Για εμάς η επόμενη μέρα έχει ήδη έρθει. Και έχουμε ήδη ταχθεί σε στρατόπεδο: αυτό της Αριστεράς.
Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών στο Δήμο Αθηναίων προοικονομούν δύσκολες μέρες για την πόλη μας και τους κατοίκους της. Παρ’ ότι δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση έκπληξη, η ψήφος της πλειοψηφίας των Αθηναίων κινήθηκε σε κατεύθυνση ενίσχυσης της δεξιάς σε όλες της τις αποχρώσεις.
Οι δεξιές και ακροδεξιές παρατάξεις –των Μπακογιάννη, Καραμπελιά, Βουλγαράκη, Καπερνάρου-, φαίνεται να πέτυχαν το στόχο τους, μέσω της διασποράς, να επιτύχουν αθροιστικά σχεδόν απόλυτη πλειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο με ποσοστό 48,47% και 24/49 Δημοτικούς Συμβούλους. Και δυστυχώς, διαφαίνεται να υπάρχουν «πρόθυμοι» στη σύσταση του νέου Δημοτικού Συμβουλίου ώστε ακόμα και η απόλυτη πλειοψηφία να επιτυγχάνεται κατά περίπτωση.
Στο κεντρώο μνημονιακό μπλοκ, η παράταξη της ανασυγκρότησης του χώρου του ΠΑΣΟΚ, η παράταξη Γερουλάνου, που ήρθε ως συνεχιστής της διοικούσας παράταξης Καμίνη, παρά τις μεγάλες διαρροές μελών προς την παράταξη Μπακογιάννη, κατάφερε να διατηρήσει ένα σημαντικό επίπεδο της εκλογικής της βάσης, εκλέγοντας 6 Δημοτικούς Συμβούλους. Αποτέλεσμα που επιβεβαιώνει τη μακρά πορεία και σύνδεση αυτού του χώρου με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους θεσμούς της. Πορεία, όμως, από την οποία έχει υποφέρει και η πόλη μας. Παράλληλα η Κυβερνητική παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ και νυν αξιωματική αντιπολίτευση στο Δήμο Αθηναίων, αποτύπωσε μικρή πτωτική τάση (σε σχέση με την κεντρική πολιτική σκηνή) με μείωση ποσοστού κατά 3% και εκλογή 8 Δημοτικών Συμβούλων. Το αποτέλεσμα αυτό είναι ευθεία αντανάκλαση της απόλυτης πρόσδεσης της παράταξης «Ανοιχτή Πόλη» στο Κυβερνητικό κόμμα. Πρόσδεση που την είχε οδηγήσει ακόμα και μέσα στο Δημοτικό Συμβούλιο να είναι εκφραστής της κυβερνητικής πολιτικής (με κυβερνητικά στελέχη να κατέχουν παράλληλα θέση Δημοτικού Συμβούλου) και όχι μόνο να μην κάνει ουσιαστική αντιπολίτευση στην διοικούσα παράταξη Καμίνη, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις να βρίσκεται ενεργητικά ή παθητικά να συμπορεύεται με αυτήν στην υλοποίηση των μνημονιακών επιταγών. Είτε, λοιπόν, πρόκειται για μία ψήφο –συνειδητή ή τιμωρητική- των Αθηναίων ενάντια στη νεοφιλελεύθερη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και τις πολιτικές επιπτώσεις της εφαρμογής του 3ου μνημονίου, είτε για έκφραση της μνημονιακή –ή «μετα-μνημονιακής»- κανονικότητας που συσπείρωσε τους πιο σκληρούς εκφραστές της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης, η κυβερνητική παράταξη καταγράφεται ως «η χαμένη» αυτών των εκλογών.
Σταθερή προς πτωτική πορεία σημειώνει και η ριζοσπαστική και κομμουνιστική αριστερά στο Δήμο Αθηναίων. Η παράταξη του ΚΚΕ Λαϊκή Συσπείρωση, κατάφερε να διατηρήσει τις δυνάμεις της με μία μικρή ποσοστιαία άνοδο και παράλληλα μικρή πτώση ψήφων (λίγο λιγότερους από 1000), το οποίο, όμως, έρχεται σε αντιπαράθεση με το αφήγημα που προσπαθούσε να οικοδομήσει κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ως ο χώρος συσπείρωσης του «ό,τι έχει απομείνει από την αριστερά». Κατά τη γνώμη μας, η μη αυξητική πορεία, οφείλεται στο γεγονός ότι παρά την απολύτως τεκμηριωμένη και συνεπή στάση των απερχόμενων Δημοτικών Συμβούλων της Λαϊκής Συσπείρωσης, η δημοτική παράταξη (όπως και το ίδιο το ΚΚΕ) δεν επιχείρησε το προηγούμενο διάστημα να χρησιμοποιήσει όλη αυτή τη γνώση και παρέμβαση, ώστε να συνδεθεί με τις γειτονιές και να εγείρει κινηματικές αντιστάσεις, παρά παρέμεινε στη θεσμική διεκδίκηση. Η ψήφος, λοιπόν, στη Λαϊκή Συσπείρωση ήταν ως επί τω πλείστον αριστερή ψήφος κεντρικοπολιτικής επιλογής και όχι αυτοδιοικητικής. Παράλληλα, από τις 3 παρατάξεις της ριζοσπαστικής αριστεράς («Ανταρσία στις γειτονιές της Αθήνας», «Αντικαπιταλιστικής Ανατροπή στην Αθήνα Ανταρσία σε Κυβέρνηση-ΕΕ-Κεφάλαιο», «Μέτωπο Ανατροπής για την Αθήνα»), με αναφορά σε ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΛΑΕ, μόνο οι 2 πρώτες κατάφεραν να εκπροσωπηθούν στο Δημοτικό Συμβούλιο, αποτυπώνοντας μία μικρή αύξηση των δυνάμεων με αναφορά στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε σχέση με τις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2014. Η αύξηση όμως αυτή δεν αποτελεί παρά ένα μόνο στιγμιότυπο, καθώς σε σχέση με τον αριθμό των ψήφων που είχαν καταγράψει συνδυαστικά οι δυνάμεις της ΛΑΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο Δήμο της Αθήνας στις Βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 διαπιστώνεται μία καθαρή 42% μείωση της αριστερής ψήφου.
