Καθώς η Αίγυπτος αποτελεί τη «ναυαρχίδα» του αραβικού κόσμου και η Συρία πεδίο διεθνούς ενδιαφέροντος, οι εξελίξεις σε αυτές τις δύο χώρες μονοπωλούν την ειδησεογραφία και αρθρογραφία γύρω από την αραβική επανάσταση, αδικώντας τους αγώνες στον υπόλοιπο αραβικό κόσμο.
Η παράλειψη είναι συνολικότερη, αλλά αποκτά ιδιαίτερο βάρος στην περίπτωση της Τυνησίας, η οποία διαθέτει τον ισχυρότερο «υποκειμενικό παράγοντα» από όλες τις χώρες: Ένα εργατικό κίνημα καλά οργανωμένο στις γραμμές της συνομοσπονδίας UGTT, η οποία έχει τη δύναμη και την δημοφιλία που της επιτρέπει να παίζει κεντρικό ρόλο στις εξελίξεις. Και μια ριζοσπαστική Αριστερά με πλατιά επιρροή και βαθιά ριζωμένη παράδοση από την δεκαετία του ’70 κι έπειτα στην χώρα.
Οι δύο αυτές δυνάμεις έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην πολύμηνη πολιτική κρίση στην Τυνησία που δείχνει να καταλήγει στην αποχώρηση της κυβέρνησης της «τρόικα» (όπως ονομάζεται η συμμαχία του Ισλαμικού Ενάντα με τα σοσιαλδημοκρατικά CPR και Ettatakol). Η ανατροπή της κυβέρνησης είχε αναδειχθεί σε κεντρικό αίτημα του κινήματος και η επιτυχία αυτού του στόχου είναι μια σημαντική εξέλιξη. Ωστόσο, όπως έδειξε και η αιγυπτιακή εμπειρία, οι μεγάλες προκλήσεις είναι μπροστά,καθώς αυτές ξεπερνούν το «μίνιμουμ» στόχο της ανατροπής μιας λαομίσητης κυβέρνησης και αφορούν συνολικότερα διακυβεύματα για την πορεία της επαναστατικής διαδικασίας.
Ο τρόπος που φτάσαμε στην διαφαινόμενη αποχώρηση του Ενάντα από την εξουσία και ο τρόπος που κινήθηκαν οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις αυτό το διάστημα έχουν σημασία για να ανιχνεύσουμε τις προοπτικές και τους κινδύνους.
Η διακυβέρνηση της τρόικα
Το ισλαμικό Ενάντα ακολούθησε την πορεία των Αιγύπτιων Αδελφών Μουσουλμάνων. Κέρδισε τις εκλογές του Οκτώβρη 2011 με 40%, πρόδωσε τις λαϊκές ελπίδες και κατάφερε να αποξενωθεί σχεδόν από τους πάντες. Έφτασε στο σημείο να μην θεωρείται πια «νομιμοποιημένη κυβέρνηση» από την συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού και οδηγείται στην έξοδο. Υπήρξαν σημαντικά προβλήματα δημοκρατίας. Η Εθνοσυνέλευση που εκλέχτηκε με μονοετή θητεία έχει παρατείνει επ’ αόριστον την θητεία της, οι «κανονικές» εκλογές απομακρύνονταν από τον ορίζοντα, το διαβόητο υπουργείο Εσωτερικών δεν «εκκαθαρίστηκε» ποτέ, αλλά αντίθετα πλαισιώθηκε από τους «Συνδέσμους Υπεράσπισης της Επανάστασης» (ισλαμικές πολιτοφυλακές) και μαζί κατέστειλαν κινητοποιήσεις, οι γυναίκες στοχοποιήθηκαν.
Στα δυτικά ΜΜΕ, οι αντιδημοκρατικές πρακτικές της κυβέρνησης αποδόθηκαν σε «εξισλαμισμό» της Τυνησίας και οι πολιτικές διαμάχες παρουσιάζονταν υπό το -κλασσικό πια- πρίσμα «ισλαμιστές εναντίον κοσμικών». Μια αντίστοιχη αφήγηση υιοθέτησαν και το Ενάντα, αλλά και η δεξιά, κοσμική αντιπολίτευση, καθώς βοηθούσε και τους δύο να «κρύψουν» τη συμφωνία τους στη συνέχεια των νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών του Μπεν Άλι. Ωστόσο ήταν αυτές οι οικονομικές πολιτικές που οδήγησαν στην κατάρρευση του Ενάντα. Όπως και στην Αίγυπτο, η λαϊκή οργή δεν έχει να κάνει με κάποιον «εξισλαμισμό», αλλά με την προδοσία των αιτημάτων της επανάστασης, ιδιαίτερα των κοινωνικών. Με εμβληματικές στιγμές τη Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου με την ΕΕ το Νοέμβρη του 2012 και την συμφωνία με το ΔΝΤ τον Ιούνη του 2013, η κυβέρνηση της «τρόικα» ακολούθησε κι επιτάχυνε νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επιδείνωσαν την οικονομική κατάσταση (πληθωρισμός, ανεργία, φτώχεια, ρήμαγμα των φτωχών επαρχιών) και δε βελτίωσαν στο ελάχιστο τη ζωή των φτωχών, των εργατών και των ανέργων.
Ένας επικίνδυνος διπολισμός
Ωστόσο, ως αντίπαλο δέος στο Ενάντα, άρχισε να διαμορφώνεται μια δεξιά, κοσμική αντιπολίτευση. Ο Beji Caid Essebsi, κεντρικό στέλεχος του καθεστώτος επί Μπουργκίμπα και λιγότερο επί Μπεν Άλι, μεταβατικός πρωθυπουργός τους μήνες μετά την ανατροπή του δικτάτορα, ίδρυσε το Nidaa Tounes (Κάλεσμα στη Τυνησία) με στόχο να συσπειρώσει τις διάσπαρτες οργανώσεις και κόμματα που ίδρυσαν πρώην καθεστωτικοί μετά την διάλυση του RCD (το καθεστωτικό, κυβερνητικό κόμμα). To NidaaTounes, με τη στήριξη και σημαντικών τμημάτων της αστικής τάξης, είναι πλέον ο βασικός εκλογικός αντίπαλος του Ενάντα, ενώ ηγεμονεύει στη συμμαχία UPT (Ένωση για την Τυνησία) όπου συμμετέχουν κεντροδεξιά κόμματα αλλά και το τμήμα της παραδοσιακής Αριστεράς που είναι σε τροχιά σοσιαλδημοκρατικοποίησης.
Αυτός ο επικίνδυνος και ψευδεπίγραφος «διπολισμός» ενισχυόταν από δύο παράγοντες
Ο ένας ήταν η «ουδετερότητα»/αδράνεια της UGTT: Αν και στο πρώτο ελεύθερο συνέδριο στα τέλη του 2011 αναδείχτηκε μια μαχητική πλειοψηφία στην ηγεσία, η τακτική της Εργατικής Συνομοσπονδίας κινούταν γύρω από το «έξω η πολιτική από τα συνδικάτα».
Ο άλλος ήταν ο κατακερματισμός της Αριστεράς: Η Αριστερά είχε ενωθεί στο «Μέτωπο της 14 Γενάρη» μετά την ανατροπή του Μπεν Άλι, αλλά σύντομα η συμμαχία κατάρρευσε γύρω από σημαντικές διαφορές τακτικής στην «μεταπολιτευτική» περίοδο. Αυτό περιόρισε και τις δυνατότητες παρέμβασης στους αγώνες και την εκλογική της δύναμη τον Οκτώβρη του 2011.
Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, της διακυβέρνησης Ενάντα αλλά και την ίδρυση του NidaaTounesκαι τη συγκρότηση της UPT, αναστήθηκε το «Μέτωπο της 14 Γενάρη». Τον Αύγουστο του 2012, 12 οργανώσεις από όλα τα ρεύματα (μαοϊσμός, τροτσκισμός, μαρξιστικός παναραβισμός, νασερισμός, μπααθισμός, οικολογία, σοσιαλιστές, η ATTAC, η Επιτροπή Ενάντια στο Χρέος) ενώθηκαν στο Λαϊκό Μέτωπο για την Εκπλήρωση των Στόχων της Επανάστασης. Ιδρυτικός στόχος του Λαϊκού Μετώπου ήταν να εκφραστεί ο «τρίτος πόλος» που θα σταθεί απέναντι και στην «τρόικα» και στην UPT.
Επιτάχυνση των εξελίξεων
Από τα μέσα του 2012 και έπειτα, το ρόλο του καταλύτη στις εξελίξεις παίζει το «μαστίγιο της αντεπανάστασης». Ένα κύμα κλιμακούμενης βίας από ακραίες σαλαφιστικές ομάδες ενάντια στην Αριστερά και τα συνδικάτα είχε ήδη προκαλέσει οργή ενάντια στο Ενάντα, το οποίο κατηγορούνταν πως αν δεν υπέθαλπτε τις επιθέσεις, σίγουρα τις εκμεταλλευόταν πολιτικά: για να στρέφει τη συζήτηση στη διαμάχη για την «ταυτότητα της Τυνησίας» (κοσμική ή ισλαμική), να εμφανίζεται «μετριοπαθές» (σε σύγκριση με τον ακραίο σαλαφισμό) και κυρίως να απομακρύνει το ενδιαφέρον από τα καυτά κοινωνικά ζητήματα. Ωστόσο η κλιμάκωση αυτής της βίας αποτέλεσε τον πυροδότη της πολιτικής κρίσης και γύρισε «μπούμερανγκ» στην κυβέρνηση.
Στα τέλη Νοέμβρη του 2012, μια εξέγερση στην επαρχία Σιλιάνα, που είχε τη στήριξη της τοπικής UGTT κατεστάλη. Λίγες μέρες μετά, έγινε επίθεση στα κεντρικά γραφεία της Συνομοσπονδίας. Ξέσπασαν περιφερειακές απεργίες, αλλά η γενική απεργία που είχε προαναγγείλει η UGTT ματαιώθηκε μετά από διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση. Η UGTT έχει προκηρύξει άλλη μια γενική απεργία στην ιστορία της, το 1978, που κατέληξε σε εκατοντάδες νεκρούς, χιλιάδες συλληφθέντες και την ουσιαστική διάλυσή της, την οποία ξεπέρασε μετά από χρόνια ανασυγκρότησης. Από τότε η γενική απεργία θεωρείται το «ύστατο» μέσο πάλης στο οποίο καταφεύγει μόνο αν αξίζει να αναληφθεί το ρίσκο μιας επανάληψης του 1978. Με αυτό σκεπτικό ματαιώθηκε και η «γενική δοκιμή δυνάμεων» που όλοι περίμεναν το Δεκέμβρη του 2012 αποφεύχθηκε, αλλά τα όσα έγιναν σήμαιναν το τέλος του αυτοπεριορισμού της UGTT στα οικονομικά, κλαδικά ζητήματα.
Ο αγώνας ενάντια στο Ενάντα
Στις 6 Φλεβάρη, δολοφονείται ο Τσόκρι Μπελαΐντ, ηγέτης του Κόμματος Ενωμένων Δημοκρατικών Πατριωτών και στέλεχος του Λαϊκού Μετώπου. Η UGTT ανταποκρίνεται στο κάλεσμα του Λαϊκού Μετώπου και μετατρέπει την κηδεία σε παλλαϊκή πολιτική διαδήλωση. Η κυβερνητική κρίση εκτονώνεται με την παραίτηση του πρωθυπουργού (θέλησε να σχηματίσει κυβέρνηση τεχνοκρατών, αλλά το κόμμα του αρνήθηκε και τον εξώθησε σε παραίτηση), οι επαναστατικές δυνάμεις δεν είχαν σχέδιο για να δώσουν «συνέχεια» στη διαδήλωση-σεισμό της 7 Φλεβάρη, αλλά αυτή ήταν η αρχή της πολύμηνης πολιτικής κρίσης.
Το Λαϊκό Μέτωπο απέναντι στην πολιτική κρίση υιοθέτησε την τακτική «προτείνουμε ένα πρόγραμμα και χτίζουμε συμμαχίες στη βάση του». Αν και το κάλεσμα για ένα «συνέδριο εθνικής σωτηρίας» από το οποίο θα προέκυπτε η πολιτική βάση για μια «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» απευθυνόταν «σε όλες τις δυνάμεις», το Μέτωπο είχε προτείνει ως βάση ένα έκτακτο πρόγραμμα με έντονο αντινεοφιλελεύθερο χαρακτήρα, αντιμετωπίζοντας έτσι ένα τεράστιο πρόβλημα: την αποκλειστική εστίαση των αστικών δυνάμεων στην «δημοκρατική μετάβαση» η οποία αντιμετωπίζει τα κοινωνικά, λαϊκά αιτήματα από «πρόωρα» ως «επικίνδυνα».
Αν και το ΛΜ συζητούσε και με την UPT στα πλαίσια ενός «Συντονισμού για τη Σωτηρία της Τυνησίας», τα στελέχη της επεσήμαναν τις «μεγάλες διαφορές στο οικονομικό πρόγραμμα», ενώ η κεντρική απόφαση της ηγεσίας έκανε λόγο για περιορισμένη συνεργασία για συγκεκριμένους στόχους. Αυτή η απόφαση δέχτηκε εσωκομματικά πυρά, από μια σημαντική μερίδα του ΛΜ που δεν δέχεται «καμιά συμμαχία με το Nidaa Tounes». Την ίδια εποχή, η εναλλακτική πρόταση κάποιων δυνάμεων -μια πολιτική λύση με κορμό την UGTT- σκοντάφτει στη στάση της Συνομοσπονδίας, που έχει επιλέξει τον ρόλο του να προτείνει καθήκοντα στην κυβέρνηση, αλλά όχι να εμπλακεί στο ποια είναι αυτή.
Τα γεγονότα επιταχύνθηκαν από μια δεύτερη πολιτική δολοφονία, με θύμα τον Μοχάμεντ Μπράχμι, ηγέτη του νασερικού κόμματος και στελέχους του Λαϊκού Μετώπου στις 25 Ιούλη.
Το Μέτωπο απάντησε καλώντας σε αγώνα για την ανατροπή της τρόικα, τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και τη δημιουργία μιας «Επιτροπής Εθνικής Σωτηρίας» και μιας προσωρινής 6μηνης κυβέρνησης ανεξάρτητων προσωπικοτήτων με ένα «έκτακτο» πρόγραμμα δημοκρατικής μετάβασης. Για την επίτευξή αυτών των στόχων, το κείμενο-κάλεσμα προτείνει «πολιτική ανυπακοή» και «αντικατάσταση των τοπικών Αρχών με θεσμούς λαϊκής εξουσίας». Αυτό το κείμενο το αποδέχεται πρώτο το NidaaTounesκαι ακολουθούν και άλλα κόμματα, όπως και οργανώσεις φοιτητών, ανέργων πτυχιούχων και γυναικών που συγκροτούν το Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας.
Η οργή ενάντια στο Ενάντα πλέον ξεχειλίζει και στις 6 Αυγούστου μετά από κάλεσμα του Μετώπου Εθνικής Σωτηρίας διαδηλώνουν 500.000 χιλιάδες στους δρόμους, δίχως να καλέσει η UGTT. Από τότε μέχρι και σήμερα, οι κινητοποιήσεις και στην πρωτεύουσα και στις επαρχίες είναι διαρκείς. Υπό αυτές τις εξελίξεις και απέναντι στην αδιαλλαξία του Ενάντα που δεν διαπραγματευτεί τίποτε πέρα από έναν ανασχηματισμό, μετατοπίστηκε ακόμα περισσότερο προς την «πολιτική αρένα» και η UGTT, που πέρασε από τις γενικές εκκλήσεις σε «πολιτικό διάλογο και συναίνεση» στην υιοθέτηση του συνθήματος για αλλαγή κυβέρνησης.
