«Το να κρίνουμε τον σοσιαλισμό βάσει των αποτελεσμάτων του εντός των ορίων μιας απελπιστικά απομονωμένης χώρας ισοδυναμεί με το να βγάζουμε συμπεράσματα για την ανθρώπινη φυλή βάσει κάποιας μελέτης επάνω σε ψυχοπαθείς στο Καλαμαζού». T. Eagleton

Κινούμαστε, πλέον, στον 7ο χρόνο από το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Κι όσο κι αν το σύστημα απέτρεψε την κατάρρευση επιλέγοντας να προβεί στη μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση στην ιστορία του καπιταλισμού, φροντίζοντας να ρίξει δεκάδες τρισεκατομμύρια δολάρια για την προστασία του χρηματοπιστωτικού τομέα, τα θεμελιώδη προβλήματα παραμένουν ανεπίλυτα.

Η απομόχλευση προχωράει με ρυθμούς χελώνας, το ιδιωτικό χρέος παραμένει πρωτοφανές ιστορικά, το δημόσιο, με όλη τη δολοφονική λιτότητα, ελάχιστα συμπιέζεται.

Η κάμψη της παραγωγής έχει αγγίξει έντονα και τα αναδυόμενα «θαύματα», η μεγέθυνση αγκομαχάει. Η συσσώρευση υστερεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οποιαδήποτε ανάκαμψη βασισμένη σε επενδύσεις να αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός.

Πράγματα λογικά κι αναμενόμενα, βέβαια, στο μέτρο που τα ποσοστά κέρδους δεν ανακάμπτουν στο δέοντα, για τους κατόχους κεφαλαίου, βαθμό, παρόλο που οι ασκούμενες πολιτικές έχουν επιτύχει μια εκτίναξη της μάζας του κέρδους οφειλόμενη σε μια απίστευτη αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου σε βάρος του κόσμου της εργασίας.

Και δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο παγκόσμιος καπιταλισμός θα συνεχίσει να κινείται σε μια παρόμοια τροχιά έως ότου αναληφθεί η καταστροφή του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου στην έκταση που απαιτείται.

Γι΄ αυτό και όλο και περισσότερο συνειδητοποιείται -ακόμη και από τα συστημικά θινκ τανκς- πως ένα νέο επεισόδιο, μεγαλύτερο κι απ’ αυτό του 2008, είναι αναπόφευκτο τα επόμενα χρόνια. Ομολογείται, δηλαδή, πως δεν υπάρχει «ομαλή» λύση επαναφοράς στη προηγούμενη της κρίσης συνθήκη και αρχίζει να λέγεται πως, όπως και με την κρίση του μεσοπολέμου, «τίποτε δεν αποκλείεται». Δεν είναι τυχαίο, έτσι, πως ο Βάλτερ Μίνχαου των Financial Times προϋπαντεί το 2014 βρίσκοντάς του ισχυρές αναλογίες με το 1914 του Μεγάλου Πολέμου.

Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο ανανήψας θατσερικός Τζον Γκρέυ: «Οι μεσαίες τάξεις ανακαλύπτουν εκ νέου τις συνθήκες υπό τις οποίες υπέφερε το προλεταριάτο του δέκατου ένατου αιώνα, δηλαδή την οικονομική ανασφάλεια χωρίς περιουσιακά στοιχεία». Ορθή διαπίστωση, που σημαίνει πως, ακόμη και στις μητροπόλεις του καπιταλισμού, ένα όλο και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού προλεταριοποιείται με ρυθμούς ραγδαίους, ενώ, την ίδια στιγμή, αποστερείται όλα εκείνα τα δημόσια αγαθά, που, ως επιστέγασμα μεγάλων, αιματηρών και μακροχρόνιων αγώνων, άλλαξαν τόσο τη ζωή των ανθρώπων μετά το 1945.

Να, λοιπόν, που, μ’ αυτά και μ’ αυτά, εκεί που προσπαθούσαν να μας πείσουν επί δεκαετίες πως ο μαρξισμός «έχει ξεπεραστεί», ξεπερασμένος, από την άποψη των άμεσων συμφερόντων και αναγκών της μεγάλης πλειοψηφίας του παγκόσμιου πληθυσμού, φαίνεται να είναι ο καπιταλισμός. Αλλά και με γνώμονα τα δικά του μέτρα, η αδυναμία του να συνεχίσει τη συσσώρευση χωρίς την πρόκληση τεράστιων καταστροφών δείχνει ότι η μαρξική διατύπωση πως όριο του κεφαλαίου είναι το ίδιο το κεφάλαιο βρίσκει σήμερα τη πιο ηχηρή της επιβεβαίωση. Σε συνδυασμό με την οικολογική διακινδύνευση, που αδυνατεί να διαχειριστεί με στοιχειωδώς ασφαλή τρόπο και την τρομερή εξαθλίωση, που προκαλεί στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, αλλά και μέσα ακόμη στους «θύλακες ευημερίας», νομίζω πως το ζήτημα της ευθανασίας του επανατίθεται από τα πράγματα.

Που σημαίνει πως η επικαιρότητα του επαναστατικού προτάγματος επανέρχεται δριμέως. Που σημαίνει, δηλαδή, πως η επαναφορά του Μαρξ, ως αποδεκτού οικονομολόγου ακόμη κι από τον Εκόνομιστ δεν είναι παρά μια προσπάθεια να ξεχαστεί πως ο Μαρξ δεν ήταν οικονομολόγος, ούτε επιστήμων (sic) γενικώς. Να τινάξει το καπιταλιστικό σύμπαν στον αέρα ήταν ο στόχος του. Άρα, αν ο μαρξισμός ξαναγίνεται επίκαιρος, τότε η «ανατίναξη» είναι ακόμη πιο επίκαιρη.

Είμαστε υποχρεωμένοι, λοιπόν, να μιλήσουμε ξανά για τον κομμουνισμό. Να ξαναθέσουμε το αίτημα της αταξικής κοινωνίας ως γέννημα της πραγματικής τωρινής κίνησης, που αντιστέκεται, καταργεί και δημιουργεί. Να αντικρύσουμε εκ νέου το φάντασμα να «πλανιέται πάνω από την Ευρώπη», πάνω από τον κόσμο.

Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο εκκινούσε με το φάντασμα ανταποκρινόμενο πολιτισμικά στη γκόθικ ατμόσφαιρα της εποχής του, αλλά και γιατί κάτι πραγματικά στοίχειωνε τον ύπνο των αφεντικών. Οι επικίνδυνες τάξεις στριφογύριζαν, βρίσκονταν σε κίνηση ακόμη κι όταν δεν το έβλεπε κανείς. Ενώ τα χτυπήματα, το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, στα εθιμικά δικαιώματα των φτωχών ήταν διαρκή και εξαιρετικά αποτελεσματικά, ισοπεδώνοντας όρους ζωής, που κρατούσαν αιώνες στην Ευρώπη, φτιάχνοντας τους απόλυτα αποστερημένους άμεσους παραγωγούς χωρίς τους οποίους το κεφάλαιο το ίδιο δεν υπάρχει, ταυτόχρονα δημιουργούσαν το κίνημα που άλλαζε τον κόσμο διαρκώς.

Σήμερα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις, υλικές, γνωστικές και επικοινωνιακές, ώστε μια ποιοτικά πλούσια εξισωτική κοινωνία να είναι δυνατή. Μια κοινωνία, με διανεμητική αρχή «ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του», είναι σε σημαντικό βαθμό εφικτή.

Και το γεγονός πως ο κομμουνισμός είναι μια λέξη που μαγαρίστηκε ιστορικά δεν αποτελεί λόγο αποσιώπησης. Το ίδιο συνέβη με όλες τις ευγενικές εκφράσεις των ανθρώπινων συλλογικών ονείρων. Δεν πρόκειται για μοίρα που του ανήκει αποκλειστικά ή κατεξοχήν.

Επιπλέον, τώρα ξέρουμε ξανά –και από εμπειρία αυτή τη φορά- τι είναι και τι δεν είναι.

Δεν είναι μια κοινωνική θέσμιση στρατοπεδικής εξίσωσης προς τα κάτω, αλλά εκείνη η κοινωνία, όπου «η απελευθέρωση του καθενός είναι όρος για την απελευθέρωση όλων». Προσοχή: πρώτα ο καθένας μετά οι όλοι.

Το γεγονός δε πως η απελευθέρωση δεν μπορεί ποτέ να επιτελεστεί ως κατά μόνας ηδονή δεν σημαίνει πως προσβλέπει πρωταρχικά στο κράτος.

Ο κομμουνισμός δεν είναι γενικευμένος κρατισμός, αλλά καθολική συνεργασία των ανθρώπων, η κοινωνία των «ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών». Γι’ αυτό και ο Μαρξ αν, έξαλλος, κάτι μετά βδελυγμίας αποκήρυξε στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα είναι η ακραία κρατιστική απόκλιση αυτού του πρώτου σοσιαλιστικού προγράμματος.

Αυτής της θέσμισης είναι η ώρα σήμερα περισσότερο από ποτέ. Ας αρχίσουμε να το λέμε περισσότερο. Γιατί για τρέχουσα πολιτική πρόκειται, για άμεση απάντηση πριν η αμαξοστοιχία εκτροχιαστεί. Γιατί, επιπλέον, από σήμερα χτίζεται δεν παραπέμπεται στο μακρινό μέλλον. Ή αλλάζει από τώρα τον κόσμο ή δεν θα τον αλλάξει ποτέ.

***

Η επανάκαμψη του Μαρξ αυτή την επιτακτική επικαιρότητα του κομμουνισμού υποσημειώνει. Και, μαζί, αντανακλά την ένοχη συνείδηση του κεφαλαίου.

Του κεφαλαίου, που, όπως έγραψε ο Ντανιέλ Μπενσαΐντ ενώ «δεν ήταν παρά ένας αρχάριος κακοποιός την εποχή που ο Μαρξ σχεδίαζε το πορτρέτο του, σήμερα έχει γίνει ένας δολοφόνος κατά συρροή που ρημάζει ολόκληρο τον πλανήτη».

Οι μέρες οι καλές, η «χρυσή μεταπολεμική εποχή» δεν θα ξανάρθει. Δεν υπάρχει καμιά εναλλακτική εκτός από τον αντικαπιταλισμό, ακόμη κι αν έχουμε πολύ μετριοπαθείς προσδοκίες για την ανθρώπινη ζωή. Γι’ αυτό, λοιπόν, κομμουνισμός.

Ετικέτες