Ύφεση και το 2014, διογκώνονται οι δυσκολίες για ΠΑΣΟΚ-ΝΔ

Καθώς μπαίνει το 2014 και ξεκινάει η ελληνική προεδρία, τα πράγματα για τους από τα πάνω δεν είναι καθόλου ρόδινα και καθόλου ελεγχόμενα. Η κυβέρνηση και η τρόικα βρίσκονται ενώπιον τραγικών μακροοικονομικών αποτελεσμάτων που οι ίδιοι δημιούργησαν με την πολιτική που επέβαλαν. Λένε ότι οι οικονομικοί δείκτες θα βελτιωθούν το 2014, αλλά αυτά τα έχουν ξαναπεί πολλάκις. 

Αντίθετα από τις προβλέψεις τους, ήδη πολλοί οργανισμοί προβλέπουν ότι ούτε το 2014 δεν θα υπάρξει καμία ανάπτυξη: Η Morgan Stanley προβλέπει μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η Moody’s προβλέπει ύφεση 0,5%, ο ΟΟΣΑ βλέπει επίσης ύφεση 0,4%, ενώ ακόμη και το Συμβούλιο των Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της Μέρκελ βλέπει ύφεση 1,3%, αποκλίνοντας κατά 3,5 δισ. από τις προβλέψεις της τρόικας. Ακόμη πιο δυσμενής είναι η πρόβλεψη της Citi που προβλέπει ύφεση 1,9% για το 2014 και επιπλέον ύφεση 0,5% και το 2015.

Χωρίς συναίνεση

Ωστόσο και η κυβέρνηση και η τρόικα συνεχίζουν στην ίδια γραμμή, όχι από παραλογισμό, αλλά από συμφέρον. Σε οικονομικό επίπεδο υπάρχουν κέρδη δεκάδων δισ. ευρώ για τους δανειστές από αυτό το διαρκές αλισβερίσι δανείων και αποπληρωμής τους εκ μέρους της Ελλάδας. Κέρδος έχει όμως και το ελληνικό κεφάλαιο, τόσο σε άμεσο επίπεδο με την αύξηση της κερδοφορίας αρκετών εταιριών (όσων επιβιώνουν τελικά από τις παράπλευρες απώλειες του πολέμου τους) όσο και σε μακροπρόθεσμο επίπεδο καθώς οι Έλληνες καπιταλιστές, με αφορμή το μνημόνιο, παγιώνουν την εξαγωγή μεγαλύτερης υπεραξίας από τους εργαζόμενους μέσω της κατάρρευσης των μισθών και των άλλων εργατικών κατακτήσεων.

Αυτή η πολιτική επιλογή του ευρωπαϊκού –και συνακόλουθα και του ελληνικού– κεφαλαίου συμπιέζει διαρκώς προς τη διάλυση ή την απόλυτη μετάλλαξη τα κόμματα διαχείρισης, όπως τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, που είχαν δημιουργηθεί σε άλλη φάση του καπιταλισμού έχοντας μεταξύ άλλων ως κύρια λειτουργία τους και την ενσωμάτωση μεγάλων τμημάτων του λαού εντός του συστήματος. Τα κόμματα αυτά, και ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ, δεν είχαν οικοδομηθεί για να υπηρετήσουν μια πολιτική ανοικτής κλοπής του σημερινού (μισθοί-συντάξεις, θέσεις εργασίας), του χθεσινού (ακίνητα) και του αυριανού (συσσώρευση ατέλειωτων φόρων) εισοδήματος των εργαζόμενων μαζών. 

Εκτός από τη μεγάλη μάζα των εργαζομένων, τα κόμματα αυτά έρχονται σε πρωτοφανή ρήξη με μεσοστρώματα. Συνολικά η συγκυβέρνηση φαίνεται ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη συναίνεση εκείνης της κρίσιμης μάζας κόσμου που απαιτείται ώστε να λειτουργεί μακροπρόθεσμα το σύστημα. 

Διάλυση ΠΑΣΟΚ

Αυτή η έλλειψη συναίνεσης φαίνεται πιο ανάγλυφα από το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίοι δεν πληρώνουν τους φόρους τους σε μαζικό πια επίπεδο: στα τέλη Οκτωβρίου 2013 τα φυσικά πρόσωπα που χρωστούσαν στο κράτος (δηλ. είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές) είχαν φτάσει στα 2.695.000 ανθρώπους, δηλ. αποτελούσαν ένα τεράστιο ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της χώρας. Όμως και ο αριθμός των επιχειρήσεων που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο αυξήθηκε με δραματικό ρυθμό (για την ακρίβεια κατά 228%!) το πρώτο δεκάμηνο του έτους.  Είναι γι’ αυτό το λόγο, εξάλλου, που η τρόικα δεν αποδέχεται την πρόβλεψη του υπουργείου Οικονομικών, ότι μπορούν να εισπραχθούν 2,65 δισ. ευρώ από τη νέα φοροληστεία επί των ακινήτων.

Αυτή η αδυναμία κάνει το ΠΑΣΟΚ να θεωρείται ήδη τελειωμένη υπόθεση: Στις δημοσκοπήσεις είναι έκτο κόμμα (παρότι ο αρχηγός του είναι αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπ. Εξωτερικών). Μεγαλοστελέχη αμφισβητούν ανοικτά τις επιλογές της ηγεσίας. Έντεκα νυν και πρώην βουλευτές και υφυπουργοί (Σαχινίδης, Μωραΐτης, Πεταλωτής κ.ά.) με ανακοίνωσή τους καταγγέλλουν τους χειρισμούς της. Κάποια άλλα στελέχη, όπως οι ευρωβουλευτές Ά. Ποδηματά, Μ. Κοππά και Σπ. Δανέλλης, παραβρέθηκαν στο συνέδριο της ΔΗΜΑΡ δίνοντας σήμα απομάκρυνσης, ενώ ο πρώην υπουργός Π. Μπεγλίτης ανακοίνωσε την προσχώρησή του στη ΔΗΜΑΡ. 

Έτσι το σχέδιο των «58» μάλλον μένει ως επιθυμία του Πρετεντέρη και κάποιων κύκλων του κεφαλαίου. Ο ίδιος ο Βενιζέλος δίνει μάχη οπισθοφυλακής για τον εαυτό του χρησιμοποιώντας το κόμμα και την κυβερνητική του και πολιτική συμμαχία με την ακροδεξιά ηγεσία της ΝΔ ως ασπίδα απέναντι στην προοπτική να διωχθεί ποινικά για την υπόθεση των υποβρυχίων.

Κρίση ΝΔ

Όμως και η ΝΔ δείχνει ότι χάνει πλέον τη δημοσκοπική αντοχή της αφού διέρρηξε και αυτή τους ζωτικούς δεσμούς της με την κοινωνική της βάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΔΑΚΕ ιδιωτικού τομέα με επιστολή της ζήτησε εμμέσως από τους βουλευτές της ΝΔ να μην υπερψηφίσουν τον προϋπολογισμό. Αμέσως (ξανα)διαγράφηκε από το κόμμα ο πρόεδρος της εν λόγω παράταξης, και γγ. της ΓΣΕΕ, Ν. Κιουτσούκης, ο οποίος ωστόσο πέρασε στην αντεπίθεση λέγοντας ότι «είναι εγκληματικό για την κοινωνία το μείγμα αυτής της πολιτικής και δεν μπορεί να πάει άλλο».

Αντίστοιχες απόψεις έχουν και πολλοί βουλευτές -ειδικά όσοι έχουν εκλογική βάση ψηφοφόρους με μικρή και μεσαία ιδιοκτησία. 

Έτσι ο Σαμαράς, παρότι κατάφερε να φτάσει στο βραχυπρόθεσμο στόχο του, την προεδρία της ΕΕ, έχει εξαντλήσει τα περισσότερα από τα πολιτικά του καύσιμα. Ταυτόχρονα, την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, θα έπρεπε να αποφασίσει τι θα κάνει με τον Βενιζέλο και την υπόθεση των υποβρυχίων: Θα τον στήριζε με την παρουσία του στη Βουλή ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ότι θα χρεωθεί το βαρύ πυροβολικό της πασοκικής διαφθοράς; Ή θα προτιμούσε να μην παραστεί στη Βουλή, αφήνοντας μόνο του τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ ενάντια στις ορέξεις όλων. Ό,τι και να έκανε η συγκυβέρνηση θα έχει υποστεί νέα φθορά. 

Προοπτικές

Σε αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση προσπαθεί να περάσει τη φορολογική λαίλαπα που, μεταξύ άλλων, φορολογεί χωράφια, επιτρέπει εφόδους εφοριακών μέσα στα σπίτια, εξόφληση του φόρου εισοδήματος σε τρεις μήνες, αντί σε έξι, πρόστιμο 10% αν κάποιος καθυστερήσει για πάνω από δύο μήνες να πληρώσει το φόρο του και πολλά άλλα αιμοδιψή. 

Ο μόνος φόρος στον οποίο κάνουν διαρκώς πίσω οι μνημονιακές κυβερνήσεις είναι το 20% που έχει αποφασισθεί από το 2010 να επιβάλλεται στις τηλεοπτικές διαφημίσεις. Ήδη ο Στουρνάρας έδωσε τέταρτη αναβολή για έναν ακόμη χρόνο, επαναβεβαιώνοντας τη συμμαχία κυβέρνησης και καναλαρχών. Όμως η μιντιακή προπαγάνδα δεν αρκεί για να σώσει την κυβέρνηση. Κανείς προφανώς δεν θα θυμάται σε λίγους μήνες την ελληνική προεδρία, όπως ακριβώς κανείς δεν θυμάται τη λιθουανική προεδρία, παρότι αυτή δεν έχει λήξει ακόμη. Ο μόνος πιθανός λόγος να μείνει στην ιστορία η ελληνική προεδρία, είναι να καταρρεύσει η κυβέρνηση κατά τη διάρκειά της.