Η ΚΕ του ΚΚΕ θέτει ως στόχο την άμεση μετάβαση στο σοσιαλισμό, αλλά δεν μας λέει τίποτα για το πώς σκοπεύει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Το μόνο που συνιστά είναι η αποφυγή των άκαιρων αναμετρήσεων (όπως η κυβέρνηση της Αριστεράς που επιλέγει ο ΣΥΡΙΖΑ) και κατά τα άλλα… αναμονή, μέχρι «να έρθουν στην ημερήσια διάταξη οι αντικειμενικές συνθήκες της σοσιαλιστικής επανάστασης».
Το 19ο Συνέδριο θα αποδειχθεί ένα σημαντικό συνέδριο για το ΚΚΕ.
Οι θέσεις της ΚΕ πραγματοποιούν μια «στροφή»: εγκαταλείπουν με ρητό τρόπο τη στρατηγική των «σταδίων» προς το σοσιαλισμό, εγκαταλείπουν, εν μέρει, την εκδοχή του «μαρξισμού» που επιβλήθηκε στα ΚΚ παγκόσμια μετά την επικράτηση του σταλινισμού στην ΕΣΣΔ στη δεκαετία του ’30, θέτουν τη στρατηγική της σοσιαλιστικής επανάστασης σαν τη μοναδική θεωρητική βάση επί της οποίας μπορεί να στηριχθεί η ανάπτυξη της Αριστεράς ως διακριτού πολιτικού ρεύματος.
Όπως γράφει ο «Ριζοσπάστης» (3/1/2013: «Η ταξική πάλη και το ζήτημα εξουσίας»), το θεμελιακό ζήτημα στη συζήτηση είναι: α) «της συγκέντρωσης των δυνάμεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση», γιατί, β) «με δεδομένο το χαρακτήρα της εποχής ως εποχής του ιμπεριαλισμού… άρα και εποχής των σοσιαλιστικών επαναστάσεων», αλλά και γ) «την εκτίμηση ότι στην Ελλάδα έχουν διαμορφωθεί οι υλικοί όροι για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, ανεξάρτητα αν δεν είναι στην ημερήσια διάταξη οι αντικειμενικές συνθήκες της σοσιαλιστικής επανάστασης…».
Στάδια
Από τη σκοπιά του μαρξισμού και του λενινισμού αυτές οι τρεις θέσεις είναι σωστές. Αφήνουν πίσω τις πρωτόγονες αναλύσεις του ελληνικού καπιταλισμού ως «ψωροκώσταινας», αφήνουν πίσω τις στρατηγικές του ΚΚΕ, σε προηγούμενες δεκαετίες, που έδιναν προτεραιότητα στο «ξεπέρασμα των τσιφλικάδικων καθυστερήσεων», ή που θεωρούσαν την εμπέδωση της εθνικής ανεξαρτησίας, της αστικής δημοκρατίας και την ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας στην Ελλάδα, ως αναντικατάστατες προϋποθέσεις για να τεθεί το ζήτημα του σοσιαλισμού.
Δημιουργούν, επίσης, τη βάση για μια σοβαρή ερμηνεία της μεγάλης ήττας του λαϊκού κινήματος και της Αριστεράς στα 1944-45, αλλά και την ερμηνεία των απίστευτα καιροσκοπικών επιλογών της κομματικής ηγεσίας στις δεκαετίες του 1960, του ’70 και του ’80…
Το βήμα αυτό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παρά ως καλοδεχούμενο. Ανοίγει σε ένα πλατύ τμήμα του οργανωμένου κόσμου της Αριστεράς τη συζήτηση για το πώς μπορούμε πράγματι να φτάσουμε στο σοσιαλισμό. Κατά τη γνώμη μου, η ηγεσία του ΚΚΕ θα παιδευτεί πολύ για να «μαζέψει» τις συνέπειες αυτού του βήματος που σήμερα κάνει.
Πολύ περισσότερο που το βήμα αυτό είναι μισό και μετέωρο. Η ΚΕ του ΚΚΕ θέτει ως στόχο την άμεση μετάβαση στο σοσιαλισμό, αλλά δεν μας λέει τίποτα για το πώς σκοπεύει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Το μόνο που συνιστά είναι η αποφυγή των άκαιρων αναμετρήσεων (όπως η κυβέρνηση της Αριστεράς που επιλέγει ο ΣΥΡΙΖΑ) και κατά τα άλλα… αναμονή, μέχρι «να έρθουν στην ημερήσια διάταξη οι αντικειμενικές συνθήκες της σοσιαλιστικής επανάστασης».
Στο έδαφος της μαρξιστικής και πολύ περισσότερο της λενινιστικής παράδοσης δεν υπάρχουν περιθώρια για τέτοιες ακροβασίες. Από την επομένη της Οκτωβριανής Επανάστασης και μέχρι το 4ο Συνέδριο της Διεθνούς, το μπολσεβίκικο κόμμα και η Κομιντέρν αφιέρωσαν την προσοχή τους για να επεξεργαστούν την απάντηση στο ερώτημα: Τι σημαίνει «προετοιμασία και συγκέντρωση των δυνάμεων της επανάστασης σε συνθήκες μη επαναστατικής κατάστασης»;
Και η απάντησή τους είχε δύο πολύτιμες παρακαταθήκες: Ενιαίο Μέτωπο και Μεταβατικό Πρόγραμμα.
Το ΚΚΕ τις απορρίπτει και τις δύο, τις αντικαθιστά με καρικατούρες, με αποτέλεσμα ο, τάχα, επαναστατικός προσανατολισμός του κόμματος να υποβιβάζεται σε ιδεολογικό προπαγανδισμό.
Στη θέση τον Ενιαίου Μετώπου, η ΚΕ του ΚΚΕ αντιπαραθέτει μια κάποια «Λαϊκή Συμμαχία» μεταξύ του ΚΚΕ, του ΠΑΜΕ, του ΜΑΣ και άλλων ενώσεων… οπαδών του ΚΚΕ. Αφήνει έτσι τελείως αναπάντητο το ερώτημα: Πώς μπορεί το εργατικό κίνημα να συγκεντρώνει δυνάμεις για να αντιμετωπίζει τις μάχες που εδώ και τώρα καλείται να δώσει;
Σημειώνουμε ότι το ζήτημα αυτό δεν αφορά –μόνο– τις «μεγάλες στιγμές» της Επανάστασης, αλλά τις μεγάλες περιόδους που έχουμε μπροστά μας, αρχίζοντας από σήμερα. Για παράδειγμα, η ΚΕ του ΚΚΕ εξακολουθεί να οφείλει μια πειστική ερμηνεία σχετικά με το πώς και γιατί ηττήθηκε ο μεγάλος απεργιακός αγώνας στη Χαλυβουργία…
Στο ζήτημα του Μεταβατικού Προγράμματος, η ΚΕ του ΚΚΕ απαντά με έναν αφορισμό που καταγγέλλει ως «ρεφορμισμό» κάθε αγώνα, κίνηση ή άποψη, που δεν θέτει, με άμεσο τρόπο, το ζήτημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής!
Θα περιμένουμε με περιέργεια να ενημερωθούμε για κάποιον απεργιακό αγώνα, καθοδηγούμενο από το ΠΑΜΕ, που να έθεσε ως αίτημα την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.
Θα περιμένουμε, με την ίδια περιέργεια, να μάθουμε την άποψη του ΚΚΕ για το πώς θα διανύσουμε το διάστημα από το σημερινό επίπεδο αγώνων και συνείδησης των εργατών, μέχρι την ωρίμανση του συνολικού αιτήματος για κατάληψη της εξουσίας από την ίδια την εργατική τάξη.
«Θρησκευτική» επαγγελία
Με το απόλυτο κενό απαντήσεων του ΚΚΕ σε αυτά τα δύο κρίσιμα ζητήματα τακτικής, η αναφορά στη σοσιαλιστική επανάσταση μετατρέπεται σε μια, απολύτως ακίνδυνη για το σύστημα, επαγγελία θρησκευτικού τύπου. Γι’ αυτό, άλλωστε, την ώρα που οι καθεστωτικές δυνάμεις λυσσάνε κυριολεκτικά απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, εξακολουθούν να δηλώνουν: «διαφωνούμε, μεν, αλλά σεβόμαστε το ΚΚΕ». Η Αριστερά που θα μιλάει για επαναστάσεις και σοσιαλισμούς, αλλά θα συνεχίζει να κινείται μόνο μαζί με τον εαυτό της, ήταν, είναι και θα είναι μια ακίνδυνη πολιτική δύναμη για το σύστημα.
«Τριτοπεριοδισμός»
Στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος υπάρχει μια πολύτιμη αρνητική εμπειρία. Αναφερόμαστε στη διαβόητη γραμμή της «3ης Περιόδου». Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, τα συμφέροντα της σταλινικής διπλωματίας στην ΕΣΣΔ επέβαλαν στην Κομιντέρν μια «στροφή» που ανέτρεπε όλες τις προηγούμενες επεξεργασίες. Δηλωνόταν ότι ο καπιταλισμός είχε εισέλθει, παγκόσμια, στην «3η, τελευταία, περίοδό του», ότι το ζήτημα της σοσιαλιστικής ανατροπής ετίθετο –αντικειμενικά– ως άμεσο καθήκον παντού και –κατά συνέπεια– τα ΚΚ όφειλαν να συμμαχούν μόνο με τις δυνάμεις που συμμερίζονταν τον άμεσο στόχο της εργατικής εξουσίας. Οι σοσιαλδημοκράτες εργάτες χαρακτηρίζονταν ως «σοσιαλφασίστες» και κάθε συμμαχία μαζί τους –ακόμα και απέναντι στους ναζί του Χίτλερ– απαγορευόταν ρητά.
Η γραμμή αυτή εγκαταλείφθηκε νύχτα και αντικαταστάθηκε αιφνιδιαστικά από το αντίθετό της: τα λαϊκά μέτωπα και την αντιφασιστική συμμαχία με τις αστικοδημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις. Μόνο που στο μεταξύ είχε επιτρέψει τη συντριβή του μεγάλου εργατικού κινήματος στη Γερμανία και τη νίκη του Χίτλερ.
Οι θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ προς το 19ο Συνέδριο δεν θα μακροημερεύσουν. Είτε θα ανατραπούν από τα αριστερά, από τα μέλη και τους οπαδούς του κόμματος που θα βρουν τη δύναμη να απαιτήσουν τη συγκεκριμενοποίηση της σοσιαλιστικής στρατηγικής, με απαντήσεις στα ζητήματα των συμμαχιών, αλλά και του Μεταβατικού Προγράμματος προς την εργατική εξουσία. Είτε από τα δεξιά, με μια βίαια, νέα, «στροφή» της ηγεσίας –μετά από μια πολιτική ήττα του κινήματος, ή πολιτική ήττα του ΚΚΕ– προς μια νέα εκδοχή της ανεξάντλητης δεξαμενής «σταδίων» που έχει η σταλινική παράδοση.