Τις τελευταίες μέρες συζήτησα με αρκετούς συντρόφους από την Ισπανία που είχαν μια ιδέα: να βάλουμε τα θεμέλια για μια ένωση των λαών της ευρωπαϊκής Μεσογείου για να απαντήσουμε με μεταβατικό τρόπο στο πρόβλημα του έθνους.

Με δεδομένο τον αυταρχισμό και τη γενικότερο αδιέξοδο της ΕΕ, το πρόβλημα αυτό έχει γίνει πιεστικότερο, γιατί μπαίνει το εξής ερώτημα: φεύγοντας από την ΕΕ, πού θα πάμε; Χρειαζόμαστε πράγματι ένα πολιτικό Plan B. Tο πρόβλημα του έθνους δεν μπορούμε απλώς να το παρακάμψουμε, για λόγους ρεαλιστικούς αλλά και γιατί συνδέεται με μια έννοια που παίζει μεγάλο ρόλο στις αναλύσεις και την πολιτική μας: την έννοια της ηγεμονίας. Η ιδέα για μια ένωση των λαών της ευρωπαϊκής Μεσογείου δεν είναι εντελώς κακή απάντηση, στον βαθμό που κάπου πάει να αμφισβητήσει την παρούσα γεωγραφία του κεφαλαίου, στον βαθμό που υποδεικνύει έναν χώρο άσκησης πολιτικής και οικοδόμησης ηγεμονίας, στον βαθμό μάλιστα που η Μεσόγειος μοιράζεται μια κοινή κουλτούρα. Νομίζω όμως ότι πρέπει να το συζητήσουμε κάπως περισσότερο. Άλλωστε, γράφω αυτές τις γραμμές από το Κάδιζ. Το Κάδιζ βρέχεται από τη μια μεριά από τον Ατλαντικό και από την άλλη από τη Μεσόγειο. Πού να βάλουμε το Κάδιζ;

Επίσης, γράφω αυτές τις γραμμές λίγο μετά τη σύνοδο του νότου που επιχειρήθηκε στην Αθήνα. Είναι μια τραγελαφική ιστορία, όπως φαίνεται ήδη από τη δυσκολία να καταρτιστεί ένας κατάλογος προσκεκλημένων που να αντιστοιχεί στον τίτλο αλλά και να βρεθεί ένας τίτλος που να αντιστοιχεί στους προσκεκλημένους. Ας πούμε, το μπέρδεμα γίνεται σπαρταριστό όταν η σύνοδος χαρακτηρίζεται «μεσογειακή», με αποτέλεσμα Έλληνες δημοσιογράφοι να μπερδεύονται και να καταχωρούν την Πορτογαλία ως μεσογειακή χώρα.  Βεβαίως, η εξουσία είναι ένα πράγμα μπλεγμένο με τη γνώση, όπως και η γνώση με την εξουσία, και αν η εξουσία αποφασίσει ότι η  Πορτογαλία είναι Μεσόγειος και η Αλσατία είναι Νότος… μπορεί και να είναι έτσι. Η γεωγραφία ήταν πάντα σχετική, όπως φαίνεται σε διάφορες απεικονίσεις, παλαιότερες και σύγχρονες. Στους κινέζικους χάρτες το κέντρο του κόσμου είναι η Κίνα, στους χάρτες που κυκλοφορούν στο εμπόριο οι ΗΠΑ απεικονίζονται συχνά ελαφρώς σε μεγέθυνση, για τους Ισπανούς Αμερική σημαίνει Λατινική Αμερική, κλπ. Οι χάρτες δεν απεικονίζουν τον κόσμο αλλά την αντίληψή μας για τον κόσμο. Η γεωγραφία δεν είναι ουδέτερη. 

Τώρα λοιπόν, με τη σύνοδο του νότου, με την Αλσατία που είναι στο Νότο και την Πορτογαλία που είναι στη Μεσόγειο, έχουμε να κάνουμε με μια αντίληψη για τον κόσμο που δεν είναι ουδέτερη, αλλά εμφανίζεται ως αυτονόητη χωρίς να είναι και παρουσιάζει ως αυτονόητα πράγματα που δεν είναι. Για παράδειγμα, ξαφνικά η ελονοσία και η ηπατίτιδα στα στρατόπεδα προσφύγων δεν είναι ανθρώπινες ασθένειες αλλά θέμα διαπραγμάτευσης μεταξύ Βορρά και Νότου. Και εδώ η εξουσία και η γεωγραφία στριμώχνονται και με την ιατρική. Ή επίσης, το ελληνικό χρέος δεν είναι παράνομο, επαχθές, μη βιώσιμο –και άλλα επίθετα- αλλά αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ Βορρά και Νότου. Και εδώ η εξουσία και η γεωγραφία στριμώχνονται με την ίδια τη λογική, που είναι ένας σύντομος τρόπος να πούμε ότι στριμώχνονται και με τη νομική και με την οικονομία και με την κοινωνιολογία και με όλες τις επιστήμες μαζεμένες, σε έναν πολύ στενό χώρο.

Βεβαίως, η απόσταση από τον αφηρημένο «Νότο» μέχρι το πολύ συγκεκριμένο κλάμα ενός παιδιού στη Ριτσώνα μπορεί να φαίνεται αρχικά μεγάλη, αλλά δεν μπορούμε να καταλάβουμε κανένα από τα δύο χωριστά. «Νότος» είναι εκεί που είναι το στρατόπεδο της Ριτσώνας. Και το στρατόπεδο της Ριτσώνας είναι έτσι γιατί είναι στον «Νότο». Το κλάμα του παιδιού είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς πρακτικών, όπως κοινωνικών ανισοτήτων, πολιτισμικών διαφορών, εθνικών συνόρων, οικονομικών δεικτών, θρησκευτικών παραδόσεων, πολιτικών συσχετισμών, ανθρωπολογικών ερευνών, φιλοσοφικών προβληματισμών, και βίας, διαρκούς, πολυποίκιλης, όχι πάντα εκλεπτυσμένης βίας. Ο «Νότος» είναι κάθε άλλο παρά αυτονόητος, είναι τόσο λίγο αυτονόητος όσο και το συρματόπλεγμα, η λάσπη, οι ακαθαρσίες και το ύψος του βασικού μισθού.

Όλα αυτά τα συγκεκριμένα «χάνονται» πίσω από τον αφηρημένο «Νότο» αλλά και η αφαίρεση «Νότος» χάνεται πίσω από αυτά. Γιατί ο μισθός του Πολωνού που περνάει τα σύνορα για να δουλέψει στη Γερμανία του «Βορρά» είναι μισθός «νότιος», γιατί συρματόπλεγμα έχει και στην Ουγγαρία, γιατί παντού υπάρχουν παιδιά που κλαίνε γιατί κρυώνουν και πεινούν. Έχοντας πάει από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο και πάλι πίσω, έχοντας σκύψει λίγο πάνω από τις πρακτικές, καταλαβαίνουμε ότι το πιο σημαντικό δεν είναι να καταλάβουμε τον «Νότο» αλλά να τον αλλάξουμε, όπου κι αν είναι στον χάρτη.

Δεν προσπαθώ φυσικά να πω ότι θα έπρεπε ίσως να αρνηθούμε τη γεωγραφία. Η γεωγραφία θα συνεχίσει να υπάρχει, όπως θα συνεχίσει να υπάρχει και εξουσία, όπου υπάρχουν άνθρωποι που παίρνουν αποφάσεις. Αλλά όπως ξανασκεφτόμαστε την εξουσία και θέλουμε να την οργανώσουμε με έναν διαφορετικό τρόπο, έτσι πρέπει να ξανασκεφτούμε και τη γεωγραφία, την οργάνωση του χώρου όπως τον θέλουμε εμείς. Αυτό μπορεί να γίνει αν βρούμε τι μας ενώνει. Τί είναι αυτό που ενώνει τα δικά μας σημεία, στον δικό μας χάρτη, κάτι πολύ δυνατό, που να το καταλαβαίνουν όλοι.

Από την άποψη αυτή, η πιο σημαντική συζήτηση που είχα ίσως να μην ήταν με τους συντρόφους που είχαν την καλή ιδέα για μια ένωση των λαών της ευρωπαϊκής Μεσογείου, αλλά μια συζήτηση που είχα με δύο Ισπανίδες συντρόφισσες. Η μία ήξερε ελάχιστες λέξεις αγγλικά, η άλλη όχι μόνο ήξερε ελάχιστες λέξεις αλλά είχε και πρόβλημα ακοής και έπρεπε να κοιτάει τα χείλη μου όταν μιλούσα. Έπρεπε λοιπόν να μιλήσουμε απλά, πολύ απλά. Με ρώτησαν τι είμαι πολιτικά. Και τους είπα ότι είμαι αντικαπιταλιστής. Κατάλαβαν αμέσως και συμφώνησαν. Μετά λένε, τί είναι αντικαπιταλισμός όμως, εκτός από το να μην μας αρέσει ο καπιταλισμός; Κάτω από τον ήλιο της Ανδαλουσίας, ψάχνοντας έναν απλό τρόπο να το πω, απάντησα αμέσως και αυθόρμητα: είναι η πραγματική δημοκρατία. Και με ισότητα; Και με ισότητα, ναι. Εκείνη τη στιγμή, όπως χαμογελάσαμε κι οι τρεις ζεστά ικανοποιημένοι, είχαμε έναν συντροφικό δεσμό, ένα κομμάτι της δικής μας γεωγραφίας.

