Οι επαναπροσδιορισμοί που είναι αναγκαίοι
Η ΛΑΕ μπαίνει στην τελική ευθεία μιας αναμέτρησης –και μιας δοκιμασίας που άρχισε με το αρνητικό αποτέλεσμα των εκλογών στις 20/9/2015– έχοντας κρατήσει το ρόλο της ως ένα σημαντικό πολιτικά και οργανωτικά «κέντρο» στη ριζοσπαστική Αριστερά.
Για να μπορέσει όμως να αντιμετωπίσει με επιτυχία την αναμέτρηση που έρχεται οφείλει –με αφετηρία τη σύγκλιση του ΠΣ στις 15/10– να προωθήσει τολμηρά ορισμένες αποσαφηνίσεις στην πολιτική γραμμή της και ορισμένους επαναπροσδιορισμούς στη σχέση των οργανώσεών της με το κοινωνικό κίνημα και τον ευρύτερο κόσμο της Αριστεράς.
Οι πολιτικές αποσαφηνίσεις προκύπτουν, νομίζουμε, αβίαστα από τα γεγονότα των μηνών που πέρασαν, από τα μαθήματα της πείρας στη συγκυρία στο εσωτερικό και διεθνώς:
α) Η κατεύθυνση του Brexit υπό την ηγεμονία της Τερέζα Μέι και του κόμματος των Συντηρητικών, η δύναμη της Μαρίν Λεπέν και η γραμμή της ακροδεξιάς απέναντι στην ΕΕ και, κυρίως, η πολιτική του Τραμπ με τις πολεμικές απειλές, το ρατσιστικό παροξυσμό και την μεγάλη αύξηση των εξοπλισμών στις ΗΠΑ, υποχρεώνουν σε επανατοποθέτηση όσους είχαν αυταπάτες για έναν κάποιο τάχα εξ αντικειμένου προοδευτικό ρόλο των «αντιπαγκοσμιοποιητικών ρευμάτων» του αστικού στρατοπέδου, δηλαδή των ρευμάτων της επιστροφής στην προστατευτισμό και στον εθνικιστικό ανταγωνισμό μεταξύ χωρών του κέντρου του παγκόσμιου συστήματος. Η ενίσχυση αυτών των ρευμάτων, η επιστροφή των αστικών τάξεων στον ανταγωνισμό μέσω των κρατών και των πολεμικών μηχανών τους, είναι αφενός αποτέλεσμα της κρίσης και ταυτόχρονα κλιμάκωση της κρίσης με φανερές πλέον καταστροφικές απειλές, όπως οι πόλεμοι στο εξωτερικό και το κράτος «έκτακτης ανάγκης» στο εσωτερικό των μεγάλων δυνάμεων. Η γραμμή της Αριστεράς διεθνώς και εδώ, χωρίς καμιά υποχώρηση απέναντι στους φιλελεύθερους της Δεξιάς, του ακραίου Κέντρου και της Κεντροαριστεράς που επιμένουν στον παραδοσιακό νεοφιλελευθερισμό και την έμφαση στην παγκοσμιοποίηση κυρίως μέσω των «αγορών», οφείλει να αντιμετωπίσει ως θανάσιμο αντίπαλο αυτήν την νέα τάση που συνδυάζει το νεοφιλελευθερισμό με τον εθνικισμό και το ρατσισμό.
Ως Κόκκινο Δίκτυο είμαστε αρκετά ικανοποιημένοι για τις προειδοποιήσεις που είχαμε έγκαιρα εγείρει στο σημείο αυτό.
β) Με το ταξίδι του Τσίπρα στις ΗΠΑ, τη γραμμή του Κοτζιά στις διαπραγματεύσεις για την Κύπρο, τη γραμμή Καμένου (με την υποστήριξη όλης της κυβέρνησης) στο ζήτημα της ανανέωσης και επέκτασης των αμερικανικών βάσεων αλλά και των νέων εξοπλισμών, αποδεικνύεται λάθος η εκτίμηση ότι η αστική τάξη είναι ψοφοδεής και υποχωρητική λόγω της κρίσης, έτοιμη να δεχθεί μεγάλες υποβαθμίσεις στο ρόλο της στην περιοχή ως σημαντική υπο-ιμπεριαλιστική δύναμη κυρίως σε σύγκριση με την Τουρκία.
Συσφίγγοντας τις σχέσεις με τις ΗΠΑ σε πρωτοφανή για τα δεδομένα μετά το 1974 επίπεδα, συσφίγγοντας τον άξονα με το κράτος του Ισραήλ και τη δικτατορία της Αιγύπτου, η ντόπια κυρίαρχη τάξη προσπαθεί να επωφεληθεί από την κρίση στο τουρκικό καθεστώς, από τις ρωγμές που δημιουργούν οι στροφές του Ερντογάν πέρα από τον έλεγχο της Δύσης, και παίζει το χαρτί της εθνικιστικής αναθεώρησης του συσχετισμού στην περιοχή, με πρωτοφανείς κινδύνους πολεμικών περιπετειών.
Η υπεράσπιση της ειρήνης, στην οποία αναφέρεται η ΛΑΕ, δεν αφορά μόνο την απόκρουση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων αλλά και εσωτερικούς σχεδιασμούς σχετικά με το Αιγαίο, την Κύπρο, τις ΑΟΖ και την ενέργεια στην ανατολική Μεσόγειο.
Στα ζητήματα αυτά είναι αναγκαία μεγαλύτερη σαφήνεια.
γ) Οι τελευταίες εξελίξεις αποδεικνύουν τον επικίνδυνο ρατσισμό της ΧΑ (με τις δολοφονικές επιθέσεις στον Ασπρόπυργο), αλλά και τον εξίσου επικίνδυνο ρατσισμό του κράτους και της κυβερνητικής πολιτικής (π.χ., με τον τραγικό θάνατο του 5χρονου παιδιού στο κάτεργο της Μόριας).
Ταυτόχρονα, όλες οι τελευταίες αντιρατσιστικές κινητοποιήσεις είχαν μεγάλη και κυρίως νεολαιίστικη συμμετοχή, αποδεικνύοντας ότι ο αντιρατσισμός είναι αναπόσπαστο και οργανικό τμήμα κάθε «σχεδίου» ανασύνταξης μιας μαζικής ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Διεκδικούμε να αναδειχθεί αυτό το συμπέρασμα και να γίνει δεκτή η συστηματική αντιρατσιστική πάλη στη θεματολογία της ΛΑΕ σε όλα τα επίπεδα.
δ) Όλα τα παραπάνω έχουν συνέπειες στην πολιτική των συμμαχιών.
Γνωρίζοντας ότι χτυπάμε ανοιχτές πόρτες, επαναφέρουμε το θέμα του ΕΠΑΜ, μιας και εξακολουθεί να είναι αναρτημένο σε ιστοσελίδες του χώρου μας άρθρο με την αναρώτηση: Χωράει το ΕΠΑΜ στο μέτωπο;
Εμείς απαντάμε ευθέως: Όχι. Γιατί υποστηρίζει ανοιχτά μια φιλοπόλεμη-φιλοϊμπεριαλιστική νέα εκδοχή της Μεγάλης Ιδέας (βλ. το άρθρο του Δ. Καζάκη με τον εμπνευσμένο τίτλο «Τρία αυγά Τουρκίας»). Γιατί θεωρεί τους πρόσφυγες απειλή, γιατί καλεί σε κινητοποιήσεις αντι-αλληλεγγύης, ανοίγοντας το δρόμο στα πραγματικά Τάγματα Εφόδου. Αλλά και γιατί μια σχολή σκέψης και ρητορείας που αναπαράγει έναν απίστευτο ανορθολογισμό και μια ανεκδιήγητη προσωπολατρία, είναι στοιχεία προσβλητικά και ασύμβατα με κάθε αριστερό εγχείρημα.
Όμως το ΕΠΑΜ είναι η κορυφή του παγόβουνου. Αρνητική πρέπει να είναι η θέση μας και στις σχέσεις με έναν «αστερισμό» πασοκογενών στελεχών, κυρίως του «πατριωτικού» χώρου, που έχοντας μείνει ανέστιοι λόγω της πολιτικής κρίσης, αλληθωρίζουν κατά καιρούς προς την αντιμνημονιακή Αριστερά. Με ανάλογα φθαρμένα υλικά δεν μπορεί να στηριχθεί νέο ξεκίνημα.
Οι πολιτικές συμμαχίες της ΛΑΕ πρέπει να ορίζονται από τη διεκδίκηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς: αφορούν κυρίως την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τις δυνάμεις που αποσπάστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015, ενώ πάγια θα πρέπει να είναι ανοιχτή η πόρτα των σχέσεων με το ΚΚΕ (αν και όποτε αυτό το θελήσει). Αυτή η επιλογή δεν αποκλείει, αλλά αντίθετα επιβάλλει, την κριτική προς όλες αυτές τις δυνάμεις ειδικά σχετικά με την πολιτική των συμμαχιών.
ε) Έπειτα από μια περίοδο σχετικά απομονωμένης μάχης από τη ΛΑΕ για την υποστήριξη της αναγκαιότητας εξόδου από το ευρώ και σύγκρουσης με την ΕΕ, είναι η ώρα για μια τακτική αναπροσαρμογή. Η έξοδος από το ευρώ είναι ασφαλώς ένα αναγκαίο εργαλείο για την ανατροπή της λιτότητας, αλλά όχι αυτοσκοπός. Με αυτήν την έννοια το σύνθημα της εξόδου από το ευρώ (που έχει ήδη καταγραφεί σαν «ταυτοτικό» της ΛΑΕ) θα πρέπει να ενταχθεί ομαλά μέσα σε μια συνολικότερη γραμμή παρέμβασης στα κοινωνικά μέτωπα και πρωτοβουλιών για το μέτωπο της αντιμνημονιακής ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Η διαφορά φαίνεται ανάγλυφα στο κρίσιμο ζήτημα του προγραμματισμού των Πολιτικών Επιτροπών της ΛΑΕ. Θα είναι λάθος να ζητήσουμε από τους συντρόφους και τις συντρόφισσες να συνεχίσουν απλώς να οργανώνουν εκδηλώσεις όπου κεντρικά στελέχη αναλύουν την «εναλλακτική λύση». Αντίθετα θα πρέπει να αναπτύξουν ένα πρόγραμμα δικών τους παρεμβάσεων στα κοινωνικά μέτωπα του χώρου ευθύνης τους, συνεχίζοντας μέσα σε αυτήν τη δράση να υποστηρίζουν μεταξύ άλλων (ανατροπή του μνημονίου, σοσιαλισμός στον 21ο αιώνα κ.ο.κ.) την έξοδο από το ευρώ και τη σύγκρουση με την ΕΕ ως αναντικατάστατες προϋποθέσεις.
στ) Η ΛΑΕ βρίσκεται σε κομβικό σημείο, σε σταυροδρόμι όπου πρέπει να επιλέξει: Είτε να υποχωρήσει σε μια χαλαρότερη πολιτική συμμαχία με κοινό εκλογικό ορίζοντα (όπου κάθε τάση θα κάνει κυρίως τα δικά της και το «σήμα» ΛΑΕ θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο στους «κοινούς τόπους», στις ομόφωνες επιλογές). Είτε να επιμείνει σε μια πιο σφιχτή κοινή πολιτική και οργανωτική μετωπική λειτουργία, όπου όμως είναι αναγκαίοι κάποιοι σαφείς επαναπροσδιορισμοί.
Αυτοί αφορούν την κοινή δέσμευση σε έναν κεντρικό προγραμματισμό (ιδιωτικοποιήσεις, εργατικά, αντιρατσισμός, πλειστηριασμοί, τοπική αυτοδιοίκηση, νεολαία κ.ο.κ.) αλλά και ανάλογους προγραμματισμούς δράσης των ΠΕ. Μια τέτοια πολιτική συμφωνία χρειάζεται για να στηρίξει την οργανωτική δέσμευση για μια ταχύτερη επανεξόρμηση. Μαζί με μια εξίσου αναγκαία στροφή σε πιο πλουραλιστική λειτουργία και την υποστήριξη μιας στελεχικής ανανέωσης.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά