Σημειώσεις μετά τις τελευταίες αναταραχές στο σοσιαλιστικό κόμμα και τις διεργασίες για το σχηματισμό κυβέρνησης

Το εσωκομματικό πραξικόπημα που προκάλεσε η πιο συντηρητική πτέρυγα του σοσιαλιστικού κόμματος Ισπανία (PSOE), με πρωτοστάτες την Ανδαλουσιανή Σουσάνα Ντίας και τον πρώην πρωθυπουργό και ιστορικό ηγέτη Φελίπε Γκονσάλες  καθώς και η παραίτηση του γενικού γραμματέα Πέδρο Σάντσες, αποκαλύπτουν τον βαθμό και την έκταση της πολιτικής κρίσης που βασανίζει το ισπανικό πολιτικό σύστημα. Για αυτή την κρίση έχουμε γράψει πολλές φορές, υπενθυμίζοντας το άρθρο του Χάιμε Παστόρ «καλώς ήρθες αστάθεια». Ωστόσο, το καινούριο που έρχεται να προσθέσει αυτή η νέα εξέλιξη είναι η επιβεβαίωση ότι το δικομματικό σύστημα έχει τελειώσει για το Ισπανικό Κράτος.

Το πραξικόπημα, πρακτικά  σήμαινε την παραίτηση 17 μελών από την εκτελεστική γραμματεία, μετά τις δηλώσεις του Φελίπε Γκονζάλες περί ηλιθίου στα ΜΜΕ, καθώς και τον βομβαρδισμό άρθρων γραμμής από την El Pais. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Πέδρο Σάντσες, που ήταν ενάντια σε μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού και υποστήριζε μια ήπια σοσιαλδημοκρατική γραμμή. Είναι γνωστό ότι η κρίση του -άλλοτε παντοδύναμου- PSOE ξεκίνησε το 2008 μαζί με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και κατέληξε στην εκλογική ήττα το 2011 παραδίδοντας την σκυτάλη στο δεξιό κόμμα του Ραχόι (PP). Η εμφάνιση του κινήματος 15Μ το 2011 έκανε αυτή την κρίση εκρηκτική, με αποτέλεσμα το PSOE να χάνει όλο και περισσότερο πολιτικό χώρο και να στριμώχνεται μεταξύ ενός διεφθαρμένου αλλά πιο καθαρά συστημικού κόμματος, του PP, και ενός καινούριου πολιτικού σχηματισμού, του Podemos, που κατάφερνε σιγά σιγά, παρ’όλες τις αντιφάσεις να είναι Η αντιπολίτευση.

Απέναντι στην κρίση κυβερνησιμότητας και στην τάση εξαφάνισης των κομμάτων του κέντρου, το PSOE είχε και έχει δύο εναλλακτικές. Ή να στηρίξει χωρίς όρους μια κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας και να υποκλιθεί στον Ραχόι, χάνοντας όμως έτσι την όποια νομιμοποίηση στα μάτια των αντιδεξιών ψηφοφόρων του, ή να επιχειρήσει μια συνεργασία με το Podemos, προσπαθώντας να το ενσωματώσει και να το αποδυναμώσει, κλέβοντάς του τον ρόλο της μοναδικής αντιπολίτευσης. Το πολιτικό διακύβευμα φυσικά δεν ήταν τόσο η επιβίωση του σοσιαλιστικού κόμματος όσο η εφαρμογή ενός σκληρού προγράμματος λιτότητας που εκκρεμεί εδώ και δύο χρόνια λόγω των απανωτών εκλογικών διαδικασιών.

Το συγκεκριμένο ερώτημα τη συγκεκριμένη στιγμή ήταν κατα πόσον οι σοσιαλιστές θα στήριζαν τον Ραχόι στην προσπάθεια του να σχηματίσει κυβέρνηση και να ψηφίσει τη δεσμίδα μέτρων που προτείνει η κομισιόν και η οποία περιλαμβάνει έναν προϋπολογισμό σκληρής λιτότητας χωρίς προηγούμενο. Σε αυτή την περίπτωση, η στήριξη περνούσε μέσα από την αποχή στην ψηφοφορία σχηματισμού κυβέρνησης στο κοινοβούλιο, έτσι ώστε ο Ραχόι, παρ’ όλο που δεν θα είχε την απόλυτη πλειοψηφία, θα μετρούσε περισσότερες θετικές ψήφους. Η άρνηση του Σάντσες να συναινέσει με το  κόμμα της δεξιάς , οι συνομιλίες με το Unidos Podemos, για λόγους πολιτικής επιβίωσης, καθώς και η στήριξη του από ένα σημαντικό μέρος της βάσης του PSOE (Καταλονία, Βαλένθια, Μπαλεάρες) ήταν ένα εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεραστεί. Τα φρικτά για το PSOE εκλογικά αποτελέσματα  που προέκυψαν από τις κάλπες της Γαλικίας και της Χώρας των Βάσκων έδωσαν μια πολύ καλή ευκαιρία στην ομάδα Γκονσάλες να ξεμπερδέψει με τον Σάντσες, τουλάχιστον για την ώρα. Οι ημερομηνίες άλλωστε είναι ιδιαίτερα πιεστικές. Στις 23 Οκτώβρη το κόμμα καλείται να αποφασίσει τι στάση θα κρατήσει στο κοινοβούλιο, αφού στις 31 Οκτώβρη ο Ραχόι θα ζητήσει εκ νέου ψήφο εμπιστοσύνης για να σχηματίσει κυβέρνηση.

Το ενδεχόμενο τρίτων εκλογών, πράγμα που ήταν  πολύ πιθανόν αν το PSOE συνέχιζε στη γραμμή του όχι, τώρα απομακρύνεται και υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες τις επόμενες εβδομάδες να δοθεί ένα τέλος στο ισπανικό σήριαλ που διήρκεσε μήνες, κρατώντας ξύπνιους τους οικονομικούς και πολιτικούς άρχοντες της χώρας. Από τη μεριά του ο Ραχόι, αντιλαμβανόμενος την αδυναμία στην οποία βρίσκεται το PSOE, θα επιχειρήσει να ξεγυμνώσει το PSOE, δυσκολεύοντάς το έτσι να παίξει το ρόλο της αντιπολίτευσης και δεσμεύοντας το όχι μόνο να στηρίξει απέχοντας, όπως είναι το αναμενόμενο, αλλά να υπερψηφίσει τις μεταρρυθμίσεις που ετοιμάζει.

Το ενδεχόμενο κυβέρνησης PSOE, με την ανοχή του Podemos μέσω της ψήφου αποxής, ήταν ένα σενάριο πολύ επικίνδυνο για το σύστημα, παρόλο που  θα έφθειρε το ίδιο το Podemos και την αριστερά. Έτσι λοιπόν, το πολιτικό και οικονομικό σύστημα προτιμά οι άνθρωποι του να εργάζονται ενωμένοι προς μια κατεύθυνση, ακόμα και θυσιάζοντας  την κάποτε απαραίτητη σοσιαλδημοκρατία, παρά να μπει σε ανεξέλεγκτες περιπέτειες και πειραματισμούς. Ο Φελίπε Γκονζάλες κλήθηκε να παίξει τον ιστορικό του ρόλο, όπως  ακριβώς έπραξε και το 1978-9. Να συναινέσει με το καθεστώς για μια ομαλή διακυβέρνηση και μετάβαση προς μια ελεγχόμενη δημοκρατία. Το 1979 ο Γκονζάλες ως γραμματέας του PSOE, μπροστά στην άρνηση της βάσης να δεχθεί την αποκύρυξη του μαρξισμού παραιτήθηκε. Μέσα σε έναν χρόνο το πέτυχε και επέστρεψε στην αρχηγία του κόμματος. Σήμερα ο Φελίπε Γκονζάλες έρχεται από το παρελθόν αναγκάζοντας αυτή τη φορά τον Σάντσες, τον άνθρωπο που προσπάθησε ανεπιτυχώς να προσποιηθεί τον αριστερό ηγέτη, να παραιτηθεί. Ο Γκονζάλες έρχεται από το παρελθόν προσπαθώντας να διασώσει το σύστημα. Όμως το κόμμα του είναι πολύ πιθανόν να μην έχει μέλλον.

Αυτές οι εξελίξεις δημιουργούν ταυτόχρονα και τους όρους για μια ισχυρή αντιπολίτευση που δεν θα καταλάβει απλώς το χώρο που είχε το PSOE ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, αλλά και τον χώρο που του ανήκει στους θεσμούς και τους δρόμους.