Μαζική αντίσταση στο ρατσισµό!

Παρά την (πρωτοφανή) υποχώρηση του Τραµπ, µε το διάταγµα που έβαζε τέλος σε µελλοντικούς διαχωρισµούς οικογενειών στα σύνορα, η ρατσιστική αγριότητα συνεχίζεται στις ΗΠΑ. Καταρχήν, δεν υπάρχει καµιά σοβαρή πρόβλεψη για όλα τα παιδιά που έχουν ήδη διαχωριστεί από τους γονείς τους. Τα περισσότερα παραµένουν σε κέντρα κράτησης. Κάποια περνάνε από δικαστήριο, συχνά χωρίς δικηγόρο (δεν ισχύει ο υποχρεωτικός ορισµός δικηγόρου από το κράτος, όταν η υπόθεση αφορά παράνοµη µετανάστευση). Πεντάχρονα αναλαµβάνουν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους! Ενώ πλέον οι οικογένειες ενωµένες πάνε φυλακή, όπου θα παραµείνουν µέχρι να εκδικαστούν οι υποθέσεις των γονιών, δηλαδή µετά από µήνες ή και χρόνια.

Μια ρύθµιση προβλέπει ότι τα παιδιά δεν µπορούν να κρατούνται πάνω από 20 µέρες, πριν περάσουν σε κέντρα παιδικής φροντίδας. Αυτή τη ρύθµιση επικαλέστηκε ο Τραµπ για να δικαιολογήσει τους διαχωρισµούς. Το δόγµα «µηδενικής ανοχής» απέναντι στους γονείς σηµαίνει ότι θα κρατηθούν σε συνθήκες που δεν επιτρέπονται για τα παιδιά τους. Μένει να φανεί πώς θα το χειριστεί η κυβέρνηση: είτε θα επαναφέρει κάποιου είδους διαχωρισµούς οικογενειών, είτε θα κρατήσει (παρανόµως) φυλακισµένα τα παιδιά µαζί µε τους γονείς τους, είτε θα επιχειρήσει να απαλλαγεί από τη σχετική ρύθµιση για να φυλακίζει τα παιδιά νοµίµως. Η µόνη ανθρώπινη επιλογή είναι άλλη: να τερµατιστεί το δόγµα «µηδενικής ανοχής» απέναντι στους γονείς, αλλά αυτή δεν βρίσκεται στην ατζέντα του Τραµπ.

Ευτυχώς, απέναντι στην απανθρωπιά και µε στόχο να πιέσει γι’ αυτή την ανθρώπινη επιλογή, το κίνηµα βρίσκεται στους δρόµους. Οι κινητοποιήσεις και η κατακραυγή που υποχρέωσαν στην πρώτη υποχώρηση, δεν έχουν σταµατήσει ούτε µέρα. Τοπικές δράσεις, όπως οι συγκεντρώσεις έξω από κέντρα κράτησης όπου βρίσκονται τα ανήλικα µε σύνθηµα «Παιδιά, δεν είστε Μόνα!». Ή η «υποδοχή» µικρών παιδιών, που µεταφέρονταν στη Νέα Υόρκη (µίλια µακριά από τους γονείς τους), από εκατοντάδες ανθρώπους που έσπευσαν στο αεροδρόµιο µε αυτοσχέδιες ισπανόφωνες πικέτες, που έλεγαν «δεν είστε µόνα», «είστε σηµαντικά» και «σας θέλουµε εδώ και θα παλέψουµε για σας». Αλλά και γενικευµένες κινητοποιήσεις, όπως στις 30 Ιούνη, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν σε 750 µικρές και µεγάλες πόλεις σε όλες τις ΗΠΑ.

