Τουλάχιστον στο μεσοπόλεμο, στην αναμέτρηση αριστερών και φασιστών, πάντα επικράτησαν οι φασίστες. Και δυστυχώς, συνήθως αμαχητί. Όμως, υπήρξε μια και μοναδική φωτεινή εξαίρεση. Εκείνη του Γκουίντο Πιτσέλλι. Του εντελώς ξεχασμένου Ιταλού επαναστάτη που, πρώτος αυτός και πολλά χρόνια πριν από κάθε άλλο, κατάλαβε τι θέλει, τι είναι και πώς πολεμιέται ο φασισμός. Του Γκουίντο Πιτσέλλι που κατατρόπωνε τους φασίστες όταν και όπου τους έβρισκε στο δρόμο του. Είτε στην Πάρμα των οδοφραγμάτων, το 1922. Είτε στην Ισπανία του εμφυλίου, το 1937. Ποιος ήταν λοιπόν και τι έκανε ο άνθρωπος που νικούσε τους φασίστες;…

Ει­κό­να πρώτη: Αρχές Αυ­γού­στου 1922 στην Πάρμα, τη μόνη με­γά­λη ιτα­λι­κή πόλη που επι­μέ­νει να αντι­στέ­κε­ται στους τρα­μπού­κους του Μου­σο­λί­νι, που οδεύ­ει προς την εξου­σία. Η γε­νι­κή απερ­γία που κη­ρύσ­σε­ται μετά από την αι­μα­τη­ρή επί­θε­ση των φα­σι­στών στη Ρα­βέ­να, τερ­μα­τί­ζε­ται άδοξα από τις συν­δι­κα­λι­στι­κές γρα­φειο­κρα­τί­ες πριν καν αυτή αρ­χί­σει. Όμως, οι ερ­γα­ζό­με­νοι και ο λαός της Πάρμα δεν υπα­κού­ουν και απερ­γούν. Ο Μου­σο­λί­νι ανα­θέ­τει στο δεξί του χέρι, τον Ίταλο Μπάλ­μπο, την απο­στο­λή να συ­ντρί­ψει τους ανυ­πό­τα­κτους της Πάρμα. Του­λά­χι­στον 10.000-15.000 ένο­πλοι φα­σί­στες από όλη τη βό­ρεια και κε­ντρι­κή Ιτα­λία συρ­ρέ­ουν στις ει­σό­δους της πόλης έτοι­μοι για την τε­λι­κή έφοδο και το λου­τρό αί­μα­τος που υπό­σχο­νται στους υπε­ρα­σπι­στές της.

 

Μέσα στην Πάρμα, ο Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι ορ­γα­νώ­νει την άμυνα, ανα­θέ­τει σαφή κα­θή­κο­ντα στον κα­θέ­να και στην κα­θε­μία, και εφαρ­μό­ζει ένα πρω­τό­γνω­ρο λε­πτο­με­ρές σχέ­διο αντάρ­τι­κου πόλης, με αλ­λε­πάλ­λη­λες σει­ρές τά­φρων, χα­ρα­κω­μά­των, οδο­φραγ­μά­των φτιαγ­μέ­νων με κάθε λογής υλικά, ηλε­κτρο­φό­ρων κα­λω­δί­ων, συρ­μα­το­πλεγ­μά­των, ακόμα και αυ­το­σχέ­διων ναρ­κο­πε­δί­ων, που υπε­ρα­σπί­ζε­ται η φτω­χο­λο­γιά και ο ερ­γα­τι­κός πλη­θυ­σμός της πόλης υπό την κα­θο­δή­γη­ση των 400 ενό­πλων Arditi del Popolo, των βε­τε­ρά­νων του Πρώ­του πα­γκό­σμιου πο­λέ­μου, που ετοι­μά­ζει για τη σύ­γκρου­ση εδώ και 14 μήνες! Όσοι έχουν όπλα πυ­ρο­βο­λούν ή ρί­χνουν χει­ρο­βομ­βί­δες. Οι υπό­λοι­ποι, γέροι, νέοι, παι­διά και κυ­ρί­ως γυ­ναί­κες, αντι­στέ­κο­νται με αξί­νες, λο­στά­ρια, κα­δρό­νια, πέ­τρες, τού­βλα, καυτό λάδι και...βι­τριό­λι.

Με την ανοχή του στρα­τού και της χω­ρο­φυ­λα­κής, οι φα­σί­στες επι­τί­θε­νται κατά κύ­μα­τα επί 5 μέρες, αλλά απο­κρού­ο­νται συ­νε­χώς αφή­νο­ντας πίσω τους δε­κά­δες νε­κρούς και τραυ­μα­τί­ες. Και ενώ ο ανή­συ­χος Μπάλ­μπο προ­λα­βαί­νει να ξορ­κί­σει το κακό γρά­φο­ντας στο ημε­ρο­λό­γιο του “Αν ο Πι­τσέλ­λι κα­τορ­θώ­σει να νι­κή­σει, οι ανα­τρε­πτι­κοί όλης της Ιτα­λί­ας θα ξα­να­ση­κώ­σουν κε­φά­λι”, οι φα­σί­στες οπι­σθο­χω­ρούν άτα­κτα, δια­λύ­ο­νται και οι ηγέ­τες τους απο­φα­σί­ζουν να τερ­μα­τί­σουν την εκ­στρα­τεία τους, απο­δε­χό­με­νοι τη δεινή ήττα και την τα­πεί­νω­ση τους. Όμως, μά­ταια ο Πι­τσέλ­λι καλεί απε­γνω­σμέ­να τις ηγε­σί­ες των σο­σια­λι­στών, των κομ­μου­νι­στών και των συν­δι­κά­των να επω­φε­λη­θούν από τη νίκη των αντι­φα­σι­στών στην Πάρμα και να γε­νι­κεύ­σουν το πα­ρά­δειγ­μά των γεν­ναί­ων υπε­ρα­σπι­στών της σε όλη την Ιτα­λία. Όλοι τους κω­φεύ­ουν στις εκ­κλή­σεις του και του γυρ­νούν την πλάτη. Τρεις μήνες αρ­γό­τε­ρα, ο Μου­σο­λί­νι γί­νε­ται πρω­θυ­πουρ­γός, ο φα­σι­σμός γί­νε­ται για πρώτη φορά εξου­σία και αρ­χί­ζει να εμπνέ­ει πλή­θος μι­μη­τών του σε όλη την Ευ­ρώ­πη, με πρώτο και χει­ρό­τε­ρο έναν κά­ποιο Αδόλ­φο Χί­τλερ. Η τρα­γι­κή συ­νέ­χεια είναι γνω­στή...και αλί­μο­νο, δεν έχει ακόμα τερ­μα­τι­στεί μετά από έναν ολά­κε­ρο αιώνα!

Ει­κό­να δεύ­τε­ρη: Ισπα­νία, πρώ­τες μέρες του Γε­νά­ρη 1937, στο χωριό Μι­ρα­μπου­έ­να της επαρ­χί­ας της Γκουα­ντα­λα­χά­ρα. Ο Πι­τσέλ­λι ανα­λαμ­βά­νει μόνο για μία μέρα(!) τη διοί­κη­ση του τάγ­μα­τος “Γκα­ρι­μπάλ­ντι” των Ιτα­λών διε­θνο­τα­ξιαρ­χι­τών, και πε­τυ­χαί­νει τη μο­να­δι­κή νίκη των αντι­φα­σι­στών στο αμυ­ντι­κό μέ­τω­πο της Μα­δρί­της: με το πι­στό­λι στο χέρι και επι­κε­φα­λής των Ιτα­λών αντι­φα­σι­στών του, εξα­πο­λύ­ει κε­ραυ­νο­βό­λα επί­θε­ση, δια­σπά τις φα­σι­στι­κές γραμ­μές, μπαί­νει στο στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας Μι­ρα­μπου­έ­να, πιά­νει εκα­το­ντά­δες αιχ­μα­λώ­τους και απε­λευ­θε­ρώ­νει με­γά­λο τμήμα του αυ­το­κι­νη­τό­δρο­μου που συν­δέ­ει τη Μα­δρί­τη με τη Σα­ρα­γό­σα. Όμως, τρεις μέρες αρ­γό­τε­ρα, στις 5 του Γε­νά­ρη 1937, και ενώ ηγεί­ται μιας εκ­κα­θα­ρι­στι­κής επι­χεί­ρη­σης ενά­ντια στις τε­λευ­ταί­ες εστί­ες αντί­στα­σης των Φραν­κι­στών στην πε­ριο­χή, ο Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι πέ­φτει νε­κρός από μια σφαί­ρα που τον βρί­σκει... πι­σώ­πλα­τα. Μια σφαί­ρα από όπλο που δεν ανή­κει στους φα­σί­στες του Φράν­κο. Στο νεκρό Πι­τσέλ­λι γί­νο­νται τρεις κρα­τι­κές κη­δεί­ες στη Μα­δρί­τη, στη Βα­λέν­θια και στη Βαρ­κε­λώ­νη. Στην τε­λευ­ταία, σύμ­φω­να με τις εφη­με­ρί­δες της επο­χής, με­τέ­χουν 100.000 πο­λί­τες που χαι­ρε­τούν το φέ­ρε­τρο με υψω­μέ­νη τη γρο­θιά…

