Η άνοδος του Αλέξη Τσίπρα στο πολιτικό στερέωμα έγινε με τη μέθοδο «φλας αριστερά».
Η Νεολαία του Συνασπισμού, υπό τη δική του ηγεσία, διαδήλωνε στη Γένοβα στην εποχή του Φόρουμ, βγάζοντας περιφρονητικά τη γλώσσα απέναντι στους Ιταλούς πρώην ευρωκομμουνιστές που διέλυαν το ιστορικό κόμμα τους, το PCI, για να συγκλίνουν με την τότε σοσιαλδημοκρατία («Τα Βαλκάνια πνίξατε στο αίμα – Άντε και γαμήσου σύντροφε Ντ’ Αλέμα»!). Είκοσι χρόνια μετά, ο «ώριμος» Αλέξης Τσίπρας διαμορφώνει το πολιτικό και οργανωτικό πλαίσιο της διάλυσης του κόμματός του, του ΣΥΡΙΖΑ, και την μετάβαση προς ένα κάποιο Δημοκρατικό Κόμμα, μέσα από μια φαρσοκωμωδία που θα έκανε ακόμα και τους πιο δεξιούς Ιταλούς «αναθεωρητές» να κοκκινίζουν από ντροπή. Τουλάχιστον ο Ντ’ Αλέμα διατηρούσε τον προσδιορισμό «Αριστερά» στον τίτλο των κομματιδίων που διαδοχικά έστησε, ενώ τις μετατοπίσεις του τις πέρναγε μέσα από κομματικά συνέδρια, όπου τις υποστήριζε πολιτικά και διεκδικούσε πλειοψηφίες. Αυτά βέβαια δεν προστάτευσαν τους Ιταλούς «μετακομμουνιστές» από το άδοξο και ταπεινωτικό τέλος, δηλαδή τη δημιουργία των συνθηκών της ήττας τους από τον Μπερλουσκόνι. Και αυτό οφείλει να το θυμάται καλά το παρεάκι των εδώ μαθητευόμενων μάγων.
Χρήμα, προεδρικοί και «αμερικανιές»
Η νίκη του Κασσελάκη στην κούρσα της διαδοχής του Αλέξη Τσίπρα δεν έχει κάτι το ανεξήγητο. Από την αρχή της καμπάνιας του, έγινε καθαρό ότι στην υποστήριξή του εμπλέκεται χρήμα και δη μεγάλο χρήμα (αυτό είναι ο «επαγγελματισμός» στην επικοινωνία). Από την αρχή της καμπάνιας του, έγινε καθαρό ότι στο πλευρό του τάχθηκαν συντονισμένα τα καθεστωτικά ΜΜΕ, που (με τρόπο θετικό ή αρνητικό, αυτό είναι αδιάφορο) μετέτρεπαν σε είδηση πρώτης γραμμής κάθε κουβέντα (εξυπνάδα ή βλακεία) του φερέλπιδος νέου, καταλήγοντας πάντα στην πρόβλεψη της νίκης του. Όμως αυτά δεν θα ήταν αρκετά για τη νίκη του, χωρίς την καθοριστική εμπλοκή μιας ισχυρής εσωτερικής στον ΣΥΡΙΖΑ δύναμης. Και αυτή είναι σήμερα ορατή χωρίς καμιά αμφιβολία: ο ίδιος ο Τσίπρας και η παρέα του, της παλιάς «προεδρικής φρουράς», που σήμερα αναλαμβάνει να κρατήσει τον Κασσελάκη στα πόδια του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Στέφανος Κασσελάκης δεν έχει πολιτική. Ο Αντώνης Λιάκος (έμπειρος σε αυτά, μετά τη θητεία του στην αυλή του Κώστα Σημίτη) σωστά εντόπισε τον πυρήνα της, σε μια παλιότερη συνέντευξη του Κασσελάκη: «Το να υπάρξει ένα άλλο κοινωνικό σύστημα… είναι στη σφαίρα της ουτοπίας. Ζούμε σε καπιταλισμό. Αυτή είναι η πραγματικότητα… Αυτό που μπορεί να κάνει η πολιτική είναι να δημιουργήσει κατάλληλα εργαλεία και κίνητρα [σσ: ;] καθώς και να θέσει τους κανόνες [σσ: ;;] ώστε από τη δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα [σσ: !] να μπορούν να ενισχυθούν κοινωνικές προτεραιότητες [σσ: !!]. Το θέμα είναι να υπάρχουν ίδιοι κανόνες για όλους. Σε αυτό πάσχει η Ελλάδα, στην οποία δεν υπάρχει υγιής ανταγωνισμός». Αυτός ο πυρήνας ιδεών είναι έξω και πέρα από κάθε όριο, όποιου συνεκτικού συλλογικού ρεύματος αναφοράς στις παραδόσεις του εργατικού κινήματος. Είναι πέρα και έξω από τα όρια όποιου ρεύματος της πολιτικής Αριστεράς. Στην εποχή Κασσελάκη αυτό που θα παίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι τόσο το ΡΙΖ (από το ριζοσπαστική) όσο το Α (από το Αριστερά, στον τίτλο του ΣΥΡΙΖΑ). Και πράγματι, το Δημοκρατικό Κόμμα στις ΗΠΑ, και πιο ειδικά ο «κύκλος» Μπάιντεν όπου ο Κασσελάκης έμαθε τα βασικά πολιτικά γράμματα, είναι πέρα κι έξω από κάθε έννοια που μπορούσε να δώσει στη λέξη «Αριστερά» (της σοσιαλδημοκρατίας συμπεριλαμβανομένης) το εργατικό κίνημα στην Ευρώπη.
Μετάλλαξη όχι «άλωση»
Κάποιοι στον Τύπο, αλλά και στις συζητήσεις γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ, αναρωτιούνται πώς έγινε δυνατόν να «αλωθεί» ο ΣΥΡΙΖΑ από ένα τέτοιο πρόσωπο, που συμβολίζει και υπηρετεί μια τέτοια πολιτική. Η ίδια η ερώτηση είναι λάθος. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αλώθηκε. Μεταλλάχθηκε σταδιακά αλλά συστηματικά, και παραδόθηκε από την ηγεσία του στον Κασσελάκη, στα πλαίσια μιας επιχείρησης μετάβασης σε ένα τελείως διαφορετικό κόμμα. Επιχείρηση που προϋποθέτει απαλλαγή από γνωρίσματα, σύμβολα, ονόματα και (αναπόφευκτα) κάποια πρόσωπα.
Ο Τσίπρας και η παρέα του θεωρούν νίκη τους τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015. Ήταν η στρατηγική ήττα τους. Γιατί τότε ανέλαβαν να κυβερνήσουν υπηρετώντας την πολιτική του αντίπαλου κοινωνικού μπλοκ. Θεωρούν ότι η συμφωνία με τους δανειστές το 2018, που ονομάστηκε «έξοδος από τα μνημόνια» ήταν επιτυχία τους. Καθώς αποτελούσε τη μονιμοποίηση των μνημονιακών περικοπών, ήταν το σημείο ρήξης των σχέσεων με την κοινωνική βάση τους. Έχασαν τις εκλογές το 2019 και δεν τόλμησαν να συζητήσουν το πώς και το γιατί. Πήγαν στις εκλογές του 2023 με σημαία τη διεύρυνση και το «δικαιοσύνη παντού» (να ‘τος ο Κασσελάκης…) και συντριβήκανε από τον παραπαίοντα Μητσοτάκη, χάνοντας την προτίμηση των εργατών και των φτωχών.
Σε αυτό το κόμμα δεν είναι μόνο ο Κασσελάκης μια «μεταβατική» ηγεσία, είναι όλος ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον ένα «μεταβατικό» κόμμα. Ο Αλ. Τσίπρας και η φρουρά του, από καιρό, δεν κρύβουν ότι επιδιώκουν μια μετα-ΣΥΡΙΖΑ «ανασύνθεση» προς τον κεντρώο σοσιαλφιλελευθερισμό.
Το άλλοθι για αυτές τις επιλογές είναι η (τάχα) εκλογική αποτελεσματικότητα. Με σημαία τη «διεύρυνση για να νικήσουμε στις εκλογές», ο Τσίπρας οδήγησε προς 4-5 βαριές εκλογικές ήττες. Ο Κασσελάκης υπόσχεται διαρκώς ότι αυτός «μπορεί να νικήσει τον Μητσοτάκη», όμως οι δημοσκοπήσεις μετά την εσωκομματική επικράτησή του, δείχνουν μια επισφαλής στασιμότητα στο έδαφος της ήττας. Αυτή η πολιτική κατεύθυνση, πέρα από τα προφανή ιδεολογικοπολιτικά κενά και αντιφάσεις της, έχει ήδη καταγράψει ότι δεν είναι αυτό που υπόσχεται, δεν είναι βάση πολιτικής/εκλογικής νίκης ενάντια στη Δεξιά.
Σε αυτήν την πορεία, ο οργανωτικός εκφυλισμός είναι άμεσα συγκρίσιμος με τον πολιτικό/ιδεολογικό εκφυλισμό. Η εκλογή του προέδρου «αδιαμεσολάβητα» από τον λαό του κόμματος ήταν και είναι μια φάρσα δημοκρατίας. Σε αυτόν τον οργανισμό, όπου ο Τσίπρας δικαιούται να ισχυριστεί ότι μπορεί να κάνει πρόεδρο ακόμα και τον κηπουρό του, δεν είναι φρόνιμο να κάνει κανείς προβλέψεις. Ο Κασσελάκης μπορεί να αποδειχθεί νομιμόφρων μεταβατική ηγεσία και αύριο-μεθαύριο, μέσα σε ένα νέο κόμμα, ο Μεσσίας να κληθεί να επιστρέψει στον θρόνο του. Όμως και ο Τσίπρας δεν μπορεί να κοιμάται ήσυχος: κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα του φερθούν όπως αυτός φέρθηκε κάποτε στον μέντορά του.
Η παλιότερη απάντηση του Άγγελου Ελεφάντη στο ερώτημα για τις προοπτικές του ΠΑΣΟΚ («από τη σκοπιά του σοσιαλισμού, είναι παντελώς αδιάφορο»), γίνεται όλο και πιο ταιριαστή σχετικά με τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά