Δύο πολιτικά όρια ευθύνονται για το αργόσυρτο και επί μήνες ατελέσφορο των διαπραγματεύσεων για το ελληνικό μνημονιακό πρόγραμμα.
Το ένα αφορά την κυβέρνηση, η οποία διαπραγματεύεται όχι τα ίδια αλλά το χρόνο από τον οποίο θα ισχύσει η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις - με μόνο κριτήριο την πολιτική της επιβίωση. Το δεύτερο όριο τίθεται από το ΔΝΤ, που όχι μόνο απαιτεί την υλοποίηση του μέτρου για τις συντάξεις από το 2019, αλλά επιπλέον απαιτεί να ενσωματωθούν στο συνολικό «πακέτο» της συμφωνίας τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Το ζήτημα είναι ότι ενώ η κυβέρνηση είναι πρόθυμη να μεταθέσει το δικό της όριο, ελπίζοντας ότι θα σωθεί από ένα θαύμα, το ΔΝΤ δεν φαίνεται διατεθειμένο να μεταθέσει ούτε χιλιοστό το δικό του όριο. Και όπως θα δούμε παρακάτω, υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι γι’ αυτό, τέτοιοι που δεν μπορούν να παρακαμφθούν με τον… ανύπαρκτο στις διεθνείς σχέσεις κανόνα της… καλής θέλησης.
Αν επρόκειτο μόνο για το γεγονός ότι το ΔΝΤ με τις «παράλογες» απαιτήσεις του σπρώχνει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ πέρα από τα όρια των αντοχών της, το πράγμα θα είχε ήδη τελειώσει: η κυβέρνηση έχει αποδείξει και με το παραπάνω ότι είναι πρόθυμη να θυσιάσει όλες τις υποτιθέμενες «κόκκινες γραμμές». Το έπραξε για δεύτερη φορά σε αυτή την αξιολόγηση σκηνοθετώντας βήμα το βήμα «αντιστάσεις» που κατέρρεαν και «κόκκινες γραμμές» που παραβιάζονταν, με οδηγό την επικοινωνιακή γραμμή «αντιστεκόμαστε, αλλά δεν μπορούμε να ρίξουμε τη χώρα στα βράχια».
Έχουν ήδη αποδεχθεί σκληρά μέτρα…
Επέδειξε μεγάλη «πλαστικότητα» και «ρεαλισμό», δηλαδή πολιτικό αμοραλισμό και κυνισμό, στα ζητήματα ουσίας, αυτά δηλαδή που αφορούν με λιγότερο ή περισσότερο άμεσο τρόπο τις ζωές εκατομμυρίων εργαζομένων, συνταξιούχων, ανέργων, φτωχών:
Αποδέχτηκε δραματική μείωση του αφορολόγητου κάτω από τα 6.500 ευρώ, μέτρο που ρίχνει στα δίχτυα της εφορίας φορολογούμενους με συνολικό μηνιαίο εισόδημα λίγο πάνω από το επίδομα ανεργίας!
Αποδέχτηκε νέα δραματική περικοπή συντάξεων σε ποσοστά πάνω από 30%, η οποία έρχεται να προστεθεί στις περικοπές του νόμου Κατρούγκαλου - που στη διάρκεια της εφαρμογής του αποδεικνύεται ότι ήταν μια «επιστημονικά» οργανωμένη ληστεία. Όταν οι συντάξεις έχουν αναδειχθεί σε μηχανισμό επιβίωσης όχι μόνο για τους συνταξιούχους αλλά και για νοικοκυριά όπου άνεργα ή φτωχά μέλη επιβιώνουν με τη σύνταξη του παππού και της γιαγιάς…
Αποδέχθηκε την πλήρη διάλυση των εργασιακών σχέσεων (ομαδικές απολύσεις χωρίς κυβερνητική προέγκριση, δραματικοί περιορισμοί στο δικαίωμα στην απεργία και παροχή δικαιώματος εργοδοτικού λοκάουτ, ανάδειξη των επιχειρησιακών συμβάσεων σε υπέρτερες των κλαδικών), δίνοντας επικοινωνιακές μάχες οπισθοφυλακών με το ξεσκισμένο φλάμπουρο του «ελάχιστου ευρωπαϊκού κεκτημένου». Διεκδικεί έτσι να είναι η κυβέρνηση που θα έχει την «τιμή» να υπογράψει τα πλέον οδυνηρά αντεργατικά μέτρα, τα οποία εμπεδώνουν το ακραίο καθεστώς πλήρους εργοδοτικής ασυδοσίας και εκμετάλλευσης της εργασίας που οικοδομείται με τα μνημόνια.
Αποδέχθηκε το ξεπούλημα της ΔΕΗ, αλλά και των εναπομενουσών δημόσιων ή με ισχυρή δημόσια παρουσία υποδομών ενέργειας. Ειδικά ο κανιβαλισμός και το ξεπούλημα της ΔΕΗ και του ΔΕΔΔΗΕ καθώς και του φυσικού αερίου (Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) θα φέρουν αναπόφευκτα όχι μόνο πιο σκληρές εισπρακτικές πολιτικές αλλά και αύξηση των τιμών του ρεύματος και του φυσικού αερίου, επεκτείνοντας σημαντικά τον αριθμό των νοικοκυριών που δυσκολεύονται να έχουν ή έχουν ήδη αποκλειστεί από την πρόσβαση σε αυτές τις μορφές ενέργειας (ενεργειακή φτώχεια).
…στη συσκευασία δύο μνημονίων
Και όχι μόνον αυτό: αποδέχθηκε την επέκταση των μνημονίων για σειρά ετών, μέσα από το δρακόντειο μηχανισμό επιτήρησης των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5%. Για όσο διάστημα ισχύουν τέτοια θηριώδη πλεονάσματα (αδιανόητα για μακρά σειρά ετών στη διεθνή οικονομική ιστορία), η πειθαρχία στη σκληρή λιτότητα είναι εξασφαλισμένη.
Ο ισχυρισμός ότι από το 2019 η Ελλάδα βγαίνει από το μνημόνιο είναι σε κάθε περίπτωση παραπλανητικός, για δύο επιπλέον λόγους:
Πρώτο, διότι είναι χώρα υπό διεθνή-ιμπεριαλιστικό οικονομικό έλεγχο μιας ντεφάκτο χρεοκοπίας. Αυτός είναι ο δεύτερος μηχανισμός πειθάρχησης στη σκληρή λιτότητα, «κλειδωμένος» μεταξύ άλλων στην πρόβλεψη του ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμφώνου για παραμονή σε καθεστώς επιτήρησης μέχρι να αποπληρωθεί το 75% του υπερβάλλοντος χρέους σε σχέση με το στόχο του Μάαστριχτ (που είναι 60% του ΑΕΠ!). Και αν όλοι κάνουν ή είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα «στραβά μάτια» ακόμη και για το χρέος της Ιταλίας που είναι 132% του ΑΕΠ, για την Ελλάδα όπου οι εκθέσεις του ΔΝΤ μιλούν για μείωση του χρέους κάτω από 140% το… 2060 υπό ευνοϊκές προϋποθέσεις (!!!) οι περιβόητες «αγορές» δεν πρόκειται να κάνουν τα «στραβά μάτια».
Δεύτερο, η έξοδος στις αγορές σημαίνει απλά ότι το ελληνικό Δημόσιο θα δανείζεται πιο ακριβά, δηλαδή ότι το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους θα αυξηθεί. Το επιτόκιο που θα δώσουν οι αγορές θα είναι στην καλύτερη περίπτωση 5%, όταν τα σημερινά δάνεια από τους δανειστές έχουν μέσο επιτόκιο περί το 2,5%. Για να μην αυξηθούν απαγορευτικά τα επιτόκια με τα οποία οι αγορές θα δανείζουν το ελληνικό Δημόσιο, θα πρέπει να υπάρχει «οικειοθελής» πολιτική σκληρής λιτότητας – αλλιώς, ξανά έξοδος από τις αγορές και επιστροφή στο «κλασικό» μνημόνιο.
Ακόμη και με μια τέτοια έξοδο από τα μνημόνια» όμως, όχι μόνον οι αγορές αλλά και οι δανειστές στο σύνολό τους, ως έχοντες «έννομο συμφέρον», θα ελέγχουν την υλοποίηση των στόχων για τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5%.
Όμως, η είδηση είναι πως δεν είμαστε καν κοντά σε μια έστω τέτοια, δρακόντεια και «αιματηρή» έξοδο από τα μνημόνια. Αντίθετα, είμαστε στα πρόθυρα της υπογραφής… δύο νέων μνημονίων!
Το ένα εξ αυτών θα είναι με την ευρωπαϊκή τρόικα και θα ονομάζεται SMoU και το δεύτερο με το ΔΝΤ και θα ονομάζεται MEFP. Διότι απλούστατα συγκεκριμενοποιούνται και επεκτείνονται χρονικά πέραν του 2018 οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα, διότι θα πρέπει να περιλαμβάνονται κάποια μέτρα για το χρέος και διότι το ΔΝΤ τώρα θα συμμετάσχει (αν τελικά συμμετάσχει) στο πρόγραμμα.
Η πραγματικότητα είναι πράγματι πολύ βάναυση με τις κυβερνητικές αφηγήσεις περί εξόδου από τα μνημόνια: αν τελικά πέσουν οι υπογραφές, αυτό που θα συμβεί είναι πως η Ελλάδα θα αποτελέσει ευρωπαϊκό και παγκόσμιο φαινόμενο χώρας όπου η έξοδος στις αγορές μπορεί να συνδυαστεί με δύο εν ισχύι μνημόνια και με δρακόντειο έλεγχο για την υλοποίηση θηριωδών πρωτογενών πλεονασμάτων, όταν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που βγήκαν από τα μνημόνια υπόκεινται στον «τακτικό έλεγχο» για το έλλειμμα 3% και για τη γενική τάση μείωσης του χρέους τους.
Και παρ’ όλα αυτά, η συμφωνία είναι δύσκολη
Γιατί όμως, παρ’ όλα αυτά, η συμφωνία είναι δύσκολη; Διότι είμαστε σε μια πολύ ευαίσθητη και μεταβατική διεθνή συγκυρία, όπου η διεθνής πολιτική των ΗΠΑ είναι σε τροχιά σημαντικών αλλαγών που δεν έχουν ακόμη συγκεκριμενοποιηθεί, αλλά και διότι η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη υφίστανται τους κλυδωνισμούς είτε της μετάβασης στην Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων είτε της αργόσυρτης αποσύνθεσης. Για να το πούμε απλά: Ύστερα από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, τα μνημόνια ήταν απαίτηση των αγορών, η εγγύηση που ζητούσαν από τις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για να αποφύγουν το κόστος από τις αποτυχημένες επενδύσεις τους και να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν το χρέος. Το μπλοκ των δανειστών επιβάλλοντας τα μνημόνια, παρέσχε αυτές τις εγγυήσεις στις αγορές, αποκομίζοντας ταυτόχρονα πολλαπλά οικονομικά και πολιτικά οφέλη. Τώρα, εμφανίζεται ένα άλλο πρόβλημα: το στρατηγικό αδιέξοδο στη διαχείριση της κρίσης, η στροφή των ΗΠΑ στις εθνικές προτεραιότητες και η πολιτική αστάθεια στην Ευρώπη απαιτούν ένα «μνημόνιο» εκατέρωθεν εγγυήσεων ανάμεσα στους δανειστές. Δεν πρόκειται απλώς για το ποια στάση θέλει ο Τραμπ να επιβάλει στο ΔΝΤ όσον αφορά το ελληνικό πρόβλημα, αλλά για ένα νέο στοιχείο της διεθνούς συγκυρίας. Γι’ αυτό, με τόσα ρίσκα ανοιχτά όσον αφορά την εξέλιξη των διεθνών σχέσεων, το ΔΝΤ επιμένει και στην απαίτηση για θηριώδη πλεονάσματα (χωρίς στατιστικά τρικ και με πολύ αυστηρό και ρεαλιστικό υπολογισμό των στατιστικών στοιχείων και προβλέψεων) και πολύ σκληρά μέτρα, αλλά και σε ελάφρυνση του χρέους. Η ηγεσία Μέρκελ - Σόιμπλε δεν το συζητά αυτό πριν τις γερμανικές εκλογές, η δε ελληνική κυβέρνηση και ελληνική οικονομία δεν αντέχουν το σύρσιμο της αξιολόγησης μέχρι και τον Οκτώβριο, χωρίς να δημιουργηθούν συνθήκες ανοιχτής οικονομικής και πολιτικής κρίσης.
Είναι γι’ αυτό που «μυρίζει μπαρούτι» είτε κλείσει άμεσα η συμφωνία είτε όχι… Τα δεδομένα τα γνωρίζουν όλοι - δεν θα τα μάθουν στη διάρκεια της συνόδου του ΔΝΤ στις 21-23 Απριλίου. Αρχίζοντας από τις 23 Απριλίου (πρώτος γύρος) και οριστικά στις 7 Μαΐου θα γνωρίζουν όλοι και ένα άλλο σημαντικό δεδομένο: το νέο οικοδεσπότη του γαλλικού Μεγάρου των Ηλυσίων. Κάπου εκεί θα ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.
Παρ’ όλα αυτά, όλοι συμφωνούν σε μια «προκαταβολή» μέτρων για τις συντάξεις, το αφορολόγητο και την ενέργεια, που μπορεί να έρθουν με τη μορφή εφαρμοστικών ακόμη και μέσα στις γιορτές του Πάσχα. Είναι αυτό για το οποίο θα πρέπει να προετοιμάζονται σε κάθε περίπτωση η Αριστερά και το κίνημα αντίστασης, ετοιμάζοντας μια κινηματική και πολιτική απάντηση αντίστοιχη με τις μεγάλες διακυβεύσεις των επερχόμενων δύο μνημονίων.
*Αναδημοσίευση από την «Εργατική Αριστερά» που κυκλοφορεί
Σκίτσο του Πέτρου Ζερβού από την "Εφ. Συν."