Ο Πι­τσέλ­λι και το “Ενιαίο Αντι­φα­σι­στι­κό Μέ­τω­πο” του

Η με­γα­λο­σύ­νη αλλά και η τρα­γω­δία Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι συ­νί­στα­νται στο γε­γο­νός ότι, του­λά­χι­στον στα πρώτα χρό­νια της δε­κα­ε­τί­ας του 1920, βρέ­θη­κε να πο­λε­μά ου­σια­στι­κά ολο­μό­να­χος τον ανερ­χό­με­νο θριαμ­βεύ­ο­ντα φα­σι­σμό. Η βα­θύ­τε­ρη αιτία αυτής της πο­λι­τι­κής μο­να­ξιάς του ήταν ότι σχε­δόν κα­νείς, στην Ιτα­λία αλλά και σε όλο το κόσμο, δεν κα­τόρ­θω­νε να κα­τα­νο­ή­σει τι ακρι­βώς ήταν, τι επι­δί­ω­κε και ποια θα­νά­σι­μη απει­λή για το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα αντι­προ­σώ­πευε αυτό το εντε­λώς νέο πο­λι­τι­κό “φρού­το” που ήταν τότε ο φα­σι­σμός και το κί­νη­μά του. Έτσι, το μεν Σο­σια­λι­στι­κό κόμμα της Ιτα­λί­ας, μό­νι­μα δέ­σμιο των ρε­φορ­μι­στι­κών αυ­τα­πα­τών του, είχε την φα­ει­νή ιδέα να λύσει το πρό­βλη­μα υπο­γρά­φο­ντας, ... Σύμ­φω­νο Ει­ρή­νευ­σης με τον Μου­σο­λί­νι το 1921 (!). Το δε Κομ­μου­νι­στι­κό κόμμα, που μόλις τότε είχε δη­μιουρ­γη­θεί, προ­τι­μού­σε να αφο­ρί­ζει τον “μι­κρο­α­στι­σμό” εκεί­νων που έκρουαν τον κώ­δω­να του κιν­δύ­νου και πο­λε­μού­σαν τους φα­σί­στες, επι­λέ­γο­ντας την μα­κά­ρια απο­μό­νω­ση και τον ακραίο αρι­στε­ρι­σμό του τότε ηγέτη του Αμα­ντέο Μπορ­ντί­γκα. Η φυ­σιο­λο­γι­κή κα­τά­λη­ξη των εγκλη­μα­τι­κών πο­λι­τι­κών τόσο του Σο­σια­λι­στι­κού όσο και του Κομ­μου­νι­στι­κού κόμ­μα­τος ήταν ότι και τα δύο δια­χώ­ρι­σαν πλή­ρως τη θέση τους και έφτα­σαν ...να κα­ταγ­γεί­λουν τη λαϊκή αντι­φα­σι­στι­κή πο­λι­το­φυ­λα­κή που έτει­νε να γίνει το κί­νη­μα των Arditi del Popolo (Γεν­ναί­οι του Λαού), που -αντί­θε­τα- για τον Πι­τσέλ­λι δεν ήταν παρά η μαγιά του “Κόκ­κι­νου Επα­να­στα­τι­κού Στρα­τού” που ο ίδιος ευαγ­γε­λι­ζό­ταν επει­δή αυτό απαι­τού­σαν τότε οι ανά­γκες της αντι­φα­σι­στι­κής πάλης και του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος.

Η τε­ρά­στια ιστο­ρι­κών δια­στά­σε­ων συμ­βο­λή του Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι στη θε­ω­ρία και στη πράξη του αντι­φα­σι­σμού έγκει­ται λοι­πόν στο γε­γο­νός ότι κα­τά­λα­βε πριν από όλους τι ήταν και τι επι­δί­ω­κε ο μου­σο­λι­νι­κός φα­σι­σμός. Δη­λα­δή, ότι είχε για λόγο ύπαρ­ξης και συ­νά­μα μο­να­δι­κό πρό­γραμ­μα του την κα­τα­στρο­φή -με την άσκη­ση της πιο ακραί­ας βίας- όλων, χωρίς την πα­ρα­μι­κρή εξαί­ρε­ση, των ορ­γα­νώ­σε­ων των ερ­γα­ζο­μέ­νων, με στόχο την εξα­το­μί­κευ­ση τους ώστε να μην έχουν πια καμιά δυ­να­τό­τη­τα αντί­στα­σης απέ­να­ντι στην ερ­γο­δο­σία και στο αστι­κό Κρά­τος. Να λοι­πόν τι έγρα­φε για όλα αυτά ήδη πριν τις ιστο­ρι­κές “ημέ­ρες της Πάρ­μας”:

«Ο φα­σι­σμός, πα­ρό­λο που πολ­λοί τον έχουν πι­στέ­ψει, δεν έχει ούτε πνευ­μα­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο ούτε πρό­γραμ­μα. Ο ίδιος ο Μου­σο­λί­νι, ο αρ­χη­γός των τρα­μπού­κων, πα­ρα­δέ­χτη­κε σε ένα άρθρο στην « Popolo d’Italia » της 23ης Μαρ­τί­ου 1921, ότι ο φα­σι­σμός « δεν είναι ένα κόμμα, είναι ένα κί­νη­μα ». Μο­να­δι­κός στό­χος του είναι λοι­πόν να υπε­ρα­σπι­στεί υλικά συμ­φέ­ρο­ντα:Τα κα­λο­ταϊ­σμέ­να στο­μά­χια των αστών, τα γε­μά­τα πορ­το­φό­λια τους και όλα αυτά που κλέ­ψα­νε από τον ερ­γα­ζό­με­νο, από το φτωχό.

Όμως, αυτός έχει μια μέ­θο­δο : την τυφλή, ωμή και βάρ­βα­ρη βία. Που την χρη­σι­μο­ποιεί ενά­ντια στις προ­λε­τα­ρια­κές ορ­γα­νώ­σεις, ενά­ντια στα ανα­τρε­πτι­κά κόμ­μα­τα με μόνο στόχο να υπο­τά­ξει τους ερ­γα­ζό­με­νους στη βού­λη­ση των ερ­γο­δο­τών, να αυ­ξή­σει τις ώρες ερ­γα­σί­ας και να μειώ­σει τους μι­σθούς, να κα­τα­στρέ­ψει τις συλ­λο­γι­κές συμ­βά­σεις και να γυ­ρί­σει πίσω στο με­σαιω­νι­κό σύ­στη­μα της προ­σφο­ράς και της ζή­τη­σης και να με­τα­τρέ­ψει και πάλι τον αγρό­τη σε ζώο και τον ερ­γά­τη σε σκλά­βο”.

Έχο­ντας κα­τα­λά­βει ότι οι ορδές των φα­σι­στών τρα­μπού­κων του Μου­σο­λί­νι δεν έκα­ναν δια­κρί­σεις με­τα­ξύ κόκ­κι­νων (κομ­μου­νι­στι­κών), λευ­κών (κα­θο­λι­κών) και ροζ (σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών και ρε­που­μπλι­κα­νι­κών) πο­λι­τι­κών, συν­δι­κα­λι­στι­κών, πο­λι­τι­στι­κών και άλλων ορ­γα­νώ­σε­ων των ερ­γα­ζο­μέ­νων της πόλης και της υπαί­θρου, ο Πι­τσέλ­λι έβγα­λε το μόνο δυ­να­τό πο­λι­τι­κό συ­μπέ­ρα­σμα: Ενό­τη­τα των ερ­γα­ζο­μέ­νων και των θυ­μά­των του φα­σι­σμού, πέρα από κομ­μα­τι­κές και άλλες δια­φο­ρές! Δη­λα­δή, αυτό που ο ίδιος απο­κά­λε­σε “Προ­λε­τα­ρια­κό Ενιαίο Μέ­τω­πο”! Ας τον ακού­σου­με λοι­πόν και για ένα πρό­σθε­το λόγο: επει­δή αυτά που λέει είναι όχι μόνο επί­και­ρα αλλά και πάντα ζη­τού­με­να και στη ση­με­ρι­νή αρι­στε­ρά όλων των απο­χρώ­σε­ων:

« Στο ενιαίο μέ­τω­πο της αστι­κής τάξης πρέ­πει να αντι­πα­ρα­τά­ξου­με εκεί­νο του προ­λε­τα­ριά­του. Μόνο με την ενό­τη­τα μπο­ρού­με να υπε­ρι­σχύ­σου­με, καθώς είναι προ­φα­νές ότι εμείς εί­μα­στε μια δύ­να­μη, δύ­να­μη που δεν υπε­ρι­σχύ­ει σή­με­ρα επει­δή είναι διαι­ρε­μέ­νη σε πάρα πολ­λές συλ­λο­γι­κό­τη­τες που δια­φω­νούν με­τα­ξύ τους.

Όμως, αυτή κα­θαυ­τή η ενό­τη­τα δεν επι­τυγ­χά­νε­ται βέ­βαια στο πο­λι­τι­κό πεδίο.Ούτε μπο­ρού­με να πε­ρι­μέ­νου­με από κά­ποιον που ακο­λου­θεί συ­γκε­κρι­μέ­νη το­πο­θέ­τη­ση, να εγκα­τα­λεί­ψει τις δικές του ιδέες. Ας μεί­νει ο κα­θέ­νας όπως είναι, πι­στός στις δικές του αρχές.

(…) Η αστι­κή τάξη δεν δι­χά­ζε­ται και δεν συ­ζη­τά­ει, σκο­τώ­νει χωρίς οίκτο.

Ο φα­σι­σμός έχει για πρώτη εντο­λή : να σκο­τώ­νει.

Για αυτό επι­βάλ­λε­ται να αφή­σου­με προς το παρόν τις κρι­τι­κές και τις πο­λε­μι­κές που δεν κα­τα­λή­γουν που­θε­νά, να ξε­χά­σου­με τις πα­λιές εμπά­θειες, να κα­τε­βού­με στο κοινό έδα­φος της άμυ­νας και να δρά­σου­με.

Οι πο­λε­μι­κές μας δι­χά­ζουν, όμως η κοινή υπό­θε­ση μας ενώ­νει.

Ερ­γα­ζό­με­νοι της γης και των ερ­γα­στή­ριων, εσείς που υπο­φέ­ρε­τε και σας κυ­νη­γούν, συμ­φω­νεί­στε και ενω­θεί­τε για τον υπέρ­τα­το αγώνα ! (…)

Δύ­να­μη μας η ενό­τη­τα !

Εκεί­νοι που κρα­τά­νε σή­με­ρα διαι­ρε­μέ­νες τις μάζες είναι αν­θρω­πά­κια, που θέ­λουν να ανα­δει­χτούν για να απο­κτή­σουν το κύρος που δεν έχουν. Είναι εγω­ϊ­στές και και­ρο­σκό­ποι, που υπο­τάσ­σουν στα προ­σω­πι­κά τους συμ­φέ­ρο­ντα εκεί­να της συλ­λο­γι­κό­τη­τας. Παί­ζουν το παι­χνί­δι των αντι­πά­λων και είναι προ­δό­τες.

Η σω­τη­ρία του προ­λε­τα­ριά­του γί­νε­ται μόνο με την αξιο­ποί­η­ση των δικών του πραγ­μα­τι­κών δυ­νά­με­ων, με την ενό­τη­τα.

(…) Στις ιδιω­τι­κές και στις δη­μό­σιες συ­να­ντή­σεις, στα συμ­βού­λια, στα συ­νέ­δρια, στα δη­μο­σιεύ­μα­τα, πρέ­πει να ζη­τά­με την ενό­τη­τα πάσει θυσία. Αύριο μπο­ρεί να είναι πολύ αργά. Εκεί­νοι που έχουν θέ­σεις στις ορ­γα­νώ­σεις και που εξαι­τί­ας βλα­βε­ρών όσο και βλα­κω­δών σε­χτα­ρι­σμών εμπο­δί­ζουν την ενό­τη­τα του προ­λε­τα­ριά­του, πρέ­πει να αντι­κα­στα­θούν. Πρέ­πει να φύ­γουν και να κα­τέ­βουν στη βάση ως απλοί αγω­νι­στές. Φτά­νει πια με τα προ­σω­πι­κά. Η αντί­δρα­ση μαί­νε­ται, και πα­ντού πε­θαί­νου­με».

 

Όμως, ο Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι δεν αρ­κέ­στη­κε να ανα­λύ­σει σωστά, πρώ­τος αυτός, τη φύση και τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του τότε πρω­τό­γνω­ρου φα­σι­στι­κού « φαι­νο­μέ­νου ». Έκανε και κάτι πα­ρα­πά­νω : έσπευ­σε να εφαρ­μό­σει και να κάνει πράξη τα θε­ω­ρη­τι­κά του συ­μπε­ρά­σμα­τα, καθώς μά­λι­στα δεν υπήρ­χε το πα­ρα­μι­κρό πε­ρι­θώ­ριο για χρο­νο­τρι­βές. Έτσι, έδωσε σάρκα και οστά στο « Προ­λε­τα­ρια­κό Ενιαίο Μέ­τω­πο » του ορί­ζο­ντας σαν δεξί του χέρι τον αναρ­χι­κό σι­δη­ρο­δρο­μι­κό και υπο­διοι­κη­τή των Arditi del Popolo Αντό­νιο Τσιέ­ρι (Antonio Cieri) που απο­δεί­χθη­κε και αυτός στρα­τιω­τι­κή ιδιο­φυία τόσο στις « ημέ­ρες της Πάρ­μας », όσο και 15 χρό­νια αρ­γό­τε­ρα, στον ισπα­νι­κό εμ­φύ­λιο όπου έχασε και αυτός τη ζωή του.

Και όχι μόνο τον Τσιέ­ρι και τους αναρ­χι­κούς συ­ντρό­φους του. Ο Πι­τσέλ­λι προ­λεί­α­νε το έδα­φος και έκανε τα πάντα για να βρουν τη θέση τους στην πρώτη γραμ­μή του « Ενιαί­ου Με­τώ­που» του αγω­νι­στές του Σο­σια­λι­στι­κού, του Ρε­που­μπλι­κα­νι­κού και του Κομ­μου­νι­στι­κού κόμ­μα­τος καθώς ακόμα και Κα­θο­λι­κοί του Λαϊ­κού κόμ­μα­τος, δη­λα­δή της μεταπο­λε­μι­κής Χρι­στια­νο­δη­μο­κρα­τί­ας! Μά­λι­στα, πολ­λοί από αυ­τούς έπε­σαν ηρω­ϊ­κά μα­χό­με­νοι στα οδο­φράγ­μα­τα, όπως π.χ. ο Κα­θο­λι­κός δη­μο­τι­κός σύμ­βου­λος της Πάρμα Ου­λί­σε Κο­ρά­τσα...

Για να κα­τα­νο­ή­σου­με κα­λύ­τε­ρα την ιστο­ρι­κών δια­στά­σε­ων ση­μα­σία της εφαρ­μο­γής στην πράξη του « Ενιαί­ου Με­τώ­που » από τον Πι­τσέλ­λι, αρκεί να θυ­μη­θού­με ένα αδιαμ­φι­σβή­τη­το γε­γο­νός, οι συ­νέ­πειες του οποί­ου εξα­κο­λου­θούν να μας επη­ρε­ά­ζουν : ότι ακρι­βώς επει­δή τόσο οι Γερ­μα­νοί Σο­σια­λι­στές όσο και οι Κομ­μου­νι­στές αρ­νή­θη­καν να δη­μιουρ­γή­σουν το δικό τους ενιαίο αντι­να­ζι­στι­κό μέ­τω­πο, ήλθε στην εξου­σία ο Χί­τλερ με τρα­γι­κό επα­κό­λου­θο το Δεύ­τε­ρο Πα­γκό­σμιο Μα­κε­λειό, το Ολο­καύ­τω­μα και ίσως ακόμα και τη συ­νε­χι­ζό­με­νη μέχρι σή­με­ρα αδυ­να­μία της γερ­μα­νι­κής ερ­γα­τι­κής τάξης να ξε­πε­ρά­σει την ιστο­ρι­κή της ήττα του 1933, για να ανα­συ­ντα­χθεί και να διεκ­δι­κή­σει τα δί­καια της.

Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, την πε­ρί­ο­δο που ο Πι­τσέλ­λι έκανε πράξη το « ενιαίο μέ­τω­πο » στην Πάρμα, υπήρ­χε μόνον ένας άλλος κομ­μου­νι­στής ηγέ­της που πρό­τει­νε το ίδιο στη χώρα του. Αυτός ήταν ο στε­νό­τε­ρος σύ­ντρο­φος της Ρόζας Λού­ξε­μπουργκ και (εφή­με­ρος) πρώ­τος γε­νι­κός γραμ­μα­τέ­ας (1919-1921) του Γερ­μα­νι­κού Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος (KPD) Πάουλ Λέβι (Paul Levi).(1) Όμως, όπως ο Πι­τσέλ­λι, έτσι και ο Λέβι δεν είχε την υπο­στή­ρι­ξη ούτε του κόμ­μα­τος του, ούτε ακόμα και της Τρί­της Διε­θνούς που αρ­νή­θη­κε να ρίξει το (τε­ρά­στιο) βάρος της κατά των Ιτα­λών και Γερ­μα­νών σε­χτα­ρι­στών και ακραί­ων αρι­στε­ρι­στών και υπέρ των δύο ιδιο­φυών αλλά μο­να­χι­κών υπο­στη­ρι­κτών του « ενιαί­ου αντι­φα­σι­στι­κού με­τώ­που». Στην πε­ρί­πτω­ση του Πάουλ Λέβι, το απο­τέ­λε­σμα ήταν επί­σης τρα­γι­κό: Αλ­λε­πάλ­λη­λες ήττες και “χα­μέ­νες ευ­και­ρί­ες” που είδαν το KPD νά κάνει κάθε φορά το δια­με­τρι­κά αντί­θε­το από εκεί­νο που επι­βαλ­λό­ταν να κάνει. Δη­λα­δή, εξε­γέρ­σεις που έμοια­ζαν με πρα­ξι­κο­πή­μα­τα όταν οι συν­θή­κες δεν το επέ­τρε­παν (1921), και άρ­νη­ση να κάνει την τε­λι­κή έφοδο στην εξου­σία όταν οι συν­θή­κες το επέ­βα­λαν (1923)…

Απέ­με­νε στον Πι­τσέλ­λι να βγά­λει το τε­λευ­ταίο συ­μπέ­ρα­σμα της ανά­λυ­σης του για το φα­σι­σμό, εκεί­νο που αφορά τις πρα­κτι­κές και τα μέσα με τα οποία πο­λε­μιέ­ται η φαιά πα­νού­κλα. Με δε­δο­μέ­να τα γε­γο­νό­τα που ακο­λού­θη­σαν και τις εμπει­ρί­ες που απο­κτή­θη­καν στη Γερ­μα­νία, στην Ισπα­νία και αλλού, και μά­λι­στα μέχρι τις μέρες μας, η οξυ­δέρ­κεια και το κα­θα­ρό μυαλό του Πι­τσέλ­λι εντυ­πω­σιά­ζουν για μια ακόμα φορά. Ας τον ακού­σου­με:

(..) Ο φα­σι­σμός πο­λε­μιέ­ται μόνο με την άμεση δράση και στις πλα­τεί­ες, επει­δή δεν είναι παρά η λο­γι­κή συ­νέ­πεια της τα­ξι­κής πάλης, που παίρ­νο­ντας βίαιη μορφή με­τα­τρέ­πε­ται σε τα­ξι­κό πό­λε­μο.

Όταν εμ­φα­νί­στη­κε ο φα­σι­σμός, οι αφε­λείς και οι κα­κό­πι­στοι είπαν στις μάζες : μην κι­νη­θεί­τε, είναι ένα πα­ρο­δι­κό φαι­νό­με­νο, μια κα­ται­γί­δα που περ­νά­ει. Οι μάζες υπά­κου­σαν και έμει­ναν ακί­νη­τες, και έτσι η αστι­κή τάξη μπό­ρε­σε να συ­νε­χί­σει την ένο­πλη κι­νη­το­ποί­η­ση των δυ­νά­με­ων της. Ο φα­σι­σμός κή­ρυ­ξε τον πό­λε­μο και μη βρί­σκο­ντας εμπό­δια, προ­χώ­ρη­σε στις θέ­σεις μας κα­τα­κτώ­ντας και κα­τα­στρέ­φο­ντας.

Όσο πε­ρισ­σό­τε­ρο το προ­λε­τα­ριά­το πα­ρέ­με­νε ακί­νη­το, όσο πε­ρισ­σό­τε­ρο έδει­χνε δια­τε­θει­μέ­νο να υπο­στεί τα πάντα υπο­φέ­ρο­ντας με στω­ι­κή εγκαρ­τέ­ρη­ση, τόσο πε­ρισ­σό­τε­ρο υπό­κυ­πτε και τόσο πε­ρισ­σό­τε­ρο η αντί­δρα­ση λυσ­σο­μα­νού­σε. Τα λο­στά­ρια και τα ρό­πα­λα δεν έχουν εν­δοια­σμούς. Σκο­τώ­νουν συ­νέ­χεια.

Σή­με­ρα με­τρά­με τις φο­βε­ρές συ­νέ­πειες των λαθών που διέ­πρα­ξαν οι αφε­λείς και εκεί­νοι, που με τέ­λεια κα­κο­πι­στία, συ­νέ­βα­λαν να δη­μιουρ­γη­θεί στην Ιτα­λία μια αφό­ρη­τη κα­τά­στα­ση, ενερ­γώ­ντας σαν προ­δό­τες.

Το­νί­σα­με πάντα ότι ο φα­σι­σμός, από τη γέν­νη­ση του, έπρε­πε να συ­ντρι­βεί. Να κα­τέ­βου­με στο πεδίο της βίας, επει­δή αυτός πρώ­τος κα­τέ­βη­κε εκεί, να υιο­θε­τή­σου­με τις ίδιες με­θό­δους και να τον πο­λε­μή­σου­με μέχρι να τον κα­τα­στή­σου­με ακίν­δυ­νο.

Και αντί για αυτό, εμπό­δι­σαν να αμυν­θούν ακόμα και εκεί­νους που είχαν χτυ­πη­θεί.,

Όταν το προ­λε­τα­ριά­το, που έχει πια κου­ρα­στεί να υπο­φέ­ρει και να βλέ­πει να του τα παίρ­νουν όλα, δη­μιούρ­γη­σε αυτό τον εξαί­σιο αμυ­ντι­κό ορ­γα­νι­σμό που είναι οι Arditi del Popolo (Γεν­ναί­οι του Λαού), έσπευ­σαν οι ηγέ­τες των Συ­νο­μο­σπον­διών και τα στε­λέ­χη των δια­φό­ρων ρε­φορ­μι­στι­κών πο­λι­τι­κών τά­σε­ων να απο­κη­ρύ­ξουν αυτό το αυ­θόρ­μη­το προ­λε­τα­ρια­κό κί­νη­μα, που ορί­ζε­ται από την ακα­τα­νί­κη­τη ανά­γκη να πε­ρι­σώ­σει του­λά­χι­στον τη ζωή.

(…) Τι πε­ρι­μέ­νουν για να κι­νη­το­ποι­ή­σουν πα­ντού; Οι Arditi del Popolo, ή γιοί του λαού, που σχη­μα­τί­ζουν τις πρω­το­πό­ρες πε­ρι­πό­λους του επα­να­στα­τι­κού κι­νή­μα­τος, του κόκ­κι­νου στρα­τού, έχουν ήδη εμπλα­κεί με τον εχθρό. Τώρα είναι η σειρά του κορ­μού των δυ­νά­με­ων μας να στοι­χη­θεί και να ετοι­μα­στεί να πα­λέ­ψει”.

Και ο Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι κα­τέ­λη­γε το απε­γνω­σμέ­νο αντι­φα­σι­στι­κό του κά­λε­σμα αντί­στα­σης και πάλης με τις εξής δρα­μα­τι­κές και πάντα τόσο επί­και­ρες πα­ρο­τρύν­σεις:

“(…) Arditi del Popolo ουρ­λιάξ­τε το τρο­με­ρό μας φτά­νει πια ! Όλοι ορθοί σαν ένας άν­θρω­πος και έτοι­μοι για τον ξε­ση­κω­μό! Ερ­γα­ζό­με­νοι των δια­φό­ρων πο­λι­τι­κών τά­σε­ων ξε­ση­κω­θεί­τε! Όλοι ενά­ντια στο νόμο του ρο­πά­λου! Ζήτω το Ενιαίο Μέ­τω­πο! Ζήτω ο Απε­λευ­θε­ρω­τι­κός Προ­λε­τα­ρια­κός Στρα­τός!”

