Αν κινδυνεύουμε από κάποιον είναι από τους ίδιους τους «διώκτες» της επάρατης «λαθρομετανάστευσης». Κι αν έχουμε ένα χρέος, ντόπιοι και μετανάστες, είναι να τους διώξουμε μια ώρα αρχύτερα, πριν στείλουν κι άλλους ανθρώπους στο θάνατο, στα σύνορα ή στα κέντρα των πόλεων.
Τι κι αν οι μαρτυρίες των διασωθέντων προσφύγων στο Φαρμακονήσι λένε πεντακάθαρα πως οι γυναίκες και τα παιδιά τους πνίγηκαν με αποκλειστική ευθύνη των ανδρών του λιμενικού; Τι κι αν καταγγέλλουν πως τους ρυμουλκούσαν προς την Τουρκία, αντί για τις ελληνικές ακτές; Ο Βαρβιτσιώτης επιμένει πως το λιμενικό συκοφαντείται από ξένα και εγχώρια κέντρα, που στόχο έχουν η χώρα να ανοίξει τα σύνορα στα στίφη των «λαθρομεταναστών». Πρόκειται για την πιο χυδαία ομολογία εγκληματικού ρατσισμού μιας ακροδεξιάς κυβέρνησης, που εναγωνίως προσπαθεί να κλείσει το μάτι στο εκλογικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής.
Η κατηγορία δεν αφορά μόνο τον πολιτικό προϊστάμενο του λιμενικού. Ο Σαμαράς είναι εκείνος που θριαμβολογούσε το Δεκέμβριο για τη διεθνή «επιτυχία» της κυβέρνησης να νομιμοποιήσει στην ΕΕ πρακτικές επαναπροωθήσεων, που ως τώρα θεωρούνταν παράνομες. Ο αρχηγός της αστυνομίας Παπαγιαννόπουλος διέτασσε πριν λίγους μήνες τους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. «να κάνουν το βίο αβίωτο» στους «λαθρομετανάστες» για να μην έρχονται άλλοι. Κλειστά σύνορα σημαίνουν στυγνές δολοφονίες αθώων ανθρώπων, όπως ανενδοίαστα είχε δηλώσει στο παρελθόν ο Πλεύρης, σημερινός τηλεμαϊντανός της κυβέρνησης Σαμαρά.
Από ποιον κινδυνεύουμε;
Δεν κάνουν το βίο αβίωτο μόνο στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, αλλά σε κάθε εργαζόμενο, άνεργο και φτωχό άνθρωπο. Ολοένα και περισσότεροι άνεργοι και νέοι «δεν χωράνε» πλέον στις μνημονιακές δεσμεύσεις του Σαμαρά και του Βενιζέλου, πολύ περισσότεροι από νεοεισερχόμενους μετανάστες και πρόσφυγες των οποίων ο αριθμός έχει μειωθεί δραματικά, λόγω της καλπάζουσας ανεργίας. «Ανεπιθύμητοι» είναι πλέον πάνω από 1,5 εκατομμύριο άνεργοι, χιλιάδες φτωχοί άνθρωποι που πνίγονται στα χρέη τους και στιβάζονται στις ουρές των συσσιτίων των απόρων που μεγαλώνουν διαρκώς. Πολλοί –Έλληνες κυρίως– πληρώνουν αυτή την εγκληματική πολιτική, ξεπαγιάζοντας στο δρόμο, άλλοι βρίσκουν τραγικό θάνατο από μαγκάλια. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι φυτοζωούν με κομμένο το ρεύμα, ενώ όλο και περισσότεροι νέοι άνεργοι παίρνουν το δρόμο της μετανάστευσης από την Ελλάδα αυτή τη φορά, που δεν αποτελεί «πόλο έλξης» για κανέναν απολύτως, ντόπιο ή μετανάστη.
Έχουν απύθμενο θράσος όσοι ισχυρίζονται πως μας απειλούν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που θαλασσοπνίγονται στο Αιγαίο, δικαιολογώντας κονδύλια εκατοντάδων εκατομμυρίων ετησίως για εξοπλισμό της αστυνομίας και του λιμενικού στα σύνορα και για κολαστήρια-στρατόπεδα συγκέντρωσης. Την ίδια ώρα που κλείνουν νοσοκομεία και σχολεία, απολύουν χιλιάδες εργαζόμενους του δημοσίου, συρρικνώνουν τους βρεφονηπιακούς σταθμούς και κάθε δομή κοινωνικής πρόνοιας. Αν κινδυνεύουμε από κάποιον είναι από τους ίδιους τους «διώκτες» της επάρατης «λαθρομετανάστευσης». Κι αν έχουμε ένα χρέος, ντόπιοι και μετανάστες, είναι να τους διώξουμε μια ώρα αρχύτερα, πριν στείλουν κι άλλους ανθρώπους στο θάνατο, στα σύνορα ή στα κέντρα των πόλεων.
Αριστερά
Πρόκειται για μια πρόκληση μεγατόνων που χρειάζεται να απαντηθεί καθαρά από την Αριστερά. Διεκδικούμε τα κονδύλια «αποτροπής» της μετανάστευσης να επενδυθούν στην υγεία και την παιδεία. Να κλείσουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και να δημιουργηθούν ξενώνες αστέγων, ντόπιων και μεταναστών. Να καταπολεμηθεί το αίσχος της ανασφάλιστης εργασίας και της εισφοροδιαφυγής στο ΙΚΑ που έχει γιγαντωθεί.
Ανάμεσα στα μέτρα που χρειάζεται να παρθούν είναι η παροχή άδειας εργασίας και παραμονής σε κάθε μετανάστη εργαζόμενο που δουλεύει για ένα κομμάτι ψωμί στις απανταχού Μανωλάδες. Δεν πρέπει να αρκεί στην Αριστερά η διεκδίκηση αναθεώρησης της συνθήκης «Δουβλίνο ΙΙ», ώστε να μπορούν να ταξιδεύουν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το πρόβλημά μας δεν είναι η παραμονή τους στην Ελλάδα, αλλά η παραμονή της πιο ανάλγητης ακροδεξιάς κυβέρνησης φτώχειας, ανεργίας και ρατσισμού, που πασχίζει να αποπληρώσει τους τοκογλύφους δανειστές μας, πατώντας επί πτωμάτων.