, όταν το FN ξεπερνάει τη δύναμη του 1998, σε αριθμό ψήφων, αλλά όχι σε ποσοστό.

- Και κυρίως στις προεδρικές εκλογές του 2002, όταν ο Jean-Marie κάνει την (άσχημη) έκπληξη σπάζοντας τα προηγούμενα ρεκόρ των ψήφων, κατάφερε να προκριθεί στο δεύτερο γύρο (αποκλείοντας τον απερχόμενο πρωθυπουργό, υποψήφιο του "σοσιαλιστικού" Κόμματος Λιονέλ Ζοσπέν), και να συγκεντρώσει στο σύνολο 5,5 εκατομμύρια ψήφους.

Το FN φαίνεται να έχει επανέλθει σε μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη στην οποία βρισκόταν κατά την πρώτη φάση της ανάπτυξης του, που χαρακτηρίζεται από το χάσμα μεταξύ των πολύ υψηλών εκλογικών ποσοστών του ηγέτη του, στις εκλογές που έχουν να κάνουν με τα πρόσωπα όπως είναι οι προεδρικές εκλογές και μέτρια έως κακά αποτελέσματα, από τους διάφορους υποψηφίους του κόμματος στις βουλευτικές και δημοτικές εκλογές. Στην όμως πραγματικότητα, η ατμομηχανή Le Pen αρχίζει και η ίδια να λαχανιάζει: στις προεδρικές εκλογές του 2007, ο Le Pen δεν είναι σε θέση να αντέξει τον ανταγωνισμό από τον Σαρκοζί, ο οποίος διεξάγει τον προεκλογικό του αγώνα πάνω στα αγαπημένα του θέματα (ανασφάλεια & μετανάστευση) και έχει μια σοβαρή αποτυχία: "μόνο" 3,8 εκατομμύρια ψήφους (10,4% των ψήφων) καταγράφοντας τη χειρότερη επίδοσή του από την διείσδυση του FN στην πολιτική σκηνή.

Δ) Διαδοχή (2007-20??)

Αυτή η αποτυχημένη επίδοση και η ηλικία (τότε πλησιάζει τα ογδόντα) υποχρεώνουν τον Le Pen να αποσυρθεί. Το κάνει υπέρ της μικρότερης κόρης του, Marine Le Pen, παραμερίζοντας έναν άλλο από τους παλιούς υπασπιστές του, τον Bruno Gollnisch. H Marine παίρνει την ηγεσία αρχικά ως Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος (τέλος του 2008) και στη συνέχεια ως πρόεδρος (Ιανουάριος 2011). Έτσι ο Le Pen πραγματοποιεί  τη φαντασίωση κάθε χαρισματικού ηγέτη: να διαδεχθεί ο ίδιος τον εαυτό του μέσα από... την κόρη του. Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτή την προφανή συμβολική συνέχεια βρίσκεται μια αξιοσημείωτη κάμψη του FN.

1. Κάμψη της ρητορικής του. Εγκατάλειψη ενός ορισμένου αριθμού των παλαιών θεμάτων της ακροδεξιάς τα οποία αναφέρονταν συχνά από τον πατέρα Le Pen (μετά βίας συγκαλυμμένος αντισημιτισμός, άρνηση του Ολοκαυτώματος, θέματα ηθικής, κ.λπ..) και υιοθέτηση μιας εργατίστικης θεματικής (δημαγωγικές εκστρατείες κατά των συλλογικών απολύσεων και για την αναβάθμιση των χαμηλών μισθών).

2. Αλλά κυρίως κάμψη της στρατηγικής του. Αντιμέτωπη με το ζήτημα του πώς να ανέβει στην εξουσία, χωρίς να το διακηρύσσει ανοιχτά η κόρη γυρίζει την πλάτη στην απάντηση του πατέρα υιοθετώντας εκείνη, που υπερασπίστηκε στην εποχή του ο αδελφός που έγινε εχθρός, ο Mégret: δηλαδή  τη δημιουργία των ιδεολογικών και πολιτικών συνθηκών μιας συμμαχίας με τη "Δημοκρατική" δεξιά (ή τουλάχιστον ένα μέρος της).

Στο σύνολο της αυτή η τελευταία, μέχρι στιγμής το αρνείται πάντα, ενώ πλησιάζει όλο και πιο κοντά ιδεολογικά στην θεματική του Μετώπου (ανασφάλεια + μετανάστευση). Με διεστραμμένο αποτέλεσμα  να ενισχύσει το FN και να επιτρέψει στη Marine Le Pen να υπερβεί  το σκορ του πατέρα της στο ποσοστό των ψήφων (περίπου 18%) και κυρίως στον αριθμό των ψήφων (περίπου 6,5 εκατ.) στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών την άνοιξη του 2012.

Στο εξής, όλες οι τακτικές του FN συνίστανται στο:

1. Να ασκήσει πίεση στη δεξιά ώστε να μην της αφήσει καμία εναλλακτική λύση, παρά μια συμμαχία μαζί του, αν θέλει να συνεχίζει να διασφαλίζει την δυνατότητα να κερδίσει τις εκλογές για να κερδίσει την εξουσία

2. Με άλλα λόγια, να γίνει η δεξιά σάντουιτς (να συμπιεστεί) ανάμεσα στο FNκαι τη σοσιαλφιλελεύθερη αριστερά (το PS και τους συμμάχους του).

Αυτό το είχε ήδη καταφέρει το FN, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, και ακόμη, σε ορισμένες βουλευτικές εκλογές. Και είναι και πάλι σε θέση να το κάνει τώρα. Έχει αποδειχθεί δύο φορές κατά τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του 2012:

Αφενός, συμβάλλοντας στην ήττα του υποψήφιου της δεξιάς Νικολά Σαρκοζί στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών: η μόνη ευκαιρία επανεκλογής του θα ήταν να συμμαχήσει με το FN, αλλά με κίνδυνο της ρήξης του κόμματος της δεξιάς, του UMP, το οποίο τα κεντρώα στοιχεία του πιθανόν θα το εγκατέλειπαν, Και αυτό παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του Σαρκοζί να ανακτήσει το εκλογικό σώμα του Μετώπου ριζοσπαστικοποιώντας την προεκλογική του εκστρατεία προς τα δεξιά και άκρα δεξιά συσχετίζοντας τα δύο θέματα της μετανάστευσης και της ανασφάλειας.

Δεύτερον, ενισχύοντας την ήττα της δεξιάς στις βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν: το FN διατήρησε τους υποψηφίους του στο δεύτερο γύρο “triangulaires” έναντι όλων των υποψηφίων της δεξιάς ελλείψει συμφωνίας αμοιβαίας απόσυρσης μεταξύ των υποψηφίων του και εκείνων του UMP.

Και αυτό είναι ίσως το σενάριο που θα επαναληφθεί το επόμενο έτος στις δημοτικές εκλογές της άνοιξης του 2014. Με άλλα λόγια, η στρατηγική του FN θα συνίσταται, τα επόμενα χρόνια, ενισχύοντας παράλληλα την ακτιβιστική παρουσία του και επεκτείνοντας την εκπροσώπησή του στα θεσμικά όργανα με την εκλογική επιτυχία του, στο να αυξήσει την δυνατότητα να παρενοχλεί τη λεγόμενη “δημοκρατική” δεξιά για να την αναγκάσει να κάνει εκλογικές συμφωνίες μαζί του, ακόμα και να προκαλέσει τη διάσπαση της, πράγμα το οποίο θα του επιτρέψει να ανασυνθέσει γύρω του ένα πολιτικό συνασπισμό σκληρής και ακραίας δεξιάς.

2. Κριτική επισκόπηση των αγώνων ενάντιαστο FN

Η εμφάνιση και η εγκατάσταση του FN στη γαλλική πολιτική σκηνή δεν ήταν χωρίς αρνητικές και εχθρικές αντιδράσεις από περισσότερο ή λιγότερο αποφασισμένους αντίπαλους. Αντιδράσεις διαφόρων τύπων οι οποίες ωστόσο αποδείχθηκαν όλες ανεπαρκείς,.

Α) Οι αγώνες εναντίον του FN. Ήταν δύο διαφορετικών τύπων.

1.Οι αντι-ρατσιστικοί αγώνες. Πολύ γρήγορα, μετά το εκλογικό επίτευγμα του, το FN θα καταγγελθεί ως ένα ρατσιστικό και ξενοφοβικό  κόμμα (κυρίως λόγω της αντι-μεταναστευτικής προπαγάνδας του για τους μετανάστες από το Μαγκρέμπ και  την Αφρική, τον μετά βίας συγκαλυμμένο αντισημιτισμό του, κλπ..), του οποίου η ιδεολογία είναι αντίθετη με τις δημοκρατικές και ανθρωπιστικές αξίες (ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη). Αυτός ο αγώνας έχει καταβληθεί:

α. Από τη μία πλευρά, από τις παραδοσιακές οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών αξιών: τη Λίγκα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (FDH), τον Σύνδεσμο κατά του ρατσισμού και του αντισημιτισμού (LICRA), το Κίνημα κατά του Ρατσισμού και για την Φιλία των Λαών (MRAP). Η δράση τους αναπτύχθηκε κυρίως στο δικαστικό πεδίο: κατάθεση μηνύσεων και καταδίκες του Le Pen, των ηγετών ή των υποψηφίων του FN, λόγω των ξενοφοβικών ή ρατσιστικών δηλώσεών τους.

β. Από την άλλη πλευρά, από μια οργάνωση που ιδρύθηκε το 1984 με πρωτοβουλία και με υποστήριξη του “σοσιαλιστικού” Κόμματος, ειδικά για την καταπολέμηση του FN: SOS Ρατσισμός. Λογότυπο της είναι ένα μικρό κίτρινο χέρι ανοιχτό και σε όρθια θέση σαν για να αποτρέψει ένα χτύπημα στο οποίο αναγράφεται το σύνθημα "Κάτω τα χέρια από τον κολλητό μου" (που σημαίνει: οι νέοι μετανάστες είναι κολλητοί, δηλαδή φίλοι των νεαρών Γάλλών). Η δράση της είναι να κινητοποιήσει τη νεολαία ιδιαίτερα των λαϊκών στρωμάτων (συμπεριλαμβανομένων των προαστίων των μεγάλων πόλεων) και να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη στο σύνολό της με αντιρατσιστικές και πολυπολιτισμικές δράσεις (διαδηλώσεις, συναυλίες, κλπ.). Ενημερωτικές εκστρατείες των μέσων, αλλά και ειδικότερες δράσεις (υπερασπίζοντας το δικαίωμα του εδάφους, καταγγέλλοντας τις πρακτικές των διακρίσεων στις προσλήψεις, στην εξυπηρέτηση στις δημόσιες υπηρεσίες ή στους δημόσιους χώρους, κ.λπ.).

2. Αντιφασιστικοί αγώνες. Το 1990, μετά τη βεβήλωση του εβραϊκού νεκροταφείου τουCarpentras, που αμέσως αποδίδεται (λανθασμένα) σε ακτιβιστές του FN, ιδρύθηκε με πρωτοβουλία της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Λίγκας (LCR), μια οργάνωση για την καταπολέμηση του FN που ονομάζεται (Ras l' Front)[1]. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες, είναι  όχι μόνο αντιρατσιστική, αλλά και αντιφασιστική: γι' αυτήν, το FN είναι μια φασιστική οργάνωση, ή τουλάχιστον συγκαταλέγεται στους απογόνους του ιστορικού φασισμού. Οι ενέργειές της συνίστανται στα εξής :

- να αναβιώσει τη μνήμη του τι ήταν ο φασισμός, οι αντιφασιστικοί αγώνες των ετών 1930-1940, συμπεριλαμβανομένης της Αντίστασης και των εκτοπίσεων, να καταγγείλει την άρνηση του Ολοκαυτώματος εντός ή εκτός του FN, να κινητοποιήσει ενάντια στο FN οργανώσεις και θεσμικά όργανα της μνήμης του αντιφασιστικού αγώνα, ξεκινώντας από τα αριστερά πολιτικά κόμματα, αλλά και τις ενώσεις των βετεράνων και των πρώην κρατουμένων.

-να καταγγείλει το αντικοινωνικό πρόγραμμα του FN: μέτρα του Μετώπου εναντίον των λαϊκών τάξεων, αλλά και σε βάρος των γυναικών και ενάντια στους νέους, με τη διανομή φυλλαδίων και ενημερωτικών φυλλαδίων σε γειτονιές, στις αγορές, στις επιχειρήσεις, κλπ..

-να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση για τους κινδύνους της διείσδυσης στα συνδικάτα των μαχητών του Μετώπου και την ανάγκη να αναμεταδίδουν τις δράσεις για πληροφόρηση και καταγγελία του FN.

- να διακόψει ή να εμποδίσει τις συγκεντρώσεις ή τα συλλαλητήρια ή διαδηλώσεις του Μετώπου, φτάνοντας ως τη φυσική αντιπαράθεση, εάν είναι απαραίτητο.

Β) τα όριά τους

Μπορούμε να κάνουμε έναν μικτό απολογισμό των προηγούμενων ενεργειών.

1. Σίγουρα υπήρξαν γενικά ανεπαρκείς δεδομένου ότι δεν εμπόδισαν την εξέλιξη της δημοφιλίας του FN. Και ακόμη λιγότερο δεν μπόρεσαν να τη μειώσουν ή και να την αναστρέψουν. Και το πιο σημαντικό, απέτυχαν να περιορίσουν την επιρροή του FN στους ανέργους, στα φτωχά στρώματα και στις ερειπωμένες από την αποβιομηχάνιση περιοχές.

2. Αλλά μπορούμε επίσης, να θέσουμε στα υπέρ τους, το ότι κατάφεραν να καθορίσουν, να διατηρήσουν και να ενισχύσουν ένα είδος “υγειονομικής ζώνης” γύρω από το FN η οποία, αν και δεν κατάφερε να εμποδίσει την ανάπτυξη του περιόρισε τουλάχιστον το πεδίο εφαρμογής της και φρέναρε τον ρυθμό της. Ειδικότερα, οι ενέργειες αυτές συνέβαλαν στο να καταστεί έως σήμερα αδύνατη μια ανοιχτή και πλατιά συμμαχία μεταξύ και του FN και της "Δημοκρατικής" δεξιάς.

Αλλά η ανάκαμψη και η ενίσχυση και η πρόσφατη εκλογική άνοδος του FN δείχνουν το εύθραυστο της "ζώνης" και ως εκ τούτου την ανάγκη να αλλάξει η στρατηγική απέναντί του.

3. Το FN: από κοινωνική βάση του, ως το πολιτικό έργο του

Η κύρια αδυναμία των αγώνων κατά του FN είναι ότι δεν λάβαμε -ή τουλάχιστον όχι αρκετά- υπόψη την ιδιαιτερότητα της κοινωνικής -και εκλογικής- βάσης του και του πολιτικού σχεδίου και δεν προσανατολίσαμε ανάλογα τον αγώνα εναντίον του  .

Α) Η κοινωνική βάση του FN

Όπως κάθε πολιτικό κόμμα, το FN συλλέγει ψήφους σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Αλλά, όπως και κάθε πολιτικό κόμμα, το ακροατήριό του είναι πολύ άνισο μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών τάξεων. Από την επιτυχία του στην πολιτική αρένα, με έναν συνεχή τρόπο, αν και σε διαφορετικό βαθμό, ανάλογα με τις εκλογές, το FN αποδίδει τα  καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα του (τα υψηλότερα ποσοστά ψήφων, πολύ πάνω από τον εθνικό μέσο όρο) σε:

1. Στη μικροαστική τάξη: ιδιώτες ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής τα οποία δημιουργούν και αυξάνουν με την εργασία τους, την εργασία των μελών της οικογένειάς τους και, ενδεχομένως, ολιγάριθμους μισθωτούς εργάτες, περιστασιακούς ή μόνιμους (που δεν είναι ποτέ αρκετοί ώστε να μην εμπλέκονται οι ίδιοι άμεσα στην παραγωγική διαδικασία). Συγκεκριμένα, είναι:

α. μικροί αγρότες που παράγουν (σε μικρή κλίμακα) με σκοπό την κατανάλωση των ίδιων και (κυρίως) για την (τοπική, περιφερειακή, εθνική στην  καλύτερη περίπτωση) αγορά.

β. τεχνίτες και μικρό-έμποροι που δραστηριοποιούνται είτε σε σχετικά παραμελημένους από την καπιταλιστική παραγωγή τομείς (χαρακτηριστική περίπτωση: η επισκευή συντήρηση στο σπίτι που εκτελείται από ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς, κλπ.). είτε σε καθεστώς υπεργολαβίας σε σχέση με τους τελευταίους (χαρακτηριστική περίπτωση: συνεργεία επισκευής αυτοκινήτων, μικρές επιχειρήσεις λιανικής πώλησης της καπιταλιστικής παραγωγής από το μανάβικο μέχρι το μαγαζί ρούχων της μόδας, κλπ.).

γ. τα μέλη των ελεύθερων επαγγελμάτων: γιατροί, οδοντίατροι, φαρμακοποιοί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, νομικοί και φορολογικοί σύμβουλοι, αρχιτέκτονες.

Εδώ μπορούμε να τους ταυτίσουμε με το μικρό κεφάλαιο, ή το κατώτερο στρώμα της βιομηχανικής και εμπορικής αστικής τάξης, η οποία διακρίνεται μόνο από τον αριθμό των μόνιμων υπαλλήλων που απασχολεί και τον όγκο των κεφαλαίων που παράγει.

2. Το προλεταριάτο, η τάξη αυτών που στερούνται κάθε ίδιο μέσο παραγωγής, μη διαθέτοντας παρά μόνο την εργασία τους την οποία πρέπει  να πουλήσουν για να βρουν τα νομισματικά μέσα διαβίωσης (ως μισθό) και στους οποίους δίνονται δουλείες ως εκτέλεση που προέρχονται από τον καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας (έχουν χαμηλή δυνατότητα για πρωτοβουλίες και την αυτονομία στην εργασία τους). Συγκεκριμένα, είναι:

α. Οι εργαζόμενοι στον τομέα της γεωργίας, των μεταλλείων, της μεταποίησης, των μεταφορών, των ιδιωτικών ή δημόσιων υπηρεσιών

β. Οι, εμπόριο-υπάλληλοι αλλά και αυτοί των γραφείων  των υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα (στις εταιρίες:. Γραμματειακή υποστήριξη, λογιστική, κλπ.) ή στον δημόσιο (σε τοπικό, ή σε κρατικό επίπεδο, τα όργανα της κοινωνικής προστασίας, κλπ).

γ. Και, φυσικά, όλοι άνεργοι ή άεργοι που θα μπορούσαν να κάνουν αυτό το είδος της εργασίας.

Πιο συγκεκριμένα, οι έρευνες πάνω στο FN μας επέτρεψαν να καταλάβουμε ότι οι προλεταριακές τάξεις και στρώματα που διάκεινται πιο ευνοϊκά προς το FN είναι:

α. Εκείνοι που δεν έχουν συνδικαλιστική ηγεσία (και πιθανώς πολιτική) που να είναι σε θέση να τους οργανώσει και να τους κινητοποιήσει, να τους υπερασπιστεί και να τους εκπροσωπήσει, και όλα αυτά σε μια ταξική βάση. Τυπική περίπτωση: οι νέοι προλετάριοι που βρίσκονται ακόμη σε μια φάση μετάβασης στη επαγγελματική ένταξη, μεταξύ της κατάρτισης τους και την πρώτη τους δουλειά, αμφιταλαντευόμενοι  μεταξύ ανεργίας, επισφαλούς απασχόλησης και συνέχειας των σπουδών.

β. Είτε αντίθετα, εργάτες και υπάλληλοι που συχνά έχουν ή είχαν μια πολύ καλή συνδικαλιστική ηγεσία και βρίσκονται σε τομείς, κλάδους, ή περιοχές με έντονη κοινωνική οπισθοδρόμηση (κλείσιμο, απώλειες θέσεων εργασίας, αύξηση της ανεργίας και ανασφάλεια) στην οποία δεν ήξεραν ή δεν μπόρεσαν να αντισταθούν και χωρίς εναλλακτική προοπτική (επανεκπαίδευση, μετακίνηση σε άλλες περιοχές με ανοδική κοινωνική κινητικότητα για τα παιδιά τους, κλπ).

Β) Το πολιτικό σχέδιο του FN

Το πολιτικό σχέδιο του FN, η πρόκληση που αντιμετωπίζει, η δυσκολία είναι τελικά στο να επιτευχθεί "συγχώνευση" αυτών των κοινωνικών κατηγοριών σε ένα μπλοκ (ένα σύστημα συμμαχιών), του οποίου θα αποτελούσε το οργανωτικό πλαίσιο και στο οποίο θα παρείχε τον ιδεολογικό συνδετικό ιστό. Γι' αυτό το σκοπό χρησιμοποιεί όλα τα μέσα που διαθέτει σε ένα παγκόσμιο ιστορικό πλαίσιο - που είναι συγχρόνως θετικό όσο και αρνητικό.

1. Τα μέσα. Προσπαθεί να “συγχωνεύσει” κοινωνικές κατηγορίες σχετικά ετερογενείς, με διαφορετικά ή ακόμη και αντικρουόμενα ταξικά συμφέροντα, το FN δεν τις αντιμετωπίζει ως τέτοιες, αλλά ως Γάλλους, με άλλα λόγια, τους προτείνει τη συγχώνευση στην εθνική κοινότητα παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον μόνο αυθεντικό και αδιαπραγμάτευτο υπερασπιστή τους.

Έτσι  το πρόγραμμα του καταλήγει στα εξής:

α. Αποκατάσταση της οικονομικής κυριαρχίας του κράτους (έξοδος από το ευρώ, αποκατάσταση του φράγκου, επαναπατρισμό στο Παρίσι όλων των στοιχείων της οικονομικής πολιτικής που εκπροσωπούνται στις Βρυξέλλες, για παράδειγμα γεωργικής πολιτικής ή της ενέργειας)

β. Αποκατάσταση του διασυνοριακού ελέγχου της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και των κεφαλαίων, καθώς και αποκατάσταση των συναλλαγματικών ελέγχων

γ. Προστατευτικά μέτρα (δασμούς, περιορισμούς εισαγωγών, κλπ.) για την προστασία ορισμένων τομέων του γαλλικού μηχανισμού παραγωγής.

δ. Δημιουργία του θεσμού της “εθνικής προτίμησης” (να δίνεται προτεραιότητα  ή και αποκλειστικότητα στους Γάλλους σε σχέση με τους ξένους) στις δημόσιες αγορές, στην απασχόληση στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, την πρόσβαση στη στέγαση, στις κοινωνικές παροχές, στις θέσεις στα σχολεία, κ.λπ..

ε. Απέλαση όλων των ξένων πληθυσμών που στο πλαίσιο της πολιτικής αυτής, δεν βρίσκουν πλέον εργασία.

Σημειώνεται ότι, με αυτόν τον τρόπο, το FN προσπαθεί επίσης να ξεπεράσει την τωρινή κοινωνική του βάση και προσελκύσει όλο το κομμάτι της γαλλικής αστικής τάξης (βιομηχανικής και εμπορικής) της οποίας τα συμφέροντα περιορίζονται στην εγχώρια αγορά και έχει συμφέρον από τα προστατευτικά μέτρα αυτής της αγοράς και τη θεσμοθέτηση προνομιακής πρόσβασης στην εν λόγω αγορά. Αυτό είναι το διακύβευμα της συμμαχίας που αναζητά το FN με το κομμάτι της "Δημοκρατικής" δεξιάς, που παραδοσιακά αντιπροσωπεύει και σήμερα το μέρος της γαλλικής αστικής τάξης που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως "εξάγωνη"[2].

2. Το πλαίσιο του. Αυτό το σχέδιο βρίσκει ένα πλαίσιο που είναι τόσο θετικό όσο και αρνητικό μέσα στην τρέχουσα κρίση του έθνους-κράτους (της εθνικής μορφής του κράτους). Αυτή είναι μία από τις θεμελιώδεις πτυχές αυτής αυτού που συνήθως ονομάζεται “παγκοσμιοποίηση” η οποία δεν είναι παρά η πιο πρόσφατη φάση της κοσμικής διαδικασίας του γίγνεσθαι του καπιταλισμού, που χαρακτηρίζεται ακριβώς από τη παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου.

α) Ένα δυσμενές πλαίσιο. Επειδή η κρίση του έθνους-κράτους έχει ως αποτέλεσμα ουσιαστικά την αποδυνάμωση του τελευταίου, μια απώλεια (τουλάχιστον εν μέρει) της εθνικής του κυριαρχίας:

- Στο οικονομικό επίπεδο: απώλεια της ικανότητας του για τον έλεγχο της αναπαραγωγής του κεφαλαίου κατευθύνοντας το σύμφωνα με τις επιταγές της διατήρησης της εθνικής συνοχής (συνοχή του εθνικού μπλοκ υπό την ηγεμονία της αστικής τάξης με τις συμμαχίες και τους συμβιβασμούς μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων στο έθνος-κράτος).

-Στο πολιτικό επίπεδο: ημι εθελοντική ημι-αναγκαστική αλλοτρίωση περισσότερο ή λιγότερο σημαντικών τομέων της εθνικής κυριαρχίας υπέρ υπερεθνικών οργανισμών (ΕΕ, ΔΝΤ, κ.λπ..), αλλά και υποεθνικών (περιφερειακά ή μητροπολιτικά όργανα).

- Στο ιδεολογικό πεδίο- υποτίμηση του έθνους (ως πολιτική πραγματικότητα και περισσότερο ως πολιτικό ιδεώδες) υπέρ των αναφορών τόσο στον κοσμοπολιτισμό ("εμείς" αισθανόμαστε όλο και περισσότερο πολίτες του κόσμου, μέλη της ανθρώπινης κοινότητας, χωρίς εθνική διαμεσολάβηση) όσο και στον ατομισμό ("εμείς" θέλουμε να είμαστε όλο και  περισσότερο αυτόνομοι και αυτό-αναφορικοί, ελεύθεροι από κάθε συλλογική ταυτότητα).

β) Ένα ευνοϊκό πλαίσιο. Επειδή η κρίση του έθνους-κράτους, η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου που χρησιμεύει ως κινητήρια δύναμη και ως πλαίσιο, έχει επίσης ως αποτέλεσμα την αναταραχή της εθνικής πολιτικής σκηνής, με συνέπεια όχι μόνο μια αυξανόμενη αναξιοπιστία των παραδοσιακών πολιτικών οργανώσεων (κόμματα, συνασπισμός κόμμάτων) που ακολούθησαν την προηγούμενη διαδικασία ή δεν κατάφεραν να αντιταχθούν σε αυτή, αλλά ακόμα μια ρήξη των κοινωνικών ομάδων (σύστημα ταξικών συμμαχιών) των οποίων οι οργανώσεις ήταν αντιπρόσωποι. Έτσι, στη Γαλλία, σε όλη αυτή τη διαδικασία, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, υπήρξαμε μάρτυρες σε :

-Μια ρήξη του μπλοκ των εχόντων και κατεχόντων: Σχηματίστηκε κατά το τελευταίο τρίτο του δέκατου ένατου αιώνα και ανανεώνεται τακτικά έκτοτε με διάφορες φόρμουλες ,ο κύριος άξονας του ήταν μια συμμαχία μεταξύ της αστικής τάξης και των μικροαστών, και αποτέλεσε την παραδοσιακή κοινωνική βάση των κομμάτων της δεξιάς, η οποία διασφάλισε τη συνοχή του και τη θεσμική εκπροσώπηση του στο κράτος. Αυτή η ρήξη συνέβη όταν σχεδόν όλες οι συνιστώσες των δεξιών κομμάτων έγιναν φορείς της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη μεταστροφή τους στο νεοφιλελευθερισμό από τα τέλη της δεκαετίας του 1970.

-Μια ρήξη του εργατικού κινήματος σοσιαλδημοκρατικού τύπου: ανάγεται επίσης στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, κύριος άξονας του ήταν μια συμμαχία ανάμεσα στο προλεταριάτο (στους πιο συμπυκνωμένους και καλύτερα οργανωμένους σε συνδικάτα πυρήνες του ) και το ποσοστό της τάξης της ηγεσίας [2-3 λέξεις για να εξηγήσουμε αυτό το τμήμα της τάξης] που δρούσε εντός ή εκτός του κρατικού μηχανισμού, και αποτέλεσε τη παραδοσιακή κοινωνική βάση των ρεφορμιστικών αριστερών κομμάτων (Σοσιαλιστικό και Κομμουνιστικό Κόμμα). Αυτή η ρήξη συνέβη όταν η πλειοψηφία των στελεχών αυτών των κομμάτων αρνήθηκαν να αντιταχθούν στις καταστροφικές, για την δική τους κοινωνική βάση, κοινωνικό-οικονομικές συνέπειες της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης και μεταστράφηκαν, και αυτοί, ανοιχτά ή ενοχικά στον φιλελευθερισμό.

Με άλλα λόγια, λόγω αυτής της διπλής μεταστροφής, η οποία ήταν συγχρόνως προϋπόθεση και συνέπεια της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης, τόσο ένα μέρος της κοινωνικής βάσης των παραδοσιακών κομμάτων της δεξιάς (κυρίως στη μικροαστική τάξη) όσο και ένα μέρος της κοινωνικής βάσης των παραδοσιακών κομμάτων της αριστεράς (κυρίως εντός του προλεταριάτου) βρέθηκαν "ορφανά" από τη συνηθισμένη πολιτική τους εκπροσώπηση ή ήρθαν σε ρήξη  μαζί της και βρίσκονται σε αναζήτηση νέων εκπροσώπων που να είναι ικανοί (στην πραγματικότητα, προφανώς απατηλά) να τους υπερασπιστούν. Από αυτή ακριβώς τη συγκυρία μπόρεσε να επωφεληθεί το FN προσπαθώντας να τους πιάσει στα δίχτυα του και να τους γοητεύσει με το εθνικιστικό σχέδιο και πρόγραμμα του. Και, φυσικά, μπορούμε να εξηγήσουμε τη επιτυχία  παρόμοιων ακραίων εθνικιστικών δυνάμεων της δεξιάς σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες: Alleanza Nazionale (Εθνική Συμμαχία) στην Ιταλία, Freiheitliche Partei Österreichs (Φιλελεύθερο Κόμμα της Αυστρίας), Dansk Folkeparti (Λαϊκό Δανικό Κόμμα), Partij voor Vryheid, Ολλανδικό (Κόμμα της Ελευθερίας), η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα.

4. Πώς να δώσουμε αποτελεσματικά τη μάχη κατά του FN (και της ακραίας εθνικιστικής δεξιάς γενικότερα);

Από όλα τα στοιχεία της παραπάνω ανάλυσης, είναι δυνατόν να εξαχθούν ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με τους κύριους άξονες μιας αποτελεσματικής μάχης κατά του Εθνικού Μετώπου. Και νομίζω ότι τα ευρήματα αυτά μπορεί να ισχύουν για την μάχη κατά της ακραίας εθνικιστικής δεξιάς εν γένει (όπως, για παράδειγμα, κατά Χρυσής Αυγής).

Α) Αναγκαιότητα και ανεπάρκειες του αγώνα στο επίπεδο των αξιών

Η εμπειρία των προηγούμενων αγώνων κατά του FN, ιδίως εκείνων της δεκαετίας του 1980 και του 1990 απέδειξε τη σχετική ανεπάρκεια μιας μάχης που περιορίζεται στην υπεράσπιση των αξιών που προέρχονται την ανθρωπιστική και δημοκρατική παράδοση, δηλαδή τη φιλελεύθερη. Ωστόσο, δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτό το πεδίο ούτε βέβαια και αυτό της μνήμης των αντιφασιστικών αγώνων της δεκαετίας του 1930 και του 1940. Αλλά αυτό πρέπει να το κάνουμε κάθε φορά, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι πρέπει να επιδιώκουμε  να απευθυνθούμε κατά προτεραιότητα στα λαϊκά στρώματα και ιδιαίτερα στα προλεταριακά στρώματα. Έτσι:

1. Πρέπει να υπερασπιστούμε τις ανθρώπινες αξίες της αλληλεγγύης, της ανεκτικότητας και του ανοίγματος προς τον άλλο, καταδικάζοντας κάθε μορφή ξενοφοβίας και ρατσισμού. Αλλά πρέπει να έχουμε επίγνωση των ορίων μιας τέτοιας συζήτησης και να αποφευχθεί η ηθικολογία εν προκειμένω

α. Το να προσπαθήσουμε να πείσουμε έναν εργάτη ή έναν υπάλληλο για την ηθική ανωτερότητα του αντιρατσισμού σε σχέση με το ρατσισμό δεν θα του δώσει τα μέσα για να βρει δουλειά, αν είναι άνεργος, ή ακόμα και να πάψει να φοβάται ότι θα  πέσει στο φαύλο κύκλο της ανεργίας και της ανασφάλειας, φόβο τον οποίο το FN (η άκρα δεξιά) ξέρει πολύ καλά να εκμεταλλεύεται . Διότι  η δυστυχία κωφεύει στα ηθικά διδάγματα.

β. Για να αποφύγουμε κάθε ηθικολογία απέναντι στη λαϊκή ξενοφοβία πρέπει αντίθετα να παίξουμε το χαρτί της ταξικής αλληλεγγύης, όπως εκδηλώνεται με την άμεση συμπάθεια των ντόπιων εργαζόμενων απέναντι στους μετανάστες εργαζομένους η οποία συχνά συνυπάρχει σε αντίφαση με τα ξενοφοβικά συναισθήματα, φέρνοντας στην επιφάνια την κοινή κατάσταση (συνθήκες εργασίας, συνθήκες διαβίωσης, επίπεδο του εισοδήματος, κλπ..) κάνοντας τους να αγωνίζονται κατά των κοινών εχθρών τους: τη διαχείριση και τις πολιτικές της συγκράτησης των μισθών, την πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας, κλπ..

Πράγματι, ο λαϊκός ρατσισμός δεν μπορεί να αντισταθεί (ή τουλάχιστον υποχωρεί σημαντικά) με την συνειδητοποίηση ότι οι φυλετικές εντάσεις προκύπτουν κυρίως από την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης που επηρεάζουν τόσο τους μετανάστες όσο και τους ντόπιους, και ο καλύτερος τρόπος προκαλέσουμε αυτή η συνειδητοποίηση είναι αντικαθιστώντας τις ρατσιστικές αναφορές με τις ταξικές, και τους κάνουμε να αγωνιστούν μαζί ενάντια στις κοινές συνθήκες της ζωής τους, να οικοδομήσουν έναν κοινό τόπο σύγκρουσης, τόσο στο πραγματικό όσο και στο συμβολικό επίπεδο.

2. Έτσι, πρέπει να υπερασπιστούμε τη δημοκρατία κατά του αυταρχισμού της άκρας δεξιάς. Υποστηρίζοντας ότι οποιαδήποτε παραβίαση των πολιτικών ελευθεριών (της κυκλοφορίας, του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι, στην πληροφόρηση, στη διαδήλωση, κλπ..) είναι όλες άμεσες απειλές για την ίδια την ύπαρξη των λαϊκών οργανώσεων.

Αλλά ταυτόχρονα, τη δημοκρατία δεν μπορούμε να την υπερασπιζόμαστε μόνο όσον αφορά την αντιπροσωπευτική μορφή της (δηλαδή την κοινοβουλευτική) αυτή που γνωρίζουμε σήμερα. Επειδή η τωρινή κρίση αυτού του είδους, που είναι συνδεδεμένη με τα όρια που έχουν να κάνουν με της αρχές της, βρίσκεται επίσης μεταξύ των δευτερευόντων  παραγόντων  της ανάπτυξης του FΝ και της δεξιάς σε γενικές γραμμές. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε μια κριτική της σημερινής μορφής της δημοκρατίας για να κινηθούμε προς τις μορφές μιας άμεσης δημοκρατίας: συμμετοχική δημοκρατία στους δήμους και τις γειτονιές, δημοκρατία της αυτοδιαχείρισης στις επιχειρήσεις, κ.λπ..

3. Κινητοποίηση της μνήμης των αντιφασιστικών αγώνων. Και πάλι, είναι αναγκαίο να κινητοποιήσουμε αυτή τη μνήμη με τρόπο που θα την ζωντανέψει στα μάτια των λαϊκών τάξεων:

α. Σίγουρα θα πρέπει να υπενθυμίσουμε τις θηριωδίες (γενοκτονία και μαζικά εγκλήματα) που διαπράχθηκαν από φασιστικά κινήματα και καθεστώτα στην περίοδο του μεσοπολέμου και κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τονίζοντας την γραμμή διαδοχής που τα συνδέει με το FN (και την ακροδεξιά).

β. Αλλά είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικό να υπενθυμίσουμε το τι σήμαιναν αυτά τα καθεστώτα για την εργατική τάξη (και κυρίως το προλεταριάτο): δικτατορία της αστυνομίας που σήμαινε την κατάργηση όλων των λαϊκών οργανώσεων και την απαγόρευση όλων των μορφών της λαϊκής πάλης, σημαντική επιδείνωση των συνθηκών (γενίκευση της εξαθλίωσης), καταφυγή στη μαζική βία είτε λόγω της εμπλοκής σε πόλεμο στο εξωτερικό είτε λόγω της αναγκαίας εμπλοκής στην ένοπλη αντίσταση (εμφύλιος πόλεμος), ως τη μόνη μορφή αγώνα που ήταν ακόμα δυνατή.

Β) Κοινωνικό μέτωπο εναντίον Εθνικού Μετώπου

Πράγματι έχει γίνει ήδη κατανοητό ότι ο αγώνας ενάντια στο FN (και κατά της άκρας δεξιάς σε γενικές γραμμές) πρέπει να κατανοηθεί και να οικοδομηθεί σαν μια διάσταση της ταξικής πάλης του προλεταριάτου, ενιαία με όλες τις άλλες. Θα πρέπει να περιλαμβάνει:

1. Μια δουλειά  πληροφόρησης σχετικά με το οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα του FN (και της άκρας δεξιάς γενικότερα), που προορίζεται να καταστήσει προφανή:

α. Το δημαγωγικό χαρακτήρα του: πολλά μέτρα αυτού του προγράμματος προορίζονται να μην εφαρμοστούν ακριβώς επειδή είναι ανεφάρμοστα. Για παράδειγμα: ο διπλασιασμός του κατώτατου μισθού (μόνο για τους Γάλλους εργαζόμενους!) Η κατάργηση της άμεσης φορολόγησης και η επιβολή αποκλειστικά της έμμεσης φορολογίας (επίσης θεμελιωδώς άδικο μέτρο), κλπ..

β. Τον μη ρεαλιστικό χαρακτήρα του στην εθνικιστική του διάσταση. Ανασύνθεση ενός χώρου κυριαρχίας του κράτους και ένα συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του προλεταριάτου, δεν μπορεί να νοηθεί σήμερα στο πλαίσιο μιας εσωστρέφειας στον εθνικό χώρο, αλλά απαιτεί την οικοδόμηση της διεθνούς αλληλεγγύης ή τουλάχιστον της αλληλεγγύης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

γ. το βαθιά αντιλαϊκό χαρακτήρα του (που βρίσκεται σε αντίθεση με τα λαϊκά συμφέροντα) στη νεοφιλελεύθερη διάστασή του. Διότι αν το FN γυρίζει την πλάτη στο φιλελευθερισμό στο εξωτερικό (στις σχέσεις του έθνους με τον υπόλοιπο κόσμο, όσον αφορά την ένταξη του έθνους στην παγκόσμια αγορά), είναι τέλεια νεοφιλελεύθερο στο εσωτερικό στο εθνικό πλαίσιο όσον αφορά τη διαχείριση της εθνικής αγοράς). Έτσι, το ίδιο υποστηρίζει: την κατάργηση των μέγιστων ωρών εργασίας, την επ' αόριστον παράταση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, τα ιδιωτικά συστήματα ασφάλισης στη θέση της Κοινωνικής Ασφάλισης (Κοινωνική Πρόνοια), αυστηρούς κανονισμούς για το δικαίωμα της απεργίας, τη δημιουργία επιχειρησιακών εργοδοτικών συνδικάτων και, παράλληλα, την κατάργηση της φορολόγησης του πλούτου, την κατάργηση του φόρου των επιχειρήσεων, κλπ..

2. Μια αργή και υπομονετική δουλειά ανοικοδόμησης, σε τοπικό επίπεδο, στις επιχειρήσεις και τις γειτονιές, ενός ταξικού μετώπου, που θα ενώσει ντόπιους και μετανάστες, στη βάση των συνεργατικών δικτύων, των συνδικάτων και των πολιτικών διαμεσολαβήσεων. Μέσα από αυτόν τον ιστό, πριν ακόμη να σκεφτούμε να αναδημιουργήσουμε μια παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων, πρέπει να διασφαλίσουμε την κοινωνική επανένταξη και να προωθήσουμε μια άμεση αλληλεγγύη, αντιμετωπίζοντας τη λύση των προβλημάτων της καθημερινής ζωής που δημιουργούν ή ενισχύουν το αίσθημα κατωτερότητας, αποτυχία ή αποκλεισμού που ευνοεί όλες τις ψυχολογικές και πολιτικές υποχωρήσεις. Για παράδειγμα:

α. Να (ξανα)βρούμε το δρόμο του αγώνα ενάντια στις απολύσεις, την επέκταση των επισφαλών μορφών εργασίας, την απορύθμιση των προτύπων οργάνωσης της εργασίας που είναι συνώνυμα με την υποβάθμιση των επαγγελματικών προσόντων, τον καθημερινό εκφοβισμό, κλπ..

β. Αλλά επίσης να επωμισθούμε την υλική και κοινωνική ανανέωση των φτωχότερων και των υποβαθμισμένων (με τη μορφή της διαχείρισης) των γειτονιών, την οικογενειακή αλληλοβοήθεια (με τη μορφή επιχορηγήσεων για τρόφιμα ή ρουχισμό), τις πολιτιστικές δραστηριότητες αναψυχής (όπως τοπικά δελτία πληροφόρησης και συνδέσμων για τις γιορτές της γειτονιάς, κ.λπ.) ..

γ. Ή ακόμα να δώσουμε τον αγώνα επί τόπου εναντίον των δραματικών συνεπειών της ανάπτυξης της φτώχειας (διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος, κατασχέσεις και εξώσεις), αντιτιθέμενοι, προχωρώντας σε ανακαταλήψεις κατοικιών υπέρ των ανεπαρκώς στεγασμένων ή των άστεγων, κλπ.. Και αυτό είναι ακόμη πιο αναγκαίο επειδή η ίδια η άκρα δεξιά προσπαθεί να καλύψει αυτό το πεδίο για να προσελκύσει τα λαϊκά στρώματα που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση του καπιταλισμού.

3. Η ανάπτυξη σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο πολιτικών που επέτρεψαν το σταμάτημα του εκτεταμένου ανταγωνισμού (πόλεμος όλων εναντίον όλων) εντός των λαϊκών στρωμάτωνκάνοντας να υποχωρήσει σημαντικά η ανεργία και η επισφαλής εργασίας, καθώς και η φτώχεια και η μιζέρια. Πολιτικές τις οποίες πρέπει να επιβάλλουμε στις κυβερνήσεις με λαϊκούς αγώνες ή να αναπτύξουμε, εάν καταφέρουν να αναλάβουν τις κυβερνητικές ευθύνες κυβερνήσεις που θα υπερασπίζονται τα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να επικεντρωθούν γύρω από:

α. μια μαζική και γενικευμένη μείωση του χρόνου εργασίας πράγμα το οποίο η ανάπτυξη των αυτοματοποιημένων μέσων παραγωγής καθιστά απολύτως δυνατόν

β. μια αναδιανομή των εισοδημάτων με την τριπλή μορφή της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας (που έχει γίνει  αναγκαία και δυνατή από τη μείωση του χρόνου εργασίας, αλλά και την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών οι οποίες σήμερα δεν ικανοποιούνται επαρκώς), μια αύξηση των άμεσων μισθών συνοδευόμενη από μια συμπίεση της ιεραρχίας της και μια επέκταση των έμμεσων μισθών), και όλα αυτά συνοδευόμενα από μια αυξημένη κοινωνικοοικονομική εισφορά πάνω στα μη μισθωτά εισοδήματα, κυρίως σε αυτά των ακινήτων, που δεν έπαψαν να αυξάνονται κατά τη διάρκεια της είκοσι πέντε τελευταίων ετών.


[1] Λογοπαίγνιο με τη λέξη Front που σημαίνει Μέτωπο καιτην έκφραση "Ras le bol" που σημαίνει  έχει ξεχειλήσει το ποτήρι. Δηλαδή "φτάνει πιά με το Μέτωπο"  

[2] "Εξάγωνο" είναι η ονομασία της μητροπολιτικής Γαλλίας λόγω του γεωγραφικού σχήματος που έχει στο χάρτη, το οποίο μοιάζει με εξάγωνο. Εδώ εννοεί τους Γάλλους  που κατάγονται από τη μητροπολιτική Γαλλία σε αντίθεση με αυτούς, από άλλα μέρη του Γαλλόφωνου κόσμου

*Ο Αλαίν Μπυρ είναι επίτιμος καθηγητής κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο France-Comte, συγγραφέας του βιβλίου «Το φάντασμα της εξτρεμιστικής Δεξιάς» για το Εθνικό Μέτωπο