Βεβαίως, υπάρχουν πάντα οι γραμμές στον χάρτη, όμως τις γραμμές στον χάρτη τις φτιάχνουν άνθρωποι και τους ανθρώπους τους ενώνουν ιδέες και μια κουλτούρα. Οι δικές μας ιδέες, η δική μας κουλτούρα, στην απλή και καθαρή, στην πιο δυνατή, πυρηνική μορφή τους, είναι η πραγματική δημοκρατία και η ισότητα. Και η γεωγραφία μας είναι όλες οι γραμμές που μας ενώνουν. Απαντάει αυτό στο «πού θα πάμε όταν φύγουμε από την ΕΕ»; Πράγματι, οι άνθρωποι δεν χρειάζονται μόνο ιδέες που να μπορούν να ταυτιστούν αλλά και συγκεκριμένες, απτές λύσεις. Φεύγοντας από την ΕΕ δεν πάμε στον αντικαπιταλισμό, πράγματι. Μπορούμε όμως να πάμε σε μια νέα γεωγραφία, μια πολιτική γεωγραφία, της πραγματικής δημοκρατίας και της ισότητας, που πρέπει να ξεκινήσουμε να τη φτιάχνουμε από σήμερα, και που μπορεί να είναι μια πολύ μεγάλη «λίστα», ένας πολύ μεγάλος χάρτης, με δήμους, με γειτονιές, με αυτοδιαχειριζόμενα εργοστάσια, με κράτη αν υπάρχει κάποιο που χωράει και για όσο καιρό χωράει, με οργανώσεις, με αγώνες, που να τα δένουν πολύ συγκεκριμένες, υλικές και ανθρώπινες, συμβολικές και πρακτικές διαγώνιοι. Πάνω στον χάρτη της κυριαρχίας πρέπει να χαραχτεί βαθιά ένα δίκτυο τόσο πυκνό που να τον σβήνει, ένα δίκτυο διαρκούς μετακίνησης και επικοινωνίας, διαρκούς και πραγματικής αλληλεγγύης.

Παραμένει το πρόβλημα από πού να ξεκινήσουμε. Και εδώ η πρόταση των συντρόφων για μια ένωση των λαών της ευρωπαϊκής Μεσογείου δεν είναι κακή, αρκεί να ξέρουμε ότι το σημαντικό δεν είναι η γεωγραφία της αλλά η πολιτική της. Στη Μεσόγειο μας ενώνουν μερικά πράγματα παραπάνω, η ελιά και η θάλασσα, το γιασεμί και το φως, κι αυτό βοηθάει, μην το περιφρονούμε. Αλλά δεν φτάνει. Η «Μεσόγειος» αυτή πρέπει να είναι πολύ πιο ελαστική από τη «Μεσόγειο» ή τον «Νότο», όπως τον καταλαβαίνει η ΕΕ, δεν πρέπει μάλιστα να κλειστεί στην ΕΕ, το κέντρο βάρους της θα έπρεπε να μετατοπιστεί έξω από την ΕΕ, η γεωγραφία της θα πρέπει να καθορίζεται από τις ιδέες και όχι οι ιδέες να πασχίζουν να χωρέσουν στη γεωγραφία της. Ας πούμε, σε μια ένωση της πραγματικής δημοκρατίας και της ισότητας, που θέλει να ξεκινάει από τη Μεσόγειο, δεν μπορεί να μην καλέσουμε τους συντρόφους από την Τυνησία και την Τουρκία. Θα μπορούσαν μάλιστα να μας καλέσουν εκείνοι. Από την άλλη, είναι ξεκάθαρο ότι μια Γαλλία της Λεπέν (όπως και του Ολάντ άλλωστε) δεν θα είχε θέση σε μια τέτοια ένωση. Από αυτή την άποψη, είναι πολύ απλό.

Προσπάθησα να γράψω όσο πιο απλά γίνεται. Γι’ αυτό και θα το κλείσω εδώ, γιατί το απλό πρέπει να είναι και σύντομο. Κάθε φορά που γράφουμε ένα κείμενο, έχουμε στο μυαλό μας κάποιον στον οποίο μιλάμε. Στο μυαλό μου είχα όλους τους συντρόφους και τις συντρόφισσες που δεν ξέρουν πολύ καλά μια ξένη γλώσσα, ξέρουν όμως τέλεια τι σημαίνει να είμαστε σύντροφοι. Και σε όλα όσα είπα θέλω να προσθέσω κάτι ακόμη, ότι και παλαιότερα ξέραμε τι σημαίνει σύντροφος, ότι το δικό μας σχέδιο, η δική μας γεωγραφία, το δικό μας δίκτυο είναι παλαιότερα από το σχέδιο της ΕΕ και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την ΕΕ. Σε έναν τοίχο στην Ισπανία διάβαζα μια αφίσα στα γαλλικά. Έλεγε περίπου: «Είναι αλήθεια ότι έχουμε γνωρίσει περισσότερες νύχτες ήττας από πρωινά θριάμβου, όμως με τη δύναμη της υπομονής έχουμε πια κερδίσει το πολύτιμο δικαίωμα να ξαναρχίζουμε».

Ετικέτες