Ο Πι­τσέλ­λι δεν αρ­κεί­ται όμως στα συν­θή­μα­τα και στις πα­ρο­τρύν­σεις. Ούτε επα­φί­ε­ται στους αυ­το­σχε­δια­σμούς και στον αυ­θορ­μη­τι­σμό των μαζών, όσο μα­χη­τι­κές και συ­νει­δη­το­ποι­η­μέ­νες κι αν είναι αυτές. Γνω­ρί­ζει πολύ καλά ότι όλα αυτά δεν αρ­κούν για να αντι­με­τω­πι­στούν οι καλά ορ­γα­νω­μέ­νοι και οπλι­σμέ­νοι φα­σί­στες του Μου­σο­λί­νι. Και είναι ακρι­βώς για αυτό που εξη­γεί και εκλαϊ­κεύ­ει τα δι­δάγ­μα­τα της νι­κη­φό­ρας μάχης στην Πάρμα, δί­νο­ντας έμ­φα­ση σε αυτό που ο ίδιος απο­κα­λεί “Προ­λε­τα­ρια­κή τε­χνι­κο-στρα­τιω­τι­κή ορ­γά­νω­ση”. Να λοι­πόν τι γρά­φει :

Η αστι­κή τάξη για να μας επι­τε­θεί δεν έφτια­ξε ένα κόμμα, που δεν θα αρ­κού­σε, αλλά έναν ένο­πλο ορ­γα­νι­σμό, τον στρα­τό της: το φα­σι­σμό. Εμείς πρέ­πει να κά­νου­με το ίδιο. Να δη­μιουρ­γή­σου­με το δικό μας στρα­τό με τέ­τοιο τρόπο ώστε να μας επι­τρέ­πει να αντι­στα­θού­με και να αμυν­θού­με. Δεν υπάρ­χει άλλο μέσο. Η άτα­κτη, σπα­σμω­δι­κή άμυνα που έγινε μέχρι τώρα δεν χρη­σί­με­ψε σε τί­πο­τα.

Για να ανα­φέ­ρου­με ένα πα­ρά­δειγ­μα και να απο­δεί­ξου­με πώς μόνο με την ορ­γά­νω­ση πει­θαρ­χη­μέ­νων δυ­νά­με­ων και με τη σχε­τι­κή δράση μπο­ρού­με να αντι­με­τω­πί­σου­με τον αντί­πα­λο αρκεί να σκε­φτού­με την Πάρμα που ήταν η μο­να­δι­κή πόλη που κα­τόρ­θω­σε να απω­θή­σει τις φα­σι­στι­κές δυ­νά­μεις, μετά από πέντε μέρες(…)

Όμως, στην Πάρμα οι Arditi del Popolo είχαν δη­μιουρ­γη­θεί εδώ και 14 μήνες, ορ­γα­νω­μέ­νοι στρα­τιω­τι­κά και πει­θαρ­χη­μέ­νοι. Στην Πάρμα είχε γίνει μια ολά­κε­ρη υπο­μο­νε­τι­κή δου­λειά ηθι­κής και υλι­κής προ­ε­τοι­μα­σί­ας. Να γιατί όταν ο φα­σι­στι­κός στρα­τός έπεσε πάνω στη πόλη, βρέ­θη­κε για πρώτη φορά στην Ιτα­λία, απέ­να­ντι σε έναν άλλο στρα­τό ορ­γα­νω­μέ­νο και κα­θο­δη­γού­με­νο, έτοι­μο να πο­λε­μή­σει στα χα­ρα­κώ­μα­τα και πίσω από τα οδο­φράγ­μα­τα του.

Να γιατί δεν έπεσε η Πάρμα τον Αύ­γου­στο. Να πως απο­δει­κνύ­ε­ται ότι ο φα­σι­σμός στα­μα­τά­ει και υπο­χω­ρεί όταν βρί­σκει “ισχυ­ρό εμπό­διο”.

Σή­με­ρα βρι­σκό­μα­στε σε πλήρη εμ­φύ­λιο πό­λε­μο και ο πό­λε­μος γί­νε­ται έτσι.

Εμείς εί­μα­στε μια τε­ρά­στια αλλά απο­διορ­γα­νω­μέ­νη δύ­να­μη. Ορ­γα­νω­μέ­νη και πει­θαρ­χη­μέ­νη θα γι­νό­ταν τόσο δυ­να­τή που θα κα­τά­στρε­φε όχι μια, αλλά χί­λιες φορές το φα­σι­σμό. Αυτό πρέ­πει να κα­τα­λά­βου­με.

Προς στιγ­μή βρι­σκό­μα­στε σε υπο­δε­έ­στε­ρες συν­θή­κες ακρι­βώς επει­δή το μέ­τω­πο μας είναι υπερ­βο­λι­κά διαι­ρε­μέ­νο και πε­ριο­ρι­σμέ­νο. Από τα­κτι­κή και στρα­τη­γι­κή άποψη, γνω­ρί­ζου­με ότι όσο πιο πε­ριο­ρι­σμέ­νο είναι ένα μέ­τω­πο τόσο πιο εύ­κο­λα μπο­ρεί ο εχθρός να συ­γκε­ντρώ­σει εκεί δυ­νά­μεις και να το διεμ­βο­λί­σει. Είναι για αυτό που το μέ­τω­πο μας πρέ­πει να διευ­ρυν­θεί, να ενο­ποι­η­θεί, προ­κει­μέ­νου να κρα­τά­ει έτσι απα­σχο­λη­μέ­νο τον αντί­πα­λο σε μια πιο απλω­μέ­νη γραμ­μή.

Χρειά­ζο­νται άν­θρω­ποι με τα απα­ραί­τη­τα προ­σό­ντα, ικα­νοί, με σι­δε­ρέ­νια θέ­λη­ση και, χωρίς οποιεσ­δή­πο­τε προ­κα­τα­λή­ψεις, προ­χω­ρά­νε το συ­ντο­μό­τε­ρο δυ­να­τό, στις με­γά­λες και μι­κρές πό­λεις καθώς και στην ύπαι­θρο όπου αυτό είναι δυ­να­τό, στην ορ­γά­νω­ση όλων εκεί­νων που, έχο­ντας συ­νεί­δη­ση των τρα­γι­κών στιγ­μών και της ιστο­ρι­κής πε­ριό­δου που περ­νά­ει η ερ­γα­τι­κή τάξη, αι­σθά­νο­νται συ­νει­δη­το­ποι­η­μέ­νοι στρα­τιώ­τες της με­γά­λης προ­λε­τα­ρια­κής υπό­θε­σης. Πα­ντού, ανά­λο­γα με τις δυ­να­τό­τη­τες, πρέ­πει να δη­μιουρ­γη­θούν ομά­δες και λόχοι ορ­γα­νι­κά τέ­λειοι, κα­θο­δη­γού­με­νοι από τα κα­λύ­τε­ρα στοι­χεία και σε επαφή με­τα­ξύ τους με ένα απλό και λει­τουρ­γι­κό σύ­στη­μα δια­σύν­δε­σης.

Μόνον έτσι και μετά από τη δη­μιουρ­γία του πει­θαρ­χη­μέ­νου και ισχυ­ρού στρα­τού μας, θα μπο­ρέ­σου­με να αντι­στα­θού­με στο φα­σι­σμό και να τον κα­τα­στή­σου­με ανί­σχυ­ρο.

Όποιος σή­με­ρα πι­στεύ­ει ακόμα ή θέλει να πι­στεύ­ει πως μπο­ρεί να βρει τη διέ­ξο­δο με απλές ηθι­κο­λο­γί­ες ή έχει αυ­τα­πά­τες ή προ­δί­δει.

Ας μάθει το ιτα­λι­κό προ­λε­τα­ριά­το να κα­τα­νο­εί την ανά­γκη της κόκ­κι­νης στρα­τιω­τι­κής ορ­γά­νω­σης, έξω από τα ερ­γα­τι­κά κέ­ντρα και τα πο­λι­τι­κά κόμ­μα­τα. Είναι απα­ραί­τη­το για την άμυνα και για την κα­τά­κτη­ση της ελευ­θε­ρί­ας.

Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι

L’Ardito del Popolo, Κυ­ρια­κή 1 Οκτω­βρί­ου 1922”

Ο Πι­τσέλ­λι και η ενό­τη­τα θε­ω­ρί­ας και πρά­ξης

Αυτό που σί­γου­ρα εντυ­πω­σιά­ζει στη ζωή του Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι είναι η μό­νι­μη και απα­ρα­σά­λευ­τη ανα­ζή­τη­ση της ενό­τη­τας της θε­ω­ρί­ας με την πράξη. Και η επί­σης μό­νι­μη άρ­νη­ση της μοι­ρο­λα­τρί­ας και του συ­ντη­ρη­τι­σμού που δια­κρί­νει τις κάθε λογής γρα­φειο­κρα­τί­ες. Χωρίς αμ­φι­βο­λία, είναι αυτά τα κύρια χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της ζωής και του έργου του που εξη­γούν γιατί σχε­δόν κα­νείς δεν τον μνη­μο­νεύ­ει εδώ και 80 χρό­νια, γιατί πα­ρα­μέ­νει άγνω­στος ή σχε­δόν άγνω­στος ακόμα και σε εκεί­νους που δια­κρί­νο­νται για τη με­γά­λη τους εξοι­κεί­ω­ση με την ιστο­ρία του ερ­γα­τι­κού και επα­να­στα­τι­κού κι­νή­μα­τος του 20ου αιώνα. Αν μη τι άλλο, οι γρα­φειο­κρά­τες ξέ­ρουν να εκ­δι­κού­νται…