Δυστυχώς, η αδυναμία συγκρότησης ενός, έστω κι εκλογικού, ριζοσπαστικού αριστερού μετώπου, οι μικροπολιτικοί χειρισμοί και οι αγκυλώσεις, απέτρεψαν μια ενιαία και ηχηρή παρέμβαση των δυνάμεων της μαχόμενης αριστεράς και οδήγησαν στην κάθοδο τριών διαφορετικών δημοτικών συνδιασμών, με τα παραπάνω αποτελέσματα. Το ζήτημα δεν είναι μόνο τα ποσοστά, αλλά οι πολιτικές επιπλοκές που ο πολυκατακερματισμός αυτός έχει στο κίνημα και την πολιτική παρέμβαση της αριστεράς στο Δήμο σε συνθήκες επέλασης του νεοφιλελευθερισμού και ποικιλότροπης ενίσχυσης της άκρας δεξιάς.
Παρά, βέβαια, την όποια ενδοαριστερή κριτική, ως προ την πρακτική ή την φυσιογνωμία, η αύξηση των αριστερών Δημοτικών Συμβούλων με 4 της Λαϊκής Συσπείρωσης και 2 με αναφορά στην αντικαπιταλιστική αριστερά, είναι η φωτεινή ηλιαχτίδα σε αυτή την κατά τα άλλα πολύ σκοτεινή σύσταση του νέου Δημοτικού Συμβουλίου. Και κάτι που παρά το δυσμενές τοπίο, μας ευχαριστεί ιδιαίτερα.
Τέλος, από την ανάλυσή μας αυτή, δεν θα μπορούσε να λείπει η φασιστική παράταξη της Χρυσής Αυγής. Παρά την εκλογή ενός παραπάνω Δημοτικού Συβμούλου λόγω αλλαγής του εκλογικού συστήματος (5 έναντι 4 του απερχόμενου Δημοτικού Συμβουλίου), το ποσοστό της Χρυσής Αυγής μειώθηκε κατά 5% και κατά 14.000 ψήφους. Παρά την ύπαρξη της παράταξης Καραμπελιά και Καπερνάρου που επιβεβαιώνουν ότι και στην Αθήνα η διαμάχη γύρω από το Μακεδονικό φαίνεται να άφησε ένα σημαντικό αποτύπωμα, τα ποσοστά αυτής των παρατάξεων (2,21% με 4.606 ψήφους και 1,57% με 3.279 ψήφους), καταδεικνύουν ότι δεν φαίνεται να έγινε απλά μία μετατόπιση εντός του ακροδεξιού φάσματος, από τον καθαρά εκφρασμένο φασισμό στην «θεσμική ακροδεξιά», αλλά ενδεχομένως ένα κομμάτι συμπολιτών μας να έχουν κλείσει πια τα αφτιά τους στις φασιστικές «σειρήνες». Σίγουρα πάντως, μεγάλο ρόλο σε αυτή την πτώση έχουν παίξει και οι αποκαλύψεις που έχουν προκύψει από τη δίκης της Χρυσής Αυγής. Καταλυτικό ρόλο, όμως, σε αυτή την ανάλυση της ακροδεξιάς/φασιστικής ψήφου θα παίξουν τα αποτελέσματα της Κοινοτικής κάλπης στην Αθήνα, μιας και οι παρατάξεις Καραμπελιά και Καπερνάρου δεν συμμετείχαν στις εκλογές για τις Κοινότητες (παρά μόνο στο Δήμο). Ελπίζουμε να μην διαπιστώσουμε ενίσχυση της Χρυσή Αυγή στις Κοινότητες, απουσία των δύο άλλων παρατάξεων, καθώς θα σημάνει μεγαλύτερη πρόσδεσή της με τις γειτονιές.
Όμως, παρ’ ότι κοντεύουμε να κλείσουμε μία εβδομάδα από το άνοιγμα των καλπών, δεν υπάρχουν ακόμα αποτελέσματα για τις Κοινότητες. Το αποτέλεσμα για τις Κοινότητες θα εξαχθεί μέσω χειρόγραφων πρακτικών ανά τμήμα, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη δημοσίευσης των αποτελεσμάτων, ενώ ήδη μία εβδομάδα τώρα μεταξύ Υπουργείου Εσωτερικών, Περιφέρειας, Δήμου Αθηναίων και Πρωτοδικείου, κανείς δεν είναι σίγουρος για το ποιος φορέας είναι αρμόδιος να εξάγει τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα από τα οποία και θα προκύψουν οι έδρες των συνδυασμών ανά Κοινότητα! Ο πολυδιαφημισμένος «εκδημοκρατισμός» που θα έφερε ο Κλεισθένης στην τοπική αυτοδιοίκηση, φέροντας ως σημαία τον διαχωρισμό της Κοινοτικής κάλπης, έχει φανεί πια ξεκάθαρα ότι είναι απλά ένας «φερετζές» για να καλύψει τη βαθιά αποσάθρωση της τοπικής αυτοδιοίκησης από την επιτροπεία.
Ακόμα και η αλλαγή του εκλογικού συστήματος, εντάσσεται στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο. Από τη μία δίνεται η δυνατότητα σε περισσότερους συνδυασμούς να εκπροσωπηθούν, από την άλλη, όμως, και σε πλήρη αντίφαση με την ουσία της απλής αναλογικής, διατηρείται η «παράδοση» της δεύτερης Κυριακής για την εκλογή Δημάρχου/Περιφερειάρχη. Είναι, λοιπόν, να αναρωτιέται κάνεις: για ποιο λόγο καλούμαστε να ψηφίσουμε την δεύτερη Κυριακή, αφού η σύσταση του Δημοτικού Συμβουλίου έχει ήδη βγει από τον πρώτο γύρο; Για ποιο λόγο καλείται ο λαός της Αθήνας (και κάθε πόλης και περιφέρειας) να επιλέξει τον Δήμαρχο, αφού έχει ήδη επιλέξει την παράταξη ή τις παρατάξεις που θέλει να τον διοικούν; Γιατί, στην πραγματικότητα, παρά την τυπική θεσμοθέτηση της απλής αναλογικής, οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης στον χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης όχι μόνο δεν απομακρύνονται αλλά ενισχύουν το υφιστάμενο δημαρχο-κεντρικό μοντέλο διοίκησης, δίνοντας υπερ-εξουσίες στον Δήμαρχο. Η ψήφος, λοιπόν, της δεύτερης Κυριακής, ακόμα και αν φέρει ανατροπή του αποτελέσματος του πρώτου γύρου, είτε δεν θα αλλάξει απολύτως τίποτα στη διοίκηση του Δήμου (καθώς οι συσχετισμοί έχουν ήδη διαμορφωθεί) είτε θα μετατρέψει τον Δήμαρχο σε καθολικό κυβερνήτη ο οποίος θα αποστερήσει όσο το δυνατόν περισσότερες αρμοδιότητες από το Δημοτικό Συμβούλιο, προκειμένου να υπερβεί τους ήδη καθορισμένους συσχετισμούς.
Υπ’ αυτό το πλαίσιο, στο δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών της Αθήνας, δεν θα επιλέξουμε να ενισχύσουμε τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα του θεσμικού πλαισίου, ούτε θα απαντήσουμε στο κάλεσμα επιλογής μεταξύ αριστερού ή δεξιού μνημονίου, λιγότερο ή περισσότερο επιθετικού νεοφιλελευθερισμού∙ σε αυτό, όπως και σε ανάλογα πολιτικά ερωτήματα, έχουμε απαντήσει ήδη με τις θέσεις μας και τη στάση μας στην μέχρι τώρα πορεία μας κι έχουμε τοποθετηθεί ήδη με την ψήφο μας στον πρώτο γύρο.
Για εμάς η επόμενη μέρα έχει ήδη έρθει. Και έχουμε ήδη ταχθεί σε στρατόπεδο: αυτό της Αριστεράς. Μέριμνά μας είναι ο αγώνας ενάντια στην φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, το ρατσισμό, την ομοφοβία και την οικολογική υποβάθμιση∙ κι αυτό δεν απαιτεί απλά αγωνιστικότητα, απαιτεί ενωτικό πνεύμα, πολιτικούς πειραματισμούς, οργανικούς δεσμούς μεταξύ της κοινωνικής και πολιτικής αριστεράς. Πράγματα που με τη σειρά τους προϋποθέτουν πνεύμα βαθιά αυτοκριτικό, συμμετοχικότητα αλλά και πολιτική παρέμβαση με διάρκεια. Ως Ανυπότακτη Αθήνα, αυτόν τον αγώνα θέλουμε να δώσουμε και σε αυτόν τον αγώνα σας προσκαλούμε, με πρώτο μας μέλημα την ενδυνάμωση των κοινοτήτων και την αναζωογόνηση των γειτονιών ως βασικού κοινωνικού και πολιτικού κυττάρου μέσα στην πόλη.