Η περίληψη της κρίσιμης συζήτησης, με την οποία ολοκληρώθηκε το Διεθνές Τριήμερο του Rproject, στην ΑΣΟΕΕ.

Η Διεθνής Συνάντηση της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που οργανώθηκε στην  Αθήνα (ΑΣΟΕΕ) από την ιστοσελίδα Rproject (Κόκκινο Δίκτυο) ολοκλήρωσε τις εργασίες της την Κυριακή 6/11, με την κρίσιμη συζήτηση της διατύπωσης της εναλλακτικής πολιτικής πρότασης και πιο συγκεκριμένα της σύνδεσης του στόχου της ανατροπής της λιτότητας με την σύγκρουση με την ευρωζώνη. Μια συζήτηση πολιτικά επίκαιρη για την Αριστερά στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, στην αιχμή των προβληματισμών, των αναλύσεων και της διατύπωσης πολιτικών θέσεων που έχει απασχολήσει πλήθος διεθνών και όχι μόνο, συναντήσεων, συνεδρίων και εκδηλώσεων των κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς.

Αγωνιστές/τριες, μέλη και στελέχη της Αριστεράς και των κινημάτων με έντονη την παρουσία της νεολαίας προσήλθαν στο μεγάλο αμφιθέατρο της ΑΣΟΕΕ για να παρακολουθήσουν τη συζήτηση και τις εισηγήσεις- παρεμβάσεις των: Μανουέλ Γκαρί (Anticapitalistas, Podemos, Ισπανικό Κράτος), Λεόν Κρεμιέ (NPA, Γαλλία), Παναγιώτη Λαφαζάνη (ΛΑ.Ε), Αντώνη Νταβανέλου (Κόκκινο Δίκτυο, ΛΑΕ), Γιάννου Γιαννόπουλου (ΛΑ.Ε), Αντώνη Δραγανίγου (ΑΝΤΑΡΣΥΑ), Δημήτρη Σαραφιανού (ΑΡΑΣ, ΛΑΕ) και Γιώργου Σαπουνά (Κόκκινο Δίκτυο, ΛΑΕ).

Την εκδήλωση άνοιξε και συντόνισε από την πλευρά του Rproject και του Κόκκινου Δικτύου η Γιάννα Γαϊτάνη, σημειώνοντας ότι αποτελεί τη συνέχεια των δύο συζητήσεων της Παρασκευής και του Σαββάτου, δίνοντας τη σκυτάλη στα καθήκοντα που έχουμε σήμερα στην πάλη ενάντια στην λιτότητα και στη σύγκρουση με την ευρωζώνη.

 Ο Μανουέλ Γκαρί  οικονομολόγος και ηγετικό στέλεχος των Αντικαπιταλίστας και του Podemoς στην αρχή της εισήγησής του αναφερόμενος στο Μάαστριχτ και στη νεοφιλελεύθερη Ε.Ε. σημείωσε ότι η αρχιτεκτονική της Ε.Ε. είναι σχεδιασμένη για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα τόνισε ότι πολιτικά έχει συγκροτηθεί ένα νεοφιλελεύθερο μπλοκ δυνάμεων που αποτελεί το ακραίο κέντρο, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η σοσιαλδημοκρατία, που προωθεί τις ν/φ πολιτικές λιτότητας ενάντια στην κοινωνία και με διαρκώς αυξανόμενο αυταρχισμό ενάντια στη δημοκρατική βούληση των λαών. Παράλληλα, σημείωσε ότι παρότι η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά στο 4ο μνημόνιο οι άλλες χώρες δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση, ενώ η Ε.Ε. επιβάλει διαρκώς μέτρα για το χρέος και τα ελλείμματα προωθώντας όλο και πιο ακραίες ν/φ πολιτικές.

Εκκινώντας την ανάλυσή του από την κατάσταση της κοινωνίας και των εργαζομένων σκιαγράφησε το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα αναδεικνύοντας μια κρίσιμη αντίφαση, όπως παρουσιάζεται στην Ισπανία. Συγκεκριμένα, ενώ από τη μια μεριά το 70% του πληθυσμού είναι κατά της λιτότητας, των περικοπών και των ν/φ αντιμεταρρυθμίσεων (υγεία, παιδεία, μισθοί, συντάξεις, εργασιακές σχέσεις), ταυτόχρονα δύο στους/στις τρεις Ισπανούς/νιδες είναι υπέρ του ευρώ.  

Κάνοντας σαφή τη θέση του ότι η Ε.Ε. δεν μεταρρυθμίζεται και σημειώνοντας ότι στο Podemos η παραπάνω αντίφαση δεν συζητείται, τόνισε ότι και η απλή προπαγάνδα που κάνουν ορισμένοι/ες στο πρόβλημα του ευρώ και της Ε.Ε. θέτοντας μια γενική θέση ενάντια, χωρίς να ακούν τον κόσμο και να ασκούν πραγματική πολιτική, δεν είναι αποτελεσματική. Στο ερώτημα εάν μια χώρα μπορεί να φύγει μόνη της εκτίμησε ότι οι χειρισμοί που μπορεί να κάνει ένα εθνικό κράτος δεν είναι επαρκείς, ενώ η νομισματική υποτίμηση δεν αρκεί, υπογραμμίζοντας και τον κίνδυνο των προτάσεων υποτίμησης των μισθών για πατριωτικούς λόγους. O ταξικός αντίπαλος πρέπει να αντιμετωπιστεί σε διεθνές επίπεδο, επινοώντας τρόπους και λύσεις.

Με βάση όλα τα παραπάνω ο Μανουέλ Γκαρί, απάντησε στο διαρκές ερώτημα: τι να κάνουμε. Η προσέγγιση των Αντικαπιταλίστας βασίζεται στην ανυπακοή, στην αντίσταση και στις ρήξεις με την πειθαρχία του ευρώ βήμα, βήμα, με στρατηγική και συγκεκριμένη πολιτική ώστε μέσω αυτής της διαδρομής να πειστεί η πλειοψηφία του κόσμου. Μεταξύ των μέτρων που προτείνονται περιλαμβάνονται: α) η ανακοπή της ελεύθερης κυκλοφορίας του κεφαλαίου και της μεταφοράς του ιδιωτικού χρέους στο δημόσιο, β) η αναστολή πληρωμών με την ενημέρωση και στήριξη του κόσμου, γ) η κοινωνικοποίηση των τραπεζών και η εξασφάλιση των συναλλαγών, δ) η προοδευτική φορολογική πολιτική και η σταθερότητα στην εργασία με αύξηση των μισθών ε) σειρά μέτρων προκειμένου ο κόσμος να νιώθει τη βελτίωση στην καθημερινότητά του καθώς και στ) η προσπάθεια απεξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας και τα ορυκτά καύσιμα.

Ο Μανουέλ Γκαρί ολοκλήρωσε τη εισήγησή του δηλώνοντας ότι τη συζήτηση αυτή και τις συνακόλουθες προτάσεις τους, οι Αντικαπιταλίστας, στοχεύουν να την ανοίξουν στο εσωτερικό του Podemos, αλλά και πλατιά μέσα στον κόσμο, με κεντρικό στόχο τη συγκρότηση ενός μαζικού αντικαπιταλιστικού κινήματος.

Ο Λεόν Κρεμιέ στέλεχος το NPA και συνδικαλιστής τοποθέτησε ως πρώτο σημείο της εισήγησής του τη διαπίστωση ότι οι ν/φ πολιτικές λιτότητας πλήττουν τους/τις εργαζόμενους/ες σε όλες τις χώρες ενώ είναι απαραίτητες στον καπιταλισμό σε διεθνή κλίμακα. Όσα συνέβησαν στην Ελλάδα, το Brexit, το κοινωνικό κίνημα στη Γαλλία κ.α. αφορούν στο ίδιο πρόβλημα της λιτότητας και των πολιτικών της Ε.Ε.

Συνέχισε, τονίζοντας ότι πολιτικές αυτές δεν πηγάζουν και δεν ασκούνται απλώς από τις Βρυξέλες και τη Γερμανία. Πίσω απ' αυτές υπάρχει ένα κοινό αίτημα που τις διαρθρώνει και τις συντονίζει για την υπεράσπιση των κοινών συμφερόντων του κεφαλαίου. Η Ε.Ε. είναι μια επιθετική δύναμη με διεθνή ρόλο για τα συμφέροντα του κεφαλαίου.  Συνεπώς, ούτε η Ε.Ε. ούτε το ευρώ είναι ουδέτερα, αλλά είναι σύμφωνα με τις αποφάσεις του κεφαλαίου, των κυβερνήσεων κάθε χώρας, των τραπεζών και των συνακόλουθων συνθηκών και οδηγιών που αποτελούν το κοινό πλαίσιο. Οι αποφάσεις δεν προέρχονται μόνο από τη Γερμάνια. Ως εκ τούτου, ο Λεόν Κρεμιέ, τόνισε ότι είναι απαραίτητο να μαχόμαστε ταυτόχρονα σε δύο επίπεδα, στο εγχώριο αλλά και στο ευρωπαϊκό - διεθνές, σημειώνοντας ότι ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα, στο εγχώριο κεφάλαιο και όχι στους ξένους καπιταλιστές.

Ακολούθως επισήμανε ότι η συνθηκολόγηση και η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα είχε σημαντικό πολιτικό αντίκτυπο και χτύπησε πολλά καμπανάκια σε υποψήφιες κυβερνήσεις. Οι προτάσεις περί μετώπου του Νότου, μετώπου εθνών κρατών ή και μετώπου όλων των αντι-ΕΕ δυνάμεων αποτελούν αυταπάτες. 

Επέμεινε στην αναγκαιότητα της ταξικής ανάλυσης και στον στόχο να πάρουν οι εργαζόμενοι/ες την κατάσταση στα χέρια τους.  Η μάχη κατά της λιτότητας απαιτεί μια αντικαπιταλιστική πολιτική και εφόσον είμαστε αντικαπιταλιστές/τριες και κατά της λιτότητας πρέπει να είμαστε και κατά της Ε.Ε.Προμετωπίδα μας πρέπει να είναι οι κοινωνικοί αγώνες και η παρέμβαση σε κάθε χώρο, σε κάθε επίπεδο. Μια εργατική κυβέρνηση με πολιτικές ανατροπής της λιτότητας πρέπει να παίρνει μέτρα που θα βελτιώνουν την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων, σε ρήξη με τις πολιτικές του κεφαλαίου,  καθώς επίσης και με τους μηχανισμούς και το δομικό σύστημα της Ε.Ε.

Το νομισματικό δεν είναι ένα τεχνοκρατικό θέμα και δεν είναι μόνο αυτό, πρέπει να αντιταχθούμε σε ολόκληρη τη δομή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, υπάρχουν μέτρα που στρέφονται κατά όλων των λαών και γι' αυτό απαιτείται μια διεθνιστική πολιτική για όλους τους/τις εργαζόμενους/ες σε όλες τις χώρες.

Ο Λεόν Κρεμιέ κατέληξε ότι δεν είναι δυνατόν οι γάλλοι εργαζόμενοι να συνεργαστούν με τους γάλλους εργοδότες για μέτρα προστατευτισμού, χρειάζεται να δράσουμε από κοινού ώστε να διεξάγουμε μια συνολική μάχη εναντίον του καπιταλισμού.

Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης  στην αρχή της εισήγησής του εκτίμησε ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της Αριστεράς στην Ευρώπη είναι η ευρωπληξία της που την καθιστούσε ουραγό στον αστικό ευρωπαϊσμό στον οποίο ηγεμόνευε τα χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Όπως μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, σήμερα η Ευρώπη πέφτει πάνω στα κεφάλια της αριστεράς αφήνοντας έδαφος σε ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις. Παράλληλα, εκτίμησε ότι σήμερα στην Ευρώπη αναδύεται ένα σκληρό συντηρητικό έδαφος που μοιάζει με τη δεκαετία του '30.

Στο ζήτημα που είχε τεθεί στη συζήτηση για το ποιες είναι οι δυνατότητες μια χώρας απέναντι στο σύστημα του ευρώ και της Ε.Ε., σημείωσε ότι η άποψη σύμφωνα με την οποία μια μόνο χώρα δεν μπορεί να φύγει από το ευρώ και την Ε.Ε. αποτελεί άλλοθι για να μην κάνουμε τίποτα.

Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, χαρακτήρισε τις κυβερνήσεις οπερετικές και τόνισε ότι η λιτότητα δεν μπορεί να αρθεί εντός Ε.Ε., με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ακολούθως, σημείωσε τη σημασία του πώς και γιατί έγινε το μεγάλο ξεπούλημα στην Ελλάδα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ. Εξήγησε ότι τα πράγματα έφθασαν σε αδιέξοδο τον Αύγουστο του 2015, όταν η ασφυκτική πίεση και ο εκβιασμός των δανειστών για τη λήξη της δανειακής σύμβασης την 31η Αυγούστου και το σταμάτημα της χρηματοδότησης έθεσαν το πολιτικό  δίλλημα είτε μνημονιακή υποταγή, είτε στάση πληρωμών και πέρασμα στο εθνικό νόμισμα, εφόσον δεν θα υπήρχε χρηματοδότηση. Ο Τσίπρας υπέγραψε μνημόνιο γιατί δεν ήθελε να συγκρουστεί, όχι μόνο με το ευρωπαϊκό κατεστημένο, αλλά και με αυτό των Η.Π.Α, καθώς επίσης και με το εγχώριο κεφάλαιο. Δεν το ήθελε και δεν ήταν προετοιμασμένος. Τόνισε, επίσης, ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να κάνει το βήμα της εξόδου και αυτή την επιλογή υποστήριξε, μια, βεβαίως, δύσκολη επιλογή, αλλά όπως επισήμανε κάθε ανατροπή έχει προβλήματα και χρειάζεται επιμονή, όμως πρόκειται για μια επιλογή που δίνει προοπτική και ελπίδα στους εργαζόμενους.

Για την Ε.Ε. σημείωσε ότι έχει στον πυρήνα της την ανταγωνιστική και ελεύθερη ενιαία αγορά στην οποία η ΖτΕ έρχεται να δώσει νομισματική μορφή ολοκληρώνοντάς τη. Παράλληλα, δεν επιτρέπει στα κράτη να κάνουν ανταγωνιστικές υποτιμήσεις και να εισάγουν μέτρα προστατευτισμού. Αυτή η αγορά είναι δομημένη ώστε να βαθαίνει την λιτότητα. Σε αυτό το πλαίσιο της Ε.Ε. ακολουθείς τον ν/φ μονόδρομο, δεν μπορείς να παρέμβεις ως κράτος, πρέπει διαρκώς να περικόπτεις μισθούς, συντάξεις, κοινωνικό κράτος κ.α.

Ο Παναγιώτης Λαφαζάνη εξήγησε ότι δεν είναι της λογικής ότι προκειμένου να ανατρέψουμε τα μνημόνια πρέπει να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό και επομένως εφόσον δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες, ας έχουμε μνημόνια.

Τέλος, ολοκλήρωσε την εισήγησή του με δύο επιπλέον σημεία. Το πρώτο αφορούσε τον ευρωπαϊσμό, για τον οποίο εκτίμησε ότι αποτελεί έναν σκληρό διπλό (περιφερειακό)  εθνικισμό, από τη μια ευρωπαϊκό  με την έννοια ότι εντείνει τις διαμάχες με τις υπόλοιπες δυνάμεις και από την άλλη εσωτερικό, μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., των οποίων οι αντιθέσεις οξύνονται, εκτιμώντας ότι δεν είναι προστατευμένες απέναντι στον πόλεμο, ακόμα και ανάμεσά τους.

Το τελευταίο σημείο αφορούσε στο exit, απέναντι στο οποίο τόνισε δεν θα πρέπει να τοποθετούμαστε απλώς ότι πρέπει να γίνει από τα αριστερά, γιατί εάν κερδίσει έδαφος μέσα στο λαό θα παρακολουθούμε ως ουραγός. Πρέπει να κερδίσουμε την ηγεμονία απέναντι σε άλλες δυνάμεις που το θέτουν σε άλλο πλαίσιο. Επομένως, πρέπει να μην υποκλιθούμε στα κυρίαρχα δόγματα να συγκρουστούμε με την Ε.Ε. με την εφαρμογή ενός προγράμματος μετάβασης με κατεύθυνση το σοσιαλισμό.

Ο Αντώνης Νταβανέλος εισαγωγικά τόνισε ότι συμμεριζόμαστε την παράδοση και την θεωρία του αδύναμου κρίκου, εμφατικά σημειώνοντας ότι ποτέ κανένας/μια στην αίθουσα δεν ισχυρίστηκε ότι η επανάσταση θα γίνει εάν "ξυπνήσουν" ταυτόχρονα όλες οι χώρες της Ευρώπης. Όμως η θεωρία του αδύναμου κρίκου έχει δύο σκέλη. Ως εκ τούτου, η πρώτη μάχη μπορεί να κερδηθεί από "αδύναμα χέρια" π.χ στην Αθήνα ή στην Λευκωσία, αλλά ο πόλεμος θα κριθεί, ως συνήθως, στους δρόμους της Ρώμης, του Παρισιού, του Βερολίνου. Αυτή η διεθνιστική προοπτική μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα.

Περνώντας στα κύρια σημεία της εισήγησής του εκτίμησε ότι η παράταση της κρίσης και η απειλή μιας νέας επιδείνωσης, ενός νέου 2008, αποτελεί ένα θέμα που πρέπει να συζητηθεί σοβαρά και βαθύτερα ως ένας παράγοντας που θα έχει άμεσες πολιτικές επιπτώσεις.

Συνέχισε σημειώνοντας ότι η Ε.Ε. είναι σε παραλυτική κρίση και τα σενάρια από τη διάσπαση μέχρι τη διάλυση της ΖτΕ είναι πάνω στο τραπέζι. Παράλληλα, τόνισε ότι με  βάση την ελληνική εμπειρία του 2015, δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε τη λιτότητα εάν δεν προετοιμαστούμε για σοβαρή σύγκρουση και εάν δεν προετοιμάσουμε μια αριστερή εργατική απάντηση στο αναγκαίο ζήτημα της εξόδου από το ευρώ. Γι' αυτό θέτουμε το ζήτημα του Lexit (αριστερή έξοδο).

Αναφερόμενος στο ζήτημα του Brexit εκτίμησε ότι έφερε δύο νέα στοιχεία. Πρώτον ότι η Ε.Ε. είναι αντιστρέψιμη και δεύτερον ότι το exit από την Ε.Ε δεν είναι κατ' ανάγκη αριστερό. Στη Βρετανία υπάρχει ενεργή δεξιά καθοδήγηση του exit, που οδηγεί σε κλιμάκωση της νεοφιλελεύθερης επιθετικότητας, σε ενίσχυση του ρατσισμού και του εθνικισμού. Αυτή δεν είναι μια Βρετανική ιδιομορφία άλλα ένα πολιτικό ρεύμα που παρουσιάζεται ως  δεξιά,  δήθεν, απόρριψη της παγκοσμιοποίησης με επιστροφή στον προστατευτισμό και τον εθνικισμό προκειμένου κάθε εθνική οικονομία να ξεπεράσει την κρίση. Συνεπώς, σήμερα, η έξοδος  από το ευρώ δεν αρκεί για να περιγράψει τον ταξικό και πολιτικό προσανατολισμό των πολιτικών δυνάμεων. Ταυτόχρονα πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι οι οικονομικοί πόλεμοι επεκτείνονται σε άλλα πεδία και άρα τα αντιιμπεριαλιστικά και αντιπολεμικά καθήκοντα είναι κρίσιμα.

Εκτιμώντας ότι η εμφάνιση του παραπάνω ρεύματος ενισχύει την ανοιχτά ρατσιστική ακροδεξιά, σημείωσε ότι το ζήτημα των προσφύγων δεν μπορεί να υποβαθμιστεί στο προγραμματισμό δράσης της Αριστεράς. Πρόκειται για μια μάχη καθοριστικής σημασίας.

Περνώντας στα ζητήματα της πολιτικής συγκυρίας ο Αντώνης Νταβανέλος ισχυρίστηκε ότι σήμερα δεν έχουμε το περιθώριο μιας περιόδου θεωρητικής, οργανωτικής και πολιτικής ανασύνταξης και μετά να δούμε τι θα κάνουμε με την παρέμβαση. Βαδίζουμε προς μια βαθύτατη πολιτική κρίση. Μόνο ο ανασχηματισμός δείχνει ότι έχουμε μια κυβέρνηση υποταγής στους δανειστές και τη ντόπια αστική τάξη, μια κυβέρνηση πολύ πιο αδύναμη. Τα σενάρια που ανοίγουν είναι είτε διεύρυνσης με μορφές κυβερνήσεων εθνικής ενότητας, είτε πτώσης με εκλογές. Το ζήτημα για εμάς είναι τι δυνατότητες υπάρχουν από τα Αριστερά.

Αναφερόμενος στην εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ και στην αυτοκριτική που είναι αναγκαία, σημείωσε τον ρόλο που έπαιξε η έλλειψη του plan B, πρόσθεσε όμως και το plan A, την ανάγκη για capital controls από τον Γενάρη έως το Αύγουστο που θα έπρεπε να είχαμε κάνει και δεν κάναμε, την αύξηση του κατώτατου μισθού που θα έπρεπε να είχαμε κάνει και δεν κάναμε κ.α., επισημαίνοντας ότι αυτή είναι μια συζήτηση που θα συνεχίσουμε να κάνουμε. Τόνισε όμως ότι πρέπει να επιμείνουμε στο θετικό αυτής της εμπειρίας, δηλαδή στη δυνατότητα να συνεργαζόμαστε, να συγκεντρώνουμε δύναμη παρά τις πολιτικές ακόμα και στρατηγικές μας διαφορές. Γι΄ αυτό έχουμε κάνει αδιαπραγμάτευτα την επιλογή της ΛΑ.Ε.

Θέτοντας το ζήτημα της αναγκαίας γραμμής για την ανασυγκρότηση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, σημείωσε ότι από τα προηγούμενα δέκα χρόνια έχουμε κληρονομήσει ένα μεταβατικό πρόγραμμα με τρεις κεντρικούς άξονες: α) αντι-λιτότητα - αντι-μνημονίο, (άξονας κομβικός για τη συγκέντρωση δύναμης αλλά και για την νοηματοδότηση όλων των επόμενων, όπως η έξοδος από το ευρώ), β) άρνηση πληρωμών, καταγγελία και διαγραφή χρέους, εθνικοποίηση τραπεζών, κατάργηση ελευθεριών του κεφαλαίου, και γ) έξοδος από το ευρώ με προετοιμασία και συμμετοχή του κόσμου.

Αυτό είναι ένα σχέδιο στη βάση ενός μεταβατικού προγράμματος που ξεκινάει από την ανατροπή της λιτότητας και πηγαίνει προς την ευρύτερη σοσιαλιστική απελευθέρωση.

Η εισήγηση ολοκληρώθηκε με το ζήτημα των συμμαχιών, όπου τονίστηκε ότι το μεγαλύτερο επίτευγμα των προηγούμενων 15 χρόνων ήταν η συγκρότηση ενός ευρύτατου στρώματος πολιτικών αγωνιστών/στριών, με πολιτική εμπειρία και δυνατότητα συνεργασίας, το οποίο πλήττει ο εκφυλισμός  Τσίπρα, με κίνδυνο να το διαλύσει. Απέναντι σε αυτόν το κόσμο και τον κίνδυνο πρέπει να αναληφθούν καθήκοντα και συγκεκριμένα από τη ΛΑ.Ε, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την Πλεύση Ελευθερίας, τη Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Καθήκοντα κοινής δράσης στο κίνημα, αλλά και πολιτικών πρωτοβουλιών (π.χ. χρέος). Στις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν εκτίμησε ότι μπορεί να χρειαστεί να δοθούν και κοινές εκλογικές απαντήσεις.

Ακολούθησε ο Γιάννος Γιαννόπουλος ο οποίος ξεκίνησε την παρέμβασή του θέτοντας το ζήτημα της απονομιμοποίησης της Ε.Ε. και της ανάπτυξης ενός διογκούμενου ρεύματος δεξιάς απονομιμοποίησης στο οποίο η Αριστερά πρέπει να απαντήσει. Στη συνέχεια έδωσε έμφαση στο ερώτημα του πώς ανασυγκροτούμε την Αριστερά στην Ελλάδα, συνεχίζοντας τη συζήτηση που δεν έχει σταματήσει από το 2015, πάνω στο ζήτημα της εξουσίας, του ευρώ και στις εύλογες ερωτήσεις του κόσμου που αναζητά απαντήσεις. Κάνοντας αναφορές στη διάκριση μεταξύ νομίσματος και χρήματος, στα προβλήματα της Ε.Κ.Τ και της χρηματοδότησης αλλά και στη θέση της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, σημείωσε ότι η ρήξη και το "σπάσιμο" θα γίνει σε μια χώρα διότι η εξουσία εξακολουθεί να συγκροτείται εντός εθνικών κρατών, αλλά και διότι οι ταξικοί αγώνες δεν αναπτύσσονται με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις χώρες. Ακόμα, σημείωσε ότι η θέση που υποστήριζαν ως ιδεολογικό ρεύμα περί μεταρρύθμισης της Ε.Ε., ήταν λανθασμένη.

Στο ερώτημα τι κάνουμε μέχρι να καταφέρουμε να ανταποκριθούμε στο ερώτημα της συνολικής απάντησης, τόνισε ότι πρέπει να δώσουμε έμφαση στην οργάνωση πλατιών αγώνων σε όλα τα μέτωπα - υγεία, παιδεία, στέγη -. Σήμερα, παρά τον δισταγμό, ιδιαίτερα της νεολαίας, να ακολουθήσει "μεγάλα σχέδια", λόγω και της απογοήτευσης από όσα προηγήθηκαν με τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν θέματα όπως οι πλειστηριασμοί και το προσφυγικό που βάζουν ξανά τον κόσμο στο δρόμο του αγώνα.

Ο Γιάννος Γιαννόπουλος τόνισε ότι  η σύγκρουση με το κράτος και τους μηχανισμούς του αποτελεί μια πολύπλοκη υπόθεση, ενώ η απάντηση ποιος θα πληρώσει το κόστος της νομισματικής ρήξης αποτελεί σημαντικό ζήτημα. Επίσης, εκτίμησε ότι είναι πιθανή, στην Ελλάδα, μια πολιτική πρόταση από τα δεξιά για έξοδο από το ευρώ, σε συμφωνία με την Ε.Ε., με στόχο την εθνική ανασυγκρότηση, όπως άλλωστε προβάλλουν γερμανικά ινστιτούτα. Αυτή την πιθανότητα δεν πρέπει να την υποτιμήσουμε.

Τέλος, έδωσε έμφαση στην πεποίθησή του ότι οι λύσεις θα έρθουν από τον κόσμο "απ' τα κάτω", άρα η Αριστερά πρέπει να αξιοποιήσει τις εμπειρίες, τη γνώση και τις ικανότητες του ίδιου του κόσμου της εργασίας, στην αναζήτηση απαντήσεων.

Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο Αντώνης Δραγανίγος σημειώνοντας, στην αρχή της παρέμβασής του, ότι η επίκληση της επανάστασης δεν λέει πάρα πολλά εάν δεν καταφέρεις να βρεις δρόμους να την προωθήσεις. Τόνισε ότι η Ε.Ε. αποτελεί έναν υλοποιημένο νεοφιλελευθερισμό που αποτυπώνεται σε όλες τις συνθήκες, όργανο του κεφαλαίου που προωθεί τις βασικές του ελευθερίες. Από το 2011 οι πολιτικές λιτότητας και ν/φ αναδιαρθρώσεων προωθούνται σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. με καταπάτηση στη λαϊκής κυριαρχίας.

Σημείωσε, ότι η όλη δομή της Ε.Ε. είναι βαθιά αντιδημοκρατική, ενώ εάν υπάρχει η έννοια της μετα-δημοκρατίας αυτή αντιστοιχεί στην Ε.Ε. Συνεπώς ,η ρήξη και η αποδέσμευση από αυτόν τον μηχανισμό αποτελεί μονόδρομο. Ταυτόχρονα, ο μόνος τρόπος να αντικρουστεί το δεξιό αντιευρωπαϊκό ρεύμα είναι από αντικαπιταλιστική σκοπιά.

Η ρήξη ή η δυνατότητα μεταρρύθμισης της Ε.Ε κρίθηκε στην Ελληνική εμπειρία, όπου ακόμα και η απειλή ότι θα πληγούν τα μνημόνια επέφερε πόλεμο τόσο από τις εγχώριες όσο και από τις διεθνείς δυνάμεις του κεφαλαίου. Ακόμη, εκτίμησε ότι διάκριση μεταξύ ευρώ και Ε.Ε. δεν είναι ρεαλιστική εκτός και αν υπάρχει σχέδιο ανάπτυξης εντός πλαισίου Ε.Ε. με εθνικό νόμισμα, αλλά πρόκειται για άλλο πολιτικό σχέδιο που δεν είναι ούτε διεθνιστικό, ούτε αντικαπιταλιστικό.

Τέλος, τόνισε εμφατικά ότι η σύγκρουση είναι πολιτικού χαρακτήρα και απαιτεί ταξική και διεθνιστική ρήξη με τον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό της Ε.Ε.

Ακολούθησε η παρέμβαση του Δημήτρη Σαραφιανού που ξεκίνησε σημειώνοντας ότι όλοι μιλάμε από την σκοπιά των συμφερόντων των εργαζομένων και από διεθνιστική οπτική γωνία, αλλά το ερώτημα του τι ακριβώς θα κάνουμε, όταν φθάσουμε στον κόμπο, όπως συνέβη στην ελληνική περίπτωση αλλά και στην Κύπρο προηγουμένως, χρειάζεται απάντηση.

Αναλύοντας την κατάσταση εκτίμησε ότι το ευρώ αποτελεί όπλο και εργαλείο για τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα σε ένα πεδίο ανισόμετρης ανάπτυξης που επιβάλλει την εσωτερική υποτίμηση για την εξισορρόπηση κάθε χώρας. Ταυτόχρονα, πιέζει τις πιο αδύναμες μερίδες του κεφαλαίου σε κάθε χώρα να συνταχθούν με τις πιο ισχυρές, μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, δημιουργώντας ένα μπλοκ εξουσίας που συμπαρασύρει και τα μικροαστικά στρώματα.

Στη συνέχεια της παρέμβασής του τόνισε ότι τα μνημόνια και το ευρώ είναι ταυτόσημα, έτσι εάν σπάσει αυτό ο κόμπος οι δυνάμεις του κεφαλαίου χάνουν ένα σημαντικό όπλο. Επομένως, κόμβο της ταξικής πάλης αποτελεί η έξοδος από το ευρώ. Σε αυτόν το κόμβο οφείλουμε να απαντήσουμε. Να απαντήσουμε εάν υπάρχει άλλος βιώσιμος δρόμος, διότι αλλιώς γινόμαστε ακίνδυνοι. Ακόμη, σημείωσε ότι η έξοδος από την Ε.Ε. μετά από μια έξοδο από το ευρώ είναι δεδομένη κυρίως λόγω της μη αποπληρωμής του χρέους, αλλά και της εθνικοποίησης των τραπεζών. Αυτό όμως το βήμα αντιιμπεριαλιστικών μέτρων, δεν σημαίνει ότι η ταξική πάλη τελειώνει. Όπως έδειξε η εμπειρία της Λατινικής Αμερικής ένα δεν ακολουθήσουν άλλα πιο προωθημένα μέτρα προς τον σοσιαλισμό θα υπάρξει παλινόρθωση. Είναι όμως απαραίτητο να κάνουμε το πρώτο βήμα για να προχωρήσουμε στα επόμενα βήματα του μεταβατικού προγράμματος για να φθάσουμε να απαντήσουμε και στο ζήτημα μεταρρύθμιση ή επανάσταση.

Ο Δημήτρης Σαραφιανός σημείωσε ότι στην Ελλάδα, μετά τη εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε απονομιμοποίηση της έννοιας της Αριστεράς και μετατόπιση αγωνιστών/τριων προς τα δεξιά, ή και απόσυρση, που οφείλεται στο μνημόνιο, αλλά και σε θέματα όπως το προσφυγικό-μεταναστευτικό κ.α.   

Στο κλείσιμο της ομιλίας του τόνισε ότι είναι σήμερα αναγκαίο ένα μέτωπο όλων των δυνάμεων που σπάσανε από τον ΣΥΡΙΖΑ και των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς για να κάνουμε το πρώτο βήμα σε έναν δρόμο που είναι πραγματικά αντικαπιταλιστικός.

Τη συζήτηση έκλεισε η παρέμβαση του Γιώργου Σαπουνά που τόνισε ότι η εναλλακτική πρόταση της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς στέκεται αντιπαραθετικά στην στρατηγική της νεοφιλελεύθερης λιτότητας μέσα στην κρίση και είναι το «μνημόνιο στο κεφάλαιο». Μια πρόταση που αποσκοπεί στην ανατροπή του ταξικού συσχετισμού που διαμόρφωσαν τα μνημόνια υπέρ του εγχώριου μεγάλου κεφαλαίου και αφορά στο μεταβατικό πρόγραμμα άμεσης αναδιανομής, πλούτου και ισχύος, υπέρ του κόσμου της εργασίας και των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων.

Ακολούθως, σημείωσε ότι τραγική απόδειξη για το γεγονός ότι δεν υπάρχει άλλη, πιο «ήπια» αριστερή εναλλακτική από το «μνημόνιο στο κεφάλαιο», είναι η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα που στο όνομα της αποφυγής της εξόδου από το ευρώ και της επιλογής να μην συγκρουστεί με το εγχώριο κεφάλαιο, υπέγραψε και υλοποιεί το 3ο μνημόνιο, μετακινούμενη συνεχώς δεξιότερα όπως έδειξε και ο πρόσφατος ανασχηματισμός.

Στη συνέχεια έκανε σαφές, από την πλευρά του, ότι η υλοποίηση του μεταβατικού προγράμματος (με την εθνικοποίηση τραπεζών και στρατηγικών τομέων της οικονομίας, με εργατικό έλεγχο, με την βαριά φορολογία στο κεφάλαιο, με μέτρα ενίσχυσης της εργασίας) απαιτεί την άρνηση του χρέους και του ευρωπαϊκού καθεστώτος καθώς δεν μπορεί να υλοποιηθεί συναινετικά με τα ευρωπαϊκά και διεθνή νεοφιλελεύθερα και ιμπεριαλιστικά κέντρα. Επισήμανε, όμως, ότι η υπαγωγή αυτής της στρατηγικής, κατά προτεραιότητα, στο συστημικό νομισματικό δίλλημα, υπονομεύει και ακυρώνει το περιεχόμενό της καθώς την εγκλωβίζει σε εκδοχή της αναζήτησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης μέσα στην κρίση, στα πλαίσια του εθνικού κράτους (αστικός ευρωσκεπτικισμός). Το LEXIT (αριστερή έξοδος από την ευρωζώνη) είναι η ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική εναλλακτική και τίθεται αντιπαραθετικά σε κάθε άλλο «ρεαλιστικό» EXIT που υποτάσσεται στο αστικό, οικονομικό πλαίσιο της κρίσης (λιτότητα).

Παράλληλα, σημείωσε ότι η  ριζοσπαστική, αντικαπιταλιστική εναλλακτική συμπληρώνεται από τον πολιτικό φορέα που οφείλει να πετυχαίνει την συγκέντρωση δύναμης της αριστεράς (μέτωπο - «πλατύ κόμμα») εντός του οποίου διεξάγεται η μάχη μεταξύ ρεφορμιστών και αντικαπιταλιστών.

Ο Γιώργος Σαπουνάς ολοκλήρωσε την παρέμβασή εκτιμώντας ότι τα «πλατιά κόμματα» ανέδειξαν την επικαιρότητα της αντικαπιταλιστικής στρατηγικής χωρίς ωστόσο να δικαιώνουν κάθε αντικαπιταλιστική οργάνωση χωριστά. Απαιτείται η αντικαπιταλιστική αριστερά που θα συγκεντρώνει τους αντικαπιταλιστές σε ενιαίο οργανωτικό σχήμα, πολύ περισσότερο μέσα στο «πλατύ κόμμα».