Από το βράδυ της Κυριακής [16 Μάη], ο Χιλιανός Τύπος έχει πλημμυρίσει από χρήσεις του υπερθετικού βαθμού στις περιγραφές του πολιτικού σεισμού που συντάραξε τη χώρα, από τις Άνδεις ως την Έρημο Ατακάμα και μέχρι τα παγωμένα εδάφη της περιοχής Μαγκαγιάνες.

Ένα εκλογικό σοκ, η κατάρρευση των παραδοσιακών κομμάτων, μια «νύχτα των μεγάλων μαχαιριών» για τη Δεξιά, η αρχή του τέλους για την κληρονομιά του Πινοσέτ, μια τεράστια ήττα για τον πρόεδρο Σεμπαστιάν Πινιέρα, μια νίκη των κοινωνικών κινημάτων…

Οι Χιλιανοί πήγαν στις κάλπες το Σαββατοκύριακο 15-16 Μάη για 4 ταυτόχρονες εκλογές: για επανεκλογή δημάρχων, δημοτικών συμβουλίων, κυβερνητών περιφερειών και για να εκλέξουν μια Συντακτική Συνέλευση που θα σχεδιάσει ένα νέο Σύνταγμα. 

Κανένας -και λιγότερο από όλους οι δημοσκόποι- δεν περίμενε μια τέτοια ανατροπή, παρότι η κυβέρνηση έδειχνε απομονωμένη και η λαϊκή απόρριψη της «κάστας» των πολιτικών υπήρξε ισχυρή εδώ και χρόνια. Παρά την δύναμη των διαδηλώσεων του Οκτώβρη του 2019 και του αντίκτυπού τους στο πολιτικό τοπίο, όλοι ήταν αρκετά επιφυλακτικοί ως προς τις πιθανές αλλαγές που θα μπορούσαν να προκύψουν μέσα από αυτό τον εκλογικό κύκλο. 

Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στράφηκε στις εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση. Μια εκλογή που κατακτήθηκε μετά από σκληρούς αγώνες με στόχο την αντικατάσταση του νεοφιλελεύθερου συντάγματος που εγκαθιδρύθηκε στη διάρκεια της δικτατορίας Πινοσέτ. Τα εμπόδια στο να επιτευχθεί κάποιος μετασχηματισμός ήταν πολλά, μεταξύ των οποίων: 

Η απόφαση της Δεξιάς και της ακροδεξιάς να κατέβουν ενωμένες (υπό το ψηφοδέλτιο «Chile Vamos»), ένα σύμφωνο που υπογράφηκε στη Βουλή το οποίο διασφάλιζε ότι το μελλοντικό Σύνταγμα θα πρέπει να επικυρωθεί από μια πλειοψηφία δύο τρίτων, η οικονομική και μιντιακή κυριαρχία των μεγάλων κομμάτων που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία 30 χρόνια, οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι αγωνιστές-τριες των κοινωνικών κινημάτων για να αναγνωριστούν νομικά οι υποψηφιότητές τους, ο κατακερματισμός του στρατοπέδου των ανεξάρτητων και οι δισταγμοί της Αριστεράς, η έκτασης της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης.

Παρόλα αυτά, οι εκλογές της Κυριακής άλλαξαν το τοπίο. 

Καταρχήν, όσον αφορά τη Συντακτική Συνέλευση, ο συνασπισμός της Δεξιάς υποχρεώθηκε να καταπιεί την αλαζονεία του. Οι ηγεσίες του έδειχναν σίγουρες ότι θα κέρδιζαν τουλάχιστον το ένα τρίτο των εδρών (52 στις 155), διασφαλίζοντας έτσι δικαίωμα βέτο σε όλα τα άρθρα του μελλοντικού Συντάγματος. Απέτυχαν. Το «Chile Vamos» θα υποχρεωθεί να αρκεστεί σε 37 έδρες, με μόλις 23% των ψήφων. Ήταν μια τιμωρία και μια ταπείνωση για τον Πρόεδρο Πινιέρα, που φέρει την ευθύνη για την κρίση που ζει η χώρα. 

Μια άλλη έκπληξη αφορά την ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων μέσα στην αριστερή αντιπολίτευση. Το κοινό ψηφοδέλτιο του Κομμουνιστικού Κόμματος με το Πλατύ Μετώπο (Frente Amplio, η νέα Αριστερά που αναδύθηκε μέσα από τα κινήματα της περασμένης δεκαετίας), εξέλεξε 28 αντιπροσώπους (18% των ψήφων). Από την άλλη, τα σοσιαλφιλελεύθερα κόμματα της παλιάς Κονσερτασιόν, του συνασπισμού που κυβέρνησε από το 1990 ως το 2010 χωρίς να αμφισβητήσει την οικονομική κληρονομιά της δικτατορίας, κέρδισαν μόλις 25 έδρες (εκ των οποίων οι 15 πήγαν στο Σοσιαλιστικό Κόμμα και μόλις 2 στη Χριστιανοδημοκρατία). 

Ωστόσο, η Αριστερά και η κεντροαριστερά θα αποτελέσουν μόλις το ένα τρίτο της Συνέλευσης. Η πραγματική έκπληξη ήταν το μέγεθος της ψήφου υπέρ των ανεξάρτητων υποψηφίων, που κέρδισαν συνολικά 48 έδρες, σε μια σαφή ένδειξη της μαζικής απόρριψης των πολιτικών κομμάτων. Είναι ένα πολύ ετερογενές σύνολο υποψηφίων, που περιλαμβάνει και κάποιους διαβόητους συνωμοσιολόγους και συντηρητικούς. Αλλά η πλειοψηφία τους αποτελείται από επικριτές της αυταρχικής και της νεοφιλελεύθερης κληρονομιάς των τελευταίων δεκαετιών. 

Αυτό ισχύει ειδικότερα για τις υποψηφιότητες της «Λίστας του Λαού», που συνένωσε εκπροσώπους των κοινωνικών κινημάτων και της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών και εκλέγει στη Συντακτική Συνέλευση προσωπικότητες της Εξέγερσης του Οκτώβρη όπως η «Θεία Πίκατσου» και πολλά ηγετικά στελέχη του φεμινιστικού κινήματος, μεταξύ των οποίων η Αλόντρα Καρίγιο [αριστερή ακτιβίστρια του Φεμινιστικού Συντονισμού 8 Μάρτη]. 

Μάλιστα σε αυτές τις εκλογές, οι γυναίκες πήγαν πολύ καλύτερα από τους άντρες, και κάποιες από αυτές υποχρεώθηκαν να παραδώσουν τις έδρες τους για να διασφαλιστεί η ισότητα των φύλων στη Συντακτική Συνέλευση. 

Έτσι, ενώ η Δεξιά χάνει το δικαίωμα βέτο στο οποίο ήλπιζε, συμμαχίες μεταξύ των εκπροσώπων της κοινωνικής και της πολιτικής Αριστεράς θα μπορούσαν να διαμορφώσουν μια πλειοψηφία δύο τρίτων στη Συνέλευση και να αρχίσουν την αποδόμηση του Χιλιανού νεοφιλελευθερισμού. 

Η οργή εκφράστηκε επίσης στις κάλπες των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, τα αποτελέσματα των οποίων θα χρειαστούν πιο λεπτομερή ανάλυση. Ο Χόρχε Σαρπ (της αντινεοφιλελεύθερης Αριστεράς) επανεξελέγη άνετα στο Βαλπαραΐζο, όπως και ο Ντανιέλ Τζαντουέ, ο κομμουνιστής δήμαρχος της μητροπολιτικής περιοχής της Ρεκολέτα (με πάνω από 64% των ψήφων). Ο Τζαντουέ είναι ένας πολύ δημοφιλής υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές που θα γίνουν σε 6 μήνες και αυτό αρκεί για να κάνει τους δεξιούς και τους σοσιαλφιλελεύθερους να τρομάξουν λίγο ακόμα. Στο Σαντιάγκο, η Ιρατσί Χάσλερ, φεμινίστρια και κομμουνίστρια ακτιβίστρια κέρδισε ενάντια στον Φελίπε Αλεσάντρι που έγινε διαβόητος για τις μισογυνικές και αντικομμουνιστικές δηλώσεις του στην προεκλογική εκστρατεία. Σε επίπεδο κυβερνητών περιφερειών, η νίκη στο Βαλπαραΐζο του Ροντρίγκο Μουντάκα, ενός οικολόγου ακτιβιστή και υπερασπιστή του νερού ως κοινού αγαθού, νικητή του βραβείου Ντανιέλ Μιτεράν το 2019,  πανηγυρίστηκε με ευφορία από πολλούς ακτιβιστές των κοινωνικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων. 

Η κρίση εκπροσώπησης μέσα από τα κόμματα και το σύστημα δεν αποτυπώθηκε μόνο από αυτούς που ψήφισαν. Η αποχή υπήρξε επίσης ιστορικά υψηλή, στο 61,4% του εκλογικού σώματος! Αυτό ίσχυσε περισσότερο σε εργατικές περιοχές, όπου ξεπέρασε το 65% ή και το 70%. Η πλειοψηφία των πολιτών δεν αισθάνθηκε ότι την αφορά αυτό το πολιτικό γεγονός (ένα τμήμα αυτών που κινητοποιήθηκαν τον Οκτώβρη του 2019 κάλεσε σε μποϊκοτάρισμα του «εκλογικού τσίρκου» για να συνεχίσει ο αγώνας στους δρόμους). Στο μεγαλύτερο βαθμό, οι Χιλιανοί συνεχίζουν να δείχνουν αδιαφορία ή καχυποψία προς τους «πάνω», είτε δεξιούς είτε αριστερούς, είτε κομματικούς είτε ανεξάρτητους. 

Η Συντακτική Συνέλευση θα κρατήσει για 9 ή 12 μήνες. Εν τω μεταξύ, οι προεδρικές εκλογές του Νοέμβρη θα θέσουν για άλλη μια φορά το ερώτημα: τί είδους Χιλή χρειάζεται να οικοδομηθεί για να ξεπεραστεί η δικτατορία του Πινοσέτ;

Ετικέτες