Κάπως έτσι φτάσαμε στις σημερινές -εν εξελίξει- διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα της UGTTστις οποίες το Ενάντα έχει καταρχήν αποδεχθεί την αποχώρησή του από την κυβερνητική εξουσία και την ανάδειξη κυβέρνησης «εκτάκτου ανάγκης».
Η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική, αλλά εξίσου σύνθετη, με την Αιγυπτιακή. Ήταν η λαϊκή κινητοποίηση αυτή που οδήγησε την κυβέρνηση σε πτώση, αλλά οι πολιτικοί όροι με τους οποίους αυτή θα συμβεί δεν είναι απαραίτητα φιλολαϊκοί.
Η UGTT και το Λαϊκό Μέτωπο
Όσο κι αν η UGTT αρνούνταν την πολιτική, τελικά «η πολιτική την άρπαξε από το γιακά». Ωστόσο ο τρόπος εμπλοκής της παραμένει κατώτερος των δυνατοτήτων. Ο Ζιλμπέρ Ασκάρ σε συνέντευξή του στο Rproject, συνέκρινε τη δύναμη της Συνομοσπονδίας αλλά και την τακτική της στην Τυνησία, με τη δύναμη και την τακτική του αιγυπτιακού στρατού στην Αίγυπτο. Αλλά όπως είπε, αν για τον αιγυπτιακό στρατό λέμε «ευτυχώς» που δεν καταλαμβάνει την εξουσία, αλλά προτιμά να διατηρεί τον ρόλο του «ρυθμιστή», για την UGTT λέμε «δυστυχώς».
Όσον αφορά το Λαϊκό Μέτωπο, ο τρόπος που χειρίστηκε την πολιτική σύγκρουση με το Ενάντα είναι αμφιλεγόμενος. Σίγουρα η τυνησιακή εκδοχή του Μετώπου Εθνικής Σωτηρίας διαφέρει από την αιγυπτιακή, με την έννοια του πρωταγωνιστικού ρόλου που έπαιξε από τη συγκρότησή του μέχρι σήμερα η Αριστερά. Οι υποστηρικτές αυτής της τακτικής επισημαίνουν πως «δεν σύρθηκε η Αριστερά προς το Nidaa Touness, αλλά το Nidaa Tounes σύρθηκε πίσω από την Αριστερά». Τονίζουν ιδιαίτερα την παρουσία και άλλων συμμάχων (οι κοινωνικές οργανώσεις και κάποια «ενδιάμεσα» κόμματα που συμμετέχουν) ως θετική εξέλιξη. Θεωρούν πως ο οπορτουνισμός του Essebsi (ενώ εξελισσόταν ο αγώνας, συναντιόταν με τον ηγέτη του Ενάντα στο Παρίσι) θα καταλήξει στην αποδυνάμωσή του μέσα στο αντιπολιτευτικό στρατόπεδο και την κατάκτηση της ηγεμονίας από το Λαϊκό Μέτωπο.
Ωστόσο αυτές οι εκτιμήσεις δεν αναιρούν τον προβληματικό χαρακτήρα της συμμαχίας. Το Nidaa Tounes έχει τους πόρους και τη δύναμη να κυριαρχήσει μέσα στο Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας και να σπρώξει σε ρόλο κομπάρσου την Αριστερά, ενώ παρά το γεγονός ότι το ιδρυτικό κείμενο της συμμαχίας ανήκει στο Λαϊκό Μέτωπο, το περιεχόμενό του ήταν ήδη «απονευρωμένο» (οικονομικά και κοινωνικά) και επέστρεφε στα πλαίσια της «δημοκρατικής μετάβασης». Είναι χαρακτηριστικό του πλαισίου πάλης ενάντια στο Ενάντα, ότι αν και δεν συμμετέχει κεντρικά η UTICA (Ένωση Εργοδοτών), πολλά τοπικά παραρτήματά της στηρίζουν τις κινητοποιήσεις.
Με βάση αυτούς τους προβληματισμούς, μια σημαντική μερίδα του Λαϊκού Μετώπου είναι επικριτική προς την αντιπολιτευτική συμμαχία, καταγγέλοντας ότι αναιρείται ο ίδιος ο «ιδρυτικός χαρακτήρας» του Λαϊκού Μετώπου, αυτός του «τρίτου πόλου» απέναντι και στον Essebsi και στους ισλαμιστές.
Σε κεντρικό επίπεδο, το αριστερό στίγμα έχει πράγματι υποχωρήσει μπροστά στο κλίμα «όλοι μαζί ενάντια στην τρόικα» και τη δυνατότητα του Nidaa Tounes να δίνει τον κεντρικό τόνο. Ωστόσο, στις περιφέρειες οι αριστερές δυνάμεις φαίνεται να αξιοποιούν τον κεντρικό αγώνα προς όφελος του βαθέματος και ριζώματος της επαναστατικής διαδικασίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις (όπως η Σίντι Μπουζίντ, το «λίκνο» της τυνησιακής επανάστασης), το κάλεσμα για «πολιτική ανυπακοή» με τη μορφή ανάδειξης «επιτροπών αυτοάμυνας» και «λαϊκών θεσμών» που θα αντικαθιστούν τις λειτουργίες των επίσημων Αρχών έχει προχωρήσει και υλοποιείται. Αρκετοί σύντροφοι του Λαϊκού Μετώπου θεωρούν πως το κεντρικό σύνθημα για «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» βοηθά την προσπάθεια να οργανωθεί στο τοπικό επίπεδο αυτό το κίνημα «από τα κάτω», ενώ άλλοι θεωρούν πως η συμμαχία με το Nidaa Tounes καταλήγει να αποδυναμώνει αυτήν την προσπάθεια.
Το σίγουρο είναι ότι σε αυτές τις τοπικές κινηματικές διεργασίες, που επαναφέρουν την αυτό-οργάνωση της εξέγερσης ενάντια στον Μπεν Άλι και επιχειρούν να τη συστηματοποιήσουν θα κριθούν οι εξελίξεις. Και βέβαια από την τακτική του Λαϊκού Μετώπου το αμέσως επόμενο διάστημα. Το θετικό είναι πως όλες οι συνιστώσες επισημαίνουν πως η το Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας είναι «τακτική, προσωρινή» συμμαχία πάνω σε συγκεκριμένους στόχους πάλης και πως θα διαλυθεί σύντομα. Αλλά οι κίνδυνοι παραμένουν, όπως και το ενδεχόμενο η συμμαχία να πάρει μονιμότερο χαρακτήρα. Το Λαϊκό Μέτωπο βαδίζει σε μια λεπτή γραμμή, όπου τα όρια ανάμεσα στην «τακτική» και τις πιέσεις δεξιών συμμαχιών είναι θολά, όπου –όπως το έθεσε στέλεχός του- ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος «του περάσματος από τον πραγματισμό στην υποστήριξη αντεπαναστατικών πολιτικών».
Σήμερα, που ο «άμεσος τακτικός στόχος» της ανατροπής της τρόικα είναι κοντά και η περίφημη «κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης» εμφανίζεται στον ορίζοντα, θα κριθεί η στάση της τυνησιακής Αριστεράς. Από το περιεχόμενο αυτής της κυβέρνησης ως την στάση του Λαϊκού Μετώπου απέναντί της. Από αυτήν τη στάση θα κριθούν πολλά και στην Τυνησία, αλλά και στην υπόλοιπη αραβική Αριστερά, που αναζητά σε πρωτοφανείς συνθήκες το σωστό δρόμο…