Από τα μέσα Νοεμβρίου, καταγράφεται μεγάλο άλμα στις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος αναγκάζοντας ακόμα και τον Μητσοτάκη να δηλώσει ότι θα φροντίσει ώστε οι υψηλές τιμές να μην περάσουν στον καταναλωτή.
Τις προηγούμενες ημέρες, οι μέσες τιμές κινήθηκαν γύρω ή και ξεπέρασαν τα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, σημαντικά αυξημένες σε σύγκριση με εκείνες του Οκτωβρίου (90,51 ευρώ/MWh), ενώ υπήρξε ανώτατη ωριαία τιμή πάνω από τα 700 ευρώ(!) ανά μεγαβατώρα, αποτυπώνοντας το κερδοσκοπικό πάρτι που έχουν στήσει οι ιδιωτικές εταιρείες, με το χρηματιστήριο ενέργειας.
Η μικρότερη συνεισφορά των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα λόγω χειμώνα (ήδη υπάρχουν φωνές για την αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα…), η αρκετά υψηλή ευρωπαϊκή τιμή του φυσικού αερίου και η εξαγωγή μέρους της εγχώριας παραγωγής στην Ουκρανία επιτείνουν το πρόβλημα. Μόνο που τα αποτελέσματα της οικονομίας του «τρελοκομείου» και των πολεμικών συγκρούσεων, εμφανίζονται ως άλλοθι για την απροθυμία της κυβέρνησης να σταματήσει το μηχανισμό αισχροκέρδειας των ιδιωτικών εταιρειών του κλάδου.
Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του ΥΠΕΝ, μετά από συζητήσεις με κοινοτικούς αξιωματούχους, η παρέμβαση που θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση των τιμολογίων ρεύματος στις αρχές Δεκεμβρίου, περιλαμβάνει νέα φορολόγηση των ηλεκτροπαραγωγών, προκειμένου να δημιουργηθεί ένας «κουμπαράς» που θα χρησιμοποιείται για τις αναγκαίες επιδοτήσεις της κιλοβατώρας στα νοικοκυριά (και στις επιχειρήσεις πιθανότατα, με τον ΣΕΒ να πρωτοστατεί στη σχετική «γκρίνια» για το ενεργειακό κόστος).
Μέχρι στιγμής, η Κομισιόν δεν έχει κάνει αποδεκτή την πρόταση των άμεσα πληττόμενων ευρωπαϊκών χωρών Ελλάδας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας, οι οποίες αμφισβητούν το ενιαίο μοντέλο λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς (target model) και έχουν προτείνει τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού ανάκτησης υπερεσόδων από τη χονδρεμπορική αγορά (επιβολή πλαφόν). Ήδη η Ρουμανία έχει διαμηνύσει ότι αν δεν βρεθεί κοινή λύση, θα προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες.
Ανεπαρκή μέτρα
Υπό τον φόβο νέων αυξήσεων στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος από το καρτέλ των παρόχων ενέργειας, η κυβέρνηση προχωρά στα γνωστά και ανεπαρκή μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών, με τις αστείες επιδοτήσεις των λίγων ευρώ. Μέτρα που ουσιαστικά αποτελούν επιδότηση των καπιταλιστών του κλάδου, προκειμένου να μην παρέμβει στο ληστρικό παιχνίδι του ρεύματος. Σκοτεινός παραμένει και ο απολογισμός της φορολόγησης των ενεργειακών υπερκερδών το 2022 και το 2023, που κάθε περίπτωση υπολείπεται κατά πολύ από τα 10 και πλέον δισ. που κόστισαν στον προϋπολογισμό, οι επιδοτήσεις που επέστρεψαν τελικά στα ταμεία των ηλεκτοπαραγωγών-παρόχων.
Το κερδοσκοπικό τζογάρισμα σε ένα δημόσιο αγαθό είναι η βασική αιτία των «φουσκωμένων» λογαριασμών. Η πρώτη μεγάλη απάτη γίνεται στο «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας». Οι πέντε καθετοποιημένοι παραγωγοί (ΔΕΗ, Elpedison, Motor Oil, Protergia, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και Ήρων), χειραγωγούν την τιμή χονδρικής και βγάζουν τεράστια κέρδη. Όλοι τους είναι και «πάροχοι» ενέργειας και μέσω των τιμολογίων της λιανικής (ξανά)κλέβουν τους καταναλωτές ενέργειας, με την κάλυψη της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Τα κέρδη της ΔΕΗ ΑΕ, έφτασαν τα 1,35 δισ. ευρώ μέσα σε 9 μήνες, 492% πάνω σε σχέση με δύο χρόνια πριν. Ο κύκλος εργασιών της Metlen (πρώην όμιλος Μυτιληναίου) στο ενιάμηνο αυξήθηκε κατά 3% και τα κέρδη EBITDA αυξήθηκαν κατά 6%. Την ίδια ώρα, πάνω από το 40% του πληθυσμού αφήνει απλήρωτους 1-2 λογαριασμούς ρεύματος και το 25% δεν μπορεί να ζεστάνει ή να δροσίσει το σπίτι του με επάρκεια. Επιπλέον, τα πολυδιαφημισμένα από την κυβέρνηση «πράσινα» τιμολόγια αποδείχτηκαν ακριβότερα από τα σταθερά «μπλε» και το αλαλούμ με τα χρώματα της χρέωσης, αναμένεται να συνεχιστεί και το νέο έτος.
Στη μάχη ενάντια στην ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια, μαζί με τις αυξήσεις μισθών και συντάξεων, χρειάζεται να εντάξουμε στις διεκδικήσεις μας την κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας και των κερδοσκοπικών τιμολογίων. Την εθνικοποίηση του συστήματος παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, για ρεύμα φθηνό προς όφελος των κοινωνικών αναγκών και του περιβάλλοντος.