I. Η πολιτική της πρώτη φορά αριστεράς στην κτηνοτροφία

Πολλοί λένε ότι η πρώτη φορά αριστερά δεν πρόλαβε να κυβερνήσει. Όμως αυτό δεν είναι αληθινό. Γιατί και η παθητική αποδοχή της υπάρχουσας κατάστασης είναι αντικειμενικά άρνηση κάθε αλλαγής και αποδοχή της παλιάς τάξης πραγμάτων.

Στο υπουργείο αγροτικής  ανάπτυξης δεν υπήρξαν αλλαγές. Το «πετυχημένο» σχήμα των προηγούμενων ετών διατηρήθηκε αναλλοίωτο. Και ενώ από τύχη δεν υπήρξαν σοβαρά προβλήματα επιζωωτιών  (όπως εκείνο με τον καταρροϊκό πυρετό των αιγοπροβάτων πέρυσι) ή διατροφικών σκανδάλων, η πρακτική της διοίκησης με διαταγές και με φαξ συνεχίστηκε.

Σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού ακούσαμε τον αναπληρωτή υπουργό να υπεραμύνεται του θεσμού του κτηνιάτρου εκτροφής ήδη από τις προγραμματικές δηλώσεις. Κρίμα, γιατί το τμήμα αγροτικής πολιτικής του αντιπολιτευόμενου τότε σύριζα είχε βγάλει  έντονη ανακοίνωση διαμαρτυρίας μόλις ένα μήνα πριν τις εκλογές του Γενάρη 2015. Και εκεί όμως η ενσωμάτωση στις  παλιές πολιτικές έφτασε μέχρι του σημείου να αναβάλουν απλά και μόνο την εφαρμογή του νέου θεσμού μέχρι τον Αύγουστο χωρίς μέχρι σήμερα να κάνουν καμιά κριτική ή έστω μια διορθωτική παρέμβαση.

Ο οπεκεπε συνέχισε να λειτουργεί με αδιαφάνεια και βασικό στόχο να κόβει ή να μεταθέτει πληρωμές ενισχύσεων. Οι έλεγχοι συνεχίστηκαν στοχεύοντας σε τυπικές παραβάσεις που μπορούσαν όμως να στοιχειοθετήσουν εξοντωτικές ποινές για τους κτηνοτρόφους. Και επειδή όλα αυτά γίνονταν συστηματικά και από όλους τους ελεγκτές, επρόκειτο για κεντρική γραμμή του οργανισμού. Άραγε θα δουν ποτε το φως της δημοσιότητας οι εσωτερικές εγκύκλιοι και διαταγές προς τους υπαλλήλους που διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των αγροτοκτηνοτρόφων;

Παρόμοια κατάσταση και στους υπόλοιπους εποπτευόμενους οργανισμούς (πχ ελγα), που στο βαθμό που δεν λειτούργησαν για να βολέψουν τους καινούργιους διοικητές, έβαλαν τον αυτόματο πιλότο για να συνεχίσουν να εκμαυλίζουν τη συλλογική συνείδηση του αγροτοκτηνοτροφικού

πληθυσμού αποδεικνύοντας ότι πάντα κάποιοι είναι πιο ίσοι από τους άλλους.

Υπήρξαν βέβαια απόψεις και θέσεις προοδευτικού χαρακτήρα που αποτυπώνονταν σε κάποιο βαθμό και στο αγροτικό πρόγραμμα του συριζα, δεν εφαρμόστηκαν όμως ποτέ και τις έφαγε η σκόνη. Κρίμα και για τον κόσμο που μόχθησε και συζήτησε για όλα αυτά, για να τα βλέπει να καταλήγουν στα σκουπίδια μιας διαχειριστικής λογικής όπου οι ανάγκες του λαού και του τόπου αντικαθίστανται από επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που θα έχουν μεγαλύτερη ή μικρότερη επιδότηση.

ΙΙ. Τα βασικά ερωτήματα και ένα πλαίσιο απαντήσεων

Άραγε μπορεί να υπάρξει πρωτογενής τομέας παραγωγής με προοδευτικά χαρακτηριστικά στα πλαίσια της νέας (αλλά και της παλιάς) καπ; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό πρέπει και να είναι ευθεία αλλά και να μην παραπέμπει τη λύση του προβλήματος στις καλένδες της δευτέρας παρουσίας (όπως πχ κάνει το κκε). Επιπλέον θα πρέπει να βάζει το θέμα στη σωστή του διάσταση, αποδεχόμενη ότι τα μέτρα πχ του 3ου μνημονίου για τη φορολόγηση των αγροτών, τους νέους συντελεστές φπα,  το αγροτικό πετρέλαιο κλπ είναι απαραίτητα συμπληρώματα της πολιτικής αυτής αναδιανομής του πλούτου σε βάρος των φτωχών λαικών στρωμάτων της υπαίθρου.

Χωρίς περιστροφές λοιπόν ας απαντήσουμε με θέσεις:

  1. Η εφαρμογή της νέας καπ θα αποτελειώσει ό,τι ακόμη κινείται στην ελληνική κτηνοτροφία και όσοι πιστεύουν ότι θα επιζήσουν επειδή είναι συνετοί νοικοκυραίοι πλανώνται πλάνην οικτράν. Οι σημερινοί συσχετισμοί εντός της εε δεν επιτρέπουν καμμιά βελτίωση στους όρους και οι παλαιοί και οι όψιμοι διαπραγματευτές αρκούνται μόνο να καταστήσουν την εφαρμογή  περίπλοκη και ακατανόητη στους πολλούς για να μην καταλαβαίνει ο κόσμος εύκολα τι τον περιμένει.
  2. Η συνέπεια θα είναι η ερήμωση όσων χωριών ακόμη έχουν μείνει ζωντανά και η αθρόα μετανάστευση στις πόλεις ή στο εξωτερικό.
  3. Μοναδικό μοντέλο άσκησης κτηνοτροφικής δραστηριότητας θα απομείνουν υπερμεγέθεις εκμεταλλεύσεις  (πχ με 3-5000 αιγοπρόβατα) όπου θα απασχολούνται κατά κανόνα ξένοι εργάτες χαμηλού κόστους (ή ακόμη και τα παιδιά των σημερινών κτηνοτρόφων για ένα κομμάτι ψωμί), ενώ το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν θα έχει να κάνει με την τοπική κοινωνία.
  4. Η άποψη που διακινείται ότι χωρίς τις επιδοτήσεις της εε θα πεινάσουν οι έλληνες κτηνοτρόφοι δεν έχει καμμιά βάση, ειδικά όταν υπάρχει τόσο χαμηλό επίπεδο αυτάρκειας σε βασικά αγαθά, αλλά και όταν ήδη βλέπουμε τον τρόπο που μοιράζονται αυτές οι επιδοτήσεις, ενισχύοντας τις ανισότητες και προωθώντας την γραφειοκρατία (αλήθεια, πόσοι κτηνοτρόφοι είναι σε θέση να συμπληρώνουν με συνέπεια το μητρώο της κτηνοτροφικής τους εκμετάλλευσης;)

Η λύση όλων αυτών πρέπει να είναι απλή και κατανοητή:

  • δουλεύουμε πρώτα για να καλύψουμε τις διατροφικές ανάγκες του λαού μας, 
  • σε δεύτερο χρόνο για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε έστω τους υπάρχοντες πληθυσμούς στην ελληνική ύπαιθρο καταπολεμώντας κάθε νέα τάση αστυφιλίας,     και τέλος
  • για να παράξουμε εξαγώγιμα προϊόντα υψηλής ποιότητας (πχ φέτα).

Όσοι λοιπόν πιστεύουν ότι η λύση δεν βρίσκεται στη διαχείριση του παλιού χρεωκοπημένου μοντέλου και ψάχνουν μια διέξοδο προοδευτικού προσανατολισμού, αυτοί είναι οι προνομιακοί μας συνομιλητές. Μ’ αυτούς θα μιλήσουμε και θα συνδιαμορφώσουμε μια νέα πολιτική που θα σέβεται τις ανάγκες του λαού γενικότερα αλλά και  της υπαίθρου ειδικότερα και ακόμη (που θα σέβεται)  τις ιδιαιτερότητες του κτηνοτροφικού επαγγέλματος και την ανάγκη της διατήρησης της ζωής στα ελληνικά χωριά.