Το χτύπημα στρατιωτικής βάσης στη Συρία από αμερικανικούς πυραύλους είναι ένα ακραίο δείγμα επικίνδυνης ιμπεριαλιστικής αλαζονείας και υποκρισίας.

Η υποκρισία ξεχείλιζε στην ομιλία του Τραμπ. Δήλωσε συγκλονισμένος από τη χρήση χημικών όπλων, ο επικεφαλής ενός κράτους που βοήθησε τον Σαντάμ Χουσεΐν να κάνει εκτεταμένη χρήση χημικών στον πόλεμο του Ιράκ με το Ιράν, ενός κράτους που όταν στη συνέχεια στράφηκε ενάντια στον Σαντάμ Χουσεΐν χρησιμοποίησε εκτεταμένα βόμβες φωσφόρου ενάντια στον ιρακινό πληθυσμό. Δήλωσε συγκλονισμένος από τα αθώα θύματα ο επικεφαλής ενός κράτους που ευθύνεται για χιλιάδες και χιλιάδες άμαχους νεκρούς ανά τον πλανήτη, που συνεχίζει να δολοφονεί σε Ιράκ-Συρία-Υεμένη-Αφγανιστάν κ.ά στο όνομα του «πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία».

Η επικίνδυνη ιμπεριαλιστική αλαζονεία είναι εμφανής από το ίδιο το χτύπημα: που υπενθυμίζει ότι η αμερικανική πολεμική μηχανή βρίσκεται παντού στον πλανήτη, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εξαπολύσει ένα πρωινό 59 πυραύλους τόμαχοκ σε μιαν άλλη χώρα, μετά από εντολή του «πλανητάρχη».

Στην ιμπεριαλιστική αλαζονεία πρέπει να αναζητηθεί και η ερμηνεία του χτυπήματος. Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός στέλνει ένα μήνυμα στον Άσαντ, στη Ρωσία, αλλά και σε όλο τον πλανήτη, ότι παραμένει «παρών», σε μια περίοδο που η σχετική του υποχώρηση αλλά και οι ταλαντεύσεις του όσον αφορά τη Συρία, είχαν δημιουργήσει μια τάση «απειθαρχιών» από περιφερειακές δυνάμεις (εχθρικές και συμμαχικές), και την εδραίωση της Ρωσίας ως «νέας πρωταγωνίστριας» στη Μέση Ανατολή. Με το πλήγμα στη συριακή στρατιωτική βάση επιχειρεί να διασώσει την «αξιοπιστία του» ως παγκόσμιος αστυφύλακας.

Το μήνυμα στον Άσαντ αφορά και συνολικότερα τις εξελίξεις στη Συρία: Να μην θεωρήσει ότι όλα τελείωσαν και ότι έχει το «πράσινο φως» να δράσει ανεξέλεγκτα κατά των αντικαθεστωτικών, αλλά να ξέρει ότι η «ένοπλη διαπραγμάτευση» συνεχίζεται. Αφορά και το συγκεκριμένο ζήτημα της χρήσης χημικών: το 2013 ο Ομπάμα δεν υλοποίησε τις απειλές του για τιμωρία αν ο Άσαντ παραβίαζε τη δημόσια διακηρυγμένη «κόκκινη γραμμή» της αμερικανικής διπλωματίας. Ακολούθησε η συμφωνία για παράδοση του χημικού οπλοστασίου, αλλά στα πιο πολεμοχαρή τμήματα του αμερικανικού κατεστημένου παρέμεινε η αίσθηση πως ήταν δείγμα «αδυναμίας». Αν αποδεικνυόταν τελικά ότι ο Άσαντ και διατήρησε χημικά όπλα και ότι συνέχιζε να τα χρησιμοποιεί, το κύρος της υπερδύναμης θα αδυνάτιζε ακόμα περισσότερο.

Το προηγούμενο του 2013 έπαιξε κι έναν άλλο ρόλο στο να ληφθεί η απόφαση για χτύπημα και αφορά λόγους «εσωτερικής κατανάλωσης». Ο Ντόναλντ Τραμπ, ενώ είχε βρεθεί «στα σχοινιά» από τους πολιτικούς του αντιπάλους (με μια ρωσοφοβική υστερία να τον παρουσιάζει σχεδόν ως «άνθρωπο του Πούτιν στο Λευκό Οίκο»), σήμερα απολαμβάνει τις δάφνες του «αποφασιστικού ηγέτη» που «έκανε αυτό που ο Ομπάμα δεν τόλμησε να κάνει». Όλα τα «γεράκια», από τους νεοσυντηρητικούς όπως ο Μακέιν μέχρι τους «φιλελεύθερους επεμβατικούς» όπως η Χίλαρι, χαιρέτισαν την απόφαση, και για πρώτη φορά ο Τραμπ αντιμετωπίζεται από το κατεστημένο ομόφωνα ως «ηγέτης του έθνους».

Η κίνηση του Τραμπ θυμίζει τον Ρίγκαν του 1986 ή τον Μπιλ Κλίντον του 1998. Ο μεν εξαπέλυσε έναν καταιγιστικό αλλά ολιγόλεπτο αεροπορικό βομβαρδισμό ενάντια στη Λιβύη και ο δε ισοπέδωσε ένα εργοστάσιο παραγωγής φαρμάκων (φερόμενο ως εργοστάσιο παραγωγής χημικών όπλων) στο Σουδάν, απλά ως υπενθύμιση ότι μπορούν.

Βέβαια στην περίπτωση της Συρίας, συχνά διαφεύγει από αρκετούς (και στην Αριστερά) ότι οι ΗΠΑ έχουν εμπλακεί ήδη ανοιχτά σε πόλεμο, από το Σεπτέμβρη του 2014. Βομβαρδίζουν τη Συρία εδώ και 2μιση χρόνια. Υπολογίζεται ότι έχουν εξαπολύσει 9.000 αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Τα θύματά τους είναι χιλιάδες, πολλά εξ αυτών είναι άμαχοι. Μόνο τις τελευταίες εβδομάδες δολοφονήθηκαν μαζικά άμαχοι κατά το βομβαρδισμό ενός τζαμιού στο Ιντλίμπ κι ενός σχολείου στη Ράκα. Δεν ήταν αυτό το πρώτο χτύπημα των ΗΠΑ στη Συρία. Ήταν το πρώτο (σκόπιμο) ενάντια στις δυνάμεις του Άσαντ. Δεν είναι η αρχή της αμερικανικής παρέμβασης στη Συρία. Μια υπαρκτή αμερικανική επέμβαση είναι σε εξέλιξη από καιρό. Μόνο που στρέφεται ενάντια στους «τζιχαντιστές τρομοκράτες», οπότε έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητη, ακόμα κι αν κοστίζει ζωές αμάχων. Είναι κομμάτι του πολιτικού προβλήματος στη διεθνή Αριστερά ότι μετά από 8.894 βομβαρδισμούς κατά δικαίων και αδίκων, τα αντιπολεμικά αντανακλαστικά ενεργοποιούνται όταν ο 8.895ος χτυπά μια στρατιωτική βάση του Άσαντ.

Αν επρόκειτο για μια στρατιωτική κλιμάκωση με πρόθεση να εμπλακούν οι ΗΠΑ σε ανοιχτό πόλεμο με το καθεστώς Άσαντ (και συνεπώς και με τη Ρωσία) πράγματι το χτύπημα θα ήταν μια επικίνδυνη αλλαγή κατάστασης, καθώς θα έφερνε μια ακόμα δραματικότερη κλιμάκωση σε έναν άγριο πόλεμο. Αλλά το χτύπημα στη στρατιωτική βάση δεν δείχνει, τουλάχιστον για την ώρα, να σηματοδοτεί μια τέτοια αλλαγή στην αμερικανική στρατηγική.

Ο υπ. Εξ., Ρεξ Τίλερσον, ρωτήθηκε συγκεκριμένα για την στάση απέναντι στον Άσαντ και αν και επανέφερε την προοπτική αποχώρησής του από την εξουσία, το έκανε αρκετά διπλωματικά: «Ο ρόλος του Άσαντ στο μέλλον είναι αβέβαιος. Και με αυτά που έχει κάνει, φαίνεται πως δεν θα μπορεί να υπάρξει ρόλος για αυτόν στη διακυβέρνηση του συριακού λαού». Όταν πιέστηκε παραπάνω για το πώς θα επιχειρήσουν οι ΗΠΑ την απομάκρυνση του Άσαντ, επανέλαβε την ήδη υπαρκτή αμερικανική στρατηγική: «Η διαδικασία μέσα από την οποία θα μπορούσε να φύγει ο Άσαντ είναι κάτι που νομίζω απαιτεί μια προσπάθεια της διεθνούς κοινότητας, πρώτα για να νικηθεί το ISIS, και να σταθεροποιηθεί η χώρα της Συρίας για να αποτραπεί η συνέχεια του εμφυλίου, και έπειτα να εργαστούμε συλλογικά με τους συμμάχους μας σε όλο τον πλανήτη για μια πολιτική διαδικασία η οποία θα καταλήγει στην αποχώρηση του Άσαντ». Το Stratfor, το πιο καλά ενημερωμένο αμερικανικό think tank γεωστρατηγικής, περιέγραφε επίσης πως οι επιλογές θα είναι περιορισμένες και θα επιχειρούν να αποφύγουν το ρίσκο εμπλοκής σε πόλεμο με τον Άσαντ ή/και σύγκρουσης με τη Ρωσία.

Το χτύπημα στην στρατιωτική βάση είναι η συνέχεια της «ένοπλης διαπραγμάτευσης» για το μέλλον της Συρίας. Είναι μήνυμα στη Ρωσία. Ίσως περισσότερο και από τον Άσαντ ή τη Ρωσία, αποδέκτες να είναι η Βόρεια Κορέα (την οποία πρόσφατα απείλησε ο Τραμπ και ενδεχομένως ήθελε να δείξει ότι «υλοποιεί τις απειλές του») και η Κίνα (ο «μεγάλος αντίπαλος» κατά το δόγμα Τραμπ), ο πρόεδρος της οποίας είχε προγραμματισμένη συνάντηση με τον Τραμπ, λίγο πριν την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε την εντολή για το χτύπημα.  

Όλα αυτά καθόλου καθησυχαστικά δεν είναι για το μέλλον. Ο Τραμπ απέδειξε πως είναι εξίσου επικίνδυνος με κάθε Αμερικανό πρόεδρο, καθώς σε ελάχιστους μήνες στον Λευκό Οίκο έχει κλιμακώσει το βαθμό εμπλοκής σε όλα τα μέτωπα που του κληροδότησε ο Ομπάμα. Το «chicken game», όπου ο ένας δοκιμάζει τα όρια και τις αντοχές του άλλου μπορεί να οδηγήσει σε ένα καταστροφικό σπιράλ από το οποίο δεν υπάρχει μετά επιστροφή. Αυτό το «παιχνίδι με τη φωτιά» (ακόμα και από ατύχημα) υπάρχει πάντοτε στη Συρία. Η κλιμάκωση μπορεί να προκύψει με διάφορους τρόπους (έχουμε ξαναγράψει πχ για την «κούρσα» με έπαθλο το ποιος θα ανακαταλάβει τη Ράκα από το Ισλαμικό Κράτος, στην οποία συμμετέχουν οι υποστηριζόμενοι από τις ΗΠΑ Κούρδοι, οι υποστηριζόμενες από τη Ρωσία δυνάμεις του Άσαντ, οι υποστηριζόμενοι από την Τουρκία αντικαθεστωτικοί). Για αυτό και παραμένει κεντρική η απαίτηση να τερματιστεί ο πόλεμος και κυρίως να σταματήσουν όλες οι ξένες επεμβάσεις που ρίχνουν διαρκώς κι άλλο λάδι στη φωτιά.

Όσον αφορά τα «συγκεκριμένα καθήκοντα» στην Ελλάδα, ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση κάλεσε την νατοϊκή αρμάδα στο Αιγαίο, συζητά επέκταση της συμφωνίας για τη Σούδα και διεύρυνση των χρήσεων της βάσης, ενώ στο τραπέζι υπάρχει πάντα η πρόταση για νέα βάση στην Κάρπαθο, που θα υποκαταστήσει τη βάση του Ιντσιρλίκ. Ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει συμμαχήσει με αντιδραστικές δυνάμεις (Ισραήλ, χούντα της Αιγύπτου) που αποτελούν σοβαρότατο μέρος του προβλήματος. Ότι ο ανταγωνισμός με την Τουρκία αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα αστάθειας στην περιοχή και απειλής για την ειρήνη. Απέναντι σε αυτές τις επιλογές του ελληνικού αστισμού έχουμε να παλέψουμε. Και καθώς δεν περνά μόνο από το δικό μας χέρι ο τερματισμός της κόλασης στη Συρία, έχουμε ελάχιστο (μα κορυφαίο) καθήκον να υποδεχτούμε ανθρώπινα και να καλωσορίσουμε τα θύματά της…

Ετικέτες