Είναι ακόµα µία περίπτωση όπου η ωµότητα του Τραµπ αποκάλυψε στο ευρύ κοινό (και το υποχρέωσε να πάρει θέση για) συστηµικές αδικίες που προϋπήρχαν, αλλά περνούσαν «κάτω από τα ραντάρ» των ΜΜΕ και του δηµόσιου ενδιαφέροντος. Η ποινικοποίηση της µετανάστευσης προϋπήρχε και εντατικοποιήθηκε ως προς την εφαρµογή της από τη δεκαετία του ’90, µε στόχο όχι απλά τις απελάσεις, αλλά και την ποινική δίωξη των «παρανόµων» µεταναστών, µε στόχο η ταλαιπωρία να είναι αρκετά επώδυνη, ώστε να µην επιχειρήσουν ξανά να επιστρέψουν. Μετά την 11η Σεπτέµβρη, το νεοϊδρυθέν Υπουργείο «Ασφάλειας της Πατρίδας» συγκρότησε την ICE (Immigration and Customs Enforcement, Υπηρεσία Μετανάστευσης και Τελωνείων), τη διαβόητη υπηρεσία που ανέλαβε την πάταξη της µετανάστευσης.

Η φυλάκιση-κράτηση-δίκη όλων των µεταναστών αποδείχθηκε εξαιρετικά δύσκολη µε πρακτικούς όρους, οδηγώντας στην πολιτική «σύλληψης κι απελευθέρωσης» –όπου οι συλληφθέντες αφήνονταν ελεύθεροι µέχρι τη µέρα της εκδίκασης της υπόθεσής τους. Το 2009, εγκρίθηκαν θηριώδη κονδύλια προς την ICE, που της έδιναν τη δυνατότητα (και την υποχρέωναν) να έχει 34.000 κρατούµενους στα κέντρα κράτησής της ηµερησίως.

Αυτή τη θηριώδη µηχανή ποινικοποίησης και απελάσεων παρέλαβε έτοιµη από τους προκατόχους του ο Τραµπ και την έβαλε να λειτουργήσει «στα κόκκινα», µε τη «µηδενική ανοχή» να αντικαθιστά τη «φυλάκιση κι απελευθέρωση».

Το πιο ελπιδοφόρο στην κινηµατική έκρηξη ενάντια στην πολιτική Τραµπ είναι ότι αυτή η πραγµατικότητα γίνεται κοινή συνείδηση χιλιάδων ανθρώπων. Παλεύοντας ενάντια στην ωµότητα του Τραµπ, ξεκινά η πάλη ενάντια στην ίδια την απάνθρωπη «µηχανή» που παρέλαβε. Αυτό συµπυκνώνεται στη δηµοφιλία του συνθήµατος «Καταργήστε την ICE!», που ένα µήνα πριν θα θεωρούνταν «αριστερίστικο» και σήµερα υιοθετείται ακόµα και από πιο µετριοπαθείς «φιλελεύθερες» οργανώσεις και προσωπικότητες –αλλά κυρίως από χιλιάδες απλούς ακτιβιστές. Οι αποκλεισµοί γραφείων της ICE στο Πόρτλαντ, η άρνηση πιλότων να οδηγήσουν πτήσεις που µεταφέρουν παιδιά που χωρίστηκαν από τους γονείς τους, οι προσπάθειες των εργαζοµένων στη Microsoft και την Amazon να σταµατήσουν οι εταιρίες, στις οποίες εργάζονται, να συνεργάζονται µε τις υπηρεσίες µετανάστευσης, είναι ενδεικτικές. 

Η κατάργηση της ICE δεν θα εξαφανίσει τις υπόλοιπες κρατικές υπηρεσίες-νόµους κλπ που αφορούν την αποτροπή της µετανάστευσης. Αλλά ως αίτηµα:

α) Αποτελεί την πρώτη τόσο µαζική αµφισβήτηση για το «πλαίσιο» που διαµορφώθηκε µετά την 11η Σεπτεµβρίου και την αντιµετώπιση της µετανάστευσης ως ζητήµατος «εθνικής ασφαλείας».  

β) Αποτελεί ρήξη µε την πολιτική των Δηµοκρατικών, που παραδοσιακά υπερασπιζόταν την καταστολή στα σύνορα και τις απελάσεις, µέχρι να φτάσει η µέρα µιας «εφ’ όλης της ύλης µεταρρύθµιση για το µεταναστευτικό», που καλούσε στη συνέχεια της δίωξης των «χωρίς χαρτιά», µε αντάλλαγµα τη µελλοντική διαµόρφωση ενός δρόµου «προς την απόκτηση χαρτιών» µόνο για κάποιους από αυτούς.

γ) Αποτελεί µια γενικότερη ιδεολογική τοποθέτηση ότι «κανένας άνθρωπος δεν είναι λαθραίος», αµφισβητώντας την ηθική νοµιµοποίηση που έχει µια υπηρεσία που υπάρχει για να κυνηγά τους «λαθραίους».

Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η ριζοσπαστική στροφή του κινήµατος έχει πολιτικό αντίκτυπο. Όπως γράφτηκε στο µεγάλο ειδησεογραφικό δίκτυο NBC, το αίτηµα για κατάργηση της ICE:

«λίγους µήνες πριν ήταν περιορισµένο στο περιθώριο ενός κόµµατος που ιστορικά ισορροπούσε ανάµεσα σε εκκλήσεις για καλύτερη µεταχείριση των µεταναστών και την υποστήριξή του στην ισχυρότερη φύλαξη των συνόρων. Αλλά µε µια αναθαρρηµένη Αριστερά να αµφισβητεί τις καθιερωµένες αντιλήψεις σε όλα τα επίπεδα, από τη δηµόσια υγεία ως τις θέσεις εργασίας, η κατάργηση της ICE έγινε το τελευταίο ζήτηµα γύρω από το οποίο οι αριστεροί αντάρτες διαφοροποιούνται από τους κατεστηµένους αντιπάλους τους στις προκριµατικές του Δηµοκρατικού Κόµµατος».

Πράγµατι, η ηγεσία των Δηµοκρατικών έχει ρίξει ήδη όλο της το βάρος στην προσπάθεια να πείσει ότι το αίτηµα «δεν είναι ρεαλιστικό» και ότι –όπως πάντα– «αποξενώνει τους πιο µετριοπαθείς τους οποίους χρειαζόµαστε για να µεταρρυθµίσουµε τον τρόπο που λειτουργεί η ICE».

Η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση, η Αριστερά και οι Δηµοκρατικοί

Την ίδια στιγµή, στις προκριµατικές στη Νέα Υόρκη, η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ, µια 28χρονη εργαζόµενη ισπανόφωνη γυναίκα, µέλος των Δηµοκρατικών Σοσιαλιστών της Αµερικής (DSA), κατέβηκε ενάντια στον εκλεκτό του Δηµοκρατικού Κόµµατος, Τζο Κρόουλι, για τον οποίο η λέξη «βαρόνος του κόµµατος» είναι πολύ µικρή (10 διαδοχικές θητείες, συνήθως χωρίς καν εσωκοµµατικό αντίπαλο στις προκριµατικές, ο 4ος ισχυρότερος βουλευτής των Δηµοκρατικών, υποψήφιος για νέος εκπρόσωπος του κόµµατος στη Βουλή).

Οι «New York Times» έγραφαν έκπληκτοι: «Λίγες µόλις µέρες πριν τις εκλογές, η Οκάσιο-Κορτέζ εγκατέλειψε αιφνιδίως τη Νέα Υόρκη για να ταξιδέψει στο Τέξας και να διαδηλώσει ενάντια στον διαχωρισµό των παιδιών από γονείς που πέρασαν παράνοµα τα σύνορα»!

Η έκπληξη ήταν ακόµα µεγαλύτερη: Η Αλεξάντρια, ανοιχτά δηλωµένη σοσιαλίστρια, επικράτησε του «βαρόνου» Κρόουλι µε 15 µονάδες διαφορά, σοκάροντας τις ΗΠΑ. Είναι ένα εκκωφαντικό µήνυµα της «ζήτησης» που υπάρχει στις ΗΠΑ για αριστερή πολιτική. Η Οκάσιο-Κορτέζ διέλυσε το µύθο του Δηµοκρατικού Κόµµατος ότι η ριζοσπαστική πολιτική «αποξενώνει τον κόσµο» –ένας µύθος που είχε ήδη κλονιστεί από την παταγώδη αποτυχία της «εκλόγιµης» Χίλαρι να σταµατήσει τον ακροδεξιό κλόουν που είχε ως αντίπαλο.

Υπήρξαν και άλλες επιτυχίες στις προκριµατικές αρκετών «προοδευτικών» υποψηφίων, αλλά η Οκάσιο-Κορτέζ ξεχωρίζει, γιατί δεν είναι «προοδευτική Δηµοκρατική», αλλά σοσιαλίστρια, που η στάση της –µέχρι τώρα– δείχνει ότι δεν έχει τη διάθεση να υποκύψει στις πιέσεις του κοµµατικού µηχανισµού για πειθαρχία, ενότητα του κόµµατος, «νερό στο κρασί της» κλπ.

Η «ζήτηση» για αριστερή ριζοσπαστική πολιτική έχει προκαλέσει µια πολύ µεγάλη συζήτηση στην αµερικανική Αριστερά. Όπως πάντα ιστορικά, οι Δηµοκρατικοί θα επιχειρήσουν να την ενσωµατώσουν για να την εξουδετερώσουν, πιέζοντας τα κινήµατα να «κλείσουν τη µύτη τους» και να τους στηρίξουν µπροστά στον «επείγοντα στόχο να απαντήσουµε εκλογικά στον Τραµπ». Είναι µια παγίδα που µπορεί να εγκλωβίσει όσους ελπίζουν στο «να αλλάξουν το Δηµοκρατικό Κόµµα». Ο Μπέρνι Σάντερς, ο άνθρωπος που ενέπνευσε πολλούς από τους ριζοσπάστες που σήµερα απαιτούν την κατάργηση της ICE, έµεινε πίσω από τις διαθέσεις τους, αρνούµενος να στηρίξει το αίτηµα και αντιπροτείνοντας να καθίσει το Κογκρέσο να βρει πιο «εκλογικευµένες» µεταναστευτικές πολιτικές, θυµίζοντας έντονα τη λογική του «κοµµατικού κατεστηµένου», το οποίο τον πολέµησε κατά την αναµέτρησή του µε την Κλίντον.

Η στήριξή του στην Χίλαρι, µετά την ήττα του στις προκριµατικές, συνεχίζεται µε την επιµονή του στην προσπάθεια «να αλλάξουµε τους Δηµοκρατικούς από τα µέσα», ένα σχέδιο που επιχειρήθηκε από πολλούς ριζοσπάστες ιστορικά και πάντοτε απέτυχε. Σήµερα ο διάχυτος ριζοσπαστισµός µπορεί να δείχνει υποστηρικτικός σε µια τέτοια προσπάθεια, αλλά το Δηµοκρατικό Κόµµα θα οχυρωθεί απέναντί του. Από τους 80 υποψήφιους που «υιοθέτησε» στις προκριµατικές ο Σάντερς, κέρδισαν λιγότεροι από τους µισούς. Ενώ µια επιτροπή «Ενότητας», που συγκροτήθηκε για να «γεφυρώσει τις διαφορές» µεταξύ των οπαδών της Χίλαρι και του Σάντερς, απλά κατέληξε να «κατοχυρώσει» την κοµµατική πειθαρχία όποιου επιχειρήσει στο µέλλον να «χρησιµοποιήσει» τις ανοιχτές προκριµατικές του Δηµοκρατικού Κόµµατος για να αµφισβητήσει τις επιλογές της ηγεσίας του.

Η επιτυχία της Οκάσιο-Κορτέζ και η άνοδος της DSA (έφτασε τα 40.000 µέλη) ανοίγει όµως µια δύσκολη συζήτηση ανάµεσα και σ’ εκείνους που συµφωνούν ότι «ο µετασχηµατισµός του Δηµοκρατικού Κόµµατος» είναι ένα ανέφικτο αδιέξοδο κι ότι το επείγον καθήκον παραµένει η οικοδόµηση µιας ανεξάρτητης αριστερής πολιτικής δύναµης. Το πώς αυτές οι δυνάµεις θα συνδεθούν µε το ριζοσπαστισµό, το αν µπορεί να αξιοποιηθεί ο «χώρος» που αφήνει-ανέχεται το Δηµοκρατικό Κόµµα σε αυτή τη διαδικασία, έχουν τεθεί στο τραπέζι.

Συχνά λιγότερο έµπειροι αγωνιστές ενθουσιάζονται από τις δυνατότητες που δηµιουργεί ο ριζοσπαστισµός των κινηµάτων και θεωρούν σχετικά εύκολη επιλογή να τα βάλουν µε το τέρας των Δηµοκρατικών και να βγουν νικητές, όχι απαραίτητα για να το αλλάξουν, αλλά να το χρησιµοποιήσουν για να χτίσουν δύναµη, για µια µελλοντική διάσπαση κ.ο.κ. Οι πλέον έµπειροι, οι «βετεράνοι» του 1968, ορθά επισηµαίνουν ότι το σκηνικό ριζοσπαστισµού, που σπρώχνει αγωνιστές του κινήµατος να δώσουν αυτή τη µάχη, δεν είναι τόσο «πρωτοφανές» και ότι το πικρό µάθηµα του παρελθόντος (που χάρισε στους Δηµοκρατικούς τον τίτλο «νεκροταφείο των κινηµάτων») πρέπει να παραµείνει οδηγός. Αλλά η πρόκληση είναι µεγάλη και η τακτική απεύθυνσης και σύνδεσης µε το τµήµα των κινηµάτων, που αναζητά πολιτική διέξοδο στις πολύ ιδιαίτερες αµερικανικές συνθήκες, είναι µια µεγάλη συζήτηση που µόλις ξεκίνησε για τους συντρόφους µας στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.

Μια πρώτη απάντηση επιχειρείται στο επίπεδο της δράσης. Όπου στις αντιφασιστικές διαδηλώσεις του προηγούµενου διαστήµατος, αλλά και στις σηµερινές αντιρατσιστικές κινητοποιήσεις, εµφανίζονται «σοσιαλιστικά µπλοκ», που συνενώνουν διάφορες αριστερές οργανώσεις των ΗΠΑ (ISO, DSA, Socialist Alternative κ.ά.), και επιχειρούν να δώσουν ένα διαφορετικό πολιτικό στίγµα στις κινηµατικές διαδικασίες, επιχειρούν να οικοδοµήσουν στο εσωτερικό αυτών των κινηµάτων, το «αντίπαλο δέος» στην επιρροή των Δηµοκρατικών.

Στο πεδίο της πολιτικής, τα πράγµατα είναι πιο δύσκολα, µε τις ευκαιρίες να συνυπάρχουν µε τις «παγίδες».  Ωστόσο πρόκειται για έναν  «ευχάριστο» πονοκέφαλο, που είναι παραπάνω από καλοδεχούµενος από ανθρώπους που επί δεκαετίες πορεύτηκαν µε τη λέξη «σοσιαλισµός» να θεωρείται βρισιά και σήµερα κινούνται ανάµεσα σε ένα πλατύ, νεανικό, κοινωνικό δυναµικό που δηλώνει συµπάθεια και ταύτιση µε τον «σοσιαλισµό», ενώ ταυτόχρονα ζωντανεύει τα κινήµατα µε τη δράση του, από τον αντιρατσισµό ως τις νικηφόρες απεργίες των εκπαιδευτικών κι από τον αντισεξισµό ως την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη…

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες