Η δεύτερη μέρα της διεθνούς συνάντησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, που διοργανώνει το RProject, ολοκληρώθηκε με τη συζήτηση με θέμα «Ο πολιτικός αγώνας και η Αριστερά» Ακολουθεί σύντομο ρεπορτάζ από τη συζήτηση.
Ο Μανουέλ Γκαρί, από τους Αντικαπιταλίστας μέσα στο Ποδέμος, ξεκίνησε με κάποιες επισημάνσεις για τη διεθνή συγκυρία και το πώς πρέπει να σταθεί η Αριστερά απέναντι στην κρίση του καπιταλισμού. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανάγκη να δοκιμάζουμε προτάσεις, να μη μένουμε στάσιμοι, και να επιχειρήσουμε να συνδέσουμε τα κοινωνικά κινήματα με τον πολιτικό αγώνα.
Εστιάζοντας στην Ισπανία, περιέγραψε το μέγεθος της κρίσης του καθεστώτος που προέκυψε μετά το 1978, και ιδιαίτερα την κρίση που αντιμετωπίζει το PSOE, για να εξηγήσει τον σημαντικό ρόλο που έχει το Ποδέμος σε αυτό το τοπίο, πέρα από τα προβλήματα των ηγετών του.
Χαρακτήρισε χρήσιμη την ελληνική εμπειρία («μάθαμε τη λέξη ΟΧΙ», αλλά και «κανείς δεν τολμά να υπερασπιστεί την τακτική του Τσίπρα, μια αριστερή κυβέρνηση δεν μπορεί να εφαρμόζει μνημόνια») και εξήγησε πώς πρέπει να προχωρήσουν οι Ποδέμος, αναδεικνύοντας το ζήτημα της δημοκρατικής συγκρότησης, του προγράμματος μετάβασης, του σοσιαλισμού ως στόχου.
Η Σάρον Σμιθ, από την ISO, περιέγραψε την διαρκή επιδείνωση της κατάστασης των από κάτω στις ΗΠΑ τα τελευταία 30-40 χρόνια, και την όξυνση της κατάστασης μετά το 2008. Ο θυμός για αυτήν την κατάσταση, ισχυρίστηκε ότι εξηγεί και το φαινόμενο Σάντερς και το φαινόμενο Τραμπ, αν και «βίαια αντίθετα μεταξύ τους».
Περιέγραψε την ελπίδα που γέννησε ο Σάντερς, αλλά και την απογοήτευση που ακολούθησε μετά την επιλογή του να στηρίξει την Χίλαρι Κλίντον και άσκησε εκτεταμένη κριτική στο ρόλο του Δημοκρατικού Κόμματος ως «νεκροταφείου των κινημάτων». Περιέγραψε επίσης με τα πιο μελανά χρώματα την άνοδο του Τραμπ, ως «υποψήφιου του μίσους» που πατάει στην οργή της λευκής μεσαίας αλλά και εργατικής τάξης, με ένα μίγμα ρατσισμού, ξενοφοβίας, σεξισμού και δεξιού λαϊκισμού.
Στάθηκε στο πόσο άθλια είναι η εκλογική μάχη ανάμεσα στην Χίλαρι και τον Τραμπ (τους δύο πιο αντιδημοφιλείς υποψήφιους στην ιστορία) και πώς μετατοπίζουν και οι δύο δεξιά την πολιτική συζήτηση. Αλλά ανέδειξε τη δυνατότητα να συγκροτηθεί μια νέα μαζική ριζοσπαστική Αριστερά και το πώς υπάρχουν οι μεγαλύτερες δυνατότητες από τη δεκαετία του ’60 για να ενισχυθεί μια επαναστατική σοσιαλιστική οργάνωση.
Ο Μάρκο Νέβες, από το Μπλόκο, ξεκίνησε περιγράφοντας τη διαδρομή της Πορτογαλίας το 2011-15 με το μνημόνιο και τη δεξιά κυβέρνηση, αλλά και το μαζικό κίνημα εναντίον της, που οδήγησε στο εκλογικό αποτέλεσμα του 2015 και το σχηματισμό κυβέρνησης των Σοσιαλιστών με την υποστήριξη από το Μπλόκο και το ΚΚ Πορτογαλίας, στη βάση μιας προγραμματικής συμφωνίας. Αναφέρθηκε στα θετικά μέτρα αντιστροφής της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων που υλοποιήθηκαν σε αυτή τη βάση, αλλά και στις γενικότερες προσπάθειες της ριζοσπαστικής Αριστεράς (με επιτροπές διαβούλευσης για το χρέος, την επισφάλεια κλπ). Αποτίμησε θετικά τον πρώτο χρόνο του «πειράματος», αν και εξήγησε πως δεν πρόκειται για «κυβέρνηση της Αριστεράς». Ισχυρίστηκε πως το Μπλόκο θεωρεί «σημαντικά, αλλά όχι αρκετά» τα βήματα που έχουν γίνει, και ζητά μια νέα στρατηγική. Σε αυτό έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα του χρέους και της προσήλωσης των Σοσιαλιστών στους κανόνες της ΕΕ, που όπως είπε ακυρώνουν τις δυνατότητες για μια ριζική αλλαγή πολιτικής. Αυτά τα ζητήματα ανοίγει το Μπλόκο (αμφισβήτηση του χρέους, δημοψήφισμα για το Δημοσιονομικό Σύμφωνο), παλεύοντας ταυτόχρονα για ανάπτυξη των κοινωνικών συγκρούσεων, καθώς γνωρίζουν ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν θα υλοποιήσει ένα τέτοιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα.
Η Μαρία Μπόλαρη, από το Κόκκινο Δίκτυο, ξεκίνησε περιγράφοντας την επιλογή των «πλατιών κομμάτων» ως απάντηση στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη σημασία χτισίματος ισχυρών οργανώσεων του επαναστατικού μαρξισμού. Εξήγησε πως η επιλογή του ενιαίου μετώπου είναι αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα δεν ακυρώνει την σημασία του διλήμματος «μεταρρύθμιση ή επανάσταση», περιγράφοντας και τις σχετικές επιλογές της ΔΕΑ σε όλη τη διαδρομή από μετωπικό σχήμα σε ενιαίο πολιτικό φορέα.
Έκανε έναν απολογισμό της διαδρομής του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνάρτηση με τις λαϊκές διαθέσεις από το 2010-13, στο 2015 και το πώς τέθηκε το ζήτημα της «κυβέρνησης της Αριστεράς» από τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν. Προχώρησε σε μια αυτοκριτική προσέγγιση αυτού του πολιτικού στόχου, εντοπίζοντας τις αναγκαίες προϋποθέσεις που χρειάζονται για να τεθεί αποτελεσματικά, και που η έλλειψή τους έκρινε την πορεία το 2015. Εξήγησε τις στρατηγικές που οδήγησαν στην ήττα, και ανέπτυξε τη στάση της ΔΕΑ και του Κόκκινου Δικτύου σε όλη αυτή τη διαδρομή, από τις πρώτες μάχες το Φλεβάρη μέχρι την κορύφωση της κρίσης και της μαζικής διάσπασης το καλοκαίρι του 2015.
Από αυτή τη βάση, της συγκροτημένης αριστερής αντιπολίτευσης στον ΣΥΡΙΖΑ εξήγησε, γίνεται σήμερα δυνατή η συγκρότηση μιας δύναμης στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, περιγράφοντας και τα βήματα που πρέπει να κάνει η ΛΑΕ ως κρίσιμος «χώρος» για να γίνει αποτελεσματικά εναλλακτική στις νέες δύσκολες συνθήκες, σε συμμαχία με άλλες δυνάμεις όπως η Πλεύση, η ΔΥΡΙΖΑ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αυτό θα απαντήσει τελικά και το αν και πώς έκλεισε ένας προηγούμενος κύκλος.
Ακολούθησε η παρέμβαση του Χρήστου Λάσκου, από την Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που στάθηκε στην κρισιμότητα της συγκυρίας και τους κινδύνους που δημιουργεί η ήττα, σε συνάρτηση με έναν εν εξελίξει «αντιδραστικό μετασχηματισμό» της κοινωνίας. Έκανε τον δικό του απολογισμό για την κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ (με την επικράτηση ενός άνευ αρχών κυβερνητισμού), κι επέμεινε στην ανάγκη του πολιτικού υποκειμένου. Σε αυτό το καθήκον, εντόπισε την ύπαρξη ενός «διάσπαρτου, αλλά αξιόμαχου και μάχιμου δυναμικού», αλλά και μια κεκτημένη συμφωνία σε ένα «μεταβατικό πρόγραμμα» στις δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Υπενθύμισε ότι παρά την ήττα, η αντι-λιτότητα παραμένει ηγεμονικό ρεύμα και εξήγησε πως πάνω σε ένα τέτοιο πρόγραμμα πρέπει να ανασυγκροτηθεί η Αριστερά, επαναφέροντας το σύνθημα «να πληρώσουν οι πλούσιοι».
Την συζήτηση έκλεισε η παρέμβαση της Ελένης Πορτάλιου, που ξεκίνησε από την ανάγκη να προχωρήσουν και συνεχιστούν οι απολογισμοί από δυνάμεις και άτομα που συμμετείχαν στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Στη συνέχεια, προχώρησε στην παρέμβασή της στην οποία έδωσε τον τίτλο «Μαθαίνοντας από το παρελθόν: Η επαναθεμελίωση της Αριστεράς σήμερα». Σε 5 σημεία, ανέπτυξε τα ελλείμματα της Αριστεράς στην αντιπαράθεση με το νεοφιλελευθερισμό, το ζήτημα της ΕΕ και του ευρώ ως σχεδίων των αστικών τάξεων στο διεθνή ανταγωνισμό, την ανάγκη η αντικαπιταλιστική Αριστερά να αναπτύξει κριτική σκέψη και να «υπερβεί τον εαυτό της», τα καθήκοντα που μπαίνουν στην Αριστερά, τα ζητήματα που ανοίγει μπροστά της και ο στόχος της εξόδου από το ευρώ, για να καταλήξει ότι δεν πρέπει να αντιγράψουμε παλιότερα μοντέλα, αλλά να ανακαλύψουμε αυτό που μας αντιστοιχεί και είναι αναγκαίο. Επέμεινε ιδιαίτερα στη λαϊκή συμμετοχή και την αυτενέργεια ως παράγοντες που θα κρίνουν τελικά και την επαναθεμελίωση της Αριστεράς.