Γέν­νη­μα θρέμ­μα των λαϊ­κών συ­νοι­κιών της Πάρμα και γιος μά­γει­ρα, ο Πι­τσέλ­λι προ­ο­ρι­ζό­ταν να γίνει...ρο­λο­γάς. Ωστό­σο, ο ίδιος είχε άλλα σχέ­δια καθώς λά­τρευε από μι­κρός τις τέ­χνες, και ει­δι­κά την υπο­κρι­τι­κή. Έγινε λοι­πόν ηθο­ποιός, και πε­ριό­δευ­σε την Ιτα­λία με τα “μπου­λού­κια” του, όταν βέ­βαια δεν έπαι­ζε στις 2-3 ται­νί­ες του βωβού κι­νη­μα­το­γρά­φου, που σώ­ζο­νται μέχρι σή­με­ρα. Όμως, όπως συ­νέ­βη και με τό­σους άλ­λους συ­νο­μή­λι­κούς του, η έκρη­ξη του Πρώτο Πα­γκό­σμιου πο­λέ­μου έμελ­λε να αλ­λά­ξει ρι­ζι­κά τη ζωή του. Ει­ρη­νι­στής και αντι­μι­λι­τα­ρι­στής όπως ήταν, επέ­λε­ξε να πάει στο μέ­τω­πο ως ερυ­θρο­σταυ­ρί­της νο­σο­κό­μος. Αλλά ακόμα κι έτσι, δια­κρί­θη­κε για την αυ­τα­πάρ­νη­ση και τον ηρω­ι­σμό του με απο­τέ­λε­σμα να πα­ρα­ση­μο­φο­ρη­θεί και να προ­α­χθεί σε αξιω­μα­τι­κό.

Έχο­ντας βιώ­σει την απί­στευ­τη σφαγή αυτού του πο­λέ­μου, ο Πι­τσέλ­λι ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποι­ή­θη­κε όπως εκα­τομ­μύ­ρια άλλοι νέοι όλων των εμπό­λε­μων χωρών, αλλά επέ­λε­ξε να κάνει κάτι πιο ιδιαί­τε­ρο και ου­σια­στι­κό: μπήκε (ως αξιω­μα­τι­κός) στη στρα­τιω­τι­κή ακα­δη­μία για να σπου­δά­σει την τέχνη του πο­λέ­μου και να ετοι­μα­στεί για τις επερ­χό­με­νες κρί­σι­μες τα­ξι­κές συ­γκρού­σεις, καθώς ήδη πί­στευε ακρά­δα­ντα ότι “μόνον ένας πό­λε­μος είναι νό­μι­μος και ιερός: ο πό­λε­μος των εκ­με­ταλ­λευο­μέ­νων ενά­ντια στους εκ­με­ταλ­λευ­τές τους”.

Με το τέλος του πο­λέ­μου, ο Πι­τσέλ­λι ανα­λαμ­βά­νει λοι­πόν κα­θή­κο­ντα που αρ­νού­νται να επω­μι­στούν οι ορ­γα­νώ­σεις της αρι­στε­ράς, ενώ το κά­νουν οι φα­σί­στες: πρώτα, ορ­γα­νώ­νει τους νε­α­ρούς βε­τε­ρά­νους του πο­λέ­μου, που είναι σω­μα­τι­κά και ψυ­χι­κά σα­κά­τη­δες, πρό­ω­ρα γε­ρα­σμέ­νοι στα εί­κο­σι τους χρό­νια, τραυ­μα­τί­ες, άνερ­γοι, εξα­θλιω­μέ­νοι και πε­ρι­φρο­νη­μέ­νοι. Ιδρύ­ει λοι­πόν την “Προ­λε­τα­ρια­κή Λέγκα των ακρω­τη­ρια­σμέ­νων, ανα­πή­ρων, βε­τε­ρά­νων, ορ­φα­νών και χεί­ρων πο­λέ­μου”, που εκτός από την αλ­λη­λο­βο­ή­θεια προ­ω­θεί -ήδη- και την “επα­να­στα­τι­κή αυ­το­ά­μυ­να”. Και κα­τό­πιν, το Φλε­βά­ρη του 1920, ιδρύ­ει στην Πάρμα τους “Ερυ­θρο­φρου­ρούς”, ως πρό­πλα­σμα του “Προ­λε­τα­ρια­κού Κόκ­κι­νου Στρα­τού” που ευαγ­γε­λί­ζε­ται και που μόνον ο φίλος και σύ­ντρο­φός του Αντό­νιο Γκράμ­σι δεί­χνει να υπο­στη­ρί­ζει. Είναι λοι­πόν με αυ­τούς ακρι­βώς τους “Ερυ­θρο­φρου­ρούς” του που ο Πι­τσέλ­λι ανα­λαμ­βά­νει διε­θνι­στι­κή και αντι­μι­λι­τα­ρι­στι­κή δράση, μπλο­κά­ρο­ντας και απο­τρέ­πο­ντας, μετά από αψι­μα­χί­ες με πυ­ρο­βο­λι­σμούς και τραυ­μα­τί­ες, την ανα­χώ­ρη­ση τρέ­νων με στρα­τιώ­τες που προ­ο­ρί­ζο­νταν να πάνε στην Αλ­βα­νία, υπη­ρε­τώ­ντας το αποι­κια­κά σχέ­δια της Ρώμης.

Λα­ο­φι­λής, ο Πι­τσέλ­λι εκλέ­γε­ται βου­λευ­τής με το Σο­σια­λι­στι­κό κόμμα, αλλά περ­νά­ει στο Κομ­μου­νι­στι­κό μετά από την ίδρυ­ση του. Στα 33 χρό­νια του, κα­τα­τρο­πώ­νει τους φα­σί­στες στην Πάρμα, και στα λίγα χρό­νια που ακο­λου­θούν μέχρι την πλήρη κα­τάρ­γη­ση του κοι­νο­βου­λευ­τι­σμού από το φα­σι­στι­κό κα­θε­στώς (1926), ο Πι­τσέλ­λι γλυ­τώ­νει ως εκ θαύ­μα­τος από αρ­κε­τές δο­λο­φο­νι­κές από­πει­ρες ενα­ντί­ον του ακόμα και μέσα στο Κοι­νο­βού­λιο (!), μπαι­νο­βγαί­νει στις φυ­λα­κές αν και βου­λευ­τής πια του ΚΚΙ, ορ­γώ­νει την Ιτα­λία ανα­διορ­γα­νώ­νο­ντας το σχε­δόν δια­λυ­μέ­νο Κομ­μου­νι­στι­κό κόμμα και συ­νε­χί­ζει τις προ­σπά­θειες του για τη δη­μιουρ­γία πα­ρά­νο­μων ένο­πλων αντι­φα­σι­στι­κών ομά­δων. Και την Πρω­το­μα­γιά του 1924, σε έν­δει­ξη δια­μαρ­τυ­ρί­ας για την κα­τάρ­γη­ση της γιορ­τής της πα­γκό­σμιας ερ­γα­τιάς από τον Μου­σο­λί­νι, ο Πι­τσέλ­λι προ­χω­ρά­ει σε μια ακόμη “τρελή” πα­ρα­δειγ­μα­τι­κή αντι­στα­σια­κή ενέρ­γεια: υψώ­νει στο μπαλ­κό­νι του Κοι­νο­βου­λί­ου στη Ρώμη, μια γι­γά­ντια κόκ­κι­νη ση­μαία, προ­κα­λώ­ντας κρίση νεύ­ρων στους φα­σί­στες και ανα­θαρ­ρεύ­ο­ντας τους κα­τα­πτοη­μέ­νους αντι­φα­σί­στες σε όλη την Ιτα­λία. Τε­λι­κά, τον Οκτώ­βρη του 1926 συλ­λαμ­βά­νε­ται, κα­τα­δι­κά­ζε­ται και τον στέλ­νουν, μαζί με τον Γκράμ­σι, εξο­ρία στα ιτα­λι­κά ξε­ρο­νή­σια, όπου πα­ρα­μέ­νει μέχρι τη δρα­πέ­τευ­σή του στη Γαλ­λία το Φλε­βά­ρη του 1932…

Ανά­με­σα στη στα­λι­νι­κή Σκύλ­λα και στη φα­σι­στι­κή Χά­ρυ­βδη!

Ο Πι­τσέλ­λι τα­ξι­δεύ­ει σε όλη τη Γαλ­λία, κάνει τη μια συ­γκέ­ντρω­ση μετά την άλλη, και ορ­γα­νώ­νει τους Ιτα­λούς με­τα­νά­στες ερ­γά­τες και τους εξό­ρι­στους αντι­στα­σια­κούς, μέχρι που συλ­λαμ­βά­νε­ται και απε­λαύ­νε­ται. Κα­τα­φεύ­γει στο Βέλ­γιο, κάνει τα ίδια, και απε­λαύ­νε­ται και από εκεί. Κα­τα­φεύ­γει στο Βε­ρο­λί­νο, φεύ­γει λίγο πριν ανέ­βει ο Χί­τλερ στην εξου­σία, και περ­νά­ει τε­λι­κά στη Σο­βιε­τι­κή Ένωση, βέ­βαιος ότι εκεί θα μπο­ρέ­σει να εντα­χθεί στην εξό­ρι­στη ηγε­σία του Ιτα­λι­κού Κ.Κ. και να μπει στη στρα­τιω­τι­κή ακα­δη­μία, όπως του είχε υπο­σχε­θεί το κόμμα.

Δεν συμ­βαί­νει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αντί για τη στρα­τιω­τι­κή ακα­δη­μία “Φρουν­ζέ”, τον στέλ­νουν να δου­λέ­ψει ως “μα­θη­τευό­με­νος” στις απο­θή­κες ενός ερ­γο­στα­σί­ου ρου­λε­μάν, και ο ισχυ­ρός άν­δρας του ΚΚΙ Παλ­μί­ρο Το­λιά­τι αγνο­εί επι­δει­κτι­κά τις εκ­κλή­σεις του. Ο Πι­τσέλ­λι και η γυ­ναί­κα του ζουν άθλια, αλλά αυτός δεν δια­μαρ­τύ­ρε­ται. Είναι φα­νε­ρό ότι ο Πι­τσέλ­λι του “Ενιαί­ου αντι­φα­σι­στι­κού με­τώ­που” είναι του­λά­χι­στον “ύπο­πτος” στα μάτια των στα­λι­νι­κών που εφαρ­μό­ζουν, εκεί­νη την πε­ρί­ο­δο, την εγκλη­μα­τι­κή πο­λι­τι­κή του “σο­σιαλ­φα­σι­σμού”. Τε­λι­κά, το 1936, απο­λύ­ε­ται από τη δου­λειά του καθώς ο κομ­μου­νι­στι­κός πυ­ρή­νας του ερ­γο­στα­σί­ου τον περ­νά­ει από “δίκη” με την κα­τη­γο­ρία ότι κατά τον Πρώτο πα­γκό­σμιο πό­λε­μο ήταν... “μο­ναρ­χι­κός αξιω­μα­τι­κός”…

Στο με­τα­ξύ, στην Ισπα­νία έχει αρ­χί­σει ο εμ­φύ­λιος και ο Πι­τσέλ­λι θέλει πια μόνο ένα πράγ­μα, να πο­λε­μή­σει στη πρώτη γραμ­μή τους φα­σί­στες του Φράν­κο. Για μήνες, ζη­τά­ει μά­ταια να τον αφή­σουν να πάει στην Ισπα­νία. Μετά από πολ­λές πε­ρι­πέ­τειες, του επι­τρέ­πε­ται, με πλα­στό δια­βα­τή­ριο, να εγκα­τα­λεί­ψει την ΕΣΣΔ στις 14 Οκτω­βρί­ου 1936, και μέσω Γερ­μα­νί­ας φτά­νει τε­λι­κά στο Πα­ρί­σι όπου ξα­να­βρί­σκει με­ρι­κούς από τους συ­ντρό­φους του στα οδο­φράγ­μα­τα της Πάρμα, που δεν κρύ­βουν τώρα τον αντι­στα­λι­νι­σμό τους.

Και έτσι, με τη με­σο­λά­βη­σή τους, ο Πι­τσέλ­λι συ­να­ντά τον Χου­λιάν Γκορ­κίν, υπαρ­χη­γό του POUM, του ισπα­νι­κού αντι­στα­λι­νι­κού “Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος Μαρ­ξι­στι­κής Ενο­ποί­η­σης”, που πο­λε­μά­ει με τις ένο­πλες πο­λι­το­φυ­λα­κές του στην Ισπα­νία τον Φράν­κο. Λίγες μέρες αρ­γό­τε­ρα, ο Πι­τσέλ­λι συ­να­ντά­ει στη Βαρ­κε­λώ­νη τον Κα­τα­λα­νό επα­να­στά­τη και ηγέτη του POUM Αντρέ­ου Νιν (Andreu Nin),(2) πρώην ηγέτη στη Μόσχα της “Κόκ­κι­νης Συν­δι­κα­λι­στι­κής Διε­θνούς” (Profitern) και πρώην συ­νερ­γά­τη του Τρό­τσκι. Ο Νιν του προ­τεί­νει να ανα­λά­βει τη διοί­κη­ση ενός τάγ­μα­τος του POUM και ο Πι­τσέλ­λι δέ­χε­ται. Όπως ήταν επό­με­νο, η εί­δη­ση ότι ο θρυ­λι­κός αντι­φα­σί­στας επα­να­στά­της Πι­τσέλ­λι ετοι­μά­ζε­ται να συ­νερ­γα­στεί με τρο­τσκι­στές και αντι­στα­λι­νι­κούς κι­νη­το­ποιεί τα στα­λι­νι­κά κέ­ντρα που απο­φα­σί­ζουν να κά­νουν τα πάντα για να απο­τρέ­ψουν αυτή την εξέ­λι­ξη. Στε­νοί φίλοι και σύ­ντρο­φοι του Πι­τσέλ­λι με­σο­λα­βούν και του με­τα­φέ­ρουν πρό­τα­ση για να ανα­λά­βει την διοί­κη­ση κά­ποιας μο­νά­δας των Διε­θνών Τα­ξιαρ­χιών. Ο Πι­τσέλ­λι δέ­χε­ται, οι Ιτα­λοί αντι­φα­σί­στες του τάγ­μα­τος Γκα­ρι­μπάλ­ντι τον υπο­δέ­χο­νται με εν­θου­σια­σμό, αλλά μετά από πα­ρέμ­βα­ση των στα­λι­νι­κών ο Πι­τσέλ­λι δεν ανα­λαμ­βά­νει τη διοί­κη­ση του τάγ­μα­τος, πράγ­μα που γί­νε­ται μόνο για μια μέρα στη μάχη για τη Μι­ρα­μπου­έ­να.

Σχε­δόν 80 χρό­νια πέ­ρα­σαν από τότε και η μόνη “επί­ση­μη” εκ­δο­χή για το θά­να­το του Πι­τσέλ­λι ήταν εκεί­νη που ήθελε τον Ιταλό επα­να­στά­τη να σκο­τώ­νε­ται από φα­σι­στι­κή σφαί­ρα. Όμως, οι χο­ντρο­κομ­μέ­νες ασυ­ναρ­τη­σί­ες και αντι­φά­σεις των “αυ­το­πτών μαρ­τύ­ρων” του θα­νά­του του ήταν τέ­τοιες που προ­κα­λού­σαν εύ­λο­γα ερω­τη­μα­τι­κά. Αν σή­με­ρα γνω­ρί­ζου­με επι­τέ­λους την αλή­θεια, το οφεί­λου­με στην πο­λύ­χρο­νη, επί­μο­νη και εξαι­ρε­τι­κά απο­τε­λε­σμα­τι­κή έρευ­να που έκανε για χρό­νια ο Ιτα­λός ιστο­ρι­κός και κι­νη­μα­το­γρα­φι­στής Τζιαν­κάρ­λο Μπόκι (Giancarlo Bocchi),(3) που έκανε να μι­λή­σουν τα μέχρι πρό­τι­νος επτα­σφρά­γι­στα αρ­χεία στη Μόσχα, και πρό­λα­βε ζω­ντα­νούς κά­ποιους συ­ντρό­φους του Πι­τσέλ­λι που τον είδαν να δο­λο­φο­νεί­ται στις 5 Ια­νουα­ρί­ου του 1937, έχο­ντας πυ­ρο­βο­λη­θεί “πι­σώ­πλα­τα στο ύψος της καρ­διάς”.

Τρεις, με­τα­ξύ πολ­λών άλλων, ση­μα­δια­κές λε­πτο­μέ­ρειες που φω­τί­ζουν αυτή τη δο­λο­φο­νία: Λίγες μέρες πριν δο­λο­φο­νη­θεί ο Πι­τσέλ­λι, σο­βιε­τι­κά αε­ρο­σκά­φη είχαν επι­τε­θεί στο τάγμα Γκα­ρι­μπάλ­ντι σκο­τώ­νο­ντας έξι Ιτα­λούς αντι­φα­σί­στες, και οι στα­λι­νι­κοί είχαν σπεύ­σει να κυ­κλο­φο­ρή­σουν τη φήμη ότι υπεύ­θυ­νος για αυτό το “λάθος” ήταν... ο Πι­τσέλ­λι. Επί­σης, τα αρ­χεία της Μό­σχας που συμ­βου­λεύ­θη­κε ο Μπόκι έδει­ξαν ότι οι δήθεν “αυ­τό­πτες μάρ­τυ­ρες” του θα­νά­του του, στους οποί­ους οφεί­λε­ται η “επί­ση­μη” εκ­δο­χή ότι ο Πι­τσέλ­λι έπεσε από φα­σι­στι­κά πυρά, ήταν όρ­γα­να της δια­βό­η­της NKVD. Τέλος, τα ίδια αρ­χεία απο­κά­λυ­ψαν ότι όλες οι προ­τά­σεις υψη­λό­βαθ­μων, ακόμα και σο­βιε­τι­κών, στε­λε­χών των Διε­θνών Τα­ξιαρ­χιών να τι­μη­θεί με­τα­θα­νά­τια ο Πι­τσέλ­λι με το πα­ρά­ση­μο του “ Τάγ­μα­τος του Λένιν” συ­νά­ντη­σαν την σθε­να­ρή αντί­θε­ση των στα­λι­νι­κών και ει­δι­κά εκεί­νου που ήταν όχι μόνο δεξί χέρι του Το­λιά­τι και ορ­κι­σμέ­νος εχθρός του Πι­τσέλ­λι, αλλά και συ­νερ­γά­της της NKVD για την οποία χα­φιέ­δι­ζε και έστελ­νε στα κά­τερ­γα και στο θά­να­το τους Ιτα­λούς κομ­μου­νι­στές που είχαν κα­τα­φύ­γει στη Μόσχα. Το όνομα του Αντό­νιο Ρο­ά­ζιο. Μυ­στι­κή του έκ­θε­ση που υπεν­θύ­μι­ζε τις επα­φές του Πι­τσέλ­λι με τους ηγέ­τες του POUM, σύ­στη­νε να μην τι­μη­θεί ο Πι­τσέλ­λι με το ανώ­τα­το σο­βιε­τι­κό πα­ρά­ση­μο. “Κατά σύμ­πτω­ση”, αυτός ο Ρο­ά­ζιο, ήταν πο­λι­τι­κός κο­μι­σά­ριος του τάγ­μα­τος Γκα­ρι­μπάλ­ντι όταν έχασε τη ζωή του ο Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι!…

Επί­λο­γος

Στις μέρες μας που η ακρο­δε­ξιά και οι νε­ο­φα­σί­στες ξα­να­ση­κώ­νουν κε­φά­λι και κά­νουν όλο και πιο αι­σθη­τή την επι­κίν­δυ­νη πα­ρου­σία τους στην Ευ­ρώ­πη, στις ΗΠΑ αλλά και αλλού, νο­μί­ζου­με ότι δεν υπάρ­χει κά­ποιος που θα μπο­ρού­σε να εκ­φρά­σει κα­λύ­τε­ρα από τον Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι τον πιο γνή­σιο, τον επα­να­στα­τι­κό και κυ­ρί­ως, τον απο­τε­λε­σμα­τι­κό και νι­κη­φό­ρο αντι­φα­σι­σμό! Είναι λοι­πόν για αυτό που η “ανα­κά­λυ­ψη” και η απο­κά­λυ­ψη της με­γα­λο­σύ­νης του Πι­τσέλ­λι και του έργου του δεν συ­νι­στά μόνο πράξη δι­καί­ω­σης ενός με­γά­λου επα­να­στά­τη, που εντε­λώς άδικα έχει ξε­χα­στεί και πα­ρα­μέ­νει άγνω­στος επί 8 δε­κα­ε­τί­ες. Συ­νι­στά κυ­ρί­ως, μια ου­σια­στι­κή συμ­βο­λή στον ση­με­ρι­νό και στον αυ­ρια­νό αντι­φα­σι­στι­κό αγώνα, καθώς ο Πι­τσέλ­λι έχει πάρα πολλά να μας πει και να μας μάθει για το τι είναι, τι θέλει και πως πο­λε­μιέ­ται η φαιά πα­νού­κλα. Φέτος, έναν ολά­κε­ρο αιώνα μετά από τα ιστο­ρι­κά “Γε­γο­νό­τα της Πάρμα” του Αυ­γού­στου του 1922, που θα μπο­ρού­σαν να είχαν αλ­λά­ξει ρι­ζι­κά την πο­ρεία της σύγ­χρο­νης ιστο­ρί­ας αλλά και της ζωής μας, αν οι ηγε­σί­ες της αρι­στε­ράς είχαν ακο­λου­θή­σει στο με­σο­πό­λε­μο το πα­ρά­δειγ­μα του Πι­τσέλ­λι, μας προ­σφέ­ρε­ται μια χρυσή ευ­και­ρία για να γνω­ρί­σου­με το νι­κη­φό­ρο “Ενιαίο Αντι­φα­σι­στι­κό Μέ­τω­πο” του λαού της Πάρμα και να δι­δα­χθού­με από αυτό. Ας μην χά­σου­με αυτή την ευ­και­ρία για μιαν ακόμα φορά. Αυτό το πα­ρελ­θόν έχει σί­γου­ρα μέλ­λον...

Ση­μειώ­σεις

1. Πα­ρό­λο που ο Λένιν δή­λω­νε ότι ο Πάουλ Λέβι είχε από­λυ­το δίκιο, δεν αντι­τά­χθη­κε στη δια­γρα­φή του από το κόμμα όταν ο Λέβι πα­ραι­τή­θη­κε από Γε­νι­κός Γραμ­μα­τέ­ας του δια­πι­στώ­νο­ντας ότι του ήταν αδύ­να­το να ακο­λου­θή­σει την κα­τα­στρο­φι­κή γραμ­μή της με­γά­λης πλειο­ψη­φί­ας των ηγε­τών του. Για πε­ρισ­σό­τε­ρα για αυτή την τόσο κρί­σι­μη ιστο­ρι­κή πε­ρί­ο­δο της γερ­μα­νι­κής ιστο­ρί­ας αλλά και για τον Πάουλ Λέβι, συ­νι­στά­ται το εξαι­ρε­τι­κό βι­βλίο του Chris Harman, “Η χα­μέ­νη Επα­νά­στα­ση-Γερ­μα­νία 1918-1923”, εκ­δό­σεις Μαρ­ξι­στι­κό Βι­βλιο­πω­λείο

2. Ο Αντρέ­ου Νιν δο­λο­φο­νή­θη­κε το 1937 αφού πρώτα βα­σα­νί­στη­κε άγρια από τους στα­λι­νι­κούς δη­μί­ους του. Σύμ­φω­να με τα αρ­χεία της KGB στη Μόσχα που ανοί­χτη­καν το 1990, η δο­λο­φο­νία του Νιν έγινε κα­τ’ε­ντο­λή του επι­κε­φα­λής της NKVD στην Ισπα­νία Αλε­ξά­ντερ Ορλόφ, ο οποί­ος εκτέ­λε­σε προ­σω­πι­κή εντο­λή του Στά­λιν.

3. Το βι­βλίο του Giancarlo Bocchi “Il Ribelle” και το ντο­κι­μα­ντέρ του με τον ίδιο τίτλο, είναι προ­ϊ­ό­ντα της πο­λύ­χρο­νης ερευ­νη­τι­κής δου­λειάς του με αντι­κεί­με­νο τη ζωή και το έργο του Γκουί­ντο Πι­τσέλ­λι. Και τα δύο είναι ιδιαί­τε­ρα συ­ναρ­πα­στι­κά και φυ­σι­κά, πο­λύ­τι­μα για την αλη­θι­νή ιστο­ρία του σύγ­χρο­νου ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος.

Στη χώρα μας, όπως εξάλ­λου και στις πε­ρισ­σό­τε­ρες ευ­ρω­παϊ­κές χώρες, ο Πι­τσέλ­λι πα­ρα­μέ­νει εντε­λώς άγνω­στος. Πά­ντως, για καλή μας τύχη, ο Έλ­λη­νας ανα­γνώ­στης έχει στη διά­θε­ση του το λα­μπρό βι­βλίο του ση­μα­ντι­κού Ιτα­λού συγ­γρα­φέα Πίνο Κα­κού­τσι με τίτλο “Ολ­τρε­το­ρέ­ντε - Μια κα­θό­λου συ­νη­θι­σμέ­νη αντι­φα­σι­στι­κή ιστο­ρία” (εκ­δό­σεις Απρό­βλε­πτες), που ανα­φέ­ρε­ται στις ημέ­ρες της νι­κη­φό­ρας αντι­φα­σι­στι­κής πάλης του λαού της Πάρμα, τον Αύ­γου­στο του 1922. Αξί­ζει να ση­μειώ­σου­με ότι η με­τά­φρα­ση και η επι­μέ­λεια του Βαγ­γέ­λη Ζήκου είναι πα­ρα­πά­νω από εξαι­ρε­τι­κή.