Στο Γκουαναχουάτο του Μεξικού, ακτιβίστριες παραβιάζουν νόμους για να βοηθήσουν γυναίκες να τερματίσουν ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες. Οι γυναίκες αυτές δεν είναι από το Μεξικό, το οποίο πέρσι αποποινικοποίησε την άμβλωση. Είναι από το Τέξας, όπου η άμβλωση απαγορεύτηκε πρακτικά τον περασμένο Σεπτέμβρη.
Και οι ακτιβίστριες ετοιμάζονται να βοηθήσουν ακόμα περισσότερες Αμερικάνες γυναίκες μέσα στο 2022, καθώς αναμένεται η ανατροπή της απόφασης του 1973 στην υπόθεση «Ρόου εναντίον Γουέιντ» από το Ανώτατο Δικαστήριο, κάτι που θα βάλει σε κίνδυνο την αναπαραγωγική ελευθερία δεκάδων εκατομμυρίων γυναικών στις ΗΠΑ.
Η απόφαση Ρόου ήταν μια εμβληματική νίκη για τα γυναικεία δικαιώματα, καθιστώντας την άμβλωση συνταγματικό δικαίωμα. Υπήρχαν όρια σε αυτή τη νίκη: Δεν καθιστούσε την άμβλωση απαραβίαστο δικαίωμα ούτε εξασφάλιζε την πρόσβαση στις υπηρεσίες άμβλωσης που θα επέτρεπαν στις γυναίκες να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα. Αλλά παρόλα αυτά αποτελούσε μια πολύ μεγάλη κατάκτηση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο κλήθηκε να επανεξετάσει την απόφαση Ρόου λόγω ενός νόμου της Πολιτείας του Μισισίπι που απαγορεύει τις εκτρώσεις μετά την 15η βδομάδα κύησης. Πριν διαμορφωθεί μια πλειοψηφία συντηρητικών αντιπάλων των αμβλώσεων στο Ανώτατο Δικαστήριο, τέτοιες δικαστικές αμφισβητήσεις στην απόφαση Ρόου συνήθως δεν έφταναν σε διαδικασία ακρόασης, κάτι που στην πράξη προστάτευε την απόφαση και το δικαίωμα στην άμβλωση. Με τη διαμόρφωση μιας συντηρητικής πλειοψηφίας, αυτό άλλαξε.
Υπάρχουν δύο πιθανές εκβάσεις από την απόφαση που θα βγει για τον νόμο της Πολιτείας Μισισίπι στα μέσα του 2022. Είτε θα δημιουργηθεί ένα νομικό προηγούμενο που θα περιορίσει την πρόσβαση στην άμβλωση στις πρώτες 15 βδομάδες και θα υποσκάπτει χωρίς να ανατρέπει πλήρως τις κατακτήσεις της απόφασης Ρόου, «θολώνοντας» το χρονικό σημείο στο οποίο θεωρείται ότι ισχύει ο παράγοντας της βιωσιμότητας του εμβρύου [εκτός μήτρας]. Είτε θα ανατραπεί πλήρως η απόφαση Ρόου, ανοίγοντας το δρόμο σε Πολιτείες να επιβάλουν ό,τι περιορισμούς θέλουν στα δικαιώματα στην άμβλωση. Με δεδομένη τη σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου, το δεύτερο είναι το πιθανότερο [το άρθρο γράφτηκε πριν τη διαρροή του σχεδίου απόφασης στο Politico, που επιβεβαιώνει τη δεύτερη εκδοχή].
Οι Ρεπουμπλικάνοι ετοιμάζονταν από καιρό για αυτή τη στιγμή, διαμορφώνοντας νομοσχέδια στην μία Πολιτεία μετά την άλλη, ώστε να ενεργοποιηθούν άμεσα στην περίπτωση που ανατραπεί η απόφαση Ρόου. Είκοσι έξι Πολιτείες αναμένεται να ενεργοποιήσουν τέτοιους νόμους. Το Ινστιτούτο Γκούτμαχερ εκτιμούσε το 2020 ότι η πλειοψηφία των Αμερικανών γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία ζουν σε Πολιτείες εχθρικές προς το δικαίωμα στην άμβλωση. Χωρίς την απόφαση Ρόου, περίπου 40 εκατομμύρια γυναίκες θα χάνουν πιθανότατα την πρόσβαση σε άμβλωση στην Πολιτεία που ζουν.
Είναι μια σοβαρή κλιμάκωση σε μια χώρα η οποία, λόγω του πολιτικού τοπίου και της ιστορίας της, είναι ακραία συντηρητική στο ζήτημα της άμβλωσης. Η αναπαραγωγική ελευθερία δεν αμφισβητείται σοβαρά στις περισσότερες σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες, όπως προκύπτει και από την πρόσφατη νομιμοποίηση των αμβλώσεων σε κάποιες από τις παραδοσιακά πιο Καθολικές χώρες του πλανήτη, όπως η Ιρλανδία, το Μεξικό και η Αργεντινή. Στην αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν κυρίως χώρες με καταπιεστικές κυβερνήσεις της σκληρής Δεξιάς, όπως αυτή της Ουγγαρίας. Γιατί αποτελούν οι ΗΠΑ μια τέτοια ανωμαλία σε αυτό το ζήτημα;
Οι ΗΠΑ είναι μια πιο χριστιανική χώρα -σχεδόν με κάθε μέτρο- από ό,τι ο υπόλοιπος πλούσιος δυτικός κόσμος. Το 2020, το Pew Research Centre εντόπισε ότι σχεδόν 2 στους 3 Αμερικάνους είναι Χριστιανοί, σε σύγκριση με το 44% στην Αυστραλία.
Αλλά δεν είναι απλά το ατομικό θρησκευτικό αίσθημα αυτό που διαμόρφωσε την αμερικανική πολιτική σκηνή. Η χώρα έχει ένα οργανωμένο, δεξιό, χριστιανικό πολιτικό κίνημα που αποτελεί μια σοβαρή δύναμη από μόνο του. Επηρεάζει τον ευρύτερο χριστιανικό πληθυσμό, που περιλαμβάνει λιγότερο πολιτικοποιημένους Χριστιανούς για τους οποίους η θρησκευτική ταύτιση είναι σημαντικότερη από την ταξική ή όποια άλλη ένταξη.
Το Τέξας είναι ένα παράδειγμα του πώς η Χριστιανική Δεξιά χρησιμοποίησε το μηχανισμό της για να αλλάξει τις πραγματικότητες που ισχύουν στην καθημερινότητα όσον αφορά την πρόσβαση στην άμβλωση και να κυριαρχήσει στη δημόσια πολιτική συζήτηση. Ο πληθυσμός του Τέξας είναι, όπως και ο ευρύτερος αμερικανικός πληθυσμός, διαιρεμένος όσον αφορά την άμβλωση. Στην πραγματικότητα, μια έρευνα του Φλεβάρη του 2021 έδειξε ότι το 37% των Τεξανών ήθελαν να φιλελευθεροποιηθεί περισσότερο η νομοθεσία για τις αμβλώσεις ενώ ένα 32% ήθελε περισσότερους περιορισμούς. Αλλά το Σεπτέμβρη, το Τέξας ψήφισε έναν νόμο «χτύπου καρδιάς», που ουσιαστικά απαγορεύει την άμβλωση μετά από 6 βδομάδες.
Πριν την ψήφιση του νόμου, τα «κέντρα εγκυμοσύνης» (κατά της άμβλωσης), που χρηματοδοτούνταν από χριστιανικές οργανώσεις ήταν ήδη σχεδόν 10πλάσια από τις κλινικές άμβλωσης στην Πολιτεία: 200 εναντίον 24. Οι χριστιανικές οργανώσεις είχαν εξασφαλίσει για χρόνια την παρουσία ακτιβιστών πλήρους απασχόλησης έξω από τις κλινικές, που παρενοχλούσαν τις γυναίκες και τις πίεζαν να πάνε σε ένα από τα κέντρα αντι-άμβλωσης που συχνά είχαν τοποθετηθεί στρατηγικά ακριβώς δίπλα από κάποια κλινική. Τα κέντρα αυτά έχουν επαρκή χρηματοδότηση για να παρέχουν σημαντικές υπηρεσίες –όπως υπέρηχους– δωρεάν.
Η παροχή δωρεάν ιατρικών υπηρεσιών μας δίνει μια αίσθηση της ικανότητας της Χριστιανικής Δεξιάς να ρίχνει οικονομικούς και άλλους πόρους στο κίνημα κατά των αμβλώσεων, αλλά αποτελεί μόνο ένα μικρό τμήμα της ευρύτερης προσπάθειας που καταβάλει. Η Χριστιανική Δεξιά αξιοποιεί επίσης το νομικό σύστημα προς όφελός της, καθώς ιδρύει δικές τις χριστιανικές νομικές σχολές όπου εκπαιδεύει στρατιές δικηγόρων έτοιμων να υπερασπιστούν τις θέσεις της σε όλη τη χώρα, πριονίζοντας την πρόσβαση στην άμβλωση με ρητό στόχο μια μέρα να ανατραπεί πλήρως η απόφαση Ρόου. Η Έιμι Κόνι Μπάρετ, που διορίστηκε από τον Τραμπ στο Ανώτατο Δικαστήριο και σήμερα εξετάζει την υπόθεση του νόμου του Μισισίπι, είναι παράγωγο μιας τέτοιας νομικής σχολής.
Εξίσου σημαντικό είναι ότι η Χριστιανική Δεξιά έχει μεγάλη πολιτική επιρροή. Η διαπλοκή μεταξύ Χριστιανικής Δεξιάς και Ρεπουμπλικανικού Κόμματος από τη δεκαετία του 1970 και μετά ήταν το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας συμβίωσης. Καταρχήν, οι συντηρητικές Χριστιανικές ηγεσίες επεδίωκαν να αποκτήσουν μεγαλύτερη πολιτική επιρροή ως αντίδραση στις κατακτήσεις των κοινωνικών κινημάτων. Εν τω μεταξύ, οι κομματικές διαχωριστικές γραμμές αναδιατάσσονταν καθώς το κέντρο βάρους της εκλογικής βάσης των Δημοκρατικών μετατοπιζόταν προς τα βόρεια και οι Ρεπουμπλικάνοι έβρισκαν ένα συντηρητικό ακροατήριο στον παραδοσιακά Δημοκρατικό Νότο.
Η συνεργασία επισφραγίστηκε όταν το κίνημα της «Ηθικής Πλειοψηφίας», του Ευαγγελιστή ηγέτη Τζέρι Φάλγουελ, συνέβαλε στην εκλογή του Ρόναλντ Ρίγκαν το 1980. Η ταυτότητα του «αναγεννημένου» [Χριστιανού] έγινε προϋπόθεση για να γίνει κάποιος υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις προεδρικές εκλογές και στη δεκαετία που ακολούθησε, η Χριστιανική Δεξιά απέκτησε τον έλεγχο του κόμματος σε πολλά μέρη της χώρας. Ως το 1994, έλεγχε ουσιαστικά το κόμμα σε 18 Πολιτείες και ασκούσε μεγάλη εσωκομματική επιρροή σε άλλες 14 –γεμίζοντας τα κομματικά όργανα και τα συνέδρια με θρησκευτικούς ακτιβιστές, ασκώντας συστηματικό λόμπινγκ και εξελισσόμενη σε μια μεγάλη πηγή χρηματοδότησης του κόμματος. Εκείνη τη χρονιά, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα κέρδισε την πλειοψηφία και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια, μια νίκη που σε σημαντικό βαθμό οφειλόταν στη χριστιανική (ιδιαίτερα την Ευαγγελική) ψήφο.
Πολλοί μη-θρησκευόμενοι δεξιοί είναι επίσης εχθρικοί στο δικαίωμα στην άμβλωση. Η πολιτική τους άποψη έτεινε να τους κάνει φυσικούς συμμάχους των θρησκευόμενων αντιπάλων της άμβλωσης. Απεχθάνονται τα προοδευτικά κοινωνικά κινήματα και τον αυξημένο ρόλο των γυναικών στη δημόσια ζωή εις βάρος των οικογενειών τους και κατ’ επέκταση του κοινωνικού ιστού. Στη δική τους ματιά, η σεξουαλική έκφραση των γυναικών πρέπει να περιορίζεται, εκτός αν έχει ως στόχο την αναπαραγωγή ή την ικανοποίηση των συζύγων τους. Θεωρούν την πειθαρχία, την ευθύνη και την τιμωρία ως κεντρικούς παράγοντες στη συντήρηση της κοινωνικής τάξης πραγμάτων και χρησιμοποιούν με ευχαρίστηση την κρατική εξουσία για να ελέγξουν στενά τις ζωές των ανθρώπων όταν αυτό ταιριάζει στη συντηρητική τους ατζέντα.
Αν και κυριαρχείται από άντρες, αυτός ο συντηρητισμός δεν είναι αποκλειστική υπόθεση των αντρών. Το 2021, το 43% των Αμερικανών γυναικών δήλωνε «υπέρ της ζωής» [όπως περιγράφονται οι πολέμιοι των αμβλώσεων] και μια έρευνα του Ζιάντ Μάνσον του 2008, εκτιμούσε ότι οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία στις ακτιβίστικες γραμμές του κινήματος κατά των αμβλώσεων.
Υποστηρίζοντας τον Τραμπ το 2016 και εξασφαλίζοντάς του το 81% της λευκής ευαγγελικής ψήφου, η Χριστιανική Δεξιά χτύπησε φλέβα. Ο Τραμπ έχρισε τον Ευαγγελιστή Μάικ Πενς ως αντιπρόεδρό του και διόρισε συντηρητικούς σε δικαστικά σώματα σε όλη τη χώρα. Αλλά πάνω απ’ όλα, ξεπλήρωσε το χρέος του στη Χριστιανική Δεξιά με τους 3 διορισμούς που έκανε στο Ανώτατο Δικαστήριο, που της έδωσαν την ευκαιρία να κάνει πράξη το όνειρο της ανατροπής της απόφασης Ρόου.
Το Δημοκρατικό Κόμμα θεωρείται ευρέως ως το κόμμα υπέρ της ελευθερίας επιλογής στις ΗΠΑ. Αλλά η χλιαρή υποστήριξη του κόμματος στο δικαίωμα στην άμβλωση αποτελεί σημαντικό λόγο που σήμερα απειλείται η αναπαραγωγική ελευθερία.
Η ταύτιση των θέσεων «υπέρ της επιλογής» και «υπέρ της ζωής» με το Δημοκρατικό και με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα αντίστοιχα είναι ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο. Και τα δύο κόμματα είχαν ιστορικά και υποψηφίους υπέρ της άμβλωσης και υποψήφιους κατά. Αυτό άλλαξε κατά την αναδιάταξη των δεκαετιών του 1960 και 1970 που κατέληξε τελικά στην ισχυρή υποστήριξη για τους Ρεπουμπλικάνους στο Νότο.
Σήμερα, το να είσαι υπέρ της ελευθερίας επιλογής και να είσαι ταυτόχρονα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι απίθανο. Αλλά οι επιλογές στο Δημοκρατικό Κόμμα είναι πιο ευέλικτες. Ιδιαίτερα στο Νότο, έχουν ένα ιδιαίτερο ιστορικό. Το 2019, ο Δημοκρατικός Τζον Σιμς από το Κεντάκι ψήφισε υπέρ ενός νομοσχεδίου «χτύπου καρδιάς» παρόμοιο με το τον νέο νόμο του Τέξας. Την ίδια χρονιά στη Λουϊζιάνα, ο «υπέρ της ζωής» Δημοκρατικός κυβερνήτης Τζον Μπελ Έντουαρντς υπέγραψε έναν παρόμοιο νόμο –που είχε προωθηθεί από έναν άλλο Δημοκρατικό, τον Τζον Μίλκοβιτς. Ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Τζο Μάντσιν από τη Δυτική Βιρτζίνια έχει περιγράψει τον εαυτό του ως «υπέρ της ζωής και περήφανος γι’ αυτό».
Στο Μισισίπι, ένας νόμος του 2007 που απαγορεύει τις αμβλώσεις σχεδόν σε κάθε περίπτωση θα ενεργοποιηθεί αν η Πολιτεία καταφέρει να ανατρέψει την απόφαση Ρόου. Δύο από τους νομοθέτες που έπαιξαν κομβικό ρόλο στη ψήφιση αυτού του νόμου ήταν Δημοκρατικοί και ένας από αυτούς έγινε αργότερα πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος στην Πολιτεία.
Ο Μπιλ Κλίντον έκανε δημοφιλές το σύνθημα ότι η άμβλωση πρέπει να είναι «ασφαλής, νόμιμη και σπάνια», κατά την προεκλογική του καμπάνια το 1992. Ήταν μια προσπάθεια να κατευνάσει τους συντηρητικούς ηθικολόγους που εναντιώνονταν στην αναπαραγωγική επιλογή, χωρίς να αποξενώνει τους φιλελεύθερους. Ο Νόμος Οικονομικά Προσβάσιμης Περίθαλψης του Ομπάμα –που χειροκροτήθηκε ως βελτίωση της υγείας των γυναικών– συνοδεύτηκε από μια εκτελεστική εντολή που επιβεβαίωνε την ισχύ της Τροπολογίας Χάιντ του 1976, η οποία απαγορεύει σχεδόν κάθε ομοσπονδιακή χρηματοδότηση στις αμβλώσεις φτωχών γυναικών.
Ο Μπάιντεν έχει μια αξιοσημείωτη κακή προϊστορία στο θέμα των αμβλώσεων: Τη δεκαετία του 1980, ψήφισε να επιτραπεί στις Πολιτείες να αμφισβητήσουν την απόφαση Ρόου και ενάντια στη συμπερίληψη χρηματοδότησης των αμβλώσεων στην υγειονομική περίθαλψη των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ έγραψε και κατέθεσε μια δική του τροπολογία για να απαγορεύσει την χρησιμοποίηση των χρημάτων της διεθνούς βοήθειας σε έρευνες για την άμβλωση. Η παρατεταμένη σιωπή του πάνω στο ζήτημα από όταν έγινε πρόεδρος ήταν τόσο ανησυχητική για τους υποστηρικτές των δικαιωμάτων άμβλωσης που κάποιες δημιούργησαν ένα σάιτ didbidensayabortionyet.org –το οποίο καταγράφει αν έχει αναφέρει έστω την λέξη «άμβλωση» από όταν εξελέγη (η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, περίπου 400 μέρες μετά την εκλογή του, είναι όχι).
Η κυβέρνηση θέλει, τουλάχιστον στα χαρτιά, να υπερασπιστεί την απόφαση Ρόου. Όμως η στρατηγική της δεν στηρίζεται σε μια καμπάνια υπεράσπισης της άμβλωσης που θα ασκούσε πίεση στο Ανώτατο Δικαστήριο και θα απειλούσε αν εξαπολύσει κοινωνικό χάος αν καταργηθεί το δικαίωμα, αλλά στην υπόσχεση ότι θα εγγυηθεί την πρόσβαση στην άμβλωση όπου το εκλογικό σώμα παραμένει Δημοκρατικό. Είναι ένα περίεργο είδος «υπεράσπισης» του δικαιώματος στην άμβλωση, το οποίο περιλαμβάνει την αποδοχή της ήττας τουλάχιστον στη μισή χώρα. Αλλά τουλάχιστον οι Δημοκρατικοί περιφρουρούν τα δικαιώματα άμβλωσης όπου έχουν την εξουσία να το κάνουν, σωστά; Όχι, αν πάρουμε υπόψη το παράδειγμα της Βιρτζίνια.
Η Βιρτζίνια είναι Πολιτεία «πεδίο μάχης». Μία από τις ελάχιστες στα νότια που η πλειοψηφία παίζεται οριακά ανάμεσα στα δύο κόμματα. Είχε Δημοκρατικό κυβερνήτη από το 2014 και μετά, αλλά εξελέγη ένας Ρεπουμπλικάνος στις αρχές του περασμένου Νοέμβρη. Στη διάρκεια αυτής της εκλογικής μάχης, οι Δημοκρατικοί υποσχέθηκαν ότι θα αποτελέσουν ένα «τσιμεντένιο τείχος» απέναντι σε νομοθεσία ενάντια στις αμβλώσεις. Αλλά στους πάνω από δύο μήνες που είχαν διαθέσιμους για να κατοχυρώσουν νομικά την πρόσβαση στην άμβλωση πριν αναλάβει κυβερνήτης ο «υπέρ της ζωής» Ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης και καθώς εκκρεμούσε η υπόθεση για την απόφαση Ρόου, δεν έκαναν τίποτα. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς, πήγαν διακοπές. «Το συζητήσαμε», είπε ο επικεφαλής της Δημοκρατικής πλειοψηφίας, Ρίτσαρντ Σάσλοου στους New York Times. «Αλλά πολλοί βρίσκονται εκτός πόλης».
Γιατί είναι τόσο ντροπαλό το Δημοκρατικό Κόμμα στο ζήτημα της άμβλωσης; Γιατί δεν θέλει να εγκαταλείψει την προσπάθεια απεύθυνσης σε συντηρητικούς ψηφοφόρους και διεκδίκησης τμημάτων του Νότου σε δεξιά βάση. Το αποτέλεσμα είναι ότι η επιθετική Χριστιανική Δεξιά και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα μπορούν να καθορίζουν τους όρους της συζήτησης και να διαβρώνουν τα αναπαραγωγικά δικαιώματα.
Και καθώς μεγάλο τμήμα του κινήματος υπέρ της επιλογής είναι προσανατολισμένο στους Δημοκρατικούς, η προσέγγισή του τείνει να είναι καταστροφικά αμυντική. Όπως έγραψε η Κάθα Πόλιτ στο βιβλίο του 2014 «Pro: Reclaiming Abortion Rights»:
«Για πάρα πολύ καιρό το κίνημα υπέρ της ελευθερίας επιλογής ήταν είτε εφησυχασμένο είτε αμυντικό. Στηριζόταν σε σπουδαίους δικηγόρους και συμπαθούντες δικαστές, την ώρα που οι αντίπαλοι των εκτρώσεων έχτιζαν ένα κίνημα από τα κάτω και καταλάμβαναν πολιτικές θέσεις, από τις τοπικές επιτροπές κατοίκων και τα σχολικά συμβούλια ως και τα ίδια τα νομοθετικά σώματα. Πουλήθηκε πολύ φτηνά στο Δημοκρατικό Κόμμα, ακόμα κι ενώ οι Δημοκρατικοί επεδίωκαν να κατεβάζουν υποψηφιότητες κατά των αμβλώσεων και κατά του φεμινισμού για να κερδίσουν σε συντηρητικές εκλογικές περιφέρειες. Άφησε την κυρίως λευκή ηγεσία του να παραμείνει στη θέση της καθώς γερνούσε, η οποία συνέχισε να ακολουθεί την απαρχαιωμένη στρατηγική εστίασης στους διαδρόμους της Ουάσινγκτον και μετά αναρωτιόταν γιατί οι νέες γυναίκες και οι εργαζόμενες έγχρωμες γυναίκες δεν συνδέονταν με τις οργανώσεις τους».
Οι ΗΠΑ έχουν απεγνωσμένη ανάγκη από μια καθόλου «απολογητική» υπεράσπιση των δικαιωμάτων στην άμβλωση, προσανατολισμένη στην ακτιβιστική δράση προκειμένου να σταθεί ως αντάξιος αντίπαλος της αποφασιστικότητας και της οργανωτικότητας που έχει επιδείξει η Δεξιά. Οι εχθροί των αμβλώσεων έχουν χτίσει ένα επιθετικό κίνημα από τα κάτω ενώ μεγάλο μέρος του στρατοπέδου υπέρ της επιλογής εναπόθεσε τις ελπίδες του στους Δημοκρατικούς. Ακόμα και σε μέρη όπως το Τέξας, οι στατιστικές δείχνουν ότι υπάρχει ένα σημαντικό τμήμα –πράγματι, μερικές φορές πλειοψηφικό– της κοινής γνώμης που περιμένει να κινητοποιηθεί από τις ακτιβίστριες υπέρ του δικαιώματος στην άμβλωση. Αλλά χωρίς ένα κίνημα που να μπορεί να ενθαρρύνει τους υποστηρικτές του και να τους δώσει την αυτοπεποίθηση να αγωνιστούν, αυτό το συναίσθημα δεν κάνει κάποια σημαντική διαφορά. Η πλειοψηφία των αμερικανών γυναικών αντιμετωπίζουν άμεση την απειλή να χάσουν την αναπαραγωγική τους ελευθερία. Τα επίδικα ποτέ δεν ήταν μεγαλύτερα.