Η τελευταία σύνοδος στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ υπενθύμισε, σε πολλά κέντρα και επιτελεία, τι τύπου κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ: ένα πλατύ πολιτικό δίκτυο αγωνιστών-τριών που τα τελευταία χρόνια «ζυμώθηκε» με όλους τους αγώνες αντίστασης στη λιτότητα, ένα κόμμα μπολιασμένο με μια «μεταβατική», προγραμματική αντίληψη που επιδιώκει πολιτικές και κοινωνικές νίκες, ένα κόμμα που η «βάση», η μεγάλη πλειοψηφία των μελών του, εντάσσει τις προοπτικές του στην ολοκλήρωση των δημοκρατικών κατακτήσεων και στο άνοιγμα του δρόμου για τη συνολικότερη σοσιαλιστική απελευθέρωση της κοινωνίας.

Ένα τέτοιο κόμμα δεν είναι δυνατόν να μετατραπεί ειρηνικά σε «εργαλείο» άσκησης πολιτικών λιτότητας, υπό οποιοδήποτε πρόσχημα, ακόμα και σε δραματικές συνθήκες. 

Η κυβέρνηση «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» αντιμετώπισε κατά τις διαπραγματεύσεις του Φεβρουαρίου μια διπλή παγίδα, που στήθηκε μέσα από το συντονισμό των ενεργειών της ηττημένης συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, αλλά και –κυρίως!– των ευρωπαϊκών «θεσμών», δηλαδή της Κομισιόν και της ΕΚΤ, σε αγαστή συνεργασία με το ΔΝΤ. Πριν καν η κυβέρνηση αναλάβει τα υπουργεία, πριν καν αποκτήσει την ελάχιστη εμπειρία «διακυβέρνησης» και πριν αποκαταστήσει έναν ελάχιστο έλεγχο στους μηχανισμούς του κράτους, βρέθηκε αντιμέτωπη με δύο επικίνδυνες προκλήσεις: Αφενός το ενδεχόμενο μιας άμεσης κατάρρευσης των τραπεζών. Αφετέρου, τη μεγάλη δυσκολία των δημόσιων ταμείων να χρηματοδοτήσουν –ταυτόχρονα!– την εξυπηρέτηση του χρέους αλλά και τους μισθούς, τις συντάξεις, τις στοιχειώδεις κοινωνικές δαπάνες...

Μπροστά σε αυτόν τον διπλό κίνδυνο η κυβέρνηση υποχώρησε. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εξωραϊσμού της συμφωνίας του Φεβρουαρίου και της λίστας των «μεταρρυθμίσεων» όπου αυτοδεσμεύτηκε ο κ. Βαρουφάκης. Αν η κυβέρνηση επιλέξει –ή υποχρεωθεί– να «τιμήσει» αυτήν τη συμφωνία, θα έχει παραιτηθεί από τη δέσμευση της αντι-λιτότητας. Το ίδιο θα συμβεί στο «κόμμα ΣΥΡΙΖΑ» αν του ζητηθεί να υποστηρίξει πολιτικά και οργανωτικά, μέσα στο λαό, το πικρό περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας. 

Όπως σωστά ανέδειξε ο Κ. Λαπαβίτσας στο άρθρο του στον «Guardian» (2/3), η παγίδα του Φεβρουαρίου δεν ήταν «στιγμιαία». Οι «θεσμοί» (η ΕΕ, η ΕΚΤ, το ΔΝΤ) έχουν οργανώσει τη συμφωνία με τρόπο ώστε το δίλημμα να βαραίνει πάνω στην κυβέρνηση διαρκώς. Οι αποφάσεις της θα πρέπει να επιβεβαιώνουν την υποχώρηση μέσα σε κάθε εβδομάδα του χρόνου που μεσολαβεί μέχρι τον Ιούνη, οπότε το δίλημμα θα τεθεί με στρατηγικές διαστάσεις: χρεοκοπία ή νέο μνημόνιο; 

Οι αποφάσεις που θα ληφθούν οφείλουν να ξεκαθαρίζουν μιαν αντιφατικότητα στις δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αφενός έχουμε μια ειλικρινή δέσμευση στην υπόσχεση ανατροπής της λιτότητας. Αφετέρου υποσχεθήκαμε ότι αυτό μπορεί να συμβεί ομαλά, με «ασφάλεια», μέσα στα πλαίσια αντοχής της Ευρωζώνης. Η δεύτερη πλευρά της προεκλογικής ρητορικής της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται σήμερα από ανεδαφική ως ουτοπική. 

Έχει σημασία να υπογραμμίσουμε ότι οι συνέπειες της όποιας επιλογής δεν θα περιοριστούν στο πεδίο της οικονομικοκοινωνικής πολιτικής, θα αντανακλαστούν άμεσα στο κυβερνητικό-πολιτικό πεδίο, δηλαδή στο ερώτημα: ποιος, μαζί με ποιους, αναλαμβάνει την ευθύνη της κυβερνητικής εξουσίας; Η εμπέδωση της υποχώρησης και πολύ περισσότερο η τακτοποίησή της προς οριστική συμφωνία με τους «θεσμούς» θα ανοίξει αναπόφευκτα το δρόμο προς μιαν κυβέρνηση εθνικής ενότητας, λιγότερο ή περισσότερο γρήγορα, με την α’ ή τη β’ μορφή. Θα είναι μια εξέλιξη οριστικής ακύρωσης του πολιτικού σχεδίου «κυβέρνηση της Αριστεράς» που επεξεργάστηκε το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή η εξέλιξη θα πρέπει να αποτραπεί. Το καθήκον αυτό βαραίνει, ασφαλώς, κυρίως το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση. Θα πρέπει να βρούμε τη δύναμη και το δρόμο για να απειθαρχήσουμε στη συμφωνία, να την ανατρέψουμε στην πράξη, να εφαρμόσουμε την πολιτική αντι-λιτότητας και να οικοδομήσουμε τις εναλλακτικές λύσεις στη χρηματοδότησή της και στα γενικότερα στραγγαλιστικά διλήμματα των ευρωηγεσιών. Οι απαντήσεις σε αυτό το δυσεπίλυτο πρόβλημα σχετίζονται στενά με κάποιες άλλες πλευρές των συνεδριακών αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως εκείνη που ζητούσε «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» και εκείνη που δήλωνε ότι δεν θα υπάρχει πλέον μέσα στην κοινωνία αντοχή για «καμία θυσία για το ευρώ», εξηγώντας ότι η πολιτική της αντι-λιτότητας θα υπηρετηθεί από τη μεριά μας με κάθε αναγκαίο μέσο...

Το καθήκον αυτό βαραίνει και την «άλλη» Αριστερά, που στην Ελλάδα διατηρεί σημαντικές δυνάμεις. Που θα πρέπει να αντιμετωπίσει την κυβέρνηση ξεδιπλώνοντας τις διεκδικήσεις για το μισθό, τη σύνταξη, το δημόσιο σχολείο και νοσοκομείο, αλλά ταυτόχρονα υποδεικνύοντας στην πράξη ότι υπάρχει «άλλος δρόμος» αντιμετώπισης των δανειστών, πέρα από την ανοιχτή συνθηκολόγηση. Αυτή η σχέση, η μοναδική φυσιολογική πολιτική συμμαχία μέσα στις σημερινές δραματικές συνθήκες, πρέπει να διευκολυνθεί συστηματικά και συνειδητά από το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ. 

Όμως, το καθήκον αυτό βαραίνει επίσης τη διεθνή και κυρίως την ευρωπαϊκή Αριστερά. Στην Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, στην ίδια τη Γερμανία, πρέπει να αναληφθούν οι πολιτικές πρωτοβουλίες που θα εμποδίζουν τους «θεσμούς» να στραγγαλίσουν και να ανατρέψουν την κυβέρνηση στην Ελλάδα. Οι πρωτοβουλίες αυτές, επίσης, θα πρέπει να προταθούν και να υποστηριχθούν συγκεκριμένα από το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, που σήμερα διατηρεί μια σημαντική διεθνή αίγλη. 

Στις εβδομάδες και το αργότερο στους μήνες που έρχονται, θα κριθεί αν θα επιβιώσει η πρώτη απόπειρα ανατροπής της λιτότητας μέσα στην Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού. 

Ετικέτες