Πολεμικός παροξυσμός… με τον Μητσοτάκη μπροστάρη
Σε μια Ευρώπη που κυριαρχούν οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και η κλιμάκωση των εξοπλισμών, η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των πολεμόχαρων ηγεσιών, που αναζητούν οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη, σε μια συνθήκη που απειλεί την ειρήνη και βάζει σε σοβαρούς κινδύνους τους ευρωπαϊκούς λαούς.
Στο ότι ζούμε σε μια περίοδο γεμάτη πολεμικές προετοιμασίες συμφωνούν πλέον όλοι οι διεθνείς αναλυτές. Η αύξηση των πολεμικών δαπανών σε όλο τον κόσμο, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Sipri), μέσα σε έναν χρόνο από το 2022 έως το 2023, εκτοξεύθηκε σε ποσοστό 6,8%. Συγκεκριμένα, ο παγκόσμιος «αμυντικός» προϋπολογισμός έφτασε στο ιστορικό υψηλό των 2,4 τρισ. δολαρίων. Σύμφωνα πάντα με το «Sipri» η αύξηση ήταν η υψηλότερη από το 2009.
Τα κράτη επανεξοπλίζονται, οι πολεμικές βιομηχανίες έχουν αυξήσει τους ρυθμούς παραγωγής και ανταγωνίζονται στις εξαγωγικές πωλήσεις. Η παγκόσμια αγορά όπλων, «ηλεκτρισμένη» από τους πολέμους που διεξάγονται αυτή τη στιγμή στον πλανήτη, εμπλουτίζεται και με νέα υλικά καταστροφής. Εκτός από τα drones κάθε τύπου, που πλέον είναι βασικά όπλα στον εξοπλισμό των στρατών, υπερηχητικά όπλα, εργαλεία κυβερνοπροστασίας και κυβερνοεπιθέσεων, εργαλεία πληροφοριακού πολέμου ή προστασίας των δικτύων επικοινωνίας από επιθέσεις, βρίσκονται στο κέντρο της «πραμάτειας» των εμπόρων του θανάτου.
Στον πολεμικό παροξυσμό ακολουθεί και η Ελλάδα με τους εξωφρενικούς εξοπλισμούς. Μόνο το κόστος απόκτησης δύο θόλων, ενός αντιαεροπορικού και ενός αντι-drone, όπως υποστήριξε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο Ν. Δένδιας, ανήλθε σε 2 δισ. ευρώ. Πέρα από τα πανάκριβα F35, τα υποβρύχια και τις φρεγάτες νέας γενιάς. Πρόσφατα μάλιστα ψηφίστηκε στη βουλή η ίδρυση του «Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας». Ένα οικοσύστημα στο οποίο θα συμμετέχουν πολεμικές βιομηχανίες, startups, πανεπιστήμια, στρατιωτικές σχολές και ερευνητικά κέντρα, με στόχο την παραγωγή προηγμένης στρατιωτικής τεχνολογίας. Για την ώρα, η Ελλάδα μπαίνει ως συμπαραγωγός στο πρόγραμμα των αμερικανικών φρεγατών νέας κλάσης «Constellation».
Στρατιωτικές δαπάνες
Οι στρατιωτικές δαπάνες των κρατών του ΝΑΤΟ θα καταγράψουν φέτος άλλο ένα ρεκόρ, ενώ είχε προηγηθεί μια άνευ προηγουμένου αύξηση 11% το 2023. Οι στρατιωτικές δαπάνες της ΕΕ σχεδόν διπλασιάστηκαν την πενταετία 2019-2023 και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (EDF) προβλέπει χρηματοδοτήσεις που ξεπερνούν τα 5,5 δισ. ευρώ ετησίως. Η Μόσχα, αφού αποσύρθηκε από πολλές συνθήκες σχετικές με τον αφοπλισμό, αυξάνει κατά 70% τις στρατιωτικές πιστώσεις στον προϋπολογισμό της για το 2024. H ρωσική απάντηση στο «πράσινο φως» της Ουάσιγκτον προς την Ουκρανία, για τη χρήση αμερικανικών όπλων εντός του εδάφους της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ήταν η απειλή χρήσης τακτικών πυρηνικών και γενίκευσης της πολεμικής σύρραξης.
Η Γερμανία ανέφερε προγραμματισμένες στρατιωτικές δαπάνες 2% του ΑΕΠ της για πρώτη φορά μετά το 1992. Από την πλευρά της, η Γαλλία έχει ήδη δαπανήσει 2 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023 για αγορά πυρομαχικών, εν μέρει προκειμένου να ανανεώσει τα δικά της αποθέματα, μετά από τις προσφορές προς τον ουκρανικό στρατό. Ο στρατιωτικός της προϋπολογισμός για το 2024 (47,2 δισεκατομμύρια ευρώ) είναι αυξημένος κατά 7,5% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, με το ενδεχόμενο αποστολής γαλλικών στρατευμάτων στην Ουκρανία να παραμένει ανοιχτό.
Η Πολωνία πρότεινε οι στρατιωτικές δαπάνες των κρατών-μελών της ΕΕ να φτάσουν στο 3%, πολύ πάνω ακόμα και από το 2% που απαιτεί το ΝΑΤΟ. Η Πολωνία βλέπει τον εαυτό της ως κράτος πρώτης γραμμής στα ανατολικά σύνορα του ΝΑΤΟ. Ως εκ τούτου, η χώρα στοχεύει να γίνει μια από τις ισχυρότερες στρατιωτικές δυνάμεις της Ευρώπης και έτσι κινητοποιεί πολίτες για την επίτευξη αυτού του στόχου, εκπαιδεύοντας μαζικά τον πληθυσμό στη χρήση όπλων μέσα από το πρόγραμμα «Εκπαίδευση με τον Στρατό»(!). Ελλάδα και Πολωνία είναι, μαζί με τις ΗΠΑ, τα μέλη του NATO που πραγματοποίησαν τις μεγαλύτερες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ τους το 2023 για την «άμυνα» και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές των σχεδίων της ατλαντικής συμμαχίας εντός ΕΕ.
Κάπως έτσι προέκυψε πριν λίγες μέρες και η κοινή επιστολή Μητσοτάκη-Τουσκ. Στην επιστολή τους, οι δύο πρωθυπουργοί, προτείνουν αντιπυραυλικό θόλο (στα πρότυπα του κράτους-τρομοκράτη του Ισραήλ) για να προστατεύει την Ευρώπη από εχθρικά αεροσκάφη, πυραύλους και drones, ενώ τονίζουν ότι «η έγκριση ενός τέτοιου έργου σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα έστελνε ένα σαφές μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση για την αποφασιστικότητα της Γηραιάς Ηπείρου να υπερασπιστεί τον εαυτό της». Κι αυτό σημαίνει πρώτα απ› όλα μια πιο στρατιωτικοποιημένη ΕΕ, παράλληλα και συμπληρωματικά στο ΝΑΤΟ. Το είπε άλλωστε και ο Μητσοτάκης στη Σύνοδο Κορυφής τον περασμένο Μάρτη: «Η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης σημαίνει περισσότερες επενδύσεις σε εξοπλισμούς».
Υπενθυμίζεται πως η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει κι άλλες κοινά «εργαλεία» κλιμάκωσης της πολεμικής προετοιμασίας της ΕΕ, όπως η πιθανή έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων για στρατιωτικές δαπάνες ή η σύσταση ενός κοινοτικού ταμείου για τη χρηματοδότηση εξοπλιστικών προμηθειών. Η διαφωνία, για την ώρα, βρίσκεται στους τρόπους χρηµατοδότησης αυτής της διαδικασίας. Για αυτό και οι ευρωηγεσίες αποφάσισαν να εξαιρεθούν οι πολεμικές δαπάνες των κρατών-μελών από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς του νέου Συμφώνου Σταθερότητας, που επαναφέρει τα «ματωμένα» πλεονάσματα και την περιστολή των κοινωνικών δαπανών.
Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία και Εσθονία είναι µεταξύ των χωρών που υποστηρίζουν την έκδοση «ευρωοµόλογου θανάτου», για πακτωλό χρήματος προς την πολεμική βιομηχανία. Το «µπλοκ του Βορρά», Γερµανία, Ολλανδία και Αυστρία αρνείται µια τέτοια προοπτική, αλλά φυσικά συμφωνεί στην αύξηση των πολεμικών δαπανών και στην περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της ΕΕ, απέναντι στη Ρωσία και όχι µόνο. Η πολεμική οικονομία επιδιώκεται να αποτελέσει την αναπτυξιακή διέξοδο που αναζητά η ΕΕ (και τα υπόλοιπα ιμπεριαλιστικά μπλοκ), εν µέσω συνεχόμενων κρίσεων και πολυετούς οικονομικής στασιμότητας. Άλλωστε, οι νέες παραγγελίες στην πολεμική βιομηχανία και η ανοικοδόμηση κατεστραμμένων χωρών, υπήρξαν πάντοτε πεδίο κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Ή όπως το λέει ένας βρετανός ιστορικός, «με οικονομικούς όρους, ο πόλεμος αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες μεταφορές πλούτου στην ιστορία».
Επιπτώσεις
Στο φόντο της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης μεταξύ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και του υπό διαμόρφωση ευρωασιατικού πόλου (Ρωσία, Κίνα, Ιράν κ.α.) αναμένονται γεωπολιτικές συγκρούσεις και ανακατατάξεις στους συσχετισμούς δύναμης των ισχυρών καπιταλισμών. Και σε αυτές τις «διευθετήσεις» φαίνεται ότι τα ένοπλα, στρατιωτικά μέσα, αρχίζουν να υποσκελίζουν τις διπλωματικές συμφωνίες. Σήμερα οι εργαζόμενοι πληρώνουμε αυτές τις συγκρούσεις των ισχυρών κέντρων, με εξωφρενικές εξοπλιστικές δαπάνες (που προκύπτουν από τη σκληρή λιτότητα και τη λεηλασία του εργατικού εισοδήματος) και αντιδραστική ιδεολογική στροφή, αύριο ίσως και με το ίδιο μας το αίμα.
Το βάρος των δισεκατομμυρίων των εξοπλιστικών δαπανών στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού και των εξορμήσεων του ελληνικού κράτους στη Μ. Ανατολή, που κλιμακώνονται με τη ρητορική της «εθνικής ασφάλειας», πέφτουν στις πλάτες των εργαζόμενων και στρώνουν το δρόμο στην ακροδεξιά. Η αποστολή της φρεγάτας στην Ερυθρά Θάλασσα κοστίζει 500.000€ τη μέρα, δηλ. 30εκ. ευρώ σε ένα δίμηνο. Λεφτά που θα αρκούσαν για τους ετήσιους μισθούς 1.500 δασκάλων για ένα χρόνο. Το μεγάλο μέγεθος των εξοπλισμών «φωτίζει» την ελληνική εμπλοκή στις ιμπεριαλιστικές περιπέτειες στην περιοχή και την αύξηση της πιθανότητας ενός «θερμού» επεισοδίου με την Τουρκία, παρά τη «ήρεμα νερά» των τελευταίων μηνών. Ειδικά με κάτι επιθετικές πρωτοβουλίες, όπως τα θαλάσσια πάρκα που ανακοίνωσε η Αθήνα. Διαχρονικά άλλωστε, η εθνικιστική προπαγάνδα χρησιμοποιείται ως το τέλειο προκάλυμμα για την υποκίνηση του μιλιταρισμού και του πολέμου.
Η ανεξάρτητη παρέμβαση του κινήματος και της Αριστεράς, χρειάζεται να ξεκινά από την κάθετη εναντίωση στους εξοπλισμούς, κόντρα στη λογική της «εθνικής ενότητας» και το μιλιταρισμό. Προωθώντας, απέναντι στην υπεράσπιση των «κυριαρχικών δικαιωμάτων», τον διεθνισμό και την αλληλεγγύη των λαών. Σε αυτές τις στιγμές γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η πάλη ενάντια στην πολεμική προετοιμασία και εμπλοκή στην Ευρώπη, η ρήξη με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Μια πολιτική δηλαδή που θα συμβάλει καθοριστικά στο να υπερασπιστούμε αποφασιστικά το υπέρτατο αγαθό της ειρήνης, αλλά